Ακριβώς όπως υπάρχουν καταρράκτες κάτω από τους ωκεανούς , μπορεί να υπάρχουν και λίμνες στο βυθό της θάλασσας.
Οι μεν καταρράκτες διατηρούνται χωριστά από το περιβάλλον σώμα του νερού λόγω της πυκνότητάς τους, που προκύπτει από τη διαφορά θερμοκρασίας, οι δε λίμνες γίνονται διακριτές λόγω της αλατότητάς τους. Αυτές οι λίμνες ή πισίνες άλατος διαθέτουν νερό πυκνότερο σε σχέση με το θαλασσινό και για αυτό είναι ευδιάκριτες από την υπόλοιπη θάλασσα. Η κύρια ονομασία τους είναι «πισίνες αλατότητας» (brine pools). H παρουσία τους είναι συνηθισμένη στον Κόλπο του Μεξικού, με τις μικρότερες να έχουν μέγεθος λακκούβας και τις μεγαλύτερες να φτάνουν σε μήκος μέχρι και τα 20 χιλιόμετρα.
Σήμερα, ο Κόλπος του Μεξικού είναι μια βαθιά λεκάνη, όμως περίπου 150 με 200 εκατομμύρια χρόνια πριν ο κόλπος ήταν ρηχός και απομονωμένος από τον υπόλοιπο ωκεανό. Με το πέρασμα των χρόνων το αλμυρό νερό αυξήθηκε και όταν τελικά εξατμίστηκε, άφησε πίσω του μια εντυπωσιακή ποσότητα αλατιού στον βυθό της θάλασσας, σε ένα παχύ στρώμα βάθους έως και 8 χλμ. Όταν οι δύο τεκτονικές πλάκες κινούνταν κάτω από την περιοχή Κόλπου του Μεξικού, είχαν σαν αποτέλεσμα τη δραματική πτώση του δαπέδου κόλπου, το οποίο άνοιξε μια δίοδο προς τον ωκεανό και ο Κόλπος γέμισε και πάλι νερό.
Με το πέρασμα του χρόνου το στρώμα αλάτων καλύφθηκε με ιζήματα που εμπόδιζαν το αλάτι να διαλύεται ενώ παράλληλα το θαλασσινό νερό «έσπρωχνε» το στρώμα των αλάτων να ταφεί βαθύτερα και βαθύτερα. Όταν τα άλατα, βρίσκουν όμως δίοδο ανεβαίνουν μέσα από τα στρώματα των ιζημάτων και διεισδύουν στο θαλασσινό νερό με αποτέλεσμα το αλάτι διαλύεται τριγύρω και να σχηματίζεται μια τοπική δεξαμενή νερού, δηλαδή μια πισίνα άλατος.
Οι πισίνες άλατος έχουν πολλές φορές μεγαλύτερη πυκνότητα και μεγαλύτερο βάρος από το νερό που τις περιβάλλει. Αυτές οι λίμνες μέσα στους ωκεανούς συμπεριφέρονται με τον το ίδιο τρόπο, όπως και οι λίμνες που βρίσκονται πάνω στην επιφάνεια της γης. Για παράδειγμα, δημιουργούνται κυματισμοί στην επιφάνεια της λίμνης άλατος, που προκαλούνται από την κίνηση του θαλασσινού νερού, ακριβώς όπως ο άνεμος προκαλεί κυματισμούς στην επιφάνεια των υδάτινων σωμάτων.
Αυτού του είδους οι υποθαλάσσιες λίμνες είναι τόσο πυκνές, ώστε τα ψάρια και τα άλλα θαλάσσια πλάσματα μπορούν μόνο να επιπλέουν στην επιφάνειά τους, όπως και οι άνθρωποι μπορούν να επιπλέουν στη Νεκρά Θάλασσα. Όταν οι ερευνητές έστειλαν υποβρύχια για να ερευνήσουν μια τέτοια πισίνα άλατος, διαπίστωσαν ότι τα υποβρύχια μπορούσαν στην πραγματικότητα να φτάσουν μόνο στην επιφάνεια της λίμνης.
Σε αυτές τις πισίνες άλατος επιβιώνουν κυρίως μύδια χάρη σε μια συμβιωτική σχέση με διάφορα άλλα βακτήρια. Κι ενώ τα μύδια καταφέρνουν να ευδοκιμούν κατά μήκος μιας υποθαλάσσιας πισίνας άλατος, η περιεκτικότητα σε αλάτι είναι τοξική για τα περισσότερα πλάσματα της θάλασσας. Οι λίμνες δεν περιέχουν σχεδόν καθόλου οξυγόνο και το νερό είναι υπερβολικά αλμυρό για να επιβιώσουν τα ζώα. Ορισμένες πισίνες άλατος περιέχουν επίσης τοξικές χημικές ουσίες, όπως υδρόθειο και μεθάνιο, που σκοτώνουν κάθε ψάρι και θαλάσσιο πλάσμα που έρχεται σε επαφή μαζί τους.
Εκτός από τον Κόλπο του Μεξικού, οι πισίνες άλατος βρίσκονται στην Ερυθρά και τη Μεσόγειο Θάλασσα.