Όταν η παγκόσμια οικονομία μετατράπηκε σε ένα γιγαντιαίο καζίνο

Του Γιώργου Κ. Στράτου

«Πενήντα χρόνια στο ρολόι της Ιστορίας είναι ένα δευτερόλεπτο» μας έλεγε, καλή του ώρα, ο Γιάννης Βούλγαρης, αγαπημένος μας φιλόλογος. Μπορούν να χωρέσουν πολύ πράμα αυτά τα «δευτερόλεπτα», τόσο και τέτοιο που να καθορίσει αποφασιστικά για «ώρες» τη ζωή της ανθρωπότητας. Αρκεί να ξέρει και να θέλει κάποιος να μας εξηγήσει απλά γιατί και πώς συνδέεται το τότε με το τώρα.

Η δεκαετία μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο ήταν μια εποχή πλούτου και υπερβολής. Στο παραμύθι προσχώρησαν εκατομμύρια Αμερικανοί μεροκαματιάρηδες, βασιζόμενοι στο μεταπολεμικό αίσθημα αισιοδοξίας, με την ελπίδα ότι θα βελτιώσουν τα οικονομικά τους, τζογάροντας στον διαρκώς αυξανόμενο βιομηχανικό κλάδο των ΗΠΑ. Ένα κρεσέντο χρηματιστηριακής κερδοσκοπίας τούς οδήγησε να επενδύσουν σε μεγάλο βαθμό, ακόμη και δανειζόμενοι (!), στο Χρηματιστήριο. Ώσπου, οι τιμές των μετοχών κατέρρευσαν και μαζί και οι ζωές τους…

Τέτοιον καιρό το 1929 συνέβη αυτό το μεγάλο Κραχ του Χρηματιστηρίου, το πιο καταστροφικό στην Ιστορία των ΗΠΑ.

Το ακολούθησε η Μεγάλη Ύφεση, η μεγαλύτερη οικονομική ύφεση της σύγχρονης Ιστορίας, που κράτησε μέχρι τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και χρησιμοποιείται ως παράδειγμα για το πόσο οδυνηρή μπορεί να είναι για τους πολίτες μια οικονομική καταστροφή.

Τύχη αγαθή, εξέλεξε το 1932 πρόεδρο τον αείμνηστο Φράνκλιν Ντελέινο Ρούζβελτ. Η τεράστια αυτή προσωπικότητα, αφού έβγαλε τη χώρα του από την άβυσσο της χρεοκοπίας, την οδήγησε μαζί με τους συμμάχους της στη νίκη της δημοκρατίας και του πολιτισμού κατά του ναζισμού και του φασισμού.

Ακρογωνιαίο λίθο στην προσπάθεια για την ανάκαμψη και την ανακούφιση των λαϊκών στρωμάτων αποτέλεσε ο νόμος δύο δημοκρατικών γερουσιαστών, του Carter Glass και του Henry Steagall, ο οποίος επέβαλε τον διαχωρισμό μεταξύ του εμπορικού σκέλους των τραπεζών, το οποίο λαμβάνει καταθέσεις και χορηγεί δάνεια, και του επενδυτικού σκέλους των τραπεζών, που αναλαμβάνει, εκδίδει και διανέμει μετοχές, ομόλογα και άλλους τίτλους. Είναι η αρχή του λεγόμενου New Deal, των τεράστιων κρατικών επενδύσεων που θα μετατρέψουν τη μέχρι τότε ασταθή αμερικανική οικονομία σε παγκόσμιο κυρίαρχο.

Ο διαχωρισμός των εμπορικών από τις επενδυτικές τράπεζες, στον οποίο καμία εμπορική τράπεζα δεν θα έχει πλέον το δικαίωμα να κερδοσκοπεί με τα λεφτά των καταθετών της, διήρκεσε από το 1933 έως τις 12 Νοεμβρίου 1999. Τότε ένας άλλος δημοκρατικός πρόεδρος, ο Μπιλ Κλίντον, θα τον καταργήσει με τον νόμο για τη «Μοντερνοποίηση των οικονομικών υπηρεσιών» (!) ή αλλιώς νόμος Gramm-Leach- Bliley, από τα επώνυμα των ρεπουμπλικάνων συντακτών του.

Οι JP Morgan, Citicorp, Bankers Trust, Chase Manhattan και Travellers, 66 χρόνια μετά, σε αγαστή συνεργασία με το οικονομικό επιτελείο του Κλίντον, που είχε θητεύσει σε αυτές, και πρωτεργάτη τον επικεφαλής της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ Άλαν Γκρίνσπαν μετατρέπουν την παγκόσμια οικονομία σε ένα γιγαντιαίο καζίνο. Μία οικονομία, όπου, σύμφωνα με έρευνα της Credit Suisse για το 2012, το 0,5% του πληθυσμού της γης κατέχει το 38,5% του συνολικού πλούτου, ενώ το πλουσιότερο 10% έχει στα χέρια του το 82% του παγκόσμιου πλούτου. Τα δύο τρίτα του παγκόσμιου πληθυσμού κατέχουν μόλις το 3,5% του πλούτου!

Η κατάργηση του νόμου Glass – Steagall μετέτρεψε την παγκόσμια οικονομία σε μία επιχείρηση χρηματοπιστωτικού τζόγου, τα αποτελέσματα της οποίας ζούμε εμείς μέχρι σήμερα: από το «φτηνό» χρήμα και τον «εύκολο» δανεισμό, στις τεράστιες εξαρτήσεις. Να ζήσουμε να τη θυμόμαστε την ελευθερία μας…

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.