Η Μάχη του Σομμ έλαβε χώρα από την 1η Ιουλίου έως τις 18 Νοεμβρίου του 1916, στις όχθες του γαλλικού ποταμού Σομμ.
Επρόκειτο για μια από τις πιο ολέθριες μάχες του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου (αύριο συμπληρώνονται 100 χρόνια από την έναρξή του) με περισσότερα από ένα εκατομμύριο θύματα.
Οι συμμαχικές δυνάμεις προσπάθησαν να περάσουν μέσα από το γερμανικό μέτωπο κατά μήκος μιας εκτάσεως 40 χλμ. βόρεια και νότια του ποταμού Σομμ στη βόρεια Γαλλία. Ένας από τους στόχους της μάχης ήταν να αποσπάσουν τις γερμανικές δυνάμεις από τη μάχη του Βερντέν.
Στο τέλος της μάχης, οι απώλειες στον Σομμ ήταν μεγαλύτερες εκείνων του Βερντέν. Την πρώτη ημέρα της μάχης, την 1η Ιουλίου 1916, ο βρετανικός στρατός θρήνησε 57.470 θύματα, συμπεριλαμβανομένων 19.240 νεκρών.
Η μέρα αυτή, έμεινε γνωστή στην ιστορία ως “η μέρα που σόκαρε τον κόσμο” και αποτυπώνεται γλαφυρά στο παρακάτω βίντεο-ντοκουμέντο του βρετανικού αρχείου.
Η 1η Ιουλίου ήταν η πιο αιματηρή ημέρα στην ιστορία του βρετανικού στρατού. Τις ίδιες και παρόμοιες απώλειες είχαν όμως και οι άλλοι στρατοί. Γερμανός ανώτερος υπάλληλος (ο λοχαγός φον Χέντινγκ) περιέγραψε την ημέρα αυτή ως τον “λασπώδη τάφο του γερμανικού πεζικού”. Ο Βρετανός ιστορικός Σερ Τζέιμς Έντμοντς δήλωσε: “Δεν είναι υπερβολή αν υποστηρίξουμε ότι τα θεμέλια της τελικής νίκης στο δυτικό μέτωπο τέθηκαν με την μάχη του Σομμ το 1916.” Για πρώτη φορά, ο Βρετανικός πληθυσμός γνώρισε τη φρίκη του πολέμου με την προβολή ταινίας που περιείχε αληθινές σκηνές από το μέτωπο.
H τεχνολογική υπεροχή της γερμανικής οπλοβιομηχανίας στον τομέα των πολυβόλων, με τα Maschinengewehr 08 (400 βολές/λεπτό και μέγιστο βεληνεκές 3.900 μέτρα) και Bergmann MP18, έδωσε το αμυντικό πλεονέκτημα.
Χρησιμοποιήθηκαν ακόμη χημικές βόμβες με δηλητηριώδη αέρια. Για πρώτη φορά τα άρματα μάχης εμφανίστηκαν στο πεδίο της μάχης από τους Βρετανούς.
Στις 13 Νοεμβρίου 1916 οι Βρετανοί είχαν καταλάβει τις πόλεις Beaumont, Hamel και Beaucourt, ενώ πέντε ημέρες αργότερα Γάλλοι και Βρετανοί αποφάσισαν να τερματίσουν την επίθεση.
Έως σήμερα παραμένει αμφίβολο κατά πόσον η επίθεση στον ποταμό Σομ ήταν επιτυχής. Το Δυτικό Μέτωπο δεν κατέρρευσε. Το συμμαχικό μέτωπο μέσα σε τέσσερις μήνες είχε προωθηθεί περίπου 9,7 χιλιόμετρα σε ένα μέτωπο 25 χιλιομέτρων με κόστος σε ανθρώπινες ζωές 419.000 Βρετανούς και 202.567 Γάλλους, ενώ από την πλευρά των Γερμανών οι απώλειες έφτασαν τους 465.181.
Έως το 1930, η κυρίαρχη άποψη στη βρετανική πλευρά ήταν πως επρόκειτο για μια πολύ δύσκολη νίκη.
Αργότερα, ο Ουίνστον Τσόρτσιλ διαφώνησε με τη στρατηγική που ακολουθήθηκε, ενώ ο Λόιντ Τζορτ, όταν ήταν πρωθυπουργός, στα απομνημονεύματά του άσκησε δριμεία κριτική. Όσο περνούσαν τα χρόνια τόσο καθιερωνόταν η ιδέα πως επρόκειτο για έναν μάταιο πόλεμο.
Ο Τσόρτσιλ παραδέχθηκε τελικά πως η μάχη βοήθησε στον τερματισμό του άλλου μετώπου στο Βέρντεν, ωστόσο είχε σαν αποτέλεσμα την αποδυνάμωση του βρετανικού στρατού.
Στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, επαναλήφθηκαν οι γαλλογερμανικές συγκρούσεις στην περιοχή του Σομμ. Μετά τη διάσπαση στο Σεντάν και την εκμηδένιση της γραμμής Μαζινό, το γερμανικό Γενικό Επιτελείο αποφάσισε να συνεχίσει τις επιχειρήσεις στο εσωτερικό της Γαλλίας. 48 μεραρχίες, υπό τον στρατηγό Γκερντ φον Ρούντστεντ κατευθύνθηκαν νότια της γραμμής Μαζινό, ενώ ο στρατηγός Μαξίμ Βεϋγκάν είχε αρχίσει ευρείες αμυντικές επιχειρήσεις στην περιοχή του ποταμού Σομμ.
Στις 5 Ιουνίου 1940, οι Γερμανοί άρχισαν να σφυροκοπούν τα οχυρώματα των Γάλλων από όλες τις πλευρές. Τα γερμανικά στρατεύματα, που είχαν κυριεύσει τη Δουνκέρκη υπό τις διαταγές του Ρούντστεντ, έσπασαν εύκολα τη γαλλική άμυνα, και στις 8 Ιουνίου 1940 ο ποταμός Σομμ παρακάμφθηκε. Πλέον, όλη η βόρεια Γαλλία ανήκε στους Γερμανούς και οι μηχανοκίνητες γερμανικές φάλαγγες δεν βρήκαν καμιά αντίσταση στην πορεία τους προς το Παρίσι, το οποίο κυριεύθηκε στις 4 Ιουνίου 1940.