Το τεκμαρτό εισόδημα θα λαμβάνεται υπόψη από τον Ιανουάριο του 2024 για τη χορήγηση προνοιακών και κοινωνικών επιδομάτων. Παράλληλα για τη χρήση του 2023, που εκπνέει στα τέλη του μήνα, οι επαγγελματίες, οι ατομικές επιχειρήσεις και οι αυτοαπασχολούμενοι θα πρέπει να συγκεντρώσουν αποδείξεις ίσες με το 30% του τεκμαρτού εισοδήματος. Σε διαφορετική περίπτωση επί της διαφοράς (απαιτούμενου ποσού και τεκμαρτού) θα επιβάλλεται πέναλτι φόρου με συντελεστή 22%.
Δηλαδή, στην περίπτωση που κάποιος επαγγελματίας με έξι χρόνια λειτουργίας δήλωνε 5.000 ευρώ, υποχρεούνταν να έχει αποδείξεις ύψους 1.500 ευρώ. Για τη χρήση του 2023 (δήλωση 2024) θα πρέπει να παρουσιάζει αποδείξεις που ανέρχονται στο ποσό των 3.276 ευρώ (10.920 που είναι το τεκμαρτό εισόδημα x 30%). Στην περίπτωση που οι αποδείξεις είναι λιγότερες και συγκεκριμένα 1.500 ευρώ, θα πληρώσει επιπλέον φόρο 390,72 ευρώ.
Σημειώνεται ότι όσοι επαγγελματίες δεν έχουν συγκεντρώσει αποδείξεις με ηλεκτρονικά μέσα που ανέρχονται στο 30% έχουν περιθώριο 30 ημερών για να το πράξουν.
Το σχέδιο νόμου ορίζει την εξομοίωση του ελάχιστου τεκμαρτού καθαρού εισοδήματος με το πραγματικό δηλούμενο εισόδημα από την άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας. Η εν λόγω εξομοίωση συνδέεται επίσης με τις διατάξεις λοιπών νομοθετημάτων που διέπουν τη χορήγηση προνοιακών και κοινωνικών επιδομάτων και τις προϋποθέσεις τους. Η εξέλιξη αυτή οδηγεί αυτόματα στον περιορισμό ή και μηδενισμό των επιδομάτων που λαμβάνουν σήμερα οι επαγγελματίες.
Ετσι λοιπόν, στο 71% των επαγγελματιών περικόπτεται ή μηδενίζεται από το νέο έτος σειρά επιδομάτων ή απαλλαγών τα οποία ελάμβαναν εξαιτίας των χαμηλών εισοδημάτων που δήλωναν. Οσοι, ωστόσο, αμφισβητήσουν τα τεκμήρια και δικαιωθούν, θα συνεχίσουν να τα λαμβάνουν κανονικά. Υπολογίζεται ότι το ελληνικό Δημόσιο θα γλιτώσει 110 εκατ. ευρώ επιδομάτων. Με βάση λοιπόν το ελάχιστο τεκμαρτό εισόδημα το οποίο ανέρχεται στα 10.920 ευρώ και φθάνει τα 14.196 ευρώ (για έπειτα από 12 χρόνια δραστηριότητας), πολλοί ελεύθεροι επαγγελματίες δεν θα λάβουν το 2024 τον μειωμένο ΕΝΦΙΑ κατά 50%, καθώς και τα επιδόματα στέγασης και τέκνων. Ειδικότερα:
• ΕΝΦΙΑ. Σήμερα ο ΕΝΦΙΑ περιορίζεται στο ήμισυ εφόσον το συνολικό φορολογητέο οικογενειακό εισόδημα του τελευταίου φορολογικού έτους δεν υπερβαίνει τις 9.000 ευρώ, προσαυξημένο κατά 1.000 ευρώ για τον ή τη σύζυγο και κάθε εξαρτώμενο μέλος. Το σύνολο της επιφανείας των κτισμάτων στα οποία κατέχουν δικαιώματα ο υπόχρεος δήλωσης φορολογίας εισοδήματος, ο ή η σύζυγος ή συμβιών και τα εξαρτώμενα τέκνα της οικογένειάς του –λαμβανομένων υπόψη του ποσοστού συνιδιοκτησίας και του είδους του δικαιώματος– δεν υπερβαίνει τα 150 τ.μ. και η συνολική αξία της ακίνητης περιουσίας δεν υπερβαίνει το ποσό των 85.000 ευρώ για τον άγαμο, των 150.000 ευρώ για τον έγγαμο –και τον ή τη σύζυγό του ή συμβιούντα ή τη μονογονεϊκή οικογένεια με ένα εξαρτώμενο τέκνο– και των 200.000 ευρώ για τον έγγαμο, τον ή τη σύζυγό του ή συμβιούντα και τα εξαρτώμενα τέκνα τους ή τη μονογονεϊκή οικογένεια με δύο εξαρτώμενα τέκνα, οι περισσότεροι επαγγελματίες που απολάμβαναν τη μείωση αυτή θα τη χάσουν. Για παράδειγμα, σήμερα επαγγελματίας με έξι χρόνια λειτουργίας που δηλώνει 5.000 ευρώ, έχει μειωμένο ΕΝΦΙΑ κατά 50%. Με το νέο σύστημα το δηλωθέν εισόδημα θα είναι τουλάχιστον 10.920 ευρώ (τεκμαρτό). Εξαιτίας της αύξησης του εισοδήματος θα χάσει την έκπτωση.
Οι επαγγελματίες θα πρέπει να συγκεντρώσουν ηλεκτρονικές αποδείξεις ίσες με το 30% του τεκμαρτού εισοδήματος.
• Επίδομα στέγασης. Το συνολικό εισόδημα δεν μπορεί να υπερβαίνει τις 7.000 ευρώ για μονοπρόσωπο νοικοκυριό, προσαυξανόμενο κατά 3.500 ευρώ για κάθε επιπλέον μέλος του νοικοκυριού. Στη μονογονεϊκή οικογένεια για το πρώτο ανήλικο μέλος του νοικοκυριού ορίζεται προσαύξηση 7.000 ευρώ. Στα νοικοκυριά με απροστάτευτα τέκνα ορίζεται προσαύξηση 7.000 ευρώ για κάθε απροστάτευτο τέκνο. Το συνολικό εισόδημα δεν μπορεί να υπερβαίνει τα 21.000 ευρώ ετησίως, ανεξαρτήτως της σύνθεσης του νοικοκυριού. Το ποσό του επιδόματος στέγασης ορίζεται για τον δικαιούχο 70 ευρώ τον μήνα και για κάθε επιπλέον μέλος του νοικοκυριού προσαύξηση 35 ευρώ τον μήνα.
• Επίδομα τέκνων. Το επίδομα παιδιού καταβάλλεται με βάση τον αριθμό των εξαρτώμενων τέκνων, το ισοδύναμο οικογενειακό εισόδημα και την κατηγορία του ισοδύναμου οικογενειακού εισοδήματος. Στον νόμο προβλέπονται τρεις κατηγορίες οικογενειακού εισοδήματος και συγκεκριμένα:
α) Η πρώτη κατηγορία έως 6.000 ευρώ.
β) Η δεύτερη από 6.001 ευρώ έως 10.000 ευρώ.
γ) Η τρίτη από 10.001 ευρώ έως 15.000 ευρώ. Για τον προσδιορισμό της κατηγορίας οικογενειακού εισοδήματος λαμβάνεται υπόψη το εισόδημα που αναφέρεται στο εκκαθαριστικό του τρέχοντος οικονομικού έτους.
Το ποσό του επιδόματος παιδιού ανέρχεται μηνιαίως:
α) Για την πρώτη κατηγορία οικογενειακού εισοδήματος, σε 70 ευρώ για το πρώτο εξαρτώμενο τέκνο, 70 ευρώ για το δεύτερο και 140 ευρώ για το τρίτο και κάθε τέκνο πέραν του τρίτου.
β) Για τη δεύτερη κατηγορία, σε 42 ευρώ για το πρώτο εξαρτώμενο τέκνο, 42 ευρώ για το δεύτερο και 84 ευρώ για το τρίτο και κάθε τέκνο πέραν του τρίτου.
γ) Για την τρίτη κατηγορία, σε 28 ευρώ για το πρώτο εξαρτώμενο τέκνο, 28 ευρώ για το δεύτερο και 56 ευρώ για το τρίτο και κάθε τέκνο πέραν του τρίτου.