Ένας νέος διχασμός εμφανίστηκε τα τελευταία χρόνια στο εσωτερικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Πέρα από τον παραδοσιακό διχασμό Κέντρου και Περιφέρειας καθώς και Βορρά και Νότου, στο δεύτερο σκέλος του οποίου συνωστίζονται οι ευρωμεσογειακές χώρες με όλες τις παθογένειες τους, αναδείχθηκε τελευταία κι ένας τρίτος διχασμός, ο οποίος είναι στην ουσία απόρροια του Β’ Π. Πολέμου. Εκείνος μεταξύ Δυτικής και Ανατολικής Ευρώπης. Οι έντεκα χώρες της Ανατολικής και Νοτιανατολικής Ευρώπης, που εισήλθαν στην Ε.Ε. μετά το 2004, παρά τις όποιες προσπάθειες και μεταρρυθμίσεις έχουν κάνει τα πρώτα χρόνια για να συγκλίνουν με τον “πυρήνα” της Ε.Ε., παρουσιάζουν τα τελευταία χρόνια μια σειρά από αποκλίσεις.

Η μεγάλη απόκλιση της Ανατολικής Ευρώπης

Με εξαίρεση ίσως τον οικονομικό τομέα, όπου παρουσιάζουν μια αξιοσημείωτη πρόοδο αν και, εκτός από τη Σλοβενία, οι χώρες αυτές χαρακτηρίζονται ακόμη ως “μεσαίου βιοτικού επιπέδου”, σε μια σειρά από άλλους καθοριστικής σημασίας τομείς εμφανίζεται πλέον απόκλιση. Καταρχάς στον πολιτικό τομέα επικρατούν σε αυτές τις χώρες εθνολαϊκιστικές κυβερνήσεις, που αποδομούν τους όποιους δημοκρατικούς θεσμούς και το Κράτος Δικαίου των χωρών τους, ενώ εμφανίζονται ευρωσκεπτικιστικές και χωρίς ουσιαστική διάθεση αλληλεγγύης, όπως έδειξε και η στάση τους στο προσφυγικό ζήτημα.
Κατά βάθος υπάρχει μια αξιακή, αν όχι πολιτισμική απόκλιση, με αυτές τις χώρες, που έζησαν σχεδόν μισό αιώνα υπό σοβιετικό έλεγχο, να μην αγγίζονται από τον αξιακό πυρήνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σε μια σειρά από τομείς όπως η Ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης, η Ελευθερία του Τύπου, τα ανθρώπινα, ατομικά και μειονοτικά δικαιώματα, ακόμη και σε σχέση με τα δικαιώματα των γυναικών (π.χ. απαγόρευση των αμβλώσεων στην Πολωνία).

Η δημογραφική κρίση και το “υπαρξιακό άγχος”

Υπάρχει τέλος και μια τρίτη, εξίσου σοβαρή απόκλιση, η οποία λαμβάνει χώρα στο δημογραφικό τομέα. Σε αντίθεση με τη Δυτική και βόρεια Ευρώπη, που έχει πετύχει την πληθυσμιακή σταθεροποίηση και αύξηση, εξαιτίας ενός συνδυασμού Κράτους Πρόνοιας και εισδοχής μεταναστών, σχεδόν όλες οι χώρες της Ανατολικής Ευρώπης έχουν πληθυσμούς γηρασμένους, που συρρικνώνονται δημογραφικά, ενώ οι όλο και λιγότεροι νέοι τους συνεχίζουν να μεταναστεύουν, γεγονός που επιτείνει την αγωνία τους για την “επιβίωση του έθνους”. Οι εκτιμήσεις του ΟΗΕ συνηγορούν προς αυτή την κατεύθυνση. Ο πληθυσμός της Πολωνίας, της μεγαλύτερης χώρας της περιοχής, αναμένεται να μειωθεί σε περίπου 32 εκατομμύρια μέχρι το 2050 από περίπου 38 εκατομμύρια σήμερα. Ο πληθυσμός της Ουγγαρίας προβλέπεται να μειωθεί κάτω από οκτώ εκατομμύρια μέχρι το 2050 από 9,8 εκατομμύρια σήμερα. Η Βουλγαρία από τα σημερινά 6,9 εκατομμύρια θα κατρακυλήσει στα 5,5 εκατομμύρια κατοίκους. Στη Λιθουανία ο πληθυσμός θα μειωθεί κατά 23% και στη Λετονία κατά 22% μέχρι το 2050.

Καμιά χώρα της Ανατολικής Ευρώπης δεν πρόκειται να μείνει εντελώς αλώβητη από τον επερχόμενο “δημογραφικό χειμώνα”.
Αυτή η αρνητική εικόνα, σε συνδυασμό με την ακατάσχετη τάση μετανάστευσης νέων, που δεν αναπληρώνεται φυσικά από εισδοχή μεταναστών από άλλες χώρες, δημιουργεί στην πλειοψηφία των λαών αυτών των χωρών ένα είδος “υπαρξιακού άγχους”, μιας εντεινόμενης αγωνίας και μιας γενικευμένης ανασφάλειας σχετικά με την “επιβίωση του έθνους”. Αυτά τα εκμεταλλεύονται οι πολιτικές ελίτ αυτών των χωρών, που είναι κυρίως εθνολαϊκιστές, υπερσυντηρητικοί ακόμη και ακροδεξιοί, ώστε να χειραγωγούν ευκολότερα τους πολίτες τους εγκαθιδρύοντας έτσι μια μόνιμη κατάσταση “έκτακτης ανάγκης” και αφαιρώντας από τις κοινωνίες σημαντικά δημοκρατικά και ατομικά δικαιώματα, που θεωρούνται αυτονόητα στην υπόλοιπη Ευρωπαϊκή Ένωση.

Η V-4 στην πρωτοπορία του υπερσυντηρητισμού

Η ομάδα των τεσσάρων χωρών του Βίσεγκραντ (Ουγγαρία, Πολωνία, Τσεχία, Σλοβακία) ή V-4, όπως είναι πλέον γνωστές, που μοιράζονται όλα τα προηγούμενα χαρακτηριστικά που αναφέραμε, αποφάσισαν να αντιμετωπίσουν τη σοβαρή δημογραφική κρίση τους, που προκαλείται από την πτώση της γεννητικότητας και την αυξανόμενη μετανάστευση, εκπονώντας το λεγόμενο Σχέδιο Δράσης για την Οικογενειακή Προστασία, που παρουσιάστηκε τον Ιούλιο του 2019, προκαλώντας εγκώμια αλλά και έντονη κριτική.

Χαρακτηριστική περίπτωση αποτελεί η Ουγγαρία, η εθνολαϊκιστική κυβέρνηση της οποίας, υπό τον Βίκτορ Όρμπαν, εισήγαγε νέα οικονομικά κίνητρα για τις οικογένειες ώστε να αποκτήσουν περισσότερα παιδιά. Κίνητρα φορολογικά και οικονομικά ώστε να ενθαρρύνουν τις οικογένειες να έχουν περισσότερα παιδιά για να μη μειωθεί κι άλλο ο πληθυσμός, αλλά και για να προωθηθεί η εθνική πολιτική ταυτότητα, που εξυπηρετεί τους πολιτικούς στόχους της εθνολαϊκιστικής κυβέρνησης του Όρμπαν.

Ο πρόεδρος του Ιδρύματος JOL-LET της Βουδαπέστης και εμπειρογνώμονας σε θέματα πρόσβασης των γυναικών στην αγορά εργασίας, Katalin Kevehazi, δήλωσε ότι η προώθηση αυτού του σχεδίου έχει και έντονη πολιτική διάσταση πέρα από τα ποσοστά γονιμότητας. “Γενικά, όλες οι κυβερνήσεις των V4 έχουν μια υπερσυντηρητική προσέγγιση απέναντι στις γυναίκες, βλέποντας τον κεντρικό τους ρόλο σχεδόν αποκλειστικά ως μητέρες που γεννούν παιδιά. Στην Ουγγαρία όμως, η κυβέρνηση και ο ίδιος ο πρωθυπουργός προχωρούν ένα βήμα παραπέρα και μιλάνε για τη ‘διάσωση του έθνους’ και της οικογένειας και για τη μελλοντική διατήρηση του ουγγρικού έθνους”. Και πρόσθεσε: “Να θυμάστε πως οι εθνικά Ούγγροι πέρα από τα σύνορα -στην Τρανσυλβανία, στη Σερβία (Βοϊβοντίνα), στη Σλοβακία ή στην Ουκρανία- είναι επίσης επιλέξιμοι για οικονομική στήριξη ώστε να κάνουν περισσότερα παιδιά”.

Η επιστροφή της Βιοπολιτικής

Η Ουγγαρία δεν αποτελεί τη μοναδική περίπτωση. Η πολωνική κυβέρνηση χρησιμοποιεί επίσης γενναιόδωρα φορολογικά και συνταξιοδοτικά οφέλη για να αυξήσει τα ποσοστά γεννήσεων, ενώ έφτασε στο σημείο να απαγορεύσει δια νόμου τις αμβλώσεις -κάτι που στις υπόλοιπες χώρες της Ε.Ε. θεωρείται αδιανόητο διότι θίγει τον αξιακό της πυρήνα, εκείνο του αυτεξούσιου του σώματός μας.

Παρατηρείται δηλαδή, για μια ακόμη φορά, η αναχρονιστική εργαλειακή χρήση από το κράτος του σώματος των γυναικών ως μηχανισμό παραγωγής νέων “μελών του έθνους” ώστε, όχι μόνο να υπάρχει βιολογική συνέχεια, αλλά και υπερίσχυση έναντι των άλλων, γειτονικών σε πρώτη φάση, εθνών. Είναι η επιστροφή της Βιοπολιτικής στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η Πολωνία έχει αυξήσει όλες τις οικογενειακές παροχές που καταβάλλονται μετά τη γέννηση κάθε παιδιού, ανεξάρτητα από το επίπεδο εισοδήματος της οικογένειας. Στην Ουγγαρία, οι οικογένειες υποστηρίζονται μέσω φτηνών δανείων και μέσω φορολογικών εκπτώσεων, πράγμα που σημαίνει ότι πρέπει να εργαστείτε για να είστε επιλέξιμοι. Για να μεγιστοποιηθούν τα οφέλη, λοιπόν, οι γονείς πρέπει να έχουν αξιοπρεπείς μισθούς. Οι φτωχότερες οικογένειες – συχνά περιλαμβανομένων εκείνων που ανήκουν στη μειονότητα των Ρομά – αποκλείονται αυτόματα, υποστηρίζει ο Katalin Kevehazi.

Επιδοτήσεις για “παραγωγή παιδιών”

Η εθνολαϊκιστική κυβέρνηση της Ουγγαρίας θα δαπανά ένα γενναιόδωρο 4% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος στην οικογενειακή βοήθεια. Το ποσοστό αυτό συμβαδίζει με τους δείκτες δαπανών από πλούσιες Σκανδιναβικές χώρες όπως η Σουηδία και η Δανία. Σύμφωνα με τα νέα μέτρα που θεσπίστηκαν τον Ιούλιο του 2019, τα παντρεμένα ζευγάρια -και όχι οι μονογονεϊκές οικογένειες- μπορούν να πάρουν μέχρι και 10 εκατομμύρια φιορίνια Ουγγαρίας (δηλαδή 30.000 Ευρώ) σε δωρεάν χρήματα με την προϋπόθεση να “παράγουν” τρία παιδιά μέσα σε 10 χρόνια. Στο μεταξύ, εργαζόμενες μητέρες με τέσσερα παιδιά απαλλάσσονται από το φόρο εισοδήματος φυσικών προσώπων και οι οικογένειες μπορούν ακόμη να λάβουν βοήθεια για την αγορά νέου μεγάλου αυτοκινήτου. Περίπου 14.000 νέες οικογένειες υπέβαλαν αίτηση στην Ουγγαρία για κάποιο είδος οικογενειακής στήριξης τον πρώτο μήνα, δήλωσε ο υπουργός Katalin Novak σε συνέντευξύ του στη φιλοκυβερνητική Magyar Hirlap.

Οι ειδικοί ωστόσο προειδοποιούν ότι αρκετοί άνθρωποι μπορεί να αντιμετωπίσουν πρόβλημα αν εκμεταλλευτούν το νέο σχέδιο οικογενειακών παροχών αλλά δεν μπορούν να διαβάσουν τα “ψιλά γράμματα” της σύμβασης. Εάν δεν “παράγετε” τα τρία παιδιά σε 10 χρόνια για οποιονδήποτε λόγο, τότε θα πρέπει να επιστρέψετε ολόκληρο το ποσό στο κράτος συν τους τόκους!

Η μητρότητα είναι ο πατριωτισμός των γυναικών”

“Όταν η κυβέρνηση εισήγαγε επιδοτούμενα στεγαστικά δάνεια για νέες οικογένειες το 2015, τα ποσοστά γεννήσεων στην Ουγγαρία αυξήθηκαν ελαφρά. Έχουν καταφέρει να αντιμετωπίσουν μια από τις βασικές προκλήσεις για τις νέες οικογένειες: τη στέγαση. Χωρίς ουσιαστική στήριξη, είναι πρακτικά αδύνατο να χρηματοδοτήσετε ένα διαμέρισμα ακόμα και με μισθό πάνω από το μέσο όρο”, δήλωσε ο Katalin Novak. Ωστόσο το ποσοστό γονιμότητας της Ουγγαρίας είναι 1,49 γεννήσεις ανά γυναίκα αναπαραγωγικής ηλικίας, το οποίο είναι περίπου ευθυγραμμισμένο με άλλες χώρες της Ευρώπης. Μόνο που η Ουγγαρία δεν δέχεται μετανάστες, αλλά στέλνει ακόμη Ούγγρους μετανάστες στο εξωτερικό. Η προσέλκυση εθνικά Ούγγρων που ζουν ως μειονότητες στις γειτονικές χώρες και η πολιτογράφηση τους δεν έλυσε το δημογραφικό πρόβλημα της Ουγγαρίας. Ο πληθυσμός της χώρας μειώθηκε από 10,7 εκατομμύρια το 1980 σε 9,7 εκ. σήμερα και, σύμφωνα με τις προβλέψεις του ΟΗΕ, θα κατρακυλήσει στα 8 εκατομμύρια πριν από το 2060.

Το γεγονός αυτό ώθησε τον Όρμπαν σε μια νέα εθνική εκστρατεία δημογραφικής ανάκαμψης, υιοθετώντας το Μεσοπολεμικό σύνθημα “η μητρότητα είναι ο πατριωτισμός των γυναικών”. Κηρύσσοντας από τη μία πόλεμο κατά των “δυνάμεων της Παγκοσμιοποίησης”, κλείνοντας το 2015 ερμητικά τα σύνορα στους Σύριους πρόσφυγες για να προστατεύσει την Ουγγαρία από την “εισβολή μουσουλμάνων μεταναστών”, ο Όρμπαν ήρθε σε ρήξη με τις Βρυξέλλες δηλώνοντας κυνικά πως “μπήκαμε στην Ευρωπαϊκή Ένωση επειδή περιμέναμε να έρθουν τουρίστες, αλλά εσείς μας στέλνετε μετανάστες!”

Το ουγγρικό έθνος εξαφανίζεται”!

Το 2015 ο Όρμπαν πούλησε στους ψηφοφόρους του το νέο αφήγημα πως αυτοί οι πρόσφυγες και μετανάστες ήταν η νέα “εθνική απειλή”. Ο ίδιος προφήτευσε την εξαφάνιση της Δυτικής Ευρώπης και κάλεσε τους νέους Ούγγρους μετανάστες (τα παιδιά του Brain Drain) στην Ευρώπη να επιστρέψουν στην πατρίδα τους και να την υπερασπιστούν διότι “η επιβίωσή της απειλείται από την εισροή μεταναστών. Όταν το φράγμα εκρήγνυται, τότε το νερό πλημμυρίζει τα πάντα και η πολιτιστική κατοχή θα γίνει μη αναστρέψιμη”, δήλωσε ο Όρμπαν συνοψίζοντας το ξενοφοβικό και κλειστοφοβικό δόγμα που έχει υιοθετήσει.
Ο Βίκτορ Ορμπάν, που πιστεύει πως “το ουγγρικό έθνος εξαφανίζεται”, φιλοδοξεί να αλλάξει τη δημογραφική πορεία της χώρας του, υιοθετώντας μια αντίστοιχη ρητορική και πολιτική. Είναι γνωστό άλλωστε πως ο Ορμπάν έχει υιοθετήσει τη ρητορική της θεωρίας της “Μεγάλης Αντικατάστασης”, που υιοθετήθηκε στη Γαλλία από τον Renaud Camus, και έγινε το πρότυπο για ένα μεγάλο τμήμα της ευρωπαϊκής ακροδεξιάς.

Ο δημογραφικός εθνικισμός του Όρμπαν

Ο “δημογραφικός εθνικισμός” του Όρμπαν, ο οποίος από τη μία θέλει να ενοποιήσει όλους τους Ούγγρους που ζουν εκτός χώρας σ’ έναν ενιαία εθνικό χώρο, κι από την άλλη επιβάλει διακρίσεις στις μειονότητες των Ρομά και των Εβραίων στο εσωτερικό της χώρας, αρνούμενος παρανοϊκά να δεχθεί μετανάστες εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης, επιθυμεί να προωθήσει τις αξίες της παραδοσιακής οικογένειας και να σταματήσει τη μείωση της γεννητικότητας των Ούγγρων.

Άλλωστε στο εκλογικό πρόγραμμα του Fidesz για το 2010 υπήρχε κάτι το αντίστοιχο: “Η ψυχική και φυσική υγεία της Ουγγαρίας και της Ευρώπης θα εξαρτηθεί από την ικανότητά μας να αποκαθιστούμε και να διατηρούμε την υγεία των οικογενειών, τόσο στην πατρίδα μας όσο και σε μια κοινή Ευρώπη… Χρειάζεται να προχωρήσουμε πέρα από μια κοντόφθαλμη προσέγγιση που συνίσταται στο περιορισμό του ζητήματος της οικογένειας και της μητρότητας στην προσωπική σφαίρα”. Με άλλα λόγια ο Όρμπαν προκρίνει την εφαρμογή μιας Βιοπολιτικής, με την εργαλειοποίηση των σωμάτων των γυναικών της χώρας, που θα πρέπει να γεννούν περισσότερα παιδιά για “εθνικό όφελος”, απορρίπτοντας το δικαίωμα της προσωπικής επιλογής και της γυναικείας χειραφέτησης.

Επειδή ωστόσο η Ουγγαρία είναι, ακόμη τουλάχιστον, χώρα-μέλος του ΝΑΤΟ και κοινοβουλευτική δημοκρατία, και δεν μπορεί έτσι να επιβάλει τέτοιες δημογραφικές πολιτικές και αντιλήψεις που προσιδιάζουν σε δικτατορικά καθεστώτα, η κυβέρνηση του Όρμπαν έχει προτείνει μια σειρά από μέτρα για την τόνωση της γεννητικότητας, όπως εκπτώσεις σε φοιτητικά δάνεια για αποφοίτους που έχουν παιδιά κατά τη διάρκεια σπουδών, χορήγηση αυξήσεων στις συντάξεις ανάλογα με τον αριθμό των παιδιών, ακόμη και τη χορήγηση πρόσθετων δικαιωμάτων ψήφου σε μεγάλες οικογένειες!

Η ουγγρική κυβέρνηση επέλεξε τελικά ένα παραδοσιακό σύστημα οικογενειακών επιδομάτων, το οποίο βασίζεται στο γαλλικό σύστημα, καθώς και σε μέτρα για τη βελτίωση της ισορροπίας μεταξύ επαγγελματικής και οικογενειακής ζωής, συμπεριλαμβανομένων και συνολικής επιδότησης περίπου 30.000 Ευρώ, κατανεμημένα μέσα σε δέκα χρόνια, για τα ζευγάρια που θα δεσμευτούν να αποκτήσουν τουλάχιστον τρία παιδιά.

Μορφωμένες γυναίκες Vs macho κουλτούρα

Ωστόσο όλη αυτή η ρητορική και η πολιτική του “δημογραφικού εθνικισμού” -ή του “Κάνε Μωρά” του Όρμπαν- δεν είχε παρά πενιχρά αποτελέσματα. Τα ποσοστά γεννητικότητας στην Ουγγαρία από 1,3 (παιδιά ανά γυναίκα αναπαραγωγικής ηλικίας) που ήταν κατά την περίοδο 1997-2013 ανέβηκε ισχνά σε μόλις 1,5 το 2018. Αν και η κατάσταση στην αγορά εργασίας στη χώρα είναι βελτιωμένη, καθώς σήμερα υπάρχουν 4,5 εκατομμύρια θέσεις εργασίας σε σύγκριση με μόλις 3,8 εκατομμύρια το 2010, και παρά την επιδοματική πολιτική, αυτό δεν αποδείχθηκε αρκετό. Τα ποσοστά θνησιμότητας στην Ουγγαρία εξακολουθούν να υπερβαίνουν τα ποσοστά των γεννήσεων, και ο πληθυσμός των γυναικών σε ηλικία τεκνοποίησης μειώνεται συνεχώς δημιουργώντας έτσι έναν αυτοτροφοδοτούμενο κύκλο δημογραφικής συρρίκνωσης.

Πάντως οι γυναίκες, τόσο στην Ουγγαρία όσο και στην καθολική Πολωνία, είναι πιο μορφωμένες από τους άνδρες, και αρκετές είναι ακόμη και επιχειρηματίες, διαμορφωτές της κοινής γνώμης και πολιτικοί, και δεν αισθάνονται άνετα όταν τις αντιμετωπίζουν απλώς ως “εργαλεία αναπαραγωγής”. Αντιδρούν, αλλά οι μεγαλύτερες αντιδράσεις πιθανόν να έρθουν στη συνέχεια. “Είναι ένα παράδοξο: έχουμε πολύ μορφωμένες γυναίκες αλλά μια πολύ macho κουλτούρα. Η Ουγγαρία είναι μια πολύ ιεραρχική, supermacho χώρα που προτιμώ να τη συγκρίνω με τη Ρωσία του Πούτιν παρά με τις υπόλοιπες V4”, δήλωσε ο Katalin Kevehazi.

Πλήρης υιοθέτηση της “ακροδεξιάς ατζέντας” από τον Όρμπαν

Αν και ο Ορμπάν ανακοίνωσε πως η αντιμετώπιση της μείωσης του ουγγρικού πληθυσμού αποτελεί την κύρια προτεραιότητα της πολιτικής του εντούτοις εώς τώρα τα αποτελέσματα της πολιτικής του είναι ισχνά. Το δημογραφικό είναι πολύ πιο σύνθετο πρόβλημα από αυτό που αντιλαμβάνονται Δεξιοί συντηρητικοί πολιτικοί όπως ο Όρμπαν, οι οποίοι αδυνατούν να δουν τη “Μεγάλη Εικόνα” και περιορίζονται σε μια αμυντική και κλειστοφοβική αντιμετώπιση των εξελίξεων.

Το σίγουρο πάντως είναι πως, με βάση και την αντιμεταναστευτική και δημογραφική του πολιτική, το Δεξιό κόμμα Fidesz βρίσκεται πλέον πιο Δεξιά κι από το ριζοσπαστικό ακροδεξιό κόμμα Jobbik, το οποίο υποστηρίζει πως το ερώτημα δεν είναι εάν η Ουγγαρία θα γίνει χώρα εισδοχής μεταναστών, αλλά ως πότε θα συνεχίσει να είναι η ίδια χώρα που στέλνει μετανάστες στο εξωτερικό. Όπως σχεδόν παντού στην Ευρώπη ο ανταγωνισμός μεταξύ Δεξιάς και Ακροδεξιάς για πολιτική κυριαρχία στο χώρο “δεξιότερα του Κέντρου” οδηγεί σε υιοθέτηση “ακροδεξιάς ατζέντας” και σε μετατόπιση της παραδοσιακής Δεξιάς σε πιο ακροδεξιές θέσεις και εν τέλει σε ενίσχυση της ίδιας της ακροδεξιάς. Όλα αυτά οδηγούν νομοτελειακά σ’ έναν πολύ σκοτεινό τόπο.

Έτσι ο Όρμπαν ανοίγει το δρόμο προς ένα πιο ισχυρότερο ακροδεξιό Jobbik, χωρίς να προσφέρει στην κεντροαριστερή αντιπολίτευση πολλές ευκαιρίες για να ανασυνταχθεί και να διεκδικήσει τη διακυβέρνηση της χώρας. Από κάθε άποψη η περίπτωση της Ουγγαρίας είναι διδακτική και θα πρέπει να λειτουργήσει ως παράδειγμα προς αποφυγήν για τις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης.

* Ο Γιώργος Στάμκος είναι συγγραφέας και δημοσιογράφος.

Πηγή