Η οικονομική ανισότητα στην Ελλάδα παρέμεινε σταθερά υψηλή το 2024, με βάση την ΕΛΣΤΑΤ. Από το 2018 η ψαλίδα στην κατανομή του εισοδήματος διευρύνεται, αντιστρέφοντας την πορεία σύγκλισης με την ΕΕ.
Αφροδίτη Τζιαντζή
Παράλληλα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για τη φτώχεια και τον κοινωνικό αποκλεισμό – που επιδεινώθηκαν στην Ελλάδα – δημοσιεύθηκε η έρευνα για την οικονομική ανισότητα τι 2024 – με έτος αναφοράς εισοδήματος το 2023.
Η ψαλίδα στα εισοδήματα, ανάμεσα στα πιο φτωχά και τα πιο πλούσια τμήματα του πληθυσμού, παραμένει σε υψηλά επίπεδα στην Ελλάδα. Η οικονομική ανισότητα – όπως μετριέται με δύο διαφορετικές μεθόδους – παρέμεινε ουσιαστικά αμετάβλητη το 2024 σε σύγκριση με το 2023.
Σύμφωνα πάντως με πρόσφατη έρευνα, η οικονομική ανισότητα από το 2018 έχει ξεκινήσει πάλι να αυξάνεται, αντιστρέφοντας την πορεία σύγκλισης με την υπόλοιπη Ευρώπη.
Η οικονομική ανισότητα σε «πεμπτημόρια»
Μία μέθοδος να μετρήσουμε τη σχετική ανισότητα στην κατανομή του εισοδήματος είναι ο δείκτης S80/S20 – που ταξινομεί τον πληθυσμό σε εισοδηματικά πεμπτημόρια.
Ο δείκτης συγκρίνει το ισοδύναμο διαθέσιμο εισόδημα που κατέχει το 20% των πλουσιότερων ατόμων με αυτό που κατέχει το 20% των φτωχότερων. Είναι ένας δείκτης που επηρεάζεται από τις ακραίες τιμές της κατανομής του εισοδήματος – δηλαδή τους πάρα πολύ πλούσιους και πάρα πολύ φτωχούς.
Με περίοδο αναφοράς εισοδήματος το 2023 ο δείκτης S80/20 ανήλθε στο 5,27. Η διαφορά με το αμέσως προηγούμενο έτος είναι απειροελάχιστη (μειώθηκε κατά 0,01 ποσοστιαίες μονάδες).
Το μέγεθος αυτό σημαίνει ότι το μερίδιο εισοδήματος του πλουσιότερου 20% του πληθυσμού της Ελλάδας είναι 5,27 φορές μεγαλύτερο από το μερίδιο του εισοδήματος του φτωχότερου 20%.
Κατά μέσο όρο στην Ευρώπη ο δείκτης οικονομικής ανισότητας S80/20 ανέρχεται στο 4,72.

Άνιση κατανομή εισοδήματος
Μια άλλη μέθοδος που χρησιμοποιείται συμπληρωματικά για την καλύτερη αποτύπωση της οικονομικής ανισότητας είναι ο δείκτης άνισης κατανομής εισοδήματος (συντελεστής Gini). Σε αντίθεση με τον δείκτη S80/20, ο συντελεστής Gini δεν επηρεάζεται από τις ακραίες τιμές της κατανομής του εισοδήματος.
Η τιμή του συντελεστή Gini κυμαίνεται από 0 (ή 0%), που αντιστοιχεί σε πλήρη εισοδηματική ισότητα έως 1 (ή 100%) που αντιστοιχεί σε πλήρη εισοδηματική ανισότητα.
Ο συντελεστής Gini εκτιμήθηκε το 2024 σε 31,8%, παραμένοντας επίσης σταθερός σε σχέση με το 2023.
Το παραπάνω ποσοστό ερμηνεύεται ως εξής: αν επιλέξουμε δύο τυχαία άτομα του πληθυσμού, αναμένουμε ότι το εισόδημά τους θα διαφέρει κατά 31,8% του μέσου ισοδύναμου διαθέσιμου εισοδήματος.
Ο συντελεστής Gini στην ΕΕ ανέρχεται στο 29,6%, ακολουθώντας μια σταθερά πτωτική πορεία από το 2015 και μετά.
Πώς «σκοράρουμε» στην ΕΕ
Η εισοδηματική ανισότητα στην Ελλάδα είναι από τις μεγαλύτερες στην Ευρώπη, με βάση τις χώρες για τις οποίες υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία για το 2024.
Βρισκόμαστε στην πέμπτη χειρότερη θέση, ως προς το μέγεθος της ψαλίδας που χωρίζει τα εισοδήματα του φτωχότερου 20% από το πλουσιότερο 20% του πληθυσμού.
Σε ελαφρώς χειρότερη κατάσταση από εμάς, στην οικονομική ανισότητα, είναι η Ισπανία και η Ιταλία. Στις δύο πρώτες θέσεις, με αρκετή απόσταση από τις προηγούμενες χώρες, είναι η Λετονία και η Βουλγαρία.
Ως προς τον δείκτη άνισης κατανομής εισοδήματος – συντελεστή Gini, που μπορεί να θεωρηθεί πιο αντιπροσωπευτικός αφού δεν επηρεάζεται από τις ακραίες τιμές, είμαστε ακόμα χειρότερα. Βρισκόμαστε στην 4η θέση ανάμεσα σε 15 χώρες για τις οποίες υπάρχουν διαθέσιμα αποτελέσματα για το 2024.
Πώς μοιράζεται ο πλούτος
Η ΕΛΣΤΑΤ χρησιμοποιεί δύο τρόπους κατανομής του εισοδήματος: Σε τεταρτημόρια και σε πεμπτημόρια, χωρίζοντας τον πληθυσμό σε τέσσερα και σε πέντε ίσα αριθμητικά τμήματα αντίστοιχα.
Με βάση την κατάταξη του πληθυσμού σε τέσσερες εισοδηματικές κατηγορίες, προκύπτουν τα εξής:
Το 25% των πιο φτωχών κατέχει το 10% του συνολικού εθνικού διαθέσιμου εισοδήματος
Το 25% των πιο πλούσιων κατέχει το 45,6% του συνολικού εθνικού διαθέσιμου εισοδήματος.
Ο «πλουσιότερος» ανάμεσα στο πιο φτωχό 25% του πληθυσμού πρέπει να ζήσει με περίπου 600 ευρώ το μήνα, οριακά πιο πάνω από το κατώφλι της φτώχειας.
Όσο για το «πλουσιότερο» 25%, περιλαμβάνει και όσους αμείβονται με περίπου 1.200 ευρώ το μήνα – που δεν τους λες και πλούσιους.
Πόσα «βγάζει» το φτωχότερο και το πλουσιότερο 20%
Με βάση την κατανομή του εισοδήματος σε πεμπτημόρια του πληθυσμού προκύπτουν τα εξής:
Το 20% των πιο φτωχών κατέχει μόλις το 7,5% του συνολικού εθνικού διαθέσιμου ισοδύναμου εισοδήματος.
Το 20% των πιο πλούσιων κατέχει το 39,5 % του συνολικού εθνικού διαθέσιμου ισοδύναμου εισοδήματος

Από το 2018 χειροτερεύει η ανισότητα
Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη του οργανισμού Διανέοσις, η οικονομική ανισότητα στην Ελλάδα, αφού ακολούθησε πτωτική πορεία μετά την κρίση (2015-2018), έχει ξεκινήσει πάλι να αυξάνεται. Η διαφορά με την Ευρώπη είναι ακόμα πιο έντονη. «Η εισοδηματική ανισότητα μεταξύ των δύο ακραίων πεμπτημορίων του πληθυσμού στην Ελλάδα είναι διαχρονικά σημαντικά υψηλότερη από ό,τι συμβαίνει στην υπόλοιπη ΕΕ· και η πορεία σύγκλισης που είχαμε έως το 2018, ανετράπη στη συνέχεια», σημειώνουν οι ερευνητές.

Διευρύνεται το χάσμα με την ΕΕ
Ακόμα και στον Δείκτη Gini, στον οποίο προσμετρώνται όλα τα άτομα που συνιστούν τον πληθυσμό μιας χώρας, παρατηρείται αντίστοιχη πορεία: «Ενώ υπήρχε τάση μείωσης των ανισοτήτων ως το 2018, εφεξής παρατηρείται μια ήπια αντίστροφη πορεία. Έτσι, η πορεία σύγκλισης του ελληνικού δείκτη Gini προς τον μέσο όρο της ΕΕ, η οποία παρουσιάζει διαχρονικά μικρότερη εισοδηματική ανισότητα, επίσης ανετράπη», τονίζεται.
Η έμμεση φορολογία αυξάνει την οικονομική ανισότητα
Στην ίδια μελέτη τονίζεται ότι οι εισοδηματικές ανισότητες στα ενδιάμεσα τμήματα του πληθυσμού εφόσον «δεν θεραπεύονται εν τη γενέσει τους» – δηλαδή με δίκαιη κατανομή του πλούτου – «μπορούν να εξισορροπούνται μόνο μέσω της φορολογίας». Όμως στην ουσία ισχύει το αντίθετο. Η έμμεση φορολογία εντείνει τις ανισότητες αντί να τις μετριάζει (αφού επιβαρύνονται περισσότερο οι πιο φτωχοί). Γι’αυτό κρίνεται ότι «η άμεση φορολογία υποχρεούται να ενσωματώνει έναν ελάχιστο βαθμό προοδευτικότητας, ώστε τουλάχιστον να αντισταθμίζει τις επιδράσεις της έμμεσης φορολογίας, πόσο δε μάλλον όταν χρειάζεται να στοχεύει και σε μια εξισορρόπηση».