Όταν η πολιτική… εισέρχεται στις εκθέσεις των οίκων αξιολόγησης
Σε αναβάθμιση της μακροπρόθεσμης πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας, στο κατώτατο σκαλοπάτι της επενδυτικής βαθμίδας (Baa3, από Ba1 προηγουμένως) μετά από 14 χρόνια, προχώρησε η Moody’s Ratings, με τις προοπτικές επαναξιολόγησης (outlook) να μεταβάλονται σε σταθερές (από θετικές).
Πρόκειται για μία προβλέψιμη κίνηση του αμερικανικού οίκου αξιολόγησης, ο οποίος ήταν ο μόνος που δεν είχε δώσει επενδυτική βαθμίδα στην Ελλάδα.
Τον σημαντικότερο ρόλο σε αυτή την απόφαση έπαιξαν οι ελληνικές τράπεζες, επιβεβαιώνοντας όσα έγραφε νωρίτερα το BankingNews.
Αναλυτικά, στην έκθεση αναφέρεται πως το πιστωτικό προφίλ της Ελλάδας έχει πλέον μεγαλύτερη ανθεκτικότητα σε πιθανούς μελλοντικούς κλυδωνισμούς, καθώς τα δημόσια οικονομικά βελτιώθηκαν, οι θεσμικές βελτιώσεις (!) αποδίδουν καρπούς και πολιτικό περιβάλλον είαι σταθερό.
Αναμένεται δε η Ελλάδα να συνεχίσει να έχει σημαντικά πρωτογενή πλεονάσματα που θα μειώνουν σταθερά το υψηλό χρέος, για την ακρίβεια τον λόγο χρέους/ΑΕΠ.
Σε ό,τι αφορά στις προκλήσεις, «η ολοκλήρωση των θεσμικών διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και των οικονομικών μεταρρυθμίσεων που ενισχύουν την ανάπτυξη, θα απαιτήσουν χρόνο».
Παράλληλα, «αν και το χρέος προς το ΑΕΠ έχει μειωθεί γρήγορα τα τελευταία χρόνια, θα παραμείνει ένα από τα υψηλότερα».
Πιο αναλυτικά:
Βελτίωση της δημοσιονομικής κατάστασης
Επί σειρά ετών, τα δημόσια οικονομικά έχουν ξεπεράσει τις βασικές προσδοκίες, γεγονός που ενισχύει την πεποίθησή ότι το ελληνικό χρέος θα παραμείνει σε σταθερή καθοδική πορεία.
Αυτές οι βελτιώσεις οφείλονται τόσο στη συνεχιζόμενη συγκράτηση των δαπανών όσο και στα φορολογικά έσοδα που αυξάνονται γρήγορα υπό το φως των συνεχιζόμενων θεσμικών βελτιώσεων όσον αφορά τη συμμόρφωση και τη φορολογική είσπραξη.
Το 2024, η Ελλάδα δημιούργησε επιπλέον 2 δισεκατομμύρια ευρώ σε φορολογικά έσοδα μέσω των προσπαθειών της κατά της φοροδιαφυγής. Αυτό το πέτυχε εν μέρει μέσω μιας μεγάλης κλίμακας στρατηγικής ψηφιοποίησης που υποστηρίζει επίσης τη φορολογική συμμόρφωση.
Η ώθηση για εκσυγχρονισμό της φορολογικής διοίκησης συνεχίζεται, γεγονός που υποστηρίζει την προσδοκία μας ότι η αύξηση των φορολογικών εσόδων θα παραμείνει ισχυρή μεσοπρόθεσμα.
Αυτή η υπεραπόδοση εσόδων δεν έρχεται εις βάρος της αυξανόμενης φορολογικής σφήνας (η διαφορά μεταξύ των μισθών πριν από τη φορολογία και μετά τη φορολογία), η οποία είναι σημαντική για τη διατήρηση της οικονομικής ανταγωνιστικότητας, εκτιμά η Moody’s.
Βλέποντας στο μέλλον, η Ελλάδα αναμένεται να συνεχίσει να έχει μεγάλα πρωτογενή πλεονάσματα, από 2% έως 2,5% του ΑΕΠ μεσοπρόθεσμα. Αυτό θα επιτευχθεί μέσω ενός συνδυασμού συγκράτησης των δαπανών και σταθερής δημιουργίας εσόδων.
Η τρέχουσα κατάσταση του αυξημένου γεωπολιτικού κινδύνου στην Ευρώπη έχει μικρότερο αντίκτυπο στην Ελλάδα από ό,τι σε άλλες χώρες της Νότιας Ευρώπης, καθώς η Ελλάδα έχει φτάσει ή έχει υπερβεί τον στόχο αμυντικών δαπανών του ΝΑΤΟ.
Στο μέτωπο του χρέους, ο λόγος του χρέους προς το ΑΕΠ έχει μειωθεί κατά περίπου 50 ποσοστιαίες μονάδες από την κορύφωσή του το 2020 και είναι μειωμένος κατά περίπου 27 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με τα επίπεδα πριν από τον Covid-19.
Η Moody’s εκτιμά ότι διαμορφώθηκε στο 156,1% του ΑΕΠ στο τέλος του 2024 και προβλέπει ότι θα μειωθεί στο 148,3% και 140,6% το 2025 και το 2026 αντίστοιχα. Η δομή του χρέους της χώρας παραμένει ευνοϊκή, με μέση διάρκεια έως 18,8 έτη, με το σύνολο του χρέους σε σταθερά επιτόκια.
Στα τέλη του 2024, η Ελλάδα προπλήρωσε 7,9 δισεκατομμύρια ευρώ του χρέους της από την εποχή της κρίσης και η κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι η χώρα σχεδιάζει να προβεί σε πρόωρη αποπληρωμή 5 δισ. ευρώ του χρέους το 2025. Με την προπληρωμή του 2024, η Ελλάδα θα έχει αποπληρώσει περίπου το 61% των ανεξόφλητων δανείων στο πλαίσιο των ευρωπαϊκών δανείων και τα επόμενα χρόνια στοχεύει να προπληρώσει το χρέος που λήγει το 2020.
Η κεφαλαιακή επάρκεια στον τραπεζικό κλάδο ενισχύεται – Τα NPLs παραμένουν στην οικονομία… μέσω των servicers
Η ποιότητα του ενεργητικού συνέχισε να βελτιώνεται και θα συγκλίνει στα επίπεδα της ΕΕ, αν και τα επίπεδα μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPLs) παραμένουν τα υψηλότερα στην ΕΕ.
Το μεγαλύτερο μέρος της μείωσης των NPLs προήλθε από πωλήσεις χαρτοφυλακίου και τιτλοποιήσεις, μειώνοντας τον δείκτη σε περίπου 2,9% τον Δεκέμβριο του 2024 σε σύγκριση με μέσο όρο περίπου 2% για τις τράπεζες της ΕΕ. Η κυβέρνηση έχει επεκτείνει το Ελληνικό Σχέδιο Προστασίας Περιουσιακών Στοιχείων (HAPS, «Ηρακλής»), το οποίο υπήρξε βασική πηγή μείωσης των NPLs μέσω τιτλοποιήσεων. Η επέκταση του HAPS (γνωστή και ως Ηρακλής III) θα ενισχύσει περαιτέρω τιτλοποιήσεις, κυρίως για τη μικρότερη τράπεζα του συστήματος, Attica Bank.
Οι μετρήσεις κεφαλαιακής επάρκειας βελτιώνονται επίσης λόγω της ισχυρής παραγωγής οργανικού κεφαλαίου, παρά τις πληρωμές μερισμάτων το 2024-25. Επιπλέον, η ποιότητα του κεφαλαίου βελτιώνεται λόγω της ισχυρής κερδοφορίας και της περαιτέρω (και επιταχυνόμενης) απόσβεσης της αναβαλλόμενης φορολογίας (DTC).
«Τα κέρδη θα παραμείνουν ισχυρά παρά την πίεση στα περιθώρια το 2025-26 λόγω της ανατιμολόγησης των δανείων από τη μείωση επιτοκίων. Τα κέρδη θα υποστηριχθούν από την πιστωτική ανάπτυξη και τον περαιτέρω εξορθολογισμό της βάσης κόστους και της αποτελεσματικότητας των τραπεζών μέσω πρωτοβουλιών ψηφιοποίησης και περισσότερων περικοπών προσωπικού», υπογραμμίζεται.
Είναι αξιοσημείωτο ωστόσο τα NPLs παραμένουν στην οικονομία στα χέρια των servicers, ακόμη και αν βρίσκονται εκτός τραπεζικού τομέα. Η επιμονή αυτών των NPLs αποτελεί τροχοπέδη για την οικονομική ανάπτυξη, προειδοποιεί η Moody’s.
www.bankingnews.gr