«Αύξηση του ΑΕΠ κατά 2,1% κατά μέσο όρο την περίοδο μεταξύ του 2020 και του 2022, δεδομένου ότι η ιδιωτική κατανάλωση (+1,2% κατά μέσο όρο) υποστηρίζεται βιώσιμα από την αύξηση των θέσεων εργασίας (0,4% σε ετήσια βάση) και οι επενδύσεις συνεχίζουν να αυξάνονται (+7,6% κατά μέσο όρο), αν και με βραδύτερο ρυθμό».
Αυτό προβλέπει, το ολιστικό σχέδιο ανάπτυξης μετά την έξοδο από το πρόγραμμα, στο οποίο επισημαίνεται ότι οι κύριοι στόχοι θα είναι η μακροοικονομική και δημοσιονομική σταθερότητα και η ανθεκτικότητα στις εξωτερικές κρίσεις, λαμβάνοντας παράλληλα υπόψη την ανάγκη για κοινωνική δικαιοσύνη και ισότητα.
Η χώρα αναγνωρίζει τη δέσμευσή της να διατηρήσει το πρωτογενές πλεόνασμα στο 3,5% του ΑΕΠ έως το 2022, και βρίσκεται σε καλό δρόμο για να επιτύχει αυτόν τον στόχο χωρίς την ανάγκη για περαιτέρω δημοσιονομική προσαρμογή. Αντίθετα, αναμένεται να προκύψει δημοσιονομικός χώρος μόλις αρχίσει να κλείνει το παραγωγικό κενό και οι μεταρρυθμίσεις που βρίσκονται στο στάδιο της εφαρμογής αποφέρουν πρόσθετες εξοικονομήσεις. Ο διαθέσιμος δημοσιονομικός χώρος θα χρησιμοποιηθεί για τη δημιουργία ενός πιο φιλικού προς την ανάπτυξη προϋπολογισμού και την ενίσχυση των δικτύων κοινωνικής ασφάλειας με αποτελεσματικό και στοχοθετημένο τρόπο. Τα μέτρα πολιτικής, όπως επισημαίνεται, θα αποσκοπούν στη μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης για τις επιχειρήσεις και τους εργαζομένους καθώς και στην εφαρμογή πολιτικών κοινωνικής πρόνοιας που θα εστιάζουν, μεταξύ άλλων, σε ενεργητικές πολιτικές απασχόλησης και σε μέτρα για την ανακούφιση της παιδικής φτώχειας καθώς και για τη στήριξη της εκπαίδευσης και κατάρτισης του ανθρώπινου δυναμικού. Σημειώνεται, παράλληλα, ότι τίθεται ως στόχος να εκκαθαρισθούν πλήρως οι ληξιπρόθεσμες οφειλές του Δημοσίου το γ’ τρίμηνο εφέτος.
Δημοσιονομική πολιτική
Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρατίθενται στο 106 σελίδων σχέδιο, η δημοσιονομική εξυγίανση που πραγματοποιήθηκε τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα βασίστηκε σε διαρθρωτικές και δημοσιονομικές παρεμβάσεις τόσο στην πλευρά των δαπανών όσο και σε αυτή των εσόδων. Έως το τέλος του 2018, οι εκτιμώμενες παρεμβάσεις θα ανέλθουν στο 36,5% του ΑΕΠ σε σωρευτική βάση (περίπου 67 δισ. ευρώ σε ακαθάριστους όρους από την αρχή των προγραμμάτων το 2010, εκ των οποίων το 20% προέρχεται από την πλευρά των δαπανών και το 16,5% από την πλευρά των εσόδων.
Όσον αφορά στις δαπάνες, η μεγαλύτερη συνεισφορά προέρχεται από τις συντάξεις (6,5% του ΑΕΠ), το μισθολογικό κόστος του δημόσιου τομέα (4,8% του ΑΕΠ) και τα λειτουργικά έξοδα (1,9% του ΑΕΠ). Όσον αφορά στα έσοδα, οι σημαντικότεροι συντελεστές είναι o φόρος εισοδήματος (4% του ΑΕΠ), οι ειδικοί φόροι κατανάλωσης (3,2% του ΑΕΠ), ο ΦΠΑ (3,1% του ΑΕΠ) και η φορολογία των ακινήτων (1,8% του ΑΕΠ). Πρέπει να προστεθεί ότι, λόγω των διορθωτικών μέτρων που περιλαμβάνονται στο Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2018- 2021, το αθροιστικό ποσοστό των προαναφερθέντων δημοσιονομικών παρεμβάσεων θα διαμορφωθεί στο 33,7% του ΑΕΠ έως το 2020, διαιρούμενο σε 19,3% του ΑΕΠ στην πλευρά των δαπανών και 14,4% του ΑΕΠ από πλευράς εσόδων.
Αναφορά στο κείμενο γίνεται και στις θετικές επιπτώσεις από την υπέρβαση των δημοσιονομικών στόχων, με τη μείωση της αβεβαιότητας τόσο στην εγχώρια αγορά, όσο και στις αγορές του εξωτερικού χρέους, την αναβάθμιση της χώρας από τους διεθνείς οίκους και τη σταδιακή βελτίωση των αποδόσεων των κρατικών ομολόγων, σταθεροποιώντας τα στα επίπεδα που βρισκόντουσαν πριν από την κρίση. Αυτό, όπως τονίζεται, επέτρεψε στην κυβέρνηση να εκδώσει ομόλογα για πρώτη φορά από το 2014 και να αναπτύξει σταδιακά την καμπύλη των αποδόσεων, προετοιμάζοντας τη χώρα για την επιτυχή έξοδο από το καθεστώς των προγραμμάτων τον Αύγουστο εφέτος.
Φορολογική πολιτική
Σύμφωνα με το ολιστικό σχέδιο, η φορολογική πολιτική θα συμβάλει στην προσέλκυση παραγωγικών επενδύσεων και στην αύξηση της παραγωγικότητας μέσω της σταδιακής μείωσης της φορολογικής επιβάρυνσης τόσο για τις επιχειρήσεις όσο και για την εργασία, καθώς και μέσω της καθιέρωσης σταθερού φορολογικού καθεστώτος για την ενίσχυση των ξένων και των εγχώριων επενδύσεων. Ειδικά για τις επιχειρήσεις, επισημαίνεται ότι ο συνολικός φορολογικός συντελεστής στην Ελλάδα είναι σχετικά υψηλός σε σύγκριση με χώρες με παρόμοια επίπεδα ανταγωνιστικότητας, αν και όχι υπερβολικά σε ευρωπαϊκή κλίμακα και η σταδιακή μείωση τής επιβάρυνσης αποτελεί βασικό στόχο για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών επιχειρήσεων.
Στο σχέδιο απαριθμούνται συγκεκριμένες βασικές δράσεις στο πλαίσιο της φορολογικής μεταρρύθμισης:
* Αξιοποίηση του περιουσιολογίου (ολοκλήρωση τέλος 2018).
* Επέκταση της χρήσης ηλεκτρονικών πληρωμών μέσω κανονιστικών αποφάσεων και κινήτρων για τους φορολογούμενους (π.χ. λοταρία).
* Διεύρυνση της φορολογικής βάσης και καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, για παράδειγμα μέσω της φορολόγησης των βραχυπρόθεσμων μισθώσεων ακινήτων μέσω ηλεκτρονικών πλατφορμών όπως η Airbnb.
* Διασταύρωση φορολογικών δηλώσεων και τραπεζικών λογαριασμών για την αντιμετώπιση μεγάλων περιπτώσεων φοροδιαφυγής.
* Καταπολέμηση του λαθρεμπορίου καυσίμων (β; τρίμηνο 2019) και καπνού.
* Ενσωμάτωση των μέτρων του ΟΟΣΑ για τη διάβρωση της βάσης και τη μετατόπιση των κερδών (BEPS) στην ελληνική νομοθεσία για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής μεγάλων επιχειρήσεων.
* Παροχή φορολογικών κινήτρων για τις επιχειρήσεις μέσω του νέου αναπτυξιακού νόμου και του νόμου για τις στρατηγικές επενδύσεις.
* Εξασφάλιση δίκαιων ρυθμίσεων για τους οφειλέτες του δημοσίου μέσω του εξωδικαστικού μηχανισμού (OCW), ο οποίος συμβάλλει σημαντικά στην εδραίωση βιώσιμων επιχειρήσεων.
* Προσαρμογή του ΕΝΦΙΑ μέσω της εξίσωσης των εμπορικών αντικειμενικών αξιών.
Ειδική αναφορά υπάρχει και για τις δράσεις της Ανεξάρτητης Αρχής Δημόσιων Εσόδων, όπου μεταξύ άλλων σημειώνεται πως έχει προτείνει ένα νέο, φιλόδοξο πρόγραμμα μεταρρύθμισης, το οποίο στοχεύει στη μετατροπή τής ΑΑΔΕ σε ένα σύγχρονο, ευέλικτο και αποδοτικό οργανισμό τα επόμενα τρία χρόνια. Το σχέδιο αυτό επικεντρώνεται σε πέντε τομείς παρέμβασης: εθελοντική συμμόρφωση, αναγκαστική συμμόρφωση, ανθρώπινοι πόροι, τεχνολογία και υποδομές. Ιδιαίτερα όσον αφορά την είσπραξη εσόδων, η ΑΑΔΕ προχωρά προς την συγκέντρωση των διαδικασιών είσπραξης, μέσω της δημιουργίας περιφερειακών κέντρων είσπραξης. Επιπλέον, η μεταρρύθμιση αυτή θα υποστηρίζεται από το νέο, επί του παρόντος υπό υλοποίηση, πληροφοριακό σύστημα διαχείρισης υποθέσεων, το οποίο θα υποστηρίξει την αυτοματοποίηση, τη συγκέντρωση και τη μαζική διαδικασία είσπραξης.
Προκειμένου να καταπολεμηθεί η φοροδιαφυγή, εισάγεται νέα τεχνική έμμεσου λογιστικού ελέγχου, η οποία θα καθορίζει τα ακαθάριστα έσοδα μιας εταιρείας. Επίσης, μια προγραμματισμένη ενημέρωση των δεδομένων των τραπεζικών λογαριασμών που διατηρεί η ΑΑΔΕ για ορισμένο αριθμό φορολογουμένων θα βοηθήσει στην εξεύρεση περιπτώσεων φοροδιαφυγής κατά τα τελευταία έτη. Επιπλέον, η ΑΑΔΕ θα εφαρμόσει ένα σχέδιο σχετικά με τη μετατόπιση κερδών (BEPS).
Βιωσιμότητα του χρέους
Η βιωσιμότητα του χρέους, σύμφωνα με το ολιστικό σχέδιο, είναι ζωτικής σημασίας για την επιτυχία μιας ολιστικής στρατηγικής ανάπτυξης. Αυτό που οι ξένοι και Έλληνες επενδυτές χρειάζονται στην περίοδο μετά το πρόγραμμα, επισημαίνεται, είναι ένας σαφής διάδρομος ώστε να επενδύσουν σε ένα πλαίσιο μειωμένης αβεβαιότητας. Η καθυστέρηση των πολιτικών αποφάσεων για ένα τέτοιο πλαίσιο μπορεί να οδηγήσει μόνο σε αναβολή των επενδυτικών αποφάσεων.
Σημειώνεται ότι ορισμένα βραχυπρόθεσμα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους ξεκίνησαν στις αρχές του 2017 και ολοκληρώθηκαν έως το τέλος του έτους. Τα μεσοπρόθεσμα μέτρα αναμένεται να εφαρμοστούν στο τέλος του προγράμματος, αν και το μέγεθος και το πεδίο εφαρμογής τους δεν έχουν ακόμη καθοριστεί. Παράλληλα, συζητείται μακροπρόθεσμα ένας μηχανισμός αντιμετώπισης μελλοντικών κρίσεων χρέους. Μια αποφασιστική συμφωνία για το χρέος, επισημαίνεται από την κυβέρνηση, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι η Ελλάδα επέστρεψε επιτυχώς στις αγορές και δημιουργεί ένα ταμείο ταμειακών διαθέσιμων εν αναμονή της εξόδου από το πρόγραμμα, θα διαμορφώσει το πλαίσιο για μια νέα φάση μειωμένης αβεβαιότητας.
Όπως αναφέρεται στο σχέδιο, μια πρόσθετη δέσμη μεσοπρόθεσμων μέτρων θα εφαρμοστεί για τη διασφάλιση της βιωσιμότητας του χρέους έως το τέλος του προγράμματος, παρόλο που το μέγεθός τους και το πεδίο εφαρμογής τους δεν έχουν ακόμη προσδιοριστεί. Περιλαμβάνουν την πλήρη εξάλειψη του περιθωρίου αποπληρωμής του χρέους του 2012 από το 2018, τη χρήση 20% των κερδών των ελληνικών ομολόγων το 2014 -«ANFA» και «SMP – για τη μείωση των μικτών χρηματοοικονομικών αναγκών, τη μερική εξόφληση των δανείων του ΕΤΧΣ μέσω του ΕΜΣ και την περαιτέρω εξομάλυνση των προθεσμιών λήξης των δανείων του ΕΤΧΣ με την παράταση της μέσης σταθμισμένης διάρκειάς τους, τη σταθεροποίηση των επιτοκίων τους και την αναβολή των πληρωμών τόκων.
Μακροπρόθεσμα, προβλέπεται μηχανισμός αντιμετώπισης της κρίσης χρέους, προκειμένου να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα του χρέους με πιο επιθετικά μέτρα αρωγής, εκτός από την εξομάλυνση των ληξιπρόθεσμων δανείων του ΕΤΧΣ, καθώς και την περαιτέρω σταθεροποίηση των επιτοκίων και την αναβολή των πληρωμών τόκων, ώστε να επιτευχθεί ο ετήσιος στόχος των συνολικών χρηματοδοτικών αναγκών (GFN).
Ειδική αναφορά γίνεται στις αποφάσεις του Eurogroup τον Ιούνιο 2017, όπου επισημαίνεται η επιστροφή της Ελλάδας στις αγορές με ένα αποθεματικό (σ.σ. χωρίς προληπτική γραμμή), όπως συνέβη με τις άλλες χώρες που ολοκλήρωσαν τα προγράμματα προσαρμογής. Η δημιουργία ταμειακών αποθεμάτων θα επιτευχθεί τόσο μέσω εκταμιεύσεων του ΕΜΣ όσο και μέσω νέων εκδόσεων ομολόγων, όπως η πρόσφατη έκδοση πενταετών ομολόγων τον Αύγουστο 2017 και η έκδοση 7ετούς ομολόγου τον Φεβρουάριο του 2018.
Αποκρατικοποιήσεις
Όπως αναφέρεται στα παραρτήματα του σχεδίου, το ΤΑΙΠΕΔ θα ολοκληρώσει εντός του α’ εξαμήνου εφέτος τον ΔΕΣΦΑ (πώληση μετοχών 31%- σε εξέλιξη, τον ΟΛΘ (πώληση μετοχών 67%- έχουν υπογραφεί η SPA και η Συμφωνία Μετόχων), τον ΟΤΕ (πώληση μετοχών 5%- σε εξέλιξη) και την ΕΕΣΤΥ (πώληση μετοχών 100%- σε εξέλιξη). Για το β΄ εξάμηνο 2018 και μετά, τοποθετούνται το «Ελ. Βενιζέλος» (επέκταση παραχώρησης- σε διαβούλευση με τις αρμόδιες ευρωπαϊκές ρυθμιστικές αρχές και πώληση μετοχών 30%- σε προετοιμασία), η Εγνατία (παραχώρηση- σε εξέλιξη), τα ΕΛΠΕ (πώληση μετοχών 35,5%- σε προετοιμασία), η ΔΕΗ (πώληση μετοχών 17%- σε προετοιμασία), η ΕΥΑΘ (πώληση μετοχών 24%- σε προετοιμασία), η ΕΥΔΑΠ (πώληση μετοχών 11%- σε προετοιμασία), η Δημόσια Εταιρεία Αερίου (πώληση μετοχών 65%- σε προετοιμασία), το «Ελληνικό» (προς συμπλήρωση), η Αφάντου (προς συμπλήρωση), το E-AUCTION VII (ολοκλήρωση διαγωνιστικής διαδικασίας- στάδιο υπογραφής συμβάσεων), οι μαρίνες Πύλου, Αλίμου και Χίου (παραχώρηση- σε εξέλιξη), οι λοιπές μαρίνες (παραχώρηση- σε προετοιμασία) και 10 λιμενικές αρχές (παραχώρηση- σε προετοιμασία).