Τα τελευταία εκατό χρόνια, γυναίκες σε ρόλους – κλειδιά κατάφεραν να «σπάσουν» μυστικούς κώδικες σε κρίσιμες στιγμές, είτε επρόκειτο για τα κρυπτογραφημένα μηνύματα των Ναζί, είτε για τα μυστικά μηνύματα της συμμορίας του Αλ Καπόνε. Η Ιστορία ωστόσο, τις αγνόησε. Η σπουδαία συμβολή τους μόλις πρόσφατα άρχισε να αναγνωρίζεται.
1917. Οι Ηνωμένες Πολιτείες εισέρχονται στον Α Παγκόσμιο Πόλεμο. Αλλά τουλάχιστον στην αρχή, ο στρατός είναι μικρός και η συλλογή πληροφοριών περιορισμένη.
Ακόμη δεν υπάρχει NSA ή CIA. Στην πραγματικότητα, οι μυστικοί στρατιωτικοί κώδικες «λύνονται» σε μικρή (αλλά έντονη) κλίμακα, στα δωμάτια μίας εξοχικής έπαυλης που ανήκει σε έναν εκκεντρικό εκατομμυριούχο, κάπου στην ύπαιθρο του Ιλλινόις.
Στην καρδιά της εξαιρετικής εκείνης επιχείρησης, επικεφαλής της ομάδας είναι δύο άνθρωποι, η Elizabeth Smith και ο William Friedman, που αργότερα θα ενωθούν με τα δεσμά του γάμου. Ουδείς είχε λάβει επίσημη εκπαίδευση στην κρυπτανάλυση.
Η Ελίζαμπεθ είχε μελετήσει Σαίξπηρ και Τένισον στο κολέγιο και ο Γουίλιαμ είχε διδακτορικό στη Γενετική. Που σημαίνει ότι αμφότεροι ήταν έμπειροι στην αναγνώριση μοτίβων -εξαιρετικά σημαντικό τόσο στη λογοτεχνία όσο και στη γενετική ανάλυση. Οι δύο αυτοί άνθρωποι ανέλαβαν να «σπάσουν» τους κώδικες του εχθρού που έστελνε η Ουάσιγκτον στο μοναδικό σημείο της χώρας όπου γινόταν τότε αυτή η «δουλειά». Και τα κατάφεραν.
Όπως γράφει το BBC, τα τελευταία εκατό χρόνια, οι γυναίκες ενεπλάκησαν στην αποκωδικοποίηση κατά τρόπο απολύτως καθοριστικό, όμως η συνεισφορά τους μόλις τώρα άρχισε να αναγνωρίζεται χάρη στην αποκάλυψη ξεχασμένων εγγράφων και συνεντεύξεων με όσες βρίσκονται ακόμη στη ζωή.
Ο εκατομμυριούχος ιδιοκτήτης της έπαυλης, στην οποία εργάζονταν η Ελίζαμπεθ και ο Γουίλιαμ ήταν ο George Fabyan, ο οποίος διατηρούσε ισχυρούς δεσμούς με την αμερικανική κυβέρνηση. Αρχικά είχε προσλάβει την Ελίζαμπεθ στο πλαίσιο ενός project, σύμφωνα με το οποίο τα έργα του Σαίξπηρ είχε στην πραγματικότητα γράψει ο (σύγχρονος του Σαίξπηρ), Φράνσις Μπέικον, συγγραφέας, επιστήμονας και καγκελάριος του βασιλιά της Αγγλίας Ιακώβου Α’.
Ο Fabyan πίστευε ότι η πρώτη έκδοση των έργων του Σαίξπηρ περιείχε κρυπτογραφημένα μηνύματα τα οποία αποδείκνυαν την υπόθεση του. Εκτός όμως αυτού, ο Fabyan είχε προσλάβει ταλαντούχους επιστήμονες από τους οποίους ζητούσε να εργαστούν πάνω στη δημιουργία νέων πυρομαχικών για τον στρατό και στην ανάπτυξη στελεχών σιταριού ανθεκτικών στην ξηρασία.
«Με ευγενικούς όρους, ήταν παράφρων και θορυβώδης», λέει γι’ αυτόν ο Jason Fagone, συγγραφέας ενός νέου βιβλίου για την Elizabeth Friedman με τίτλο «The Woman Who Smashed Codes».
«Φορούσε πάντα παντελόνι ιππασίας, παρόλο που κανείς δεν τον είχε δει σε άλογο και αυτοπροσδιοριζόταν ως συνταγματάρχης, παρόλο που δεν είχε υπηρετήσει στο στρατό».
Παρ’ όλα αυτά, η ιδιοτροπία του Fabyan, εκείνη την κρίσιμη στιγμή, διευκόλυνε το δύσκολο έργο της κρυπτανάλυσης. Και επιπλέον, φώτισε το ταλέντο της Ελίζαμπεθ που άρχισε να λάμπει.
Η Ελίζαμπεθ εξελίχθηκε σε έναν από τους πιο μεγαλύτερους code-breakers της ιστορίας, όπως και ο σύζυγος της, Γουίλιαμ, δημιουργός επίσης της λέξης «κρυπτανάλυσης».
Όμως, ενώ τα επιτεύγματα του Γουίλιαμ είναι πολύ καλά τεκμηριωμένα, η Ελίζαμπεθ βρισκόταν για δεκαετίες στο περιθώριο. Ανακάλυψε ότι είχε το ταλέντο να ανακατεύει τα μπερδεμένα γράμματα ενός κρυπτογραφήματος στο κεφάλι της και στη συνέχεια, να επεξεργάζεται τους συσχετισμούς με μολύβι και χαρτί.
Συμβουλευόταν, για παράδειγμα, στατιστικά που αφορούν τη συχνότητα εμφάνισης γραμμάτων και λέξεων σε διάφορες γλώσσες, τα οποία μπορούσαν να τη βοηθήσουν να βρει τις λέξεις που χρησιμοποιούνται στη θέση των «μυστικών».
Οι ικανότητές της συνέχισαν να έχουν μεγάλη ζήτηση και μετά το τέλος του Α Παγκοσμίου Πολέμου, εξηγεί ο Fagone.
Μπορεί να είχε εγκαταλείψει την περιοχή του Riverbank -με το νέο σύζυγό της- αλλά συνέχισε να «σπάει» κρυπτογραφημένα μηνύματα, αυτή τη φορά εγκληματιών. Μεταξύ των οποίων και τα μέλη της πιο διάσημης συμμορίας την εποχή του Μεσοπολέμου, του μαφιόζου Αλ Καπόνε.
«Ζητούσαν από εκείνη να αναλάβει αυτό που κανείς άλλος δεν μπορούσε. Ήταν σαν μυστικό όπλο για μίσθωση. Οι ικανότητες της ήταν τόσο ασυνήθιστες ώστε έγινε απολύτως αναγκαία» λέει ο Fagone.
Χάρη σε πρόσφατα αποχαρακτηρισμένα έγγραφα, είναι πλέον, γνωστό ότι κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, η Ελίζαμπεθ βοήθησε στην αποκάλυψη ενός δικτύου κατασκόπων των Ναζί που προσπαθούσαν να οργανώσουν τους φασίστες στη Νότια Αμερική, με απώτερο στόχο τις ΗΠΑ.
Πολλοί από αυτούς συνελήφθησαν χάρη στη δουλειά της Ελίζαμπεθ και της ομάδας της στην Αμερικανική Ακτοφυλακή. Αλλά επειδή η Ελίζαμπεθ τηρούσε τους όρους περί μυστικότητας και αδιαφορούσε για τη δημοσιότητα, την επιτυχία πιστωνόταν επί δεκαετίες ο Έντγκαρ Χούβερ και το FBI.
Όταν πρωτοεμφανίστηκε στον κόσμο της κρυπτανάλυσης, η Ελίζαμπεθ ήταν μια από τις ελάχιστες γυναίκες στον κόσμο που έκαναν τέτοια δουλειά.
Αλλά στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο τα πράγματα είχαν εξελιχθεί. Η Liza Mundy, συγγραφέας ενός ακόμη νέου βιβλίου, με τίτλο «Code Girls: The Untold Story of the American Women Code Breakers of World War II», εξηγεί ότι το αμερικανικό ναυτικό και ο στρατός προσέλαβαν χιλιάδες γυναίκες για να βοηθήσουν στην αποκρυπτογράφηση.
«Νεαρές γυναίκες που είχαν σπουδάσει μαθηματικά, επιστήμες ή γλώσσες λάμβαναν μυστικές επιστολές που με τις οποίες τις καλούσαν σε συνέντευξη στο Wellesley College. Τα γράμματα έστελνε ένας καθηγητής Αστρονομίας», λέει η Mundy. «Ο καθηγητής τις ρωτούσε αν τους άρεσε να λύνουν σταυρόλεξα και αν ήταν έτοιμες να παντρευτούν».
Οι σωστές απαντήσεις ήταν αντίστοιχα «ναι» και «όχι». Στις ομάδες είχαν προσληφθεί επίσης, δασκάλες, οι οποίες κατόρθωσαν μεταξύ άλλων, να «σπάσουν» μυστικούς κώδικες του ιαπωνικού ναυτικού. Στην έρευνα της, η Mundy βρήκε και ένα ποίημα, παράφραση ενός δημοφιλούς τραγουδιού της εποχής, που γράφτηκε προς τιμήν των δασκάλων εκείνων.
Όπως γράφει το BBC, όταν έρχεται στην επικαιρότητα το θέμα, οι γυναίκες περιγράφονται ως τα γρανάζια μίας γιγαντιαίας μηχανής ή, σαν να είχαν μικρές, δευτερεύουσες αρμοδιότητες που απλά συνεισέφεραν στην τελική επιτυχία.
Όπως έδειξαν όμως, οι Mundy και Fagone υπήρχαν και γυναίκες που είχαν σημαντικούς, υψηλού επιπέδου ρόλους στο δύσκολο έργο της αποκρυπτογράφησης.
Μία από αυτές τις γυναίκες, ήταν η Genevieve Grotjan με την οποία εργάστηκε ο William Friedman κατά τη διάρκεια των προσπαθειών του να σπάσει το ιαπωνικό κώδικα «Purple».
Η Genevieve δούλευε στην ομάδα του τον Σεπτέμβριο του 1940. Ήταν εκείνη που αποκάλυψε το κρίσιμο μοτίβο που τελικά θα οδηγούσε στο σπάσιμο του Purple. Ο προϊστάμενος της, την εποχή εκείνη, Frank Rowlett αναφώνησε: «Αυτό είναι! Η Gene βρήκε αυτό που ψάχναμε!».
Ένα άλλο καλό παράδειγμα είναι η Ann Caracristi, η οποία αργότερα έγινε η πρώτη γυναίκα αναπληρωτής διευθυντής της NSA. Συνεργάστηκε με τη Wilma Berryman κατά τη διάρκεια του πολέμου, καταφέρνοντας να σπάσουν κώδικες του ιαπωνικού στρατού.
«Ήταν σε θέση να στέλνουν κάθε μέρα στο Πεντάγωνο νέα αποκρυπτογραφημένα μηνύματα που αφορούσαν μεγάλες στρατιωτικές επιχειρήσεις», εξηγεί η Mundy.
Όσο για τη Βρετανία και το πάρκο Bletchley με τις διάσημες ανακαλύψεις από τον «πατέρα» της πληροφορικής Άλαν Τούρινγκ, η ιστορία αφορά και γυναίκες, όπως οι Joan Clarke, Mavis Batey και Margaret Rock που αποτέλεσαν αντικείμενο άρθρων και βιβλίων.
Οι γυναίκες κρυπτογράφοι στο Bletchley Park ενσαρκώθηκαν ακόμη και σε βρετανική τηλεοπτική σειρά το 2012, ενώ σταδιακά βγαίνουν από τις «σκιές» και άλλα πρόσωπα, λιγότερο γνωστά, όπως η Bryony Norburn, υποψήφια διδάκτορας στο Πανεπιστήμιο του Μπάκιγχαμ, η οποία έχει περάσει πάνω από πέντε χρόνια ερευνώντας τέτοια στοιχεία.
Επίσης, η Winifred «Wendy» White, που σύμφωνα με έγγραφα, άρχισε να εργάζεται την ίδια εποχή με την Ελίζαμπεθ, το 1916. Παρότι εργάστηκε στο Πολεμικό Γραφείο, τα στοιχεία που αφορούν τη δουλειά της είναι ελάχιστα. Υπάρχει όμως η καταγραφή της δουλειάς της στο Bletchley Park όπου, μεταξύ άλλων, κατάφερε να σπάσει έναν κώδικα του ιταλικού ναυτικού κρυπτογράφου με το όνομα «Rosie».