Από ασπίδα της καθημερινότητας στην πανδημία, σε βαρόμετρο της αγοραστικής ασφυξίας σήμερα. Τα ελληνικά σουπερμάρκετ μοιάζουν να βαδίζουν σε ένα παράδοξο μονοπάτι: πωλήσεις στα ύψη, κέρδη στα ράφια — αλλά και μια κοινωνία που δεν αντέχει ούτε την ιδέα του ταμείου χωρίς προσφορά. Και τώρα; Τώρα ξεκινά το πραγματικό θρίλερ.
Παρά την εντυπωσιακή άνοδο 7,5% στον τζίρο τον Φεβρουάριο του 2025 σε σύγκριση με πέρυσι, οι ειδικοί της αγοράς δεν πανηγυρίζουν. Και πώς να το κάνουν, όταν ο ενθουσιασμός των πρώτων μηνών δείχνει ήδη να ξεθωριάζει; Τα στοιχεία της Circana μέχρι και τα μέσα Μαρτίου καταγράφουν ξεκάθαρη επιβράδυνση: οι πωλήσεις ναι μεν ανεβαίνουν, αλλά με ρυθμό μόλις 4,7%, ενώ τα τεμάχια ανεβαίνουν κατά 2,7%. Δηλαδή, αγοράζουμε λίγα παραπάνω, αλλά πληρώνουμε πολύ παραπάνω. Πού πήγε η “ανάπτυξη” λοιπόν;
Η πραγματικότητα είναι πιο πεζή – και πιο πικρή. Η αγοραστική δύναμη έχει συρρικνωθεί επικίνδυνα. Οι πολίτες μετρούν τα κέρματα, όχι τα ευρώ. Το 56% των επικεφαλής αλυσίδων σούπερ μάρκετ δηλώνουν ανοιχτά ότι ο συνδυασμός ακρίβειας, κρατικών ρυθμίσεων και περιορισμού του περιθωρίου κέρδους ενδέχεται να φέρει κάμψη πωλήσεων στο τέλος του 2025. Το γνωστό “πλαφόν στο περιθώριο κέρδους” – εκείνη η παρηγοριά στον άρρωστο – ήδη εξετάζεται για κατάργηση. Γιατί; Επειδή «έκλεισε τον κύκλο του». Ή μάλλον, επειδή ενόχλησε.
Οι έρευνες της NielsenIQ επιβεβαιώνουν αυτό που ο καθένας βιώνει στο ράφι: οι τιμές στις πρώτες ύλες ανεβαίνουν, το κόστος παραγωγής γιγαντώνεται και ο πληθωρισμός αρνείται να πεθάνει. Η επίσημη πρόβλεψη; Αν όλα πάνε… κανονικά, ο τζίρος των σουπερμάρκετ φέτος μπορεί να αναπτυχθεί μόλις κατά 2-3% – μια επίδοση σχεδόν υποτονική, αν σκεφτεί κανείς την ακρίβεια που σαρώνει κάθε γωνιά του νοικοκυριού.
Για να κάνουμε τις συγκρίσεις ξεκάθαρες: το 2024 έκλεισε με ανάπτυξη 2,6%. Το 2023 – χρονιά θηριώδους ακρίβειας – ο τζίρος αυξήθηκε κατά 9,3%. Άρα, φέτος δεν έχουμε ανάπτυξη· έχουμε συγκρατημένη ανατίμηση με παρενέργειες.
Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, κατέφθασε και ο νέος Κώδικας Δεοντολογίας, ένα είδος ευαγγελίου για τις προσφορές στα σουπερμάρκετ. Στόχος; Να μπει τέλος στις μόνιμες “εκπτώσεις”, στις φαινομενικά ευκαιρίες που κατέληγαν σε μόνιμη στρέβλωση. Η κυβέρνηση επιθυμεί να σταματήσει το θέατρο του 50% που δεν ήταν ποτέ 50%. Αλλά να δούμε ποιος θα αντέξει χωρίς αυτό.
Οι αλυσίδες λένε ότι καταλαβαίνουν τον νέο κανόνα. Οι προμηθευτές, από την άλλη, δηλώνουν χαμένοι στη μετάφραση. Οι καταναλωτές, πιο απλά, δεν βρίσκουν πια αυτό που ψάχνουν στην τιμή που το έβρισκαν. Το αποτέλεσμα; Αναπόφευκτη πτώση της κατανάλωσης. Γιατί ο Έλληνας, αν δεν βρει το προϊόν σε προσφορά, απλώς δεν το παίρνει. Και χωρίς “1+1 δώρο”, το καλάθι μένει άδειο.
Η ελληνική αγορά σούπερ μάρκετ βρίσκεται πλέον σε ένα σταυροδρόμι: από τη μία, οι φιλόδοξες προσδοκίες για τεχνολογικό εκσυγχρονισμό, αναλύσεις big data και loyalty cards που «γνωρίζουν» τις ανάγκες μας πριν τις εκφράσουμε. Από την άλλη, η σκληρή πραγματικότητα του ταμείου χωρίς χρήμα, ραφιού χωρίς προσφορά και καλαθιού χωρίς νόημα.
Σε αυτό το περιβάλλον, το ερώτημα δεν είναι αν θα αντέξουν τα σούπερ μάρκετ. Θα αντέξουν – είναι οργανωμένα, πανίσχυρα και προσαρμοστικά. Το πραγματικό ερώτημα είναι αν θα αντέξει ο καταναλωτής. Γιατί αν χαθεί η αγοραστική βάση, δεν σώζει ούτε η “έξυπνη τιμολόγηση” ούτε οι “ψηφιακές αποδείξεις ευγνωμοσύνης”.
Η “σούπερ” εποχή των σούπερ μάρκετ φαίνεται να μετατρέπεται σιγά-σιγά σε έναν ακόμη σούπερ μύθο της ελληνικής οικονομικής καθημερινότητας.