Στη Ρώμη ερωτεύεσαι 100 φορές τη μέρα!

La vena che hai sulla fronte è la cosa più bella che ho visto a Roma!

Ο Malkiel και ο Peter γιορτάζουν την 5η τους επέτειο στο παταράκι του Gregory’s Jazz Club της Ρώμης σ’ ένα στενάκι δυο βήματα περπάτημα απ’ την Piazza di Spagna. Στο παταράκι περίπου 50 άνθρωποι σιωπηλοί απολαμβάνουν το τσέλο και το πιάνο που έκεινη τη στιγμή παίζουν κάτι από Chet Baker. Κανείς τους δε μιλάει· κι αν μιλάει, ψιθυρίζει. Στα ποτήρια των περισσοτέρων κόκκινο κρασί ή bourbon. Ακόμη κι ο σερβιτόρος σε καλωσορίζει απευθυνόμενος στο αυτί σου, κανένας δεν τολμά να διαταράξει τη μαγεία που γενναιόδωρα οι μουσικοί προσφέρουν, το ίδιο γενναιόδωρα που λίγο αργότερα θα προσφέρουν τη θέση τους στους θαμώνες. Έξω βροντά μα ουδείς πτοείται. Ο Malkiel και ο Peter στη γωνιά τους αγαπήμενοι και διακριτικοί ανταλλάσουν βλέμματα και φιλιά. Ουδείς ενοχλείται. Η μπάντα ανακοινώνει ότι θα κάνουν ένα δεκάλεπτο διάλειμμα και θα επιστρέψουν, το δεκάλεπτο γίνεται δίωρο. Για 120 λεπτά επισκέπτες απ’ όλο τον κόσμο ανεβαίνουν στη σκηνή με φλογέρες, κιθάρες και σαξόφωνα. Πλέον ακούμε Armstrong και Infirmary Blues. O Gianluca όρθιος με το σαξόφωνό του κλείνει τα μάτια αφοσιωμένος, το πόδι του κουνιέται ρυθμικά στο ξύλινο πάτωμα και μια φλέβα χτυπάει στο μέτωπό του.

– Ηai mai bevuto un espresso autentico?
– Ci vediamo alle dieci alla Fontana!
– Ma quale dici ? Ne abbiamo 200!
-Ma ovviamente quella che fa realizzare i nostri desideri!

Ο εσπρέσο στη Ρώμη αποτελεί μυστηριακή ιεροτελεστία για τους ντόπιους κι ας τον πίνουν κυριολεκτικά στο ποδάρι. Ιεροτελεστία που ο τουρίστας ίσως δυσκολευτεί ν’ αντιληφθεί την πρώτη φορά που θα διαπιστώσει ότι τα περισσότερα cafe του κέντρου δεν έχουν καν τραπεζοκαθίσματα, έχουν όμως επιβλητικότατα μακρόστενα μπαρ που συνοδευόνται από βιτρίνες με ό,τι γλύκισμα μπορεί να βάλει ο νους σου. Ο εσπρέσο εκεί σερβίρεται σκέτος, καυτός και καταναλώνεται άμεσα αφού πρώτα κουνήσεις λίγο το ποτηράκι κι αφήσεις το χαρμάνι να γεμίσει τα ρουθούνια σου. Αν σου περισσεύει ένα ακόμα δεκάλεπτο, παραγγέλνεις και δεύτερο και βγαίνεις να τον απολαύσεις στο πλακόστρωτο παρέα με πολίτες ή ταξιδιώτες που φωτογραφίζουν, συζητούν δυνατά, και καπνίζουν έξω μιας κι εκεί τηρείται κατά γράμμα ο αντικαπνιστικός νόμος. Ίσως τελικά να ξέρουν ένα μυστικό που εμείς αγνοούμε διότι είναι γεγονός πως σ’ αυτά τα πλακόστρωτα γίνονται οι ωραιότερες συζητήσεις, σε μια πόλη που έτσι κι αλλιώς οι άνθρωποι συνομιλούν, γνωρίζονται, ζουν, εργάζονται κι αναμειγνύονται αρμονικά σ’ ένα πολυπολιτισμικό παζλ προσωπικοτήτων.

Lascia le scarpe con i tacchi a spillo in valigia e allacia quelle sportive bella!

Αν δεν περπατήσεις έναν τόπο δεν πρόκειται να τον μάθεις, σ’ όσα πούλμαν και αν μπεις, όσους ξεναγούς κι αν εμπιστευτείς. Αν δε χαθείς στα στενά, αν δε διαπιστώσεις ότι το αριστερά που έστριψες έπρεπε να ‘ναι δεξιά κι αν δεν πιάσεις κουβέντα με πλανόδιους πωλητές. Στη Ρώμη τα βρίσκεις όλα σε πλεόνασμα. Και τα στενά και τους πωλητές και τα χασίματα. Κι όσο χάνεσαι κάπου μέσα σου αναρωτιέσαι αν θες όντως να ξαναβρεθείς (για) εκεί απ’ όπου ξεκίνησες. Ακόμη όμως κι αν μπερδευτείς τόσο που ίσως για λίγο χτυποκαρδίσεις, αν σηκώσεις το κεφάλι θα δεις μια Madonnelle κρεμασμένη σχεδόν σε κάθε σταυροδρόμι να προστατεύει τους περαστικούς απ’ τα δαιμόνια τις νύχτες που εκείνα σουλατσάρουν. Πέρα απ’ τα προφανή που διαπιστώνεις μ’ ένα μισάωρο σεριάνισμα σε οποιοδήποτε σημείο της παλιάς πόλης της Ρώμης· την απαράμιλλη αρχιτεκτονική αισθητική, το σεβασμό που οι οδηγοί επιδεικνύουν στους πεζούς και τη γενικότερη αίσθηση ηρεμίας – αυτό που κυρίως θα σε συνεπάρει είναι η προθυμία κι η οικειότητά τους. Ακόμη και μόνος να βρεθείς στη Ρώμη είναι βέβαιο ότι δε θα ‘σαι μόνος για πολύ – κι αν θα ‘σαι θα ‘ναι καθαρά από επιλογή δική σου.

Passerei mesi interi vicino al tuo collo, annusando il tuo profumo!

Χρώματα, αρώματα και κοπλιμέντα. Η Ρώμη αρνείται πεισματικά να υποστηρίξει τον urban ρόλο του Λονδίνου, της Μαδρίτης ή της Αθήνας. Στη Ρώμη ακόμη και τα πιο urban στοιχεία της μυρίζουν βανίλια κι έχουν χρώμα κοραλί ή λιλά. Ολόκληρη η πόλη έχει χρώμα κοραλί ή λιλά, τώρα που το καλοσκέφτομαι. Κι ολόκληρη η πόλη μοσχομυρίζει κάτι από αναγέννηση και κάτι από συμπάθεια. Μια πόλη που δεν τσιγγουνεύεται τα χαμόγελα και τις φιλοφρονήσεις. Μια πόλη στην οποία ζουν άνθρωποι ακομπλεξάριστοι, διαθέσιμοι και ανοιχτοί στο να ερωτοτροπήσουν κι ας είναι το ειδύλλιο να τερματίσει μόλις το φανάρι ανάψει πράσινο. Αγαπούν τον έρωτα τόσο, ώστε ακόμα και σ’ έκείνη που τους πλήγωσε έχουν αφιερώσει ολόκληρη οδό. «Via Della Scrofa» θα διαβάσεις σε μία απ’ τις πινακίδες του κέντρου κι ίσως προς στιγμήν απορήσεις – η λέξη «scrofa» σημαίνει ακριβώς ό,τι σημαίνει κι εδώ, έτσι κι αλλιώς από εκείνους τη δανειστήκαμε. Υπάρχει μεγαλύτερη τόλμη απ’ το να τιμάς τον πόνο σου; Do it like the Italians λέμε όταν μιλάμε για φλερτ και με λίγες μόλις μέρες παρουσίας δεν αμφισβητείς ούτε λεπτό την αξιοπιστία της προτροπής. Οι Ιταλοί φλερτάρουν παντού, διαρκώς και πετυχημένα. Φλερτάρουν στο δρόμο, στο μετρό, σε μία απ’ τις δεκάδες πλατείες, φλερτάρουν στα βιαστικά, φλερτάρουν μ’ επιχείρημα. Φλερτάρουν κι ας μη σε ξαναδούν ποτέ. Φλερτάρουν χωρίς να τους ενδιαφέρει αν θ’ απορριφθούν. Φλερτάρουν χωρίς να νοιάζονται καν αν ξέρουν να φλερτάρουν· και γι’ αυτό φλερτάρουν και τόσο έξυπνα. Φλερτάρουν έτσι όπως δε σ’ έχουν ξαναφλερτάρει.

– Ηai fame?
– Si un po’!
– A Roma è vietato avere poca fame!

Pizza, pasta, panna cotta, gelato, tiramisù κι όρεξη να ‘χεις να μετράς παραλλαγές σ’ όλα τα προηγούμενα. Ένα σωστό δείπνο ξεκινάει με χαϊδεμα του ουρανίσκου και καταλήγει με κρασί σε πλαστικό κι εξομολογήσεις στην Fontana del Pantheon, που αν και λιγότερο διαφημισμένη απ’ την Di Trevi σου προσφέρει εκτός απο συγκλονιστική θέα κι άμεση πρόσβαση σε μερικά απ’ τα λιγοστά μπαράκια της παλιάς πόλης που κρατιούνται ανοιχτά μετά τη μία. Αν ωστόσο σ’ ελκύουν οι ελαφρώς κακόφημες περιοχές κι αν θες να το ζήσεις όντως σαν λόκαλ τότε επιβιβάζεσαι στο λεωφορείο υπ’ αριθμόν 70, κατεβαίνεις στη στάση Maria Maggiore και ανηφορίζεις (για λίγο, μετα κατηφορίζεις) μέχρι να βρεις στα δεξιά σου το Black Market. Εκεί άπαξ και μπεις κλείσε το κινητό σου, απλώσου αναπαυτικά σε μία απ’ τις δερμάτινες πολυθρόνες, βεβαιώσου ότι η παρέα που σε συνοδεύει είναι μια παρέα που διψάς ν’ ανακαλύψεις, παρήγγειλε ένα απ’ τα φημισμένα κοκτέιλ τους κι ας μην καταλαβαίνεις γρη απ’ τις κωδικές ονομασίες και τα ιδιαίτερα υλικά που χρησιμοποιούν κι επίτρεψε στον εαυτό σου ν’ αφεθεί στην ατμόσφαιρα. Ξέχνα ποιος ήσουν πριν μπεις και μη σ’ αποσχολεί καθόλου ποιος θα ‘σαι όταν βγεις – έτσι κι αλλιώς δε θα ‘σαι ο ίδιος.

– Che cosa vorresti ascoltare?
– Qualcosa di Andrea Bocelli!

Στο παταράκι η ώρα είναι τρεις και κανένας δεν έχει διάθεση να φύγει απ’ το παταράκι, απ’ το παρόν, απ’ τη Ρώμη την ίδια. Time to say goodbye παίζει ο Gianluca στο σαξόφωνό του κι εκείνη η φλέβα στο μέτωπο δε λέει να σταματήσει να χτυπάει, μόνο που επάνω της τώρα πια γράφονται ολόκληρες γραμμές. Ανοίγουμε την πόρτα ξημερώματα ήδη, την ώρα που ακούγονται τα πρώτα buongiorno και καθώς επιβιβαζόμαστε στο πούλμαν για το Ciampino προλαβαίνουμε να ρίξουμε μια κλεφτή ματιά στην Piazza di Spagna. Ρώμη δε θα γλυτώσουμε εύκολα από εσένα.

La cosa più bella che ho visto sulla tua fronte è Roma!

 

Συντάκτης: Κατερίνα Κεχαγιά

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.