Μπαράζ επαφών με επενδυτές για έκδοση ομολόγου!

Μπαράζ συναντήσεων με μεγάλους διεθνείς επενδυτές θα έχουν το επόμενο διάστημα παράγοντες του υπουργείου Οικονομικών και του Οργανισμού Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (ΟΔΔΗΧ).

της Αμαλίας Κάτζου

Από τα ραντεβού οι οικονομικοί αξιωματούχοι θέλουν να διαπιστώσουν τις προθέσεις ισχυρών επενδυτικών χαρτοφυλακίων όταν αποφασιστεί η έξοδος της Ελλάδας στις αγορές. Από τον πρώτο κύκλο επαφών το βασικό συμπέρασμα είναι ότι αυτό που ζητούν τα διεθνή χαρτοφυλάκια είναι η επιστροφή στη δυναμική ανάπτυξη με «τίναγμα του ελατηρίου» στα επίπεδα του 3%-4%.

Πάντως, τόσο το υπουργείο Οικονομικών όσο και ο ΟΔΔΗΧ τονίζουν ότι τα επόμενα βήματα εξόδου της χώρας στις αγορές θα είναι μελετημένα και προσεκτικά, μια και δεν υπάρχει κανένας λόγος βιασύνης. Οπως επισημαίνουν οικονομικοί παράγοντες, οι εκδόσεις χρέους πρέπει να πραγματοποιηθούν με αυξημένα «ποιοτικά χαρακτηριστικά» και σταδιακή βελτίωση της καμπύλης των ελληνικών ομολόγων. Σύμφωνα με τα ίδια στελέχη, το «μαξιλάρι ασφαλείας» που έχει δημιουργηθεί ήδη -και θα διευρυνθεί εντός του Ιουλίου με την εκταμίευση της τελευταίας δόσης, ύψους 15 δισ. ευρώ- καλύπτει πλήρως τις χρηματοδοτικές ανάγκες, στη χειρότερη περίπτωση για 22 μήνες και στην καλύτερη έως και το τέλος του 2022.

Βάσει των σημερινών δεδομένων, στην Τράπεζα της Ελλάδος υπάρχουν ρευστά διαθέσιμα της τάξης των 16 δισ. ευρώ. Στο ποσό αυτό θα προστεθούν τα 15 δισ. ευρώ από την τελευταία δόση του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM), ενώ μετά την ψήφιση των διατάξεων σχετικά με την υποχρεωτική κατάθεση όλων των ταμειακών διαθέσιμων των φορέων γενικής κυβέρνησης στην Τράπεζα της Ελλάδος, στο ποσό θα προστεθούν περίπου 5 δισ. ευρώ, με αποτέλεσμα τα ρευστά διαθέσιμα να ανέρχονται στα 36 δισ. ευρώ.

Σε ό,τι αφορά στις εκδόσεις ομολόγων, οι αποφάσεις θα εξαρτηθούν από το κατά πόσο θα υπάρξουν το προσεχές διάστημα θετικές ειδήσεις και σημαντική υποχώρηση στις αποδόσεις των ομολόγων. Πάντως, η αναβάθμιση της Ελλάδας από τη Standard & Poor’s και οι εκτιμήσεις για ανάλογες κινήσεις πιθανότατα θα δημιουργήσουν ευνοϊκές συνθήκες για μια νέα έξοδο της χώρας στις αγορές. Υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα υπάρξουν απρόοπτες εξελίξεις, δεν θα πρέπει να αποκλειστεί και μια ενδεχόμενη νέα έξοδος πριν από τη λήξη του προγράμματος, στις 20 Αυγούστου, χωρίς όμως να είναι και αναγκαία.

Πάντως, είναι ιδιαιτέρως σημαντικό ότι ο ESM σε ενημερωτικό του σημείωμα προς τους επενδυτές τονίζει ότι η Ελλάδα αποκαθίσταται πλήρως ως εκδότρια στην αγορά κρατικών ομολόγων, κάτι που σημαίνει ότι η χώρα μας θα μπορεί να βγαίνει κανονικά στις αγορές.

Θετικές εκθέσεις από τους διεθνείς οίκους
Eν τω μεταξύ, θετικά υποδέχτηκαν οι διεθνείς οίκοι την απόφαση του Eurogroup, δίνοντας ταυτόχρονα ψήφο εμπιστοσύνης στα ελληνικά ομόλογα.

Moody’s
«Σημαντικό ορόσημο»
«Η Ελλάδα κέρδισε σημαντική περαιτέρω ελάφρυνση χρέους από τους πιστωτές. Πρόκειται για ένα πιστωτικά θετικό γεγονός», τονίζει η Moody’s. Με βάση τον οίκο αξιολόγησης, η συμφωνία εξασφαλίζει ότι η χώρα θα έχει πολύ μέτριες ανάγκες αναχρηματοδότησης τα επόμενα δέκα χρόνια. Παράλληλα, η Moody’s αναμένει ότι η συμφωνία θα ανοίξει τον δρόμο ώστε να επιστρέψει η χώρα στις αγορές και να χρηματοδοτείται με διατηρήσιμο τρόπο από αυτές. «Θεωρούμε το πακέτο σημαντικό ορόσημο στη συνεχιζόμενη ανάκαμψη από τη βαθιά κρίση κυβερνητικού χρέους, οικονομίας και τραπεζών», σημειώνει χαρακτηριστικά.

JP Morgan
«Δίκαια γενναιόδωρη»
Θετικά αποτιμά τη συμφωνία η JP Morgan, επισημαίνοντας ότι βρίσκεται στο «άνω εύρος» των προσδοκιών της. Οπως τονίζει: «Η χώρα θα έχει καθαρή έξοδο από το πρόγραμμα, χωρίς, δηλαδή, προληπτική γραμμή πίστωσης». Σύμφωνα με τον αμερικανικό οίκο, η έκταση της ελάφρυνσης χρέους με την οποία επιβραβεύτηκε η χώρα είναι «δίκαια γενναιόδωρη», ιδίως αν λάβει κανείς υπόψη τη μακρόχρονη αντίσταση της Γερμανίας.
Κατά την εκτίμηση της JP Morgan, η δεκαετής επέκταση ωρίμανσης και περιόδου χάριτος στα δάνεια του EFSF είναι ένα σημαντικό βήμα για να εξασφαλιστεί η βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους όχι μόνο μεσοπρόθεσμα – που ούτως ή άλλως είχε εξασφαλιστεί έως το 2023 με άλλα μέτρα. Οι αναλυτές του οίκου είχαν θέσει σύσταση «overweight» στα ελληνικά πενταετή ομόλογα πριν από το Eurogroup και εξακολουθούν να βλέπουν αξία στο να παραμείνουν με αυτή τη σύσταση.

Fitch
«Εντός των προσδοκιών»
«Η ολοκλήρωση της τελευταίας αξιολόγησης του ελληνικού προγράμματος και τα μέτρα που ελήφθησαν για το χρέος βελτιώνουν τη μακροχρόνια βιωσιμότητα του χρέους», σημειώνει ο οίκος Fitch. Σε σχετική του ανάλυση, ο οίκος αξιολόγησης επισημαίνει ότι τα μέτρα που ανακοινώθηκαν είναι ευθυγραμμισμένα με τις προσδοκίες του όταν αναβάθμισε το ελληνικό αξιόχρεο σε Β/Positive τον προηγούμενο Φεβρουάριο.
Ο οίκος Fitch υπογραμμίζει ότι δεν περίμενε μείωση στο ονομαστικό ύψος των χρεών που βρίσκεται στα χέρια του επίσημου τομέα, τα οποία και παραμένουν ιδιαίτερα υψηλά (148,2% του ΑΕΠ το 2017 από το σύνολο του 178,6%). Ωστόσο, το «μαξιλάρι» ρευστότητας και η παράταση στις ωριμάνσεις περιορίζουν το ρίσκο αναχρηματοδότησης και θα στηρίξουν τη μεταμνημονιακή πρόσβαση στις αγορές, όπως και την ικανότητα της χώρας να εξυπηρετεί το χρέος της προς τους ιδιώτες πιστωτές.
Ο οίκος εκτιμά ότι η βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους αναμένεται να βελτιωθεί μέσω τέτοιων μέτρων, σε συνδυασμό με τη διατηρήσιμη αύξηση του ΑΕΠ, τα μειωμένα πολιτικά ρίσκα, το ιστορικό των πρωτογενών πλεονασμάτων και τα δημοσιονομικά μέτρα που θα υιοθετηθούν μέχρι το 2020.

UBS
«Θετική δυναμική»
Τα ελληνικά ομόλογα ήταν ένα από τα καλύτερα στοιχήματα των τελευταίων ετών στη συγκεκριμένη αγορά και ένα από τα «top trades» της UBS, η οποία εκτιμά ότι θα συνεχιστεί η άνοδος των τιμών. Οπως επισημαίνει στη σχετική έκθεση, οι λόγοι πηγαίνουν πέρα από την ελάφρυνση χρέους που έλαβε η χώρα στο Eurogroup:
1. Ο πήχης είναι χαμηλά για θετικές μακροοικονομικές εκπλήξεις, που μπορούν να τονώσουν τη βιωσιμότητα του χρέους.
2. Το «μαξιλάρι» ρευστότητας καλύπτει τη χώρα για δύο χρόνια.
3. Η δομή χρέους της χώρας παραμένει πολύ ελκυστική.
Οπως, μάλιστα, τονίζει ο οίκος, η αποσύνδεση από την πρόσφατη αναταραχή στην Ιταλία αποτελεί ένδειξη της υποκείμενης θετικής δυναμικής, ενώ η αναβάθμιση από τη Standard & Poor’s είναι προάγγελος περαιτέρω θετικών εξελίξεων στο μέτωπο της αξιολόγησης από τους οίκους.

Οσον αφορά στη συμφωνία για το χρέος, ο ελβετικός οίκος σημειώνει ότι αποτελεί θετικό βήμα. Εξετάζοντας τη μακροοικονομική εικόνα υπό το πρίσμα της αύξησης του ΑΕΠ κατά 2,3% το α΄ τρίμηνο, επισημαίνει ότι, με δημοσιονομική πολιτική ακόμα πιο περιοριστική και με την εμπιστοσύνη να εξομαλύνεται, η πιθανότητα βραχυπρόθεσμης θετικής έκπληξης είναι αναμφίβολα μεγάλη.

Goldman Sachs
«Στη σωστή κατεύθυνση»
Θετική και προς τη σωστή κατεύθυνση θεωρεί η Goldman Sachs τη συμφωνία του Eurogroup. Η έκθεση καταγράφει τα βασικά σημεία της συμφωνίας:
1. Ευμέγεθες «μαξιλάρι» ρευστότητας για την έξοδο από το πρόγραμμα.
2. Μέτρα ελάφρυνσης χρέους για να διασφαλιστεί ότι οι μεικτές χρηματοδοτικές ανάγκες παραμένουν εντός του ορίου του 15%-20% του ΑΕΠ, που θεωρείται στόχος από το ΔΝΤ.
3. Πλαίσιο που να εξασφαλίζει ότι οι μελλοντικές κυβερνήσεις θα διασφαλίσουν τη δημοσιονομική ορθότητα και θα ολοκληρώσουν τις μεταρρυθμίσεις. Παράλληλα, υπογράφηκε συμφωνία για συνεχιζόμενη τεχνική βοήθεια στην εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων.
Οσον αφορά στη δόση, η Goldman Sachs επισημαίνει ότι τα 15 δισ. ευρώ θα μοιραστούν σε δύο λογαριασμούς: 5,5 δισ. ευρώ για την εξυπηρέτηση χρέους στον έναν και 9,5 δισ. ευρώ για το «μαξιλάρι» στον άλλο, για να χρησιμοποιηθεί όταν απαιτηθεί.
Ο αμερικανικός οίκος δίνει όμως έμφαση σε δύο ακόμα στοιχεία: στην επανεξέταση το 2032 του κατά πόσο απαιτείται νέα παρέμβαση προκειμένου να παραμείνει εντός του στόχου (μέγιστο κόστος εξυπηρέτησης 15%-20% του ΑΕΠ), υπό την προϋπόθεση ότι τηρούνται οι δεσμεύσεις, αλλά και στην ενεργοποίηση, αν χρειαστεί, προληπτικού μηχανισμού με μέτρα, όπως είναι η περαιτέρω επέκταση λήξεων και η περίοδος χάριτος.

HSBC
«Ωρα για ανάπτυξη»
Η HSBC υποστηρίζει ότι το Eurogroup έκανε ό,τι έπρεπε και συμφώνησε σε ουσιαστική ελάφρυνση χρέους για την Ελλάδα, ωστόσο τώρα χρειάζεται ανάπτυξη. Σύμφωνα με τον οίκο, η συμφωνία προσφέρει μια καλή βάση για το μέλλον και εξαρτάται πλέον από τη χώρα να βελτιωθεί η αναπτυξιακή της προοπτική.
Κατά την HSBC, το γεγονός ότι το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο δεν υπογράφει τη βιωσιμότητα μπορεί να περιορίσει τη βραχυπρόθεσμη δυναμική όσον αφορά στην επενδυτική εμπιστοσύνη, στις μεγάλες αναβαθμίσεις οίκων αξιολόγησης και στην πιθανότητα διεύρυνσης της επενδυτικής βάσης. Μπορεί επίσης να περιορίσει το εύρος της πιθανής μείωσης των επιτοκίων στα ελληνικά ομόλογα βραχυπρόθεσμα, δημιουργώντας κάποια αβεβαιότητα για το πόσο χρέος θα μπορούσε να εκδώσει ο ΟΔΔΗΧ τους επόμενους μήνες.
Ωστόσο, επισημαίνει ότι τα θετικά υπερτερούν των αρνητικών. Η χώρα εξέρχεται από το πρόγραμμα με «μαξιλάρι» 24 δισ. ευρώ και η μέση ωρίμανση του χρέους ξεπερνά τα 20 χρόνια. Ετσι, το μόνο που χρειάζεται είναι να δείξει η χώρα στις αγορές ότι μπορεί να αναπτυχθεί. Αυτό, τονίζει, θα μπορούσε να πυροδοτήσει έναν θετικό κύκλο βελτιωμένης βιωσιμότητας χρέους και χαμηλότερων επιτοκίων.

Δημοσιεύθηκε στο φύλλο 56 της «Νέας Σελίδας» την Κυριακή 1/7

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.