Η εικόνα των κλειστών καταστημάτων, των λουκέτων που διαδέχονταν το ένα το άλλο και των επιχειρήσεων που οδηγούνταν στο κλείσιμο ήταν η πιο χαρακτηριστική της εποχής των μνημονίων. Το μεγαλύτερο πλήγμα δέχθηκαν οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, που δεν άντεξαν υπό το βάρος της κρίσης, της περικοπής της χρηματοδότησης και της εκτόξευσης της φορολογίας.
Είναι χαρακτηριστικό πως το 2011, περισσότερες από 100.00 επιχειρήσεις έβαλαν λουκέτο, όπως υπενθυμίζει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Σύμφωνα ωστόσο με τα στοιχεία του υπουργείου Οικονομικών, η εικόνα δείχνει να αλλάζει. Το 2018 χαρακτηρίζεται έτος «εκτόξευσης» στην έναρξη νέων επιχειρήσεων κι αυτό σε συνδυασμό με τη μεγάλη πτώση στις λήξεις της επιχειρηματικής δραστηριότητας. Πολλά μαγαζιά άνοιξαν, λίγα έκλεισαν και για πρώτη φορά μετά από δέκα χρόνια το ισοζύγιο εμφάνισε τόσο υψηλό θετικό πρόσημο που οι συστάσεις νέων επιχειρήσεων ήταν σχεδόν διπλάσιες των διαγραφών.
Από το 2017 επανήλθε η ισορροπία και έκτοτε τα πράγματα πηγαίνουν από το καλό στο καλύτερο. Το 2018 χαρακτηρίστηκε από τους ειδικούς ως η χρονιά της εκτόξευσης με περίπου 32.000 νέες επιχειρήσεις να εγγράφονται στα τοπικά επιμελητήρια και 18.000 να κλείνουν. Και η ανοδική πορεία συνεχίζεται καθώς σύμφωνα με στοιχεία του Γενικού Εμπορικού Μητρώου (ΓΕΜΗ), τον Ιανουάριο του 2019 ιδρύθηκαν 2.907 επιχειρήσεις, ενώ υπήρξαν 1.489 διαγραφές.
Όπως τονίζουν οι ειδικοί στον χώρο των επιχειρήσεων, η αύξηση αυτή είναι ένα πραγματικό γεγονός που δημιουργεί τις προϋποθέσεις για ανάπτυξη, ευημερία και αύξηση της απασχόλησης, δεν αφήνει όμως περιθώρια για εφησυχασμό.
Τα τελευταία χρόνια έχει αυξηθεί ραγδαία το ποσοστό της «επιχειρηματικότητας ανάγκης» η οποία αποτυπώνεται στις σχετικές έρευνες, με τελευταία αυτή του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) που δημοσιεύτηκε τον Νοέμβριο του 2018. Το 29% των νέων επιχειρηματιών δήλωσε πως βασικό κίνητρο αποτέλεσε ο βιοπορισμός κι αυτό το ποσοστό «επιχειρηματικότητας ανάγκης» είναι από τα υψηλότερα στην Ευρώπη. Τέτοιου είδους εγχειρήματα ενέχουν μεγάλο κίνδυνο να αποδειχθούν μικρής διάρκειας, αφού κίνητρο είναι η ανάγκη και όχι η επιχειρηματική ευκαιρία.
Η ίδια έρευνα, ωστόσο, κατέδειξε ότι αυξήθηκε για 4η διαδοχική χρονιά η επιχειρηματικότητα ευκαιρίας.
Προέχει πάντως να ξεπεραστούν οι ανασφάλειες και οι φοβίες που δημιούργησε μια δεκαετία οικονομικής κρίσης. Σε πρόσφατη έρευνας του Ινστιτούτου Μικρών Επιχειρήσεων της ΓΣΕΒΕΕ ο δείκτης ανασφάλειας και φόβου για την πορεία της επιχείρησης υποχωρεί σταθερά τα τελευταία τρία χρόνια, όμως παραμένει σε υψηλές τιμές. Το 31,4% των επιχειρηματιών θεωρεί ότι είναι αρκετά ή πολύ πιθανό να βάλει «λουκέτο» σε σύντομο χρονικά διάστημα. Τον Ιούλιο του 2017 το αντίστοιχο ποσοστό έφτανε το 38,1%. Ο φόβος της αποτυχίας είναι σταθερά υψηλός και το ποσοστό από τα χειρότερα παγκοσμίως.
Αμετάβλητα τα ποιοτικά χαρακτηριστικά, απουσία των γυναικών
Η έρευνα του ΙΟΒΕ αποτυπώνει γενικότερα μια ιδιαίτερα απαισιόδοξη προσέγγιση, από τους ίδιους τους νέους επιχειρηματίες. Το 64,5% των Ελλήνων επιχειρηματιών δηλώνει ότι κανένας πελάτης δε θα θεωρήσει τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες τους νέα και πρωτοποριακά, έναντι 50,1% σε 18 ευρωπαϊκές χώρες που συμμετείχαν στην έρευνα. Την ίδια στιγμή, το 54% των ελληνικών επιχειρήσεων αξιοποιούν ήδη γνωστές τεχνολογίες για την παραγωγή των προϊόντων τους, ενώ οι μισοί επιχειρηματίες (50,7%) εισέρχονται σε αγορές με ήδη ισχυρό ανταγωνισμό, αριθμοί που δεν είναι αρνητικοί σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες. Άρα λείπει η… αισιοδοξία κι αυτό αντικατοπτρίζεται από άλλους δύο δείκτες. Ο φόβος της επιχειρηματικής αποτυχίας (70%) είναι από τους υψηλότερους παγκοσμίως, ενώ ελάχιστοι (μόλις 13,7%) θεωρούν ότι η Ελλάδα παρέχει επιχειρηματικές ευκαιρίες και μάλιστα το ποσοστό αυτό αφορά το σύνολο του πληθυσμού, όχι μόνο τους επιχειρηματίες. Η αυτοπεποίθηση στην Ελλάδα παραμένει στο ναδίρ κι αυτό αποτελεί ξεκάθαρα «μνημονιακή» συνέπεια, καθώς το αντίστοιχο ποσοστό ήταν υπερδιπλάσιο (27,8%) το 2009, όταν άρχισε η «κατηφόρα» και… καταποντίστηκε στο 10,8% το 2011.
Πέραν όμως της απαισιοδοξίας και της έλλειψης αυτοπεποίθησης, απουσιάζει και η γυναικεία «πινελιά». Οι Ελληνίδες απέχουν… πανηγυρικά από τα νέα επιχειρηματικά εγχειρήματα καθώς οι επιδόσεις τους (5,1%) είναι οι χειρότερες ανάμεσα στις 18 ευρωπαϊκές χώρες. Δεν διαφαίνεται επιθυμία ή πρόθεση να υλοποιήσουν επιχειρηματικές ιδέες. Κι αυτό έρχεται σε απόλυτη αντιδιαστολή με την «πρωτιά» που καταλαμβάνουν στη συμμετοχή σε εδραιωμένες επιχειρήσεις, οι οποίες λειτουργούν για περισσότερα από 3,5 χρόνια. Σύμφωνα με μετρήσεις που καλύπτουν και το 2016, οι Ελληνίδες είναι στην κορυφή με ποσοστό 10,8%, κι αυτό αποτελεί συνέπεια της υψηλής αυτοαπασχόλησης.
Κωνσταντίνος Μιχάλης στο ΑΠΕ-ΜΠΕ: «Η οικονομία ανακάμπτει. Χρειάζεται αλλαγή της επιχειρηματικής κουλτούρας»
Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΕΒΕΑ, οι πιο δημοφιλείς νέες επιχειρήσεις για το 2018 αφορούν στον χώρο της εστίασης. Καφετέριες, ψησταριές, αναψυκτήρια, εστιατόρια βρίσκονται στην κορυφή των προτιμήσεων. Κι αυτό είναι κάτι που ισχύει εδώ και χρόνια. Παλαιότερη έρευνα του ΙΜΕ της ΓΣΕΒΕΕ που δημοσιεύτηκε στις αρχές του 2017 έδειξε ότι οι περισσότεροι «επίδοξοι» επιχειρηματίες προτίθενται σε ποσοστό 73,64% να επενδύσουν έως 100.000 ευρώ στον χώρο της εστίασης. Και σε σύνολο ερωτηθέντων, ανεξαρτήτως ποσού επένδυσης, η κατηγορία «Εστίαση-Τρόφιμα» αποτελούσε κύριο στόχο των επενδυτών σε ποσοστό 35,48% και ακολούθησε σε… μεγάλη απόσταση η «Παροχή Υπηρεσιών» με 21,9%.
Σε δήλωσή του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο πρόεδρος του ΕΒΕΑ και της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων, Κωνσταντίνος Μίχαλος κάνει λόγο για ανάκαμψη της οικονομίας χάρη στο θετικό ισοζύγιο ίδρυσης-διακοπής επιχειρήσεων. Επισημαίνει, όμως, ότι πρέπει να παρθούν άμεσα μέτρα, ούτως ώστε από την επιχειρηματικότητα ανάγκης να περάσουμε σε επενδύσεις σε μεγάλους παραγωγικούς τομείς.
«Μετά από περισσότερα από οκτώ δύσκολα χρόνια, η ελληνική οικονομία φαίνεται να ανακάμπτει, γεγονός άλλωστε που πιστοποιούν και τα στοιχεία του Γενικού Εμπορικού Μητρώου, που δείχνουν -σε Πανελλαδική κλίμακα, αλλά και στην πρωτεύουσα-, ότι υπάρχει ένα θετικό ισοζύγιο στην ίδρυση επιχειρήσεων σε σχέση με τη διακοπή λειτουργίας τους.
Ωστόσο, μια ποιοτική ανάλυση των στοιχείων μάς δίνει μία εικόνα που χρειάζεται να μελετήσουμε σοβαρά και ως επιχειρηματικός κόσμος και ως Πολιτεία προκειμένου να καταστήσουμε πραγματικά ισχυρή την ελληνική οικονομία. Και αυτό γιατί τα στοιχεία μάς δείχνουν ότι οι νέοι επιχειρηματίες που εισέρχονται στο πεδίο του επιχειρείν, επιλέγουν δράσεις που δεν μπορούν να εμπεδώσουν μία νέα επιχειρηματική κουλτούρα βασισμένη στην καινοτομία και στην εξωστρέφεια», τονίζει ο κ. Μιχάλος στο ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Και προσθέτει: «Επιλέγουν να ιδρύσουν επιχειρήσεις στον χώρο της εστίασης και της διασκέδασης όπως καφετέριες, καφέ-μπαρ, εστιατόρια, ψητοπωλεία, σουβλατζίδικα, παντοπωλεία, καθώς επίσης και επιχειρήσεις ένδυσης που δεν επιφέρουν προστιθέμενη αξία στην ελληνική οικονομία. Βεβαίως, υπάρχει και μία σημαντική δραστηριότητα στο χώρο του real estate που οφείλεται κυρίως στην πολύ μεγάλη άνοδο των βραχυχρόνιων μισθώσεων».
Όπως λέει ο κ. Μίχαλος στο ΑΠΕ-ΜΠΕ «πάγια θέση των Επιμελητηρίων είναι ότι θα πρέπει να υπάρξει μια αλλαγή της επιχειρηματικής κουλτούρας που υπάρχει στη χώρα μας με στροφή από την επιχειρηματικότητα εξ ανάγκης στην υλοποίηση επενδύσεων παραγωγής πλούτου βασισμένες στην τεχνολογία και στην εξωστρέφεια».
«Είναι αδήριτη ανάγκη», επισημαίνει, «για ένα νέο εθνικό σχέδιο που θα προβλέπει κίνητρα για μεγάλες επενδύσεις σε προνομιακούς τομείς για την ελληνική οικονομία, όπως είναι η ενέργεια, ο τουρισμός και βέβαια η βιομηχανική παραγωγή προϊόντων υψηλής τεχνολογίας». «Άλλωστε, έχουμε ένα πολύ καλά εκπαιδευμένο εργατικό προσωπικό και επιστήμονες υψηλού κύρους που μπορούν να “σπρώξουν” την ελληνική παραγωγή σε υψηλά επίπεδα. Χρέος της Πολιτείας είναι να θεσπίσει όλα εκείνα τα αναγκαία κίνητρα (για τη διευκόλυνση τέτοιου είδους επενδύσεων μείωση φορολογίας, μείωση κόστους ενέργειας, μείωση μη μισθολογικού κόστους, ταχεία απονομή της δικαιοσύνης κλπ.) που θα αναβαθμίσουν οικονομικά τη χώρα μας εξαλείφοντας τις οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες της κρίση», καταλήγει στη δήλωσή του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Μίχαλος.
Παύλος Ραβάνης: «Σημαντικό αναπτυξιακό εργαλείο η “Υπηρεσία μίας Στάσης”»
Στο μέσο του 2018 έκανε δειλά-δειλά την εμφάνισή της η ηλεκτρονική “Υπηρεσία μίας Στάσης” (e-YμΣ) που δίνει τη δυνατότητα στον ενδιαφερόμενο να προχωρήσει ηλεκτρονικά στη σύσταση της εταιρίας του, χωρίς να επισκεφτεί δημόσια υπηρεσία. Είναι ένα εργαλείο το οποίο αναμένεται να διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στο μέλλον, ενώ ήδη έφερε θετικά αποτελέσματα στη νέα επιχειρηματικότητα.
Σε δήλωσή του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο πρόεδρος του Βιοτεχνικού Επιμελητηρίου Αθηνών, Παύλος Ραβάνης, επισήμανε τον αναπτυξιακό ρόλο της ΥμΣ, μίλησε για τους επιχειρηματίες που έχουν ήδη αξιοποιήσει το συγκεκριμένο εργαλείο, ενώ στάθηκε και στο θετικό ισοζύγιο εγγραφών-διαγραφών. «Το Βιοτεχνικό Επιμελητήριο της Αθήνας επεξεργάζεται προτάσεις και δρομολογεί δράσεις, με αποκλειστικό γνώμονα, τη βιωσιμότητα και ανάπτυξη των επιχειρήσεων. Τα πρόσφατα στοιχεία εγγραφών-διαγραφών στο ΓΕΜΗ και στο Μητρώο του ΒΕΑ, μας δίνουν δικαίωμα να αισιοδοξούμε για μια σταδιακή ανάκαμψη, εφόσον εμφανίζεται θετικό, το ισοζύγιο εγγραφών-διαγραφών, με αισθητή τη διαφορά ως προς τη μείωση των διαγραφών. Οι συστάσεις του 2018, είναι περίπου διπλάσιες των διαγραφών», λέει ο κ. Ραβάνης στο ΑΠΕ-ΜΠΕ.
«Σημαντικό αναπτυξιακό εργαλείο για την επιχειρηματικότητα», προσθέτει, «είναι ο εύκολος και χωρίς γραφειοκρατία τρόπος ίδρυσης επιχειρήσεων. Με τη λειτουργία της “Υπηρεσίας Μιας Στάσης” (ΥμΣ) και ήδη και της νέας “Ηλεκτρονικής Υπηρεσίας μίας Στάσης”, (e-ΥμΣ), στο ΒΕΑ μέχρι το τέλος του 2018 συστάθηκαν 447 επιχειρήσεις».
Γιάννης Χατζηθεοδοσίου: «Η τόνωση της αγοράς δεν έχει φτάσει στους μικρομεσαίους»
Ο πρόεδρος του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών, Γιάννης Χατζηθεοδοσίου, ανέλυσε διεξοδικά τις παραμέτρους της βελτίωσης, διευκρινίζοντας ότι η μεγαλύτερη κινητικότητα παρατηρείται στην εστίαση και το λιανικό εμπόριο.
«Είναι γεγονός ότι κάτι έχει αλλάξει προς το καλύτερο στον τομέα της επιχειρηματικότητας, τουλάχιστον σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στατιστικά στοιχεία.
Όπως προκύπτει λοιπόν από το μητρώο του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών, τον Ιανουάριο του 2019 οι εγγραφές ανήλθαν στις 703 και οι διαγραφές στις 363. Αντίστοιχα, τον Ιανουάριο του 2018 καταγράφηκαν 570 εγγραφές και 478 διαγραφές. Δηλαδή φαίνεται ξεκάθαρα ότι όχι μόνο οι εγγραφές είναι περισσότερες από τις διαγραφές αλλά εμφανίζουν και αυξητική τάση. Πρέπει όμως να δούμε και ορισμένα στατιστικά που έχουν σχέση με κάποια ποιοτικά χαρακτηριστικά. Παρατηρούμε λοιπόν ότι οι 433 από τις 703 εγγραφές που σημειώθηκαν τον Ιανουάριο του 2019, δηλαδή το 61,59% των εγγραφών, αφορούν ατομικές επιχειρήσεις. Οι υπόλοιπες εγγραφές (270 ή ποσοστό 38,41%) αφορούν σε διάφορες νομικές μορφές. Οι ΙΚΕ συγκεντρώνουν τον μεγαλύτερο αριθμό με 133 εγγραφές και ακολουθούν οι ΟΕ και οι ΕΕ με μικρή διαφορά μεταξύ τους» τονίζει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Χατζηθεοδοσίου.
Η εικόνα στη Θεσσαλονίκη
Σημαντική αύξηση των εγγραφών νέων επιχειρήσεων στα μητρώα του, κατά 57,6%, σε σχέση με το 2017, καταγράφει για το 2018 το Εμποροβιομηχανικό Επιμελητήριο Θεσσαλονίκης (ΕΒΕΘ), με ταυτόχρονη αισθητή μείωση των διαγραφών κατά 20%. Συγκεκριμένα, 1371 επιχειρήσεις έκαναν πέρυσι έναρξη και πραγματοποίησαν εγγραφή στα μητρώα του ΕΒΕΘ, ενώ 559 «κατέβασαν ρολά» και διεγράφησαν.
Σχεδόν ισοσκελισμένο ήταν το 2018 το ισοζύγιο εγγραφών-διαγραφών επιχειρήσεων στα μητρώα του Βιοτεχνικού Επιμελητηρίου Θεσσαλονίκης (ΒΕΘ), με τις διαγραφές να υπερτερούν ωστόσο έναντι των εγγραφών, όπως προκύπτει από δηλώσεις στο ΑΠΕ-ΜΠΕ του προέδρου του φορέα, επιχειρηματία Αναστάσιου Καπνοπώλη. Ο ίδιος επισημαίνει ότι «η Ελλάδα έχει ακόμα πολύ δρόμο να διανύσει, προκειμένου να επανέλθει στην κανονικότητα και να μπει στο δρόμο της ανάπτυξης, ενώ η ύφεση, οι υψηλοί φόροι, οι αυξημένες ασφαλιστικές εισφορές και η έλλειψη ρευστότητας, δημιουργούν συνεχώς νέες ασφυκτικές πιέσεις στην αγορά».
Σε περίπου 8.000 ανέρχονται οι επιχειρήσεις που το Επαγγελματικό Επιμελητήριο Θεσσαλονίκης «έχασε» από τα μητρώα του από τον Μάρτιο του 2010 ως το τέλος του 2018, με βάση τα επίσημα στοιχεία του ΓΕΜΗ, γεγονός που προφανώς σηματοδοτεί «τεράστια απώλεια θέσεων εργασίας και μικρομεσαίας επιχειρηματικής δραστηριότητας», επισημαίνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο πρόεδρός του, Μιχάλης Ζορπίδης. «Και δεν πρόκειται μόνο για αριθμητικές απώλειες. Το διάστημα αυτό παρατηρούμε παράλληλα μία ποιοτική διαφοροποίηση, καθώς κλείνουν εταιρίες με τις πιο “σταθερές” μορφές όπως οι ΑΕ, οι ΟΕ και οι ΕΠΕ και ανοίγουν ΙΚΕ και προσωπικές εταιρίες. Είναι και αυτό στοιχείο της κρίσης» σημειώνει. Το ίδιο, όπως επισημαίνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, βλέπουμε και στα στοιχεία του 2018, όπου όμως οι εγγραφές είναι περισσότερες από τις διαγραφές κατά 444 επιχειρήσεις (2.487 εγγραφές έναντι 2043 διαγραφών).
Εξαγωγές
Όπως φαίνεται ξεκάθαρα από τις τοποθετήσεις των πλέον ειδικών, η αύξηση στην έναρξη επιχειρήσεων και κυρίως ο περιορισμός στις διαγραφές, δημιουργεί αισιοδοξία για το μέλλον. Πολύ σημαντικό ρόλο, ωστόσο, διαδραματίζει και το χαρακτηριστικό της εξωστρέφειας.
Το ΑΠΕ-ΜΠΕ επικοινώνησε με τον Enterprise Greece, τον αρμόδιο εθνικό φορέα για την προώθηση εξαγωγών, και σε αυτό το επίπεδο, επιβεβαιώνεται η άνοδος των δεικτών, αλλά η Ελλάδα βρίσκεται ακόμα… στου δρόμου τα μισά. Συγκεκριμένα, ο βαθμός εξωστρέφειας της Ελλάδας είναι περίπου 17%, μόλις στο μισό του ευρωπαϊκού μέσου όρου (περίπου 33%). Τι ακριβώς σημαίνει αυτό, εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Γιώργος Παπαστεργιόπουλος, διευθυντής πληροφόρησης και υποστήριξης επιχειρήσεων του Enterprise Greece.
«Ο βαθμός εξωστρέφειας μιας χώρας, είναι το ποσοστό με το οποίο συμμετέχουν στο ΑΕΠ οι εξαγωγές προϊόντων και υπηρεσιών. Με βάση τα πιο πρόσφατα δεδομένα, στις εξαγωγές προϊόντων η Ελλάδα βρισκόταν σχεδόν στο μισό του ευρωπαϊκού μέσου όρου. Στις υπηρεσίες, κυρίως λόγω τουρισμού, βρισκόμασταν πιο ψηλά με 14% έναντι 12% του ευρωπαϊκού μέσου όρου. Αυτό δείχνει ανάγλυφα μια εικόνα. Για τα φτάσουμε τον ευρωπαϊκό μέσο όρο στις εξαγωγές προϊόντων, πρέπει σχεδόν να διπλασιάσουμε τις εξαγωγές μας και αυτός δεν είναι ένας ανέφικτος στόχος. Υπάρχει η προοπτική».
Πράγματι, τα πρώτα στοιχεία δείχνουν ότι ο στόχος μπορεί να επιτευχθεί. Οι μετρήσεις για τον βαθμό εξωστρέφειας της Ελλάδας αφορούν στο έτος 2016. Στα δύο χρόνια που ακολούθησαν τα στοιχεία δείχνουν, αν μη τι άλλο, αξιοσημείωτη άνοδο. Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, η αύξηση στις ελληνικές εξαγωγές σε παγκόσμιο επίπεδο το 2018 έφτασε το 15,8%, ενώ το 2017 είχε κλείσει επίσης με άνοδο 7,8%.
Το ηλικιακό δίλημμα
Για το τέλος, αφήσαμε το ηλικιακό δίλημμα των επίδοξων νέων επιχειρηματιών. Παλαιότερη έρευνα του ινστιτούτου Kauffman στις ΗΠΑ, κατέρριψε τα… κινηματογραφικά στερεότυπα σύμφωνα με τα οποία οι επιτυχημένοι ξεκινούν αμέσως μόλις ολοκληρώσουν τις σπουδές τους ή πριν καν αποφοιτήσουν. Μπορεί τα παραδείγματα του Μαρκ Ζάκερμπεργκ και του Στιβ Τζομπς να εγείρουν την φαντασία των σεναριογράφων, όμως δεν αποτελούν τον κανόνα. Η μέση ηλικία των νέων επιχειρηματιών στις ΗΠΑ είναι τα 35 χρόνια και -το πιο σημαντικό- μεγαλύτερη επιτυχία παρουσιάζουν οι νεοφυείς επιχειρήσεις που οι ιδρυτές τους έχουν επαγγελματική εμπειρία σε αντίστοιχο πεδίο. Με άλλα λόγια, ποτέ δεν είναι αργά για να αξιοποιήσει κανείς την επαγγελματική του εμπειρία και να ιδρύσει ο ίδιος μια νέα επιχείρηση.