Ένας πατέρας που είναι αγχωμένος στην διάρκεια της εγκυμοσύνης της μητέρας είναι πιθανότερο να έχει παιδιά με συναισθηματικά και συμπεριφορικά προβλήματα, σύμφωνα με νέα έρευνα την οποία επικαλείται η Telegraph.
Τα δεδομένα της μελέτης, που δημοσιεύτηκαν στην επιστημονική επιθεώρηση «Development & Psychopathology», δείχνουν ότι τα παιδιά των οποίων οι πατέρες είχαν στρες εμφανίζουν μεγαλύτερο πείσμα και νευρικότητα συγκριτικά με αυτά που οι πατέρες τους ένιωθαν ευεξία στην περίοδο της εγκυμοσύνης της μητέρας.
Η μέχρι τώρα έρευνα είχε επικεντρωθεί στη μητέρα. Η παρούσα μελέτη που διεξήχθη από το Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ, είναι η πρώτη που μελετά την επίδραση της ψυχικής υγείας και των δύο γονιών στην ανάπτυξη του παιδιού και που παρατηρεί το τελευταίο στα δύο πρώτα χρόνια της ζωής του.
Η επικεφαλής της παρούσας μελέτης, η καθηγήτρια Κλαιρ Χιουγκς, τονίζει τη σημασία του να μην παραγκωνίζεται η σχέση του παιδιού με τον πατέρα καθώς και τα πρώιμα προβλήματα στη σχέση του παιδιού και με τους δυο γονείς μπορεί να έχουν μακροπρόθεσμες επιπτώσεις.
Στη συνέχεια η ίδια, σχολιάζοντας τα αποτελέσματα της έρευνας, λέει πως αυτά αναδεικνύουν την ανάγκη πιο πρώιμης και αποτελεσματικής παροχής ψυχολογικής στήριξης στο ζευγάρι ώστε και οι δύο γονείς να είναι καλύτερα προετοιμασμένοι για τη μετάβαση στη γονεϊκότητα.
Διαπιστώθηκε επίσης, ότι τα παιδιά δύο ετών ήταν πιθανότερο να εκφράσουν συναισθηματικά προβλήματα –να είναι δυστυχισμένα, να ανησυχούν, να κλαίνε, να φοβούνται εύκολα ή να προσκολλώνται σε καταστάσεις- αν οι γονείς τους είχαν προβλήματα στη μεταξύ τους σχέση την πρώτη περίοδο μετά τη γέννηση τους. Τα προβλήματα στη σχέση των γονιών που φέρουν αυτές τις συναισθηματικές αποκρίσεις στα παιδιά ποικίλουν από απλή έλλειψη ευτυχίας στο ζευγάρι έως καυγάδες και άλλα είδη συγκρούσεων.
Οι συντάκτες της μελέτης υποστηρίζουν ότι, αν και υπάρχουν γενετικοί παράγοντες που εξηγούν μερικώς το πώς η πριν από τη γέννηση πατρική συμπεριφορά επηρεάζει το παιδί, δεν μπορούν να βασιστούν σε αυτούς για την εύρεση απόλυτων εξηγήσεων.
Οι ίδιοι υποθέτουν ότι ίσως το στρες της μητέρας που ζει με έναν δυστυχή ή γεμάτο άγχος σύντροφο να μεταφέρεται ενδομητρίως στο έμβρυο, ακόμα και αν οι ίδιες οι μητέρες δεν είναι ούτε δυστυχισμένες ούτε έχουν στρες.
Στη μελέτη οι ερευνητές αποτίμησαν μέσω ερωτηματολογίων και συνεντεύξεων την ψυχολογική κατάσταση 438 ζευγαριών που έμελλε να γίνουν γονείς. Συγκεκριμένα, οι συμμετέχοντες ανέφεραν συμπτώματα άγχους ή κατάθλιψης κατά το τρίτο τρίμηνο της εγκυμοσύνης. Οι αναλύσεις αυτές επαναλήφθηκαν στους τέσσερις, τους 14 και τους 24 μήνες μετά τη γέννηση. Σε αυτές συμπεριλήφθηκαν αναλύσεις για την ποιότητα της σχέσης του ζευγαριού και για τα συναισθήματα και τις συμπεριφορές του παιδιού.