Η Εκκλησία δέχεται τη βασκανία, δηλαδή την επέμβαση του πονηρού πνεύματος και τη θεωρεί έργο του διαβόλου. Σχετίζεται κυρίως με τον φθόνο και τη ζήλεια.
Στην απάντηση μας αυτή δεν θα αναφερθούμε σε αυτόν που «ματιάζεται», αλλά σε αυτόν που «ματιάζει». Και αυτό, γιατί πρέπει να εξετάσουμε και να πολεμήσουμε την πηγή της βασκανίας. Το ερώτημα δεν είναι γιατί «μας πιάνει το μάτι», αλλά γιατί κάποιοι έχουν αυτή την αρνητική ικανότητα…
Ο καθένας από εμάς μπορεί να ματιάσει; Όχι. Άρα αυτός που μπορεί, τι έχει ή μάλλον τι του λείπει και μεταδίδει αρνητική ενέργεια «δια της οράσεως»;
Είπαμε ότι οι πατέρες της Εκκλησίας αποδίδουν το μάτι σε «δαιμόνιο». Αυτός που ματιάζει έχει «δαιμόνιο». Ακούγεται βαρύ αλλά έτσι είναι.
Αυτός που ματιάζει, συνήθως απέχει από την εκκλησία και τα μυστήρια της. Δεν εξομολογείται, δεν κοινωνεί των Αχράντων μυστηρίων, δεν κάνει τον Σταυρό του ή τελοσπάντων ανήκει στο Σώμα της Εκκλησίας αλλά δεν μετέχει συνειδητά στα μυστήρια της… και μάλλον έτσι είμαστε οι περισσότεροι: «ο λαός ούτος τω στόματι αυτών και τοις χείλεσί με τιμά, η δε καρδία αυτών πόρρω απέχει απ΄ εμού· (Ματθ. ιε,8)
Δυστυχώς, έτσι είναι όσο και αν ακούγεται άσχημα όσο και αν δεν θέλουμε να το παραδεχτούμε, η αποχή και η απομάκρυνση από τον θείο δρόμο από τον μη εκκλησιασμό, μόνο πόρτες ανοίγει στον διάβολο με ό,τι μπορεί να συνεπάγεται αυτό.
Ο καθένας από εμάς λοιπόν, πρέπει να εξετάσει τον εαυτό του σχετικά με την ειλικρινή συμμετοχή του στα μυστήρια και στον εκκλησιασμό και να ασφαλίσει τον εαυτό του με το μεγαλύτερο όπλο κατά του διαβόλου που είναι ο Σταυρός.
Πηγή: dogma.gr