«Η παγκόσμια οικονομία πρέπει να ετοιμάζεται για δυσκολότερη προσγείωση».
Πίσω από τις κινεζικές λέξεις, τα οικονομικά προβλήματα.
Όταν ο συνήθως φειδωλός Σι Τζινπίνγκ βγαίνει και λέει ότι θέλει να κάνει την ατμόσφαιρα της Κίνας «καλύτερη και πιο δυνατή» για τους επιχειρηματίες, είναι προφανές ότι η εποχή των «παχιών αγελάδων» έλαβε τέλος.
Όπως γράφει το CNBC, μετά από 45 χρόνια συνεχούς επέκτασης και παγκοσμιοποίησης, η κινεζική οικονομία είναι σήμερα αντιμέτωπη με μια παρατεταμένη περίοδο χαμηλότερης ανάπτυξης, μια εξέλιξη με σημαντικό αντίκτυπο για την παγκόσμια οικονομία.
Η Κίνα ζορίζεται
Συγκεκριμένα, το ΑΕΠ της Κίνας εμφάνισε το δεύτερο τρίμηνο αύξηση 6,3% σε ετήσια βάση, με την ανάπτυξη να είναι χαμηλότερη από τις προσδοκίες της αγοράς για ρυθμούς 7,3%, αφότου η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο αποφάσισε την άρση των σκληρών μέτρων στο πλαίσιο της μηδενικής ανοχής για την Covid.
Σε τριμηνιαία βάση, το ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 0,8%, έναντι τριμηνιαίας αύξησης 2,2%, που καταγράφηκε τους πρώτους τρεις μήνες του έτους.
Στο μεταξύ η ανεργία των νέων στη χώρα έχει χτυπήσει κόκκινο, αφού έφτασε στα επίπεδα-ρεκόρ του 21,3% τον Ιούνιο.
Μάλιστα, όπως συμπληρώνει ο Guardian ένας στους πέντε νέους της Κίνας ηλικίας 16-24 ετών είναι άνεργοι, την ώρα που πολλοί απόφοιτοι πανεπιστημίων εργάζονται ως μεταφορείς σε ταχυφαγεία, γιατί καμιά θέση εργασίας ανάλογη των προσόντων τους δεν είναι πλέον διαθέσιμη.
Οι μετριότεροι στόχοι
Κι ενώ τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης της χώρας είναι γεμάτα πτυχία που αποκτήθηκαν με μεγάλο κόπο, αλλά δεν έχουν αποδώσει κανέναν καρπό, τα στοιχεία για τη βιομηχανική παραγωγή είναι κάπως καλύτερα, αφού αυτή εμφάνισε σαφή σημάδια επιτάχυνσης και από αύξηση 3,5% τον Μάιο, κατέγραψε τον Ιούνιο αύξηση του 4.4%, ξεπερνώντας άνετα τις προσδοκίες.
Η κομμουνιστική κυβέρνηση του Σι Τζινπίνγκ έχει θέσει τον στόχο της ανάπτυξης στο 5% για το 2023, δηλαδή σε επίπεδα χαμηλότερα από τα συνηθισμένα και τουλάχιστον μέτρια για μια χώρα, που εμφανίζει μέση ετήσια αύξηση του ΑΕΠ κατά 9%, από το άνοιγμα της οικονομίας της το 1978.
Με σκοπό την τόνωση της οικονομίας, το Πεκίνο λαμβάνει τώρα μια σειρά από μέτρα που στοχεύουν κυρίως στον ταλαιπωρημένο τομέα ακινήτων της χώρας, την προώθηση της σταθερής απασχόλησης και την τόνωση της εγχώριας καταναλωτικής ζήτησης.
Σχολιάζοντας σχετικά ο Τζούλιαν Έβανς- Πρίτσαρντ, επικεφαλής οικονομολόγος της Capital Economics για τα ζητήματα που αφορούν την Κίνα, ότι η ηγεσία της ασιατικής χώρας «ανησυχεί ξεκάθαρα», καθώς η οικονομία της αντιμετωπίζει «πολλές προκλήσεις».
Ο αντίκτυπος στην παγκόσμια οικονομία
Η κινεζική οικονομία εξακολουθεί να υποφέρει από το «τριπλό σοκ» της πανδημίας και των παρατεταμένων lockdowns εξαιτίας του κοροναϊού, του προβληματικού τομέα των ακινήτων και μιας σειράς από αλλαγές που σχετίζονται με το όραμα «κοινής ευημερίας» του προέδρου της, εξηγεί από την πλευρά του ο Ρόρι Γκριν, επικεφαλής για την Κίνα και την Ασία στην συμβουλευτική εταιρεία TS Lombard .
Σε ό,τι αφορά τις επιπτώσεις που έχει για την παγκόσμια οικονομία μια κινεζική επιβράδυνση, αυτές εντοπίζονται πρώτα από όλα στα εμπορεύματα και τη βιομηχανία, καθώς η Κίνα αναμορφώνει την οικονομία της για να μειώσει την εξάρτησή της από τον τομέα των ακινήτων.
«Πολλές χώρες εξαρτώνται από την ισχυρή ανάπτυξη της Κίνας για να προωθήσουν την ανάπτυξη και στις δικές τους οικονομίες, κυρίως μεταξύ των χωρών της Ασίας.
Η αργή ανάπτυξη της μπορεί να έχει αρνητικές επιπτώσεις και στις ΗΠΑ» έλεγε χαρακτηριστικά πριν από μερικές εβδομάδες η Αμερικανίδα υπουργός Οικονομικών, Τζάνετ Γέλεν, σε συνέντευξη της στην τηλεόραση του Bloomberg, ξεκαθαρίζοντας ωστόσο ότι δεν αναμένει ύφεση στις ΗΠΑ.
Κομβικό σημείο αλλαγής
Η στροφή της οικονομίας από τα ακίνητα προς την πιο προηγμένη μεταποίηση είναι εμφανής, καθώς η Κίνα πόνταρε για παράδειγμα στα ηλεκτρικά οχήματα, καταφέρνοντας να ξεπεράσει την Ιαπωνία και να γίνει ο μεγαλύτερος εξαγωγέας αυτοκινήτων στον κόσμο.
Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι οι οικονομίες της Κίνας και της Γερμανίας δεν είναι πια συμπληρωματικές, αλλά γίνονται ανταγωνιστές, εξηγεί επιπλέον ο Γκριν στο CNBC.
Δεν είναι τυχαία άλλωστε η πρόσφατη δήλωση της Γερμανίδας υπουργού Εξωτερικών, Αναλένα Μπέρμποκ, ότι οι εταιρείες της χώρας της πρέπει να μειώσουν την εξάρτηση τους από την Κίνα, καθώς το Πεκίνο «έχει γίνει περισσότερο κατασταλτικό στο εσωτερικό του και περισσότερο επιθετικό στο εξωτερικό», σύμφωνα με τους Financial Times.
Η Κίνα βρίσκεται επί του παρόντος σε ένα «κομβικό σημείο», υπογραμμίζει ο Γκριν. «Η πολιτική οικονομία αλλάζει, μερικώς γιατί έτσι προβλέπει ο σχεδιασμός, αλλά και επειδή ο τομέας των ακινήτων ουσιαστικά πεθαίνει, εάν δεν είναι ήδη νεκρός. Συνεπώς Κίνα πρέπει να αλλάξει και να αναδυθεί ένα νέο αναπτυξιακό μοντέλο», καταλήγει ο ίδιος.
Η υπόλοιπη εικόνα
Αν στα παραπάνω συνυπολογιστούν οι προβλέψεις πρόσφατης έκθεσης του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) για επιβράδυνση της ανάπτυξης στις αναπτυγμένες οικονομίες φέτος και το 2024, μαζί με την εκτόξευση του παγκόσμιου χρέους στα 92 δισεκατομμύρια δολάρια σε συνάρτηση και με τους εξωτερικούς παράγοντες, όπως είναι ο πόλεμος της Ρωσίας στην Ουκρανία και τα ακραία καιρικά φαινόμενα από την κλιματική αλλαγή, γίνεται κατανοητή η πρόσφατη ακόλουθη εκτίμηση του Ντάνιελ Ιβάσκιν, επικεφαλής επενδύσεων στην Pimco:
«Η παγκόσμια οικονομία πρέπει να ετοιμάζεται για δυσκολότερη προσγείωση».