Ένα βήμα πριν τα capital controls η Τουρκία

Από τον Ιούνιο η τουρκική Ρυθμιστική Αρχή Τραπεζικού Ελέγχου (BDDK) εισάγει νέα περιοριστικά μέτρα στα εμπορικά δάνεια, σε μία προσπάθεια μείωσης της διακράτησης σκληρού συναλλάγματος. Τα μέτρα αποσκοπούν στην στήριξη του εθνικού νομίσματος, όμως, από την άλλη πλευρά προκαλούν τρομακτικές δυσχέρειες στους Τούρκους εισαγωγείς.

Επιχειρήσεις με ποσά μικρότερα από 15 εκατομμύρια τουρκικές λίρες (887.500 δολάρια την ημέρα δημοσιοποίησης) στο ενεργητικό τους, οφείλουν να διατηρήσουν το σκληρό συνάλλαγμα σε επίπεδα χαμηλότερα από το όριο του 40% του συνόλου. Οι επιχειρήσεις με μεγαλύτερα ποσά από το συγκεκριμένο όριο οφείλουν να διατηρούν θέσεις σε σκληρό συνάλλαγμα μικρότερες από το 10% των εσόδων τους, ώστε να διατηρείται η ομαλή δανειοδότησή τους. Ταυτόχρονα οι εξαγωγείς υποχρεούνται να μετατρέπουν το 40% των εσόδων τους σε σκληρό συνάλλαγμα στο εθνικό νόμισμα, με τις εμπορικές τράπεζες να πιέζονται παράλληλα για να περιορίσουν τις πωλήσεις σκληρού συναλλάγματος σε μεγάλες επιχειρήσεις.

Απαντώντας σιωπηρά, αλλά ουσιαστικά στο νέο μέτρο, οι επιχειρήσεις αυξάνουν συνεχώς τα αποθέματά τους σε πρώτες ύλες, σύμφωνα με πηγές της οικονομικής εφημερίδας Dünya, με αποτέλεσμα να αυξάνονται σταθερά οι εξαγωγές και να διευρύνονται των ελλείματα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών σε δυσθεώρητα επίπεδα. Με την λήξη του πρώτου εξαμήνου οι εισαγωγές σε ετησιοποιημένη βάση αυξάνονται κατά 43,5%, ενώ η αντίστοιχη των εξαγωγών φθάνει μόλις το 19,3%, οπότε το έλλειμμα στην ίδια περίοδο ανέρχεται σε 51,4 δισ. $, έχοντας υπερδιπλασιασθεί σε ετησιοποιημένη βάση σε σχέση με το ανάλογο της ίδιας περιόδου του 2021 που ανέρχεται σε 21,2 δισ. $.

Η κατάσταση επιδεινώνεται τον Ιούλιο, με τις εισαγωγές να αυξάνονται κατά 40,8% στα 29,1 δισ. $ και τις εξαγωγές μόνον κατά 13,4% στα 18,6 δισ., με συνέπεια το έλλειμμα του Ιουλίου να διευρύνεται στα 10,6 δισ., έναντι μόλις 4,3 δισ. του Ιουλίου του 2021. Για το πρώτο επτάμηνο του 2022, το έλλειμα φθάνει τα 62 δισ. δολάρια, υπερδιπλάσιο σε σχέση με το ανάλογο των 25,5 δισ. $, του αντίστοιχου επταμήνου του 2021. Παράλληλα το μέσο επιτόκιο δανεισμού των επιχειρήσεων στο εθνικό νόμισμα έχει αυξηθεί στο 27,4%, έναντι του 20,9% της λήξης του πρώτου εξαμήνου του 2021.

Τοκογλυφία εις βάρος των επιχειρήσεων

Η Ένωση Επιμελητηρίων και Εμπορευματικών Συναλλαγών της Τουρκίας (Union of Chambers and Commodity Exchanges of Turkey-TOBB) προειδοποιεί για τις δραματικές παρενέργειες των περιοριστικών μέτρων. Ο πρόεδρός της Rifat Hisarcıklıoğlu καταγγέλλει πως πολλές ιδιωτικές τράπεζες έχουν επιτόκια δανεισμού που κυμαίνονται από 30% έως και 50%, όταν το επιτόκιο της κεντρικής τράπεζας παραμένει στο 14% και το μέσο επιτόκιο στις καταθέσεις στο 20%. Ό ίδιος επισημαίνει πως οι κεφαλαιακές ανάγκες των επιχειρήσεων αυξάνονται ταχύτατα λόγω του πληθωρισμού και του αυξανόμενου συνεχώς κόστους των εισαγωγών.

Σύμφωνα με την οικονομική εφημερίδα Dünya, σε κάθε 100 τουρκικές λίρες που δανείζονται οι επιχειρήσεις, περίπου 30 αξιοποιούνται για την αποπληρωμή υποχρεώσεων στο αμερικανικό δολάριο και στο ευρωπαϊκό κοινό νόμισμα. Από τις αρχές του έτους ο δανεισμός των επιχειρήσεων έχει αυξηθεί κατά 46,1% σε 2,7 τρισ. λίρες (150,4 δισ. $), με τα αυξημένα επιτόκια δανεισμού να βάλλουν πλέον άμεσα κατά της ανταγωνιστικότητάς τους. Κατά τον Τούρκο οικονομολόγο και πρώην διευθυντή ερευνών και στρατηγικής του επενδυτικού σχήματος Egeli & Co. Asset Management, Güldem Atabay, στην Κωνσταντινούπολη, οι επιχειρήσεις υποχρεούνται σε ρευστοποιήσεις σκληρού συναλλάγματος, με τους περιορισμούς να εισάγουν έμμεσα μέτρα ελέγχου κίνησης κεφαλαίων.

Σύμφωνα με τον επικεφαλής των οικονομολόγων του ομίλου επενδύσεων αναδυόμενων αγορών Capital Economics, Jason Tuvey, τα μέτρα ίσως προκαλέσουν νέες μαζικές εκροές κεφαλαίων, λόγω των φόβων για επικείμενες απόπειρες περιορισμού των κεφαλαιουχικών κινήσεων. Εξελίξεις αυτής της μορφής θα προκαλέσουν άτακτες υποτιμητικές κινήσεις στο τουρκικό νόμισμα και μάλλον θα καταλήξουν σε πλήρη μέτρα ελέγχου κίνησης κεφαλαίων. Επιπλέον η έγκριση από τον Τούρκο πρόεδρο της νέας αύξησης των κατώτατων μισθών κατά 30% τον Ιούνιο επιβαρύνει το λειτουργικό κόστος των επιχειρήσεων σε περίοδο αντίξοων συνθηκών

Επιδείνωση του δημόσιου χρέους

Η υποχώρηση του ευρωπαϊκού κοινού νομίσματος επιδεινώνει επίσης την κατάσταση του τουρκικού δημόσιου χρέους που φθάνει τα 451,2 δισ. $ και αποτελείται κατά 132,1 δισ. από βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις και κατά 319,1 δισ. από αντίστοιχες βραχυπρόθεσμες. Περίπου το 44,3% του βραχυπρόθεσμου χρέους αφορά το αμερικανικό δολάριο, ενώ το αντίστοιχο στο ευρωπαϊκό κοινό νόμισμα αφορά το 25,9%, αλλά στις μακροπρόθεσμες υποχρεώσεις το 58% αφορά το αμερικανικό νόμισμα και μόνον το 30% το αντίστοιχο ευρωπαϊκό. Κατά συνέπεια τα έσοδα στο τελευταίο που αξιοποιούνται στις αποπληρωμές δολαριακού χρέους εμφανίζουν ήδη μία συναλλαγματική υστέρηση της τάξης του 15%.

Στο εσωτερικό μέτωπο η πτώση του ευρώ ενισχύει το δολάριο με την έννοια ενός ασύλου ασφαλείας σε μία εποχή με επικίνδυνα ρευστό οικονομικό περιβάλλον, ειδικά σε μία χώρα που ταλανίζεται από φαινόμενα υπερπληθωρισμού και υποτίμησης του εθνικού νομίσματος. Όσοι είχαν στραφεί προς το ευρώ, προτιμούν πλέον το δολάριο, με τις συνολικές καταθέσεις στην λιανική τραπεζική σε σκληρό συνάλλαγμα να ανέρχονται τον Ιούλιο σε 149 δισ. $, σύμφωνα με την ανώτατη τραπεζική ρυθμιστική αρχή, με το 40% να αφορά το ευρώ. Υπάρχουν όμως και μεγάλα ποσά στο ίδιο νόμισμα που δεν κατευθύνονται προς τις τράπεζες και προέρχονται κυρίως από τις αποταμιεύσεις των Τούρκων εργαζόμενων σε χώρες της Ευρώπης.

Αυτή η μεταστροφή αυξάνει τις πιέσεις στην τουρκική λίρα που υποχωρεί κατά 4,5% έναντι του δολαρίου από τις αρχές Ιουλίου, διαμορφώνοντας μία ισοτιμία χαμηλότερη από το 17,5:1. Η τουρκική λίρα υποτιμάται κατά 44% έναντι του δολαρίου κατά το 2021, με την πτώση να αυξάνεται κατά 25% κατά την διάρκεια του πρώτου εξαμήνου του 2022. Σύμφωνα με το τμήμα τεχνικών αναλύσεων της Societe Generale, η ισοτιμία της λίρας προς το δολάριο θα φθάσει το 22:1 στα τέλη του 2022, με την υποτίμηση για ολόκληρο το έτος να διευρύνεται στο 39,5%.

Εάν υλοποιηθούν και αυτές οι προβλέψεις, τότε εντός της διετίας 2021-2022, η τουρκική λίρα θα έχει χάσει τα τέσσερα πέμπτα της αξίας της έναντι του δολαρίου με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τις απαραίτητες εισαγωγές που τροφοδοτούν την επιχειρηματική δραστηριότητα στην χώρα. Η εξασθένιση του ευρώ προσθέτει νέα επαχθή βάρη στην ήδη εύθραυστη τουρκική οικονομία και συνδυάζεται με τις πιέσεις που ωθούν το δολάριο σε υψηλότερα επίπεδα. Οι εξαρτώμενοι από τις εισαγωγές παραγωγοί αναπόφευκτα θα μετακυλήσουν τις συναλλαγματικές διαφορές προς την κατανάλωση, με το δείκτη τιμών παραγωγού να διαμορφώνεται επίσημα τον Ιούνιο στο 138% και τον πληθωρισμό να αναρριχάται στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων 25 ετών.

Πού θα σταματήσει η λίρα

Όπως εξηγεί ο επικεφαλής των οικονομολόγων του Διεθνούς Χρηματοοικονομικού Ινστιτούτου (Institute of International Finance-IIF), Robin Brooks, οι διεθνείς αγορές έχουν προ πολλού εγκαταλείψει την Τουρκία. Οι κρίσεις στην Αργεντινή και στην Τουρκία το 2018, οδηγούν σε διάχυση των παρενεργειών τους στις αναδυόμενες αγορές, αλλά όπως τονίζει ο ίδιος, αυτή την φορά δεν πρόκειται να προκληθούν ανάλογα αρνητικά φαινόμενα, από την στιγμή που οι δύο χώρες δεν έχουν εισροές κεφαλαίων από επενδυτικά χαρτοφυλάκια και πρακτικά έχουν απομονωθεί για λόγους ασφαλείας από τις διεθνείς αγορές.

Η διολίσθηση της τουρκικής λίρας προς τα επίπεδα του 18:1 σε σχέση με το δολάριο και οι πωλήσεις συνεχίζονται, με μοναδική πλέον διέξοδο την εξεύρεση νέων πηγών κεφαλαίων από το εξωτερικό, ώστε να αποκατασταθούν τα συναλλαγματικά αποθέματα που κινούνται στο αρνητικό επίπεδο των -55 δισ. $. Οι οικονομικοί αναλυτές του γνωστού ειδησεογραφικού πρακτορείου Reuters, εκφράζουν σοβαρές ανησυχίες για το εάν και κατά πόσον οι επιχειρήσεις θα διατηρήσουν τους ειδικούς λογαριασμούς προστασίας από την υποτίμηση στην τουρκική λίρα (KKM), που εισάγονται τον Δεκέμβριο του 2021, ή θα υποχρεωθούν να τους μετακυλήσουν για να καλύψουν συναλλαγματικές υποχρεώσεις.

Οι αγορές καταγράφουν προσεκτικά τις μετακυλήσεις που αναδύονται στο τρίτο δεκαήμερο του Ιουλίου και αναμένεται να ενταθούν κατά την διάρκεια των επόμενων 3-5 εβδομάδων. Προς το παρόν δεν παρατηρείται μεγάλη ζήτηση συναλλάγματος λόγω της ύπαρξης των λογαριασμών KKM, αλλά οι μετακυλήσεις αναγκαστικά θα προκαλέσουν ζήτηση σκληρού συναλλάγματος πιέζοντας υποτιμητικά το εθνικό νόμισμα.

Τελικά οι προστατευόμενες καταθέσεις φθάνουν περίπου τα 50 δισ. $, με το 54% να ανήκει σε εταιρείες, ενώ αντιπροσωπεύουν μόλις το 9,5% του συνόλου και παρά τις προσπάθειες της κυβέρνησης, οι καταθέσεις σε συνάλλαγμα ανέρχονται σε 157 δισ., αποτελώντας το 64,6% των καταθέσεων της λιανικής τραπεζικής. Τα δεδομένα στοιχειοθετούν την πλήρη σχεδόν αποτυχία της επιχείρησης αποδολαριοποίησης, ενώ η τουρκική λίρα από την ισοτιμία του 11,4:1 στις 20 Δεκεμβρίου καταρρέει στο 17,95:1 στα τέλη Ιουλίου.

Η αρνητική εξέλιξη συνεπάγεται πως ένας καταθέτης στο πρόγραμμα προστασίας με ετήσιο επιτόκιο 17%, έχει μία απόδοση στο πρώτο εξάμηνο του 2022 της τάξης του 8,5%. Όμως στην ίδια περίοδο ένας καταθέτης σε συνάλλαγμα έχει ένα όφελος της τάξης του 37,5% λόγω της υποτίμησης, με συνέπεια η Κεντρική Τράπεζα Τουρκίας και το υπουργείο Οικονομικών να καλούνται να καλύψουν μία διαφορά της τάξης του 29%. Πρόκειται για ένα τρομακτικό βάρος που προστίθεται στο δημόσιο ταμείο και συνεπακόλουθα στους φορολογούμενους, που ήδη έχουν αρχίσει να δυσανασχετούν.

Πηγή

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.