Τα “Like” που κάνουμε στο Facebook αποκαλύπτουν τα πάντα για εμάς

Εξήντα οκτώ likes μας στο Facebook αρκούν για να προβλέψει κάποιος με ακρίβεια 95% το χρώμα του δέρματός μας, κατά 85% τη σεξουαλική μας ταυτότητα και κατά 88% τις πολιτικές μας πεποιθήσεις.

Δέκα likes είναι αρκετά ώστε ένας διαδικτυακός «φίλος» μας να μας μάθει καλύτερα από κάποιον συνεργάτη μας και 70 για να μπορεί να πει περισσότερα για εμάς από ό,τι ένας «κανονικός» φίλος μας.

Με 150 likes αποκαλύπτονται πράγματα που μπορεί να αγνοεί η οικογένειά μας ενώ στα 300 likeς κάποιοι μπορούν να καταλάβουν περισσότερα ακόμη και από τους συντρόφους μας.

Τα παραπάνω, που είναι ενδεικτικά για την πιθανή διείσδυση των social media στα προσωπικά δεδομένα των χρηστών, προκύπτουν από στοιχεία έρευνας του Πανεπιστημίου του Cambridge (2012), στα οποία αναφέρθηκε στο Ευρωκοινοβούλιο ο ερευνητής Φοίβος Παπαδάκης, υποψήφιος διδάκτορας του King’s College (Λονδίνο).

Την ίδια στιγμή και παρά το γεγονός ότι σκάνδαλα όπως του Facebook και της Cambridge Analytica απέδειξαν στην πράξη τη χρήση των social media και για πολιτικούς σκοπούς, οι πλατφόρμες δεν φαίνεται να ζημιώθηκαν στην πράξη.

Σύμϕωνα με στοιχεία που παρουσίασε ο Μαρκ Κόουτ (Mark Cote), senior lecturer του King’ s College σε θέματα δεδομένων, πολιτισμού και κοινωνίας, μιλώντας σε εκδήλωση της Ευρωπαϊκής Αριστεράς ύστερα από πρωτοβουλία του ευρωβουλευτή Στέλιου Κούλογλου, «το ενδιαϕέρον είναι ότι μετά το σκάνδαλο της Cambridge Analytica και βάσει στοιχείων του τελευταίου τριμήνου του 2018, τα έσοδα του Facebook αυξήθηκαν, κάτι που δείχνει ότι δεν επηρεάστηκε ιδιαίτερα αρνητικά.

Τα έσοδα από διαφημίσεις αυξήθηκαν κατά 43,2% και όλα δείχνουν ότι το Facebook για το 2018 θα συντρίψει τον πήχη των 50 δισ. ευρώ σε έσοδα».

O κ. Κόουτ αναϕέρθηκε ακόμη στην ανάπτυξη των μονοπωλίων του Διαδικτύου και των social media -GAFA, google, apple, facebook, amazon- κι απαρίθμησε τα 98 πραγματα «που ξέρει το Facebook για καθέναν από εμάς κι ενδεχομένως δεν γνωρίζουμε ότι τα ξέρει».

Τόνισε ότι όλα αυτά τα προσωπικά δεδομένα χρησιμοποιούνται για να στοχεύσουν τους χρήστες με διαϕημίσεις και πρόσθεσε: «Δεν υπάρχει λόγος να δεχτούμε μια κατάσταση, όπου η καθημερινή μας ζωή, οι εμπειρίες, τα βιώματα και οι κοινωνικές μας σχέσεις θα δημιουργούνται ολοένα και περισσότερο από τα data points και όπου θα έχουμε μόνο συναλλακτική σχέση, καθώς και παρέμβαση και διείσδυση των data points στην προσωπική μας ζωή και επιρροή και σε πολιτικές διαδικασίες».

Από την πλευρά του, παρουσιάζοντας στοιχεία για την εκθετική ανάπτυξη του ψηφιακού κόσμου, ο κ. Παπαδάκης επισήμανε ότι κάθε μέρα παράγονται 2,5 πεντάκις εκατομμύρια bytes δεδομένων, ότι το 90% των data στην παγκόσμια ιστορία δημιουργήθηκε την τελευταία διετία, ότι κάθε μέρα γίνονται 5 δισεκατομμύρια αναζητήσεις στην Google και κάθε λεπτό οι χρήστες του YouTube παρακολουθούν 4,1 εκατομμύρια βίντεο.

«Υπάρχει ένα χάσμα στη σύγχρονη δημοκρατία, μεταξύ εκείνων που παράγουν δεδομένα και εκείνων που τα ελέγχουν. Υπάρχει ανάγκη για να αντιμετωπιστούν αυτά τα φαινόμενα παγκοσμίως. Τι μπορούμε να κάνουμε; Μεταξύ άλλων, να διασφαλίσουμε διαφάνεια στο λογισμικό με σκοπό να αυξηθεί η εμπιστοσύνη των χρηστών αλλά και να εμπλακεί η κοινωνική επιστήμη στην ανάπτυξη των αλγορίθμων», συμπλήρωσε.

Τη μετατόπιση της διαφημιστικής δαπάνης από τα παραδοσιακά μέσα όπως οι εφημερίδες προς τα κοινωνικά δίκτυα, επισήμανε, από την πλευρά της, η Τζένιφερ Πίμπους (Jennifer Pymbus), διδάκτορας ψηφιακού πολιτισμού στο King’s College: «Aν κοιτάξουμε την ψηφιακή διαφήμιση, η βιομηχανία αυτή έχει αλλάξει ριζικά. Το 2017 το 57% της βιομηχανίας αφορούσε δυο βασικούς παίκτες: την Google, η οποία προσέλκυσε διαφημιστική δαπάνη 63 δισ. λιρών και το Facebook (24 δισ. λίρες). Την ίδια στιγμή, τα ψηφιακά έσοδα της εφημερίδας Guardian ανήλθαν σε μόλις 94,2 εκατομμύρια λίρες -και σε αυτά συνυπολογίζονται και οι συνδρομές, όχι μόνο η διαφήμιση. Όσοι, λοιπόν, θέλουν να διαφημιστούν απευθύνονται απευθείας σε αυτές τις δυο εταιρείες. Αυτή είναι η μεγάλη διαφορά που έγινε αισθητή την τελευταία δεκαετία ως αποτέλεσμα της κατάχρησης των προσωπικών μας δεδομένων».

Αναφερόμενη στη δυνατότητα στοχευμένης προσέγγισης που προσφέρει η χρήση των προσωπικών δεδομένων, όχι μόνο για εμπορικούς αλλά και για πολιτικούς σκοπούς, η κ. Πίμπους υποστήριξε ακόμη ότι «στην κορωνίδα της εκστρατείας του Ντόναλντ Τραμπ για την Προεδρία των ΗΠΑ, υπήρχαν 1000 διαϕορετικές διαϕημίσεις για 1000 διαϕορετικούς τύπους ατόμων και 100.000 διαϕορετικές ιστοσελίδες».

Την πεποίθηση ότι τα social media «ελέγχονται από όσους έχουν χρήμα και εξουσία», εξέφρασε η Μανάλ αλ Σαρίφ (Manal Alsharif), ιδρύτρια του κινήματος #Women2Drive, υπέρ του δικαιώματος των γυναικών στη Σαουδική Αραβία να οδηγούν και της ακαδημίας #Women2Hack.

Η Μανάλ αλ Σαρίφ, που έχει χαρακτηριστεί από το περιοδικό ΤΙΜΕ ως ένα από τα 100 πιο επιδραστικά άτομα στον κόσμο και θεωρείται η πρώτη γυναίκα στη Σαουδική Αραβία, με ειδίκευση στην ασφάλεια συστημάτων πληροφορικής, τόνισε: «Από 60 εκατομμύρια χρήστες το 2011 στο Twitter, σήμερα υπάρχουν πάνω από 300 εκατομμύρια, μετά και τη διαγραφή 70 εκατομμυρίων ψεύτικων ή κακόβουλων λογαριασμών. Οι κυβερνήσεις βάζουν στο στόχαστρο τους influencers στο Twitter. Για παράδειγμα, στα γραφεία της εταιρείας στο Ντουμπάι βρήκαν τις διευθύνσεις IP αυτών των ανθρώπων. Ένας από αυτούς βασανίστηκε και σκοτώθηκε. Το 2011, στις 2 τα ξημερώματα και ενώ ο δίχρονος γιος μου κοιμόταν, έστειλαν αστυνομία στο σπίτι μου να με συλλάβει. Βέβαια, από την άλλη, αν κάποιος γείτονας δεν τουίταρε για τη σύλληψή μου, μπορεί να είχα εξαφανιστεί», συμπλήρωσε η Μανάλ αλ Σαρίφ.

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.