Ἀμαλία Κ. Ἠλιάδη
ἱστορικός-φιλόλογος
ἱστορικός-φιλόλογος
Οἱ πληθυσμοί τῆς Μακεδονίας στίς παραμονές τοῦ Μακεδονικοῦ Ἀγῶνα ἦταν, ὡς πρός τή γλῶσσα, στήν πλειοψηφία τους: Σλαβόφωνοι, Ἑλληνόφωνοι, Βλαχόφωνοι, Ἀλβανόφωνοι. Οἱ πληθυσμοί αὐτοί στό μεγαλύτερο μέρος τους καί μετά τό 1870 διατήρησαν τήν ἑλληνική τους συνείδηση, ὅπως ἀποκαλύπτεται ἀπό τούς μακροχρόνιους καί σκληρούς ἀγῶνες γιά τήν κτήση καί κατοχή τῶν ἑλληνικῶν Σχολείων καί Ἐκκλησιῶν. Ἡ παρουσία τῶν Σλαβόφωνων πληθυσμῶν πού ἀποτελοῦσαν καί τήν πλειοψηφία σέ σύγκριση μέ τούς Ἑλληνόφωνους κατοίκους τῆς Μακεδονίας καθώς καί τούς Βλαχόφωνους καί τούς Ἀλβανόφωνους, προέκυψε ἀπό τίς μακροχρόνιες ἐπιμειξίες Ἑλλήνων καί Σλάβων τῶν ἑλληνικῶν – βυζαντινῶν χωρῶν πού συνέβησαν ἀπό τά τέλη του 6ου αἰ. μ.Χ. καί πρό πάντων ἀπό τίς ἀρχές τοῦ 7ου βυζαντινοῦ αἰῶνα. Αὐτοί οἱ Σλαβόφωνοι Ἑλληνικοί πληθυσμοί τῆς μεσαίας καί νότιας γεωγραφικῆς ζώνης δέχτηκαν στήν πλειοψηφία τους μόνο τή γλωσσική ἐπίδραση, ἡ δέ ἐθνική τους συνείδηση παρέμενε ἑλληνική. Εἶναι οἱ πασίγνωστοι «Γραικομάνοι» τοῦ Μακεδονικοῦ Ἀγῶνα.
Τό 1856 παρατηρεῖται εὑρύτατη διάδοση τοῦ Πανσλαβισμοῦ στά Βαλκάνια. Ὁ Πανσλαβισμός ἐξαπλώνεται εὑρέως στό πλαίσιο τῆς ἐφαρμογῆς τοῦ κύριου πολιτικοῦ στόχου τῆς Ρωσίας: ἡ ρωσική πολιτική ἐπινόησε τήν πανσλαβιστική κίνηση ἀνάλογη μέ τόν ἐπιδιωκόμενο στόχο της: νά πείθει τούς Οὐνίτες -Χριστιανούς Ὀρθόδοξους μεταστάντες στόν Καθολικισμό-τῆς Μακεδονίας νά ἀναγνωρίζουν τή Βουλγαρική Ἐξαρχία, μέ δόλωμα τή λήψη ὑλικῶν, χρηματικῶν ἀπολαβῶν. Ἡ πανσλαβιστική Ρωσία ταλαντευόταν πότε βοηθώντας τούς Βουλγάρους καί ἄλλοτε τούς Σέρβους καί πολλές φορές βοηθοῦσε καί τούς μέν καί τούς δέ, διότι καί οἱ δύο ἦταν Σλαβικοί λαοί καί μέσῳ αὐτῶν μποροῦσε νά ἀποκτήσει προγεφυρώματα στό Αἰγαῖο γιά τήν κάθοδό της πρός τή Μεσόγειο θάλασσα. Ἡ ρωσική «συμπαράσταση», κατά τό μεγαλύτερο μέρος της, ἐνδυνάμωνε τή βουλγαρική προπαγάνδα, ἐπειδή ἡ Σερβία ἀπό τό ἔτος 1882 συνδεόταν μέ τήν Αὐστρία μέ συνθήκη συμμαχίας καί αὐτό δέν ἄρεσε στούς Ρώσους Πανσλαβιστές, διότι θεωροῦσαν ἀντίπαλό τους τήν Αὐστρία.
Ἡ πανσλαβιστική Ρωσία ἐνδιαφερόταν κυρίως γιά τόν ἐθνολογικό ἐκσλαβισμό τῶν Σλαβοφώνων κατοίκων τῶν Εὐρωπαϊκῶν ἐπαρχιῶν τῆς Τουρκίας μέχρι τό 1896. Ἀπόδειξη τῶν ὑλικῶν μέσων τά ὁποῖα ἡ Ρωσική προπαγάνδα διέθετε γιά τήν ἐνίσχυση τῶν σερβικῶν προσπαθειῶν στή Μακεδονία εἶναι ἡ πληροφορία τήν ὁποία μᾶς παρέχει ὁ Ἕλληνας πρεσβευτής στό Βελιγράδι, ὁ ὁποῖος σέ γραπτή του ἀναφορά τό ἔτος 1887 ἀναφέρει πίστωση 4.000.000 φράγκων γιά τήν ἐξυπηρέτηση τῶν ἐθνικῶν ἀναγκῶν τῆς Σερβίας στή Μακεδονία ἀπό πλευρᾶς τῶν Ρώσων πρακτόρων: Ἀναφορά τοῦ Ἕλληνα πρεσβευτῆ στό Βελιγράδι γιά τό 1887: «Πρός ἐξαγοράν ὑπέρ τῶν σερβικῶν ὑποθέσεων κυρίως Ὀθωμανῶν ὑπαλλήλων, οἵτινες ὑπό τῶν Βουλγάρων ἐπίσης δωροδοκούμενοι, κατεδίωκον τούς Σέρβους διδασκάλους…». (Βλ. Νικολάου Βλάχου, καθηγητοῦ Ἱστορίας Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν, «Τό Μακεδονικό Ζήτημα ὡς φάσις τοῦ Ἀνατολικοῦ Ζητήματος : 1878-1908», σελ. 177-178).
Ὅμως, ἡ ἄκαμπτη ἐπιθυμία τῶν Σέρβων γιά κατάληψη τῆς Μακεδονίας τούς παρασύρει σέ ἀθέτηση τῶν συμφωνηθέντων. Ἐντείνονται οἱ Ρωσικές πιέσεις ὑπέρ τῶν Γιουγκοσλάβων. Οἱ Σερβικές «προσηλυτιστικές» βλέψεις ἐντείνονται καί ἐπεκτείνονται σέ ἀδιαμφισβήτητα ἑλληνικά ἐδάφη στό χῶρο τῆς Μακεδονίας (1887-1894). Σέρβοι καί Ἕλληνες ἀλληλοϋποβλέπονται καί ἐνίοτε συγκρούονται στά διάφορα μακεδονικά διαμερίσματα. Οἱ Σλαβικές χῶρες Γιουγκοσλαβία καί Βουλγαρία: αἰχμή τοῦ δόρατος γιά τήν κάθοδο τῆς Ρωσίας στή Μεσόγειο θάλασσα. Ὡστόσο, ἡ κατάσταση στή Μακεδονία καί τή Θράκη ἀποτελεῖ μεγάλο ἐμπόδιο γιά τήν ἐπικράτηση τοῦ Πανσλαβισμοῦ στή Βαλκανική.
Ὁ Τίτο ἀργότερα δημιουργεῖ τό πλαστό «Μακεδονικό ἔθνος»: ἡ Σερβία, δηλαδή ἡ Γιουγκοσλαβία πρίν ἀπό τή σημερινή διάλυσή της, «μεγαλύνθηκε» κυριολεκτικά μέ τούς Βαλκανικούς πολέμους (1912-1913) τόσο στό Κοσσυφοπέδιο ὅσο καί στή Βόρεια Μακεδονία καί δημιουργήθηκε τό «Βασίλειο τῶν Σλοβένων, τῶν Κροατῶν καί τῶν Σέρβων», τό ὁποῖο κατέρρευσε κάτω ἀπό τά ἀκαριαία γερμανικά πλήγματα τοῦ 1941. Ὅταν, πολύ ἀργότερα, τά συμφέροντα τῆς «Σοβιετικῆς Ἑνώσεως» ἦλθαν σέ σύγκρουση μέ ἐκεῖνα τοῦ Τίτο στή Γιουγκοσλαβία τό 1948, τό ἀνταρτικό κομμουνιστικό κίνημα στήν Ἑλλάδα καταδικάστηκε σέ θάνατο ἀπό τή Μόσχα καί στή συνέχεια «ἐκτελέστηκε». Τό καταπληκτικό καί ἐνδιαφέρον ἐδῶ εἶναι ὅτι ἔπειτα ἀπό πέντε αἰῶνες σταθερῆς ρωσικῆς πολιτικῆς πού εἶχε μόνιμο στόχο τή Μακεδονία καί μέσῳ τῆς Μακεδονίας τήν ἔξοδο πρός τό Αἰγαῖο, ἡ ρωσική στρατηγική εἶχε μεταβληθεῖ. Ὁ Τίτο, ὅμως, διαπίστωσε τή χαλαρότητα καί τίς μεγάλες διαφορές πού χώριζαν τίς διάφορες ἐθνότητες τῆς χώρας του καί ἐνῶ ὁ ἴδιος ἦταν Κροάτης ἐπεδίωξε νά ἑνώσει τήν πανσπερμία τῶν λαῶν μέ τήν πολιτική διεθνῆ ἀκτινοβολία του. Γι᾿ αὐτό στό κενό πού ὑπῆρχε μεταξύ τῶν διαφόρων ἐθνοτήτων τῆς χώρας πού δημιούργησε, συγκρότησε τήν Ὁμοσπονδία τῶν Νοτίων Σλάβων. (Αὐτό σημαίνει Γιουγκοσλαβία). Ἀλλά τήν ἐνίσχυσε μέ ἰσχυρότερους ὀργανικούς δεσμούς ὅπως ἦταν: α. Ἡ Κομμουνιστική Ἰδεολογία β. Τό κοινό σύστημα τῆς Οἰκονομίας καί γ. ἡ συνεκτική κεντρική δύναμη, τό Κομμουνιστικό κόμμα.
Μέσα στά σχέδια τοῦ Τίτο ἦταν νά ἐνσωματωθεῖ μέ τόν καιρό καί ἡ Ἀλβανία στή Γιουγκοσλαβία, σά χωριστή ὁμόσπονδη λαϊκή δημοκρατία. Κατά τόν ἴδιο τρόπο ἐπεδίωκε καί τήν ἕνωση τῆς Βουλγαρίας. Τό σημαντικότερο ἀπό ὅλα τά σχέδιά του ἦταν νά ἐνσωματώσει στό δικό του Κράτος, τή Γιουγκοσλαβία καί ὁλόκληρη τή Μακεδονία μέχρι τόν ποταμό Ἀλιάκμονα καί τόν Ὄλυμπο. Ὑπῆρχαν ὁπωσδήποτε προβλήματα, διότι ἐνῶ σέ ὅλες τίς ἄλλες περιοχές ὑπῆρξε ἀντίστοιχος λαός μέ ἀντίστοιχη ἐθνική συνείδηση, στή Μακεδονία πού ἦταν διαιρεμένη σέ τρεῖς χῶρες: Ἑλλάδα, Βουλγαρία, Σερβία μέ ἑλληνική ἐθνική συνείδηση, βουλγαρική καί σερβική δέν ὑφίστατο ἕνας λαός μέ ἀντίστοιχη, ἑνιαία ἐθνική συνείδηση. Καί γιά νά λύσει τό πρόβλημα βάπτισε ἀπό μόνος του ὅλους τούς κατοίκους μέ τό ὄνομα: «Μακεδόνες». Τό 1941 ὁ Γιόσιπ Μπρός Τίτο ἦταν ἀπό τούς πρώτους πού ἀποδέχτηκε τήν ἀπόφαση τῆς Σοβιετικῆς Ἕνωσης τοῦ 1934 νά ἀναγνωρίσει τήν ὕπαρξη ξεχωριστοῦ «Μακεδονικοῦ Ἔθνους» καί προχώρησε μάλιστα στή σύσταση ξεχωριστοῦ κομμουνιστικοῦ κόμματος «Μακεδονίας».
Ὁ ἀνατέλλων ἀστέρας τοῦ ΚΚΕ Νικόλαος Ζαχαριάδης μέ τή στενή συνεργασία του τόσο μέ τή Γ΄ Διεθνῆ τῆς Μόσχας, ὅσο καί μέ τά ἄλλα Κ.Κ. τῆς Βαλκανικῆς καί ἔχοντας τυφλή ἀφοσίωση στό στρατάρχη Τίτο καί τά σχέδιά του συνέβαλε καί αὐτός, ὅπως καί ὁ Τίτο, στή «μακεδονοποίηση» τοῦ λαοῦ τῆς Σοσιαλιστικῆς Δημοκρατίας τῆς Γιουγκοσλαβίας. Μέ αὐτά τά δεδομένα καί τίς πολεμικές συνθῆκες πού ἐπικρατοῦσαν ἐκείνη τήν ἐποχή στά Βαλκάνια καί ἐκμεταλλευόμενος ὁ Τίτο τή διεθνῆ ἀκτινοβολία του, σκέφθηκε νά ἐνσωματώσει στό δικό του κράτος, τή Γιουγκοσλαβία, ὁλόκληρη τή Μακεδονία μέχρι τόν ποταμό Ἀλιάκμονα καί τόν Ὄλυμπο. Ἐπειδή, ὅμως, «μακεδονικό ἔθνος» δέν ὑπῆρξε ποτέ, τό κατασκεύασε ὁ ἴδιος, γι᾿ αὐτό καί στή διάσκεψη τοῦ Γιάϊτσε ἀνακήρυξε τή «Δημοκρατία τῆς Μακεδονίας». Τό γεγονός αὐτό τοῦ «πραξικοπήματος» τοῦ Τίτο ἀποκαλύπτει ὅτι στά σχέδιά του ἦταν ἡ σταδιακή κατάκτηση ἑλληνικῶν ἐδαφῶν στήν περιοχή τῆς λεγόμενης «Μακεδονίας τοῦ Αἰγαίου» γιά τήν ἐπέκταση τῆς Γιουγκοσλαβίας πρός τό Αἰγαῖο πέλαγος.
Οἱ πολιτικοί, στρατιωτικοί, διπλωματικοί, πνευματικοί κύκλοι τῆς Ἑλλάδος μπροστά στήν πλαστογράφηση τῆς Ἱστορίας καί τῆς ἀλήθειας ἀπό τόν Τίτο ἀδράνησαν καί ἀδιαφόρησαν σχεδόν ἐγκληματικά γιά 4 ὁλόκληρες δεκαετίες… Ἐπιπλέον, ἡ συνηγορία στά σχέδια τοῦ Τίτο καί τῶν Σκοπιανῶν τοῦ Παναγ. Κανελλόπουλου στίς 29 Ὀκτωβρίου 1942 ἔρχεται μέ παράδοξο τρόπο νά ἰσχυροποιήσει τίς πολιτικές καί ἐθνικές θέσεις τους: «…Ἔτσι, ὥστε ἡ Ἑλλάς νἄ ᾿ναι ὁ συνεκτικός κρίκος τῆς Ὁμοσπονδίας τῆς Ἀνατολικῆς Μεσογείου καί τῆς Βαλκανικῆς Ὁμοσπονδίας, καί ἡ Γιουγκοσλαβία (ἐννοεῖται νἄ ᾿ναι) ὁ ἑνωτικός κρίκος τῆς Βαλκανικῆς καί τῆς Παραδουνάβιας Ὁμοσπονδίας…». Ὁ Τίτο, μέ τή σειρά του, ἀναλάμβανε τήν ὑποχρέωση νά ὑποστηρίξει τήν ἐνσωμάτωση τῆς Ἑλληνικῆς Θράκης στή Βουλγαρία. Τό ΚΚΕ ἐπικροτεῖ καί ἐπιδοκιμάζει αὐτή τήν «προσάρτηση» τῆς Ἑλληνικῆς Μακεδονίας στό κράτος τῶν Σκοπίων, τήν ἐγκαθίδρυση στή Βαλκανική μίας ἑνώσεως Σοβιετικῶν Δημοκρατιῶν, πού θά περιλαμβάνει τήν Ἑλλάδα, τή Βουλγαρία, τή Μακεδονία καί τή Σερβία. Ἐπίσης, διακηρύσσει τό δικαίωμα τοῦ «Μακεδονικοῦ λαοῦ» νά ἑνωθεῖ, ὑπό τή σοφή καθοδήγηση τοῦ «στυλοβάτη» Τίτο, μέ τή Μακεδονία τοῦ Βαρδαρίου (Σκόπια). Ἀκόμη διακηρύσσεται ὅτι ὁλόκληρη ἡ Μακεδονία θά ἀποτελέσει ἀνεξάρτητη, αὐτόνομη Σοβιετική Δημοκρατία. Ἀποκαλυπτική καί ἐπαίσχυντη εἶναι ἡ συμφωνία πού ὑπογράφτηκε στίς Καρυδιές Ἐδέσσης στίς 25 Ἰανουαρίου 1944: «Τό ΕΑΜ καί τό ΣΝΟΦ ἀποφασίζουν ἀπό κοινοῦ γιά νά δημιουργήσουν αὐτόνομο Μακεδονικό κράτος μέ σοβιετική ὀργάνωση, πού θά ζητήσει νά τεθεῖ ὑπό τήν προστασία τῆς ΕΣΣΔ…».
Ἐπακολουθεῖ ἡ ἀποστολή ἀπό τόν Τίτο, τοῦ Σβεταζάρ Βουκμάνοβιτς, γιά νά ἑνώσει ὅλα τά ἀνταρτικά κινήματα τῆς Βαλκανικῆς, κάτω ἀπό τήν ἡγεσία τοῦ Τίτο. Ὅλα τά παραπάνω σχεδίαζε καί προγραμμάτιζε ὁ στρατάρχης Τίτο σέ στενή συνεργασία μέ τά κομμουνιστικά κινήματα τῆς Βαλκανικῆς, ἀλλά ὁ Στάλιν στή Μόσχα, μεταξύ 9ης καί 18ης Ὀκτωβρίου 1944 συμφώνησε ἄλλα μέ τόν Οὐΐνστον Τσώρτσιλ. Πρός αὐτή τή συμφωνία, θέλοντας καί μή, ὁ Τίτο καί τά Κ.Κ. τῆς Βαλκανικῆς ἀναγκάστηκαν νά συμμορφωθοῦν. Αὐτός ἄλλωστε εἶναι καί ὁ λόγος πού τά ρωσικά στρατεύματα, ὑπό τόν Ρῶσο στρατάρχη Τολμπούχιν τό 1944 σταμάτησαν στά ἑλληνοβουλγαρικά σύνορα καί δέν προχώρησαν νά καταλάβουν τή Μακεδονία φθάνοντας ὡς τίς ἀκτές τοῦ Αἰγαίου. Ἐπειδή, ὅμως, στούς κόλπους τοῦ ΚΚΕ ἀρκετά στελέχη μέ ἑλληνική ἐθνική συνείδηση ἀντιτάχθηκαν στά σχέδια τοῦ Τίτο καί τῶν ὁμοφρώνων τοῦ Κ.Κ. τῆς Βαλκανικῆς γιά ἀπόσχιση τῆς Μακεδονίας ἀπό τήν Ἑλλάδα, ὁ Τίτο αὐτή τήν ἀντίδραση τή χαρακτήρισε «σεχταριστική!». Πρωτεύουσα θέση στίς ἀντιδράσεις αὐτές κατά τῆς ἀποσχίσεως τῆς Μακεδονίας ἀπό τήν Ἑλλάδα, κατέχει ὁ Εὐριπίδης Μπακιρτζής πού διεκήρυξε στή Θεσσαλονίκη: «…Ἡ Μακεδονία καί ἡ Δυτική Θράκη ἦταν καί θά παραμείνουν Ἑλληνικές Ἐπαρχίες…».
Ὁ στρατάρχης Τίτο στηριζόμενος στίς 800.000 παρτιζάνους του, μέ μελετημένο σχέδιο, προχωρεῖ στή γιουγκοσλαβοποίηση ὁλόκληρης τῆς Μακεδονίας. Πολιτικοί καί στρατιωτικοί ἡγέτες τῆς Ἑλλάδος καθώς καί διπλωματικοί καί προξενικοί παράγοντες τῆς χώρας ἀδρανοῦν ἐγκληματικά καί οἱ Γιουγκοσλάβοι προετοιμάζουν μεθοδικά τό σημερινό πρόβλημα μέ τά Σκόπια. Ἕλληνες πολιτικοί ἐκπρόσωποι ἐξυπηρετοῦν τά σχέδια τοῦ Τίτο, ἡ δέ Γιουγκοσλαβία καί Βουλγαρία «μοιράζονται» μεταξύ τους, ἁρπακτικά, τή Μακεδονία καί τή Θράκη. Ἡ διανομή τῶν «ζωνῶν ἐπιρροῆς» δέν γίνεται ἀποδεκτή ἀπό τόν ΕΛΑΣ καί ἐπιδιώκεται βίαια ἡ ἀπόσχιση τῆς Μακεδονίας ἀπό τήν Ἑλλάδα, μάταια βεβαίως. Ὁ Ἰωσήφ Στάλιν καταδικάζει καί ἐξανεμίζει τά ὀνειροπόλα σχέδια τοῦ στρατάρχη Τίτο γιά τήν ἵδρυση τῆς «Γιουγκοσλαβικῆς αὐτοκρατορίας» στά Βαλκάνια. Ἑπομένως, ὁ Τίτο «ἐγκαινίασε» καί θεμελίωσε τή σημερινή διαμάχη τῆς Ἑλλάδας μέ τά Σκόπια, ἡ δέ ἑνωμένη Γιουγκοσλαβία τήν κυοφόρησε καί τήν ἐπεξέτεινε.
Οἱ περιστάσεις τοῦ τέλους τοῦ Β΄ Παγκοσμίου πολέμου ζητοῦσαν ἤ καλύτερα ἀπαιτοῦσαν ἀπό τό Στάλιν πρῶτα νά ἐπεκτείνει καί νά στερεώσει τή «Ρωσική κομμουνιστική αὐτοκρατορία» στό Βόρειο τμῆμα τῆς Βαλκανικῆς καί στήν Ἀνατολική καί Κεντρική Εὐρώπη, ὅπου ἡ δύναμη τῶν σοβιετικῶν ὅπλων καί οἱ συμφωνίες μέ τή Δύση καί τόν Τσώρτσιλ εἶχαν ἐγχωρήσει στό Στάλιν τήν ἐξουσία. Γιά τούς παραπάνω λόγους, ἡ προτεραιότητα τοῦ Στάλιν στράφηκε στά ἄμεσα ἐνδιαφέροντα τῆς ἀπέραντης Ἀνατολικῆς καί Κεντρικῆς Εὐρώπης. Ἡ διανομή τῶν «Ζωνῶν Ἐπιρροῆς» μεταξύ τῶν μεγάλων δυνάμεων εἶχε γίνει στή Μόσχα, μεταξύ 9 καί 18 Ὀκτωβρίου τοῦ 1944, ὅπου συναντήθηκαν ὁ Στάλιν μέ τόν Τσώρτσιλ. Τό 1943 εἶχαν, ἐπίσης, συναντηθεῖ στην Τεχεράνη οἱ τρεῖς «Μεγάλοι»: Ροῦσβελτ, Τσώρτσιλ καί Στάλιν. Ὁ Οὐΐνστον Τσώρτσιλ εἶναι ἀποκαλυπτικός καί ὠμότατος στά «Ἀπομνημονεύματά» του σχετικά μέ τή διανομή τῶν Βαλκανίων τόν Ὀκτώβριο μῆνα τοῦ 1944, στό Κρεμλίνο τῶν Τσάρων τῆς Ρωσίας: «Ἡ στιγμή ἦταν εὐνοϊκή διά νά ἐνεργήσω καί γι᾿ αὐτό ἐδήλωσα: ἄς ρυθμίσωμεν τάς ὑποθέσεις μας τῶν Βαλκανίων. Τά στρατεύματά σας εὑρίσκονται εἰς Ρουμανίαν καί Βουλγαρίαν. Ἔχομεν συμφέροντα, ἀποστολάς καί πράκτορας εἰς τάς χώρας αὐτάς. Ἄς ἀποφύγωμεν νά ἔλθωμεν εἰς σύγκρουσιν διά θέματα τά ὁποῖα δέν ἀξίζουν τόν κόπον… Ὅσον ἀφορᾶ τήν Μεγάλην Βρεττανίαν καί τήν Ρωσίαν, τί θά ἐλέγατε διά μίαν ὑπεροχήν ὑμῶν κατά 90% εἰς τήν Ρουμανίαν, μίαν ἡμετέραν κυριαρχίαν κατά 90% εἰς τήν Ἑλλάδα, καί μίαν ἰσότητα 50-50% εἰς τήν Γιουγκοσλαβίαν».
Ἐνῶ μετέφραζον τά λόγιά μου (συνεχίζει ὁ Τσώρτσιλ), ἔγραψα σέ μισό φύλλο χαρτιοῦ: Ρουμανία: Ρωσία 90% οἱ λοιποί 10%.
ΕΛΛΑΣ: Μ. Βρεττανία (ἐν συμφωνίᾳ μετά τῶν Ἡνωμ. Πολιτειῶν) 90%. Ρωσία: 10%.
ΓΙΟΥΓΚΟΣΛΑΒΙΑ: 50-50%.
ΟΥΓΓΑΡΙΑ: 50%.
ΒΟΥΛΓΑΡΙΑ: Ρωσία 75%, οἱ λοιποί: 25%.
Ἔσπρωξα τό χαρτί ἐμπρός στόν Στάλιν, στόν ὁποῖο εἶχε ἤδη γίνει ἡ μετάφρασις τῶν προηγουμένων. Ἀκολούθησε μία μικρή παῦσις. Κατόπιν ἐπῆρε στά χέρια τό μπλέ του μολύβι, ἐχάραξε ἕνα μεγάλο σημεῖο ἐπάνω στό χαρτί γιά νά δείξει ὅτι τό ἐγκρίνει καί μοῦ ἐπέστρεψε τό χαρτί. Τά πάντα ἐτακτοποιήθησαν σέ λιγότερο χρόνο ἀπό ὅτι χρειάζεται τώρα γιά νά τά γράψω. Βεβαίως, εἴχαμε μελετήσει πολύν καιρόν καί μέ προσοχή τό ζήτημα καί οἱ συμφωνίες αὐτές ἦσαν γιά τήν πολεμικήν καί μόνον περίοδον.
Ἡ συνέχεια τοῦ ἀποσπάσματος ἀπό τά «Ἀπομνημονεύματα» τοῦ Οὐΐνστον Τσώρτσιλ γιά τό μοίρασμα τοῦ κόσμου σέ ζῶνες ἐπιρροῆς ἀπό τίς νικήτριες Μεγάλες δυνάμεις τοῦ Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου ἔχει ὡς ἑξῆς: «Ὅλα τά εὑρύτερα προβλήματα παρέμεναν ἐκκρεμῆ ἀπό τίς δύο πλευρές, γιά ὅτι ἐλπίζαμε τότε ὅτι θά ἦταν μία διάσκεψις γύρω ἀπό τό τραπέζι τῆς εἰρήνης μετά τή νίκη. Ἠκολούθησε κατόπιν μακρά σιωπήν. Τό χαρτί, μέ τήν μπλέ του γραμμή, παρέμεινε στό κέντρο τοῦ τραπεζιοῦ. Εἶπα τελικά: «Μήπως θεωρηθεῖ κάπως κυνικόν τό νά ἔχωμεν ρυθμίσει τά προβλήματα αὐτά ἀπό τά ὁποῖα ἐξαρτᾶται ἡ τύχη ἑκατομμυρίων ἀτόμων κατά ἕνα τόσον πρόχειρον τρόπον; Ἄς κάψωμεν τό χαρτί αὐτό. «Ὄχι, κράτησέ το», εἶπε ὁ Στάλιν». (Βλ. Οὐΐνστον Τσώρτσιλ, «Ἀπομνημονεύματα», μτφρ. Παπαρρόδου στήν Ἑλληνική, τόμος 6ος, βιβλίο 1ο, σελ. 202-203). Ἀπόδειξη αὐτῶν τῶν συμφωνιῶν τῶν μεγάλων δυνάμεων ἀποτελεῖ ἡ διαμόρφωση τοῦ μεταπολεμικοῦ κόσμου ὡς ἀπαυγάσματος τῶν ἰδεολογικῶν καί κοινωνικοοικονομικῶν ζυμώσεών της μετά τό 1944-45 περιόδου.
Ἐν τούτοις καί παρά τίς διακηρύξεις ἐκεῖνες καί παρά τή συμφωνία Στάλιν-Τσώρτσιλ, ὁ Νικόλαος Ζαχαριάδης τῆς Γ΄ Κ. Διεθνοῦς, ἀναλαμβάνει νά συνεργαστεῖ μέ τόν Τίτο καί τούς ἀντάρτες του, νά μήν ὑπακούσουν στίς ἀποφάσεις τοῦ Στάλιν καί τίς συμφωνίες του μέ τόν Τσώρτσιλ καί νά πολεμήσουν μέ 20.000 ἄνδρες καί γυναῖκες γιά διχοτόμηση τῆς Ἑλλάδος σέ βόρειο κράτος ὑπό Κομμουνιστικό καθεστώς καί σέ νότιο κράτος. Πρῶτος στόχος εἶναι καί πάλι ἡ κατάληψη τῆς Θεσσαλονίκης ἀπό τίς κομμουνιστικές δυνάμεις μέ αἰφνιδιαστικό χτύπημα μέ ἐπικεφαλῆς τό Μάρκο Βαφειάδη γιά νά ἀποκοπεῖ ἀκολούθως ἡ Μακεδονία καί ἡ Θράκη ἀπό τήν ὑπόλοιπη Ἑλλάδα. Στή συνέχεια ὁ Νίκος Ζαχαριάδης εὐχαριστεῖ ὁλόψυχα τό στρατάρχη Τίτο καί τό λαό τῆς Γιουγκοσλαβίας πού ἀγωνίζονται μέ κόπο γιά τόν ἀκρωτηριασμό τῆς Ἑλλάδας καί τήν ἀπόσχιση τῆς Μακεδονίας καί τῆς Θράκης ἀπό τόν ἐθνικό κορμό της. «…Ὁ λαός μας, λέει ὁ Νίκος Ζαχαριάδης σέ ἐπιστολή του πρός τόν Τίτο, νοιώθει ἐνστιχτώδικα καί κατάκαρδα τή Νέα Γιουγκοσλαβία, τό Λαό της καί τό Στρατάρχη της…».
Μετά τή συνειδητοποίηση ἐκείνων πού σχεδίαζε ὁ Τίτο στή Βαλκανική ἐρήμην τοῦ Ἰωσήφ Στάλιν, τά πράγματα πῆραν διαφορετική, αὐτόματα, τροπή. Ἐκλήθη ἐσπευσμένα ὁ Τίτο στή Μόσχα δύο φορές, ἀντιλαμβανόμενος, ὅμως, τί τόν περίμενε στή Μόσχα, δέν παρουσιάστηκε στό Στάλιν καί μόνο τό 1948 ἔστειλε δύο ἔμπιστούς του στή Μόσχα: τό Μίλοβαν Τζίλας καί τόν Ἐντουάρντ Καρντέλλι. Ὁ διάλογος μεταξύ τοῦ Στάλιν καί τῶν ἀπεσταλμένων τοῦ Τίτο ἀποτελεῖ φοβερή ἀποκάλυψη, διότι καταδικάζεται ἀκαριαία τό κομμουνιστικό κίνημα στήν Ἑλλάδα: «Κουταμάρες!… Ἡ ἐπανάσταση πρέπει νά σταματήσει μόλις αὐτό θά εἶναι δυνατό…». Αὐτά διέταξε ὁ Στάλιν, ὁπότε κάθε ἐλπίδα εἶχε πιά χαθεῖ γιά τόν Τίτο καί τό Ζαχαριάδη πού ἀρνήθηκε τήν πατρίδα του καί ἤπιε τό πικρό ποτήρι τῆς ἀποτυχίας μέχρι τό τελευταῖο κατακάθι του…
Ὁ ἀρχιστράτηγος τῆς φοβερῆς ἐκείνης ἐσωτερικῆς συγκρούσεως στήν Ἑλλάδα Μάρκος Βαφειάδης ἀπομακρύνεται αὐτομάτως ἀπό ὅλες τίς θέσεις του καί προσωρινά ἀπό τήν Ἑλλάδα, ὁ Τίτο κλείνει τά σύνορά του στή ροή κάθε βοήθειας πρός τούς ἀντάρτες τοῦ Μάρκου Βαφειάδη τόν Ἰούλιο τοῦ 1949, ὁ δέ Νίκος Ζαχαριάδης, πλήρης πικρίας, κάνει στροφή 180ο καί κατηγορεῖ τόν Τίτο ὡς συμμορίτη, ὕπουλο καί βδελυρό ἐχθρό: «Τό λαϊκό δημοκρατικό κίνημα στή χώρα μας δέ γνώρισε ἀκόμα, ἀπ᾿ τόν καιρό τῆς πρώτης κατοχῆς, τόσο ὕπουλο καί βδελυρό ἐχθρό, ὅσο ἡ συμμορία τοῦ Τίτο…». Τό ΚΚΕ δέσμιο τῆς Γ΄ Κομμουνιστικῆς Διεθνοῦς καί τῆς Βαλκανικῆς Κομμουνιστικῆς Ὁμοσπονδίας ἀκολουθεῖ πιστά τίς ὑποδείξεις καί τίς ἀποφάσεις της. Ἔτσι, ὅπως εἴδαμε, μέ τό τέλος τοῦ Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, οἱ ρωσικές στρατιές πλημμυρίζουν τή Βαλκανική, ἀλλά δέν καταλαμβάνουν τή Μακεδονία.