Σε κομβικό μήνα για τις ενεργειακές αποκρατικοποιήσεις και κυρίως για τα ΕΛΠΕ και τη ΔΕΠΑ εξελίσσεται ο Απρίλιος, καθώς η κυβέρνηση –ενόψει του κρίσιμου Eurogroup της 5ης Απριλίου– φαίνεται να απαντά σε όσους την κατηγορούν για καθυστερήσεις με μια προσπάθεια επιτάχυνσης των ιδιωτικοποιήσεων. Παράλληλα τρέχουν και οι διεργασίες του δεύτερου διαγωνισμού της ΔΕΗ για την πώληση των τριών λιγνιτικών μονάδων στη Φλώρινα και τη Μεγαλόπολη.
Το ΤΑΙΠΕΔ εμφανίζεται πλέον έτοιμο να ζητήσει στις 3 Απριλίου τις δεσμευτικές προσφορές για «τουλάχιστον το 50,1%» των μετοχών των ΕΛΠΕ από τα δύο σχήματα που έχουν προκριθεί στη σχετική διαδικασία, τη σύμπραξη της Glencore με την Carlyle και την κοινοπραξία της Vitol με την αλγερινή κρατική εταιρεία υδρογονανθράκων, τη Sonatrach, η οποία επί χρόνια ήταν ο μοναδικός προμηθευτής υγροποιημένου αερίου (LNG) της ΔΕΠΑ και παραμένει ο κύριος προμηθευτής. Ας σημειωθεί ότι ο διαγωνισμός αυτός τρέχει εδώ και περίπου έναν χρόνο και ότι αν αυτήν τη φορά κατατεθούν πράγματι οι δεσμευτικές προσφορές –διαδικασία που έχει αναβληθεί ουκ ολίγες φορές–, ο διαγωνισμός θα φτάσει πολύ κοντά στη λήξη του.
Οσο για την ίδια τη ΔΕΠΑ, οι πληροφορίες αναφέρουν ότι το ΤΑΙΠΕΔ προσανατολίζεται να δημοσιεύσει στις 8 Απριλίου την πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος για τη ΔΕΠΑ Εμπορίας, παρότι η εν λόγω εταιρεία που θα προκύψει από τη διχοτόμηση της ΔΕΠΑ δεν είναι ακόμη έτοιμη ούτε καν στα χαρτιά.
Τα πετρέλαια
Στα ΕΛΠΕ η διαδικασία έχει τέτοιο χαρακτήρα που αν οι δεσμευτικές προσφορές κατατεθούν στις 3 Απριλίου, οι διεκδικητές θα πρέπει να κληθούν σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα να βελτιώσουν το τίμημα και αμέσως μετά ο διαγωνισμός πρέπει να τελεσφορήσει, δηλαδή είτε να δοθεί το πλειοψηφικό πακέτο στον πλειοδότη είτε να κηρυχθεί άγονος αν το τίμημα δεν πλησιάζει στο ύψος της αποτίμησης.
Παρά την πρόσφατη έκθεση της Κομισιόν, που σε σχετική αναφορά της για την πώληση των ΕΛΠΕ υπογράμμιζε ότι «το γεγονός πως υπάρχουν μόνο δύο υποψήφιοι στην τελική φάση δεν είναι θετικό για την έκβαση της διαδικασίας», στο ΤΑΙΠΕΔ υπάρχει αισιοδοξία. Αισιοδοξία η οποία συνδέεται με τη μοναδικότητα του ομίλου και του ρόλου που μπορεί να διαδραματίσει στην ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου (λιμάνια), στα Βαλκάνια και στην ανατολική Ευρώπη (Καλοχώρι, Θεσσαλονίκη).
Το κριτήριο που θα κρίνει την έκβαση δεν είναι άλλο από το τίμημα, το οποίο σύμφωνα με τις προσδοκίες της ελληνικής πλευράς θα πρέπει να κινηθεί γύρω στο 1,8 δισ. ευρώ. Υπάρχουν όμως και οι απαισιόδοξοι που δεν βλέπουν να ξεπερνά το 1,2-1,4 δισ. ευρώ, από τη στιγμή ειδικά που ο έλεγχος των δικαιωμάτων έρευνας και εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων θα περάσει σε θυγατρική, με μέτοχο κατά 51% το δημόσιο.
Σήμερα το υπό πώληση πακέτο του 50,1% των μετοχών των ΕΛΠΕ απαρτίζεται κατά 20% από τις μετοχές του ελληνικού δημοσίου, το οποίο διατηρεί το υπόλοιπο μερίδιό του 15,48% από το συνολικό 35,48% που κατέχει, και κατά 30,1% από μετοχές του ομίλου Λάτση, ο οποίος επίσης διατηρεί το υπόλοιπο μερίδιό του, δηλαδή 15,46%.
ΔΕΠΑ
Ομως ούτε για τη ΔΕΠΑ Εμπορίας είναι απλό το εγχείρημα. Πέρα από το γραφειοκρατικό – διαδικαστικό σκέλος που υπαγορεύει ο νόμος ο οποίος ψηφίστηκε πρόσφατα για τον μετασχηματισμό της υφιστάμενης εταιρείας αερίου και τις αντιδράσεις των εργαζομένων, που όπως και στην περίπτωση των ΕΛΠΕ αναμένεται να είναι πολλές και δυναμικές, η ΔΕΠΑ Εμπορίας βάζει πωλητήριο σε εποχή που τα δεδομένα της αγοράς αλλάζουν ριζικά.
Είναι χαρακτηριστικό ότι όταν πέρυσι ανακοινώθηκε για πρώτη φορά το σχέδιο για την πώλησή της, σχεδόν όλοι οι εγχώριοι ενεργειακοί όμιλοι έδειξαν –προφορικά τουλάχιστον– να ενδιαφέρονται. Τώρα οι περισσότεροι φαίνονται αποστασιοποιημένοι και επιφυλακτικοί.
Το μονοπώλιο της ΔΕΠΑ στην αγορά αερίου έχει πάψει να υφίσταται: ήδη μέσα σε έναν χρόνο έχασε πάνω από 25% της αγοράς και το μερίδιό της συρρικνώνεται. Οι μακροχρόνιες συμβάσεις με τους προμηθευτές εξωτερικού, όπως η ρωσική Gazprom, η αλγερινή Sonatrach και η τουρκική Botas –με την οποία η σύμβαση έτσι κι αλλιώς λήγει σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα– που κάποτε αποτελούσαν προίκα της εταιρείας, τώρα μπορεί να είναι και βάρος, αφού οι δυνάμει επενδυτές ενδεχομένως να θεωρούν ότι μπορούν να εξασφαλίσουν αέριο με καλύτερους όρους τώρα που η διεθνής αγορά έχει ανοίξει. Αυτά που εξακολουθούν να λειτουργούν ελκυστικά είναι η σύμβαση με τον αγωγό ΤΑΡ για την προμήθεια αερίου από το Αζερμπαϊτζάν –ποσότητας της τάξης του 1 δισ. κυβικών μέτρων ετησίως– και η λιανική πώληση αερίου μέσω της ΕΠΑ Αττικής.
Το ΤΑΙΠΕΔ πάντως φέρεται αποφασισμένο να προχωρήσει στις(Πηγή)