Η αμερικανική οικονομία δυσκολεύθηκε να ξεπεράσει την προηγούμενη ύφεση. Η ανάπτυξη είχε φτάσει σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα και η αγορά εργασίας χρειάστηκε περισσότερα από έξι χρόνια ώστε να ανακάμψει πλήρως. Βασική αιτία ήταν η αμερικανική κυβέρνηση και οι τοπικές κυβερνήσεις, οι οποίες μείωσαν τις δαπάνες και απέλυσαν εργαζομένους εξαιτίας μεγάλων απωλειών στους προϋπολογισμούς τους. Οι ίδιοι λόγοι απειλούν την ανάκαμψη της αμερικανικής οικονομίας από την κρίση της πανδημίας του κορωνοϊού. Οι κυβερνήσεις των αμερικανικών πολιτειών αντιμετωπίζουν ξανά μεγάλα προβλήματα στους προϋπολογισμούς, διότι καταβάλλουν τεράστια ποσά προκειμένου να καλύψουν τους ανέργους και τα υγειονομικά κόστη που έχει δημιουργήσει η κρίση του κορωνοϊού. Παράλληλα, έχουν υποχωρήσει τα έσοδα από τη φορολογία των πωλήσεων, των επενδύσεων και των εισοδημάτων.
Ορισμένοι οικονομολόγοι προειδοποιούν ότι οι μακροπρόθεσμοι κίνδυνοι που δημιουργούνται από τις πληττόμενες πολιτείες θα είναι ακόμη πιο επιζήμιοι σε σχέση με την προηγούμενη ύφεση του 2007-2009, εκτός εάν παρέμβει η Ουάσιγκτον. Παρ’ όλα αυτά, η παροχή επιπλέον ρευστού στην αμερικανική κυβέρνηση και στις επιμέρους κυβερνήσεις έχει μετατραπεί σε μια από τις μεγαλύτερες πολιτικές κόντρες, με βασικό θέμα το εάν χριεάζεται πρόσθετο πακέτο μέτρων στήριξης.
Η Γερουσία ανέβαλε επίσημα την απόφασή της μέχρι τις αρχές Σεπτεμβρίου, αποκλείοντας ουσιαστικά κάθε ενδεχόμενο για άμεση παροχή στήριξης. Ο πρόεδρος Τραμπ και ορισμένα στελέχη των Ρεπουμπλικανών υποστηρίζουν ότι η διοχέτευση περισσότερου ρευστού στις επιμέρους κυβερνήσεις θα μπορούσε να δώσει άφεση αμαρτιών σε πολιτείες που διαχειρίζονταν εσφαλμένα τους προϋπολογισμούς τους ακόμα και πριν από την επέλαση της κρίσης. Ο υπουργός Οικονομικών Στ. Μνούτσιν δήλωσε σε συνέντευξή του την προηγούμενη εβδομάδα πως οι περισσότερες πολιτείες δεν έχουν ακόμα εξαντλήσει τα 150 δισ. δολάρια που έλαβαν μέσω του πακέτου στήριξης τον Μάρτιο. Ωστόσο, ορισμένοι αναλυτές επισημαίνουν ότι ένα μεγάλο μέρος του ποσού πρόκειται να δρομολογηθεί σε συγκεκριμένα προγράμματα.
Οι Δημοκρατικοί επιμένουν ότι οι πολιτείες χρειάζονται περισσότερα χρήματα και έχουν προτείνει έως και 1 τρισ. δολάρια, θεωρώντας ότι το ποσόν θα υποστήριζε τις υπηρεσίες και την ταχύτερη ανάκαμψη της οικονομίας.
Μολονότι κατά την επέλαση της κρίσης πολλές πολιτείες είχαν υψηλά φορολογικά έσοδα και γεμάτα αποθεματικά για καταστάσεις ανάγκης, αυτά τα κεφάλαια μειώνονται ταχύτατα. Σχεδόν όλες οι πολιτείες οφείλουν να ισοσκελίζουν τους προϋπολογισμούς τους, που σημαίνει ότι οι αξιωματούχοι πρέπει να αντισταθμίζουν τα ελλείμματα αξιοποιώντας τα ταμεία εκτάκτου ανάγκης, αυξάνοντας τους φόρους ή μειώνοντας τα έξοδα, συμπεριλαμβανομένων θέσεων εργασίας. Ο πρόεδρος της Fed, Τζ. Πάουελ, έχει επισημάνει επανειλημμένως ότι οι περικοπές θέσεων εργασίας ενδέχεται να επιβαρύνουν τις δυνατότητες για ανάκαμψη της οικονομίας. Αλλοι αξιωματούχοι προειδοποιούν ότι τα προβλήματα στους προϋπολογισμούς θα αποτελέσουν τα τρωτά σημεία της αμερικανικής οικονομίας.