Σε συνέντευξη με τον πρωθυπουργό Νετανιάχου το βράδυ της Τρίτης, ο πρόεδρος Τραμπ δήλωσε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες «θα καταλάβουν» τη Λωρίδα της Γάζας. Σε όλο τον κόσμο, οι παρατηρητές σοκαρίστηκαν. Αλλά η δήλωση δεν ήρθε από το πουθενά.
«Οι ΗΠΑ θα αναλάβουν τη Λωρίδα της Γάζας και θα κάνουμε και εμείς δουλειά με αυτήν», δήλωσε ο Τραμπ κατά τη διάρκεια της συνέντευξης. «Θα μας ανήκει και θα είμαστε υπεύθυνοι για την απενεργοποίηση όλων των επικίνδυνων βόμβων που δεν έχουν εκραγεί και άλλων όπλων στην περιοχή, θα ισοπεδώσουμε την περιοχή και θα απαλλαγούμε από τα κατεστραμμένα κτίρια».
Κληθείς να διευκρινίσει το σχόλιό του για την «κατάληψη» και αν είναι πρόθυμος να στείλει αμερικανικά στρατεύματα για να καλύψουν το κενό ασφαλείας στη Γάζα, ο Τραμπ δεν το απέκλεισε. «Θα καταλάβουμε [τη Γάζα], θα την αναπτύξουμε» επανέλαβε. Αν και πρόθυμος o Τραμπ να θάψει την προσφυγική οργάνωση UNRWA, πρόσθεσε: «Βλέπω μια μακροπρόθεσμη θέση ιδιοκτησίας και βλέπω ότι θα φέρει μεγάλη σταθερότητα σε αυτό το τμήμα της Μέσης Ανατολής και ίσως σε ολόκληρη τη Μέση Ανατολή».
Ο Τραμπ, μεγιστάνας της αγοράς ακινήτων και ο ίδιος, δήλωσε ότι μελέτησε το θέμα «προσεκτικά, επί πολλούς μήνες». Η Γάζα, είπε, θα μπορούσε να γίνει μια «Ριβιέρα της Μέσης Ανατολής».
Στην πραγματικότητα, η παρπάνω ιδέα ανάγεται στον γαμπρό του, σε ένα μυστικό σχέδιο ενός ισραηλινού υπουργείου και σε μια μακροπρόθεσμη προσπάθεια εθνοκάθαρσης.
Το όνειρο του Κούσνερ για τη «Ριβιέρα της Γάζας»
Το Μάρτιο του 2024, εν μέσω των συνεχιζόμενων γενοκτονικών θηριωδιών, ο Τζάρεντ Κούσνερ, γαμπρός του προέδρου Τραμπ, δήλωσε ότι τα οικόπεδα στην προκυμαία της Γάζας θα μπορούσαν να είναι πολύτιμα, προτείνοντας ότι το Ισραήλ θα πρέπει να απομακρύνει τους αμάχους. Ως ανώτερος σύμβουλος εξωτερικής πολιτικής του Τραμπ, ο Κούσνερ είχε αναλάβει την προετοιμασία ενός ειρηνευτικού σχεδίου για τη Μέση Ανατολή. Έτσι, τα σχόλιά του προκάλεσαν ένα τσουνάμι διεθνούς αγανάκτησης.
Ο Κούσνερ είχε άμεσο συμφέρον από την έκβαση του πολέμου στη Γάζα. Μετά τη θητεία του στον Λευκό Οίκο, ίδρυσε μια εταιρεία που αντλούσε τα περισσότερα κεφάλαιά της από το κρατικό ταμείο της κυβέρνησης της Σαουδικής Αραβίας. Παράλληλα επένδυσε εκατομμύρια σε ισραηλινή υψηλή τεχνολογία, η οποία παίζει κεντρικό ρόλο στον στρατιωτικό εξοπλισμό που χρησιμοποιείται στα κατεχόμενα εδάφη, συμπεριλαμβανομένης και της Γάζας.
Ο Κούσνερ χαρακτήρισε τις φρικαλεότητες στη Γάζα ως «μια λίγο ατυχή κατάσταση», συμπληρώνοντας ότι «από τη σκοπιά του Ισραήλ θα έκανα ό,τι μπορούσα για να απομακρύνω τους ανθρώπους και στη συνέχεια να την καθαρίσω». Στην πρώτη του θητεία, ο Τραμπ ανέτρεψε την εξωτερική πολιτική δεκαετιών των ΗΠΑ για τη Μέση Ανατολή, σχεδόν εν μία νυκτί. Τώρα, μετά τη συνέντευξη Τύπου, φαίνεται ότι η υπερσυντηρητική, ολιγαρχική κυβέρνησή του που στηρίζεται στον χριστιανικό σιωνισμό έχει την πρόθεση να προχωρήσει πολύ περισσότερο – παρά τις πιθανές δαπανηρές και θανατηφόρες συνέπειες.
Δεν υπάρχει όμως τίποτα καινούργιο στα σχέδια απομάκρυνσης των Παλαιστινίων και κατάληψης της γης τους. Αυτές οι εθνοτικές εκτοπίσεις ξεκίνησαν χρόνια πριν από την ίδρυση του Ισραήλ, το 1948 και εισήλθαν σε νέο επίπεδο μετά την ισραηλινή χερσαία επίθεση στα τέλη του 2023.
H μεταφορά του πληθυσμού της Γάζας
Μόλις μια εβδομάδα μετά την 7η Οκτωβρίου, το Υπουργείο Πληροφοριών του Ισραήλ, το οποίο επιβλέπει τις υπηρεσίες πληροφοριών Μοσάντ και Σιν Μπετ, ετοίμασε ένα μυστικό υπόμνημα. Το φθινόπωρο του 2023, επικεφαλής του υπουργείου ήταν ο Γκιλά Γκαμλιέλ, βετεράνος του κόμματος Λικούντ του Νετανιάχου, ο οποίος είχε κατηγορηθεί για δωροδοκίες και απάτη – αν και οι έρευνες είχαν σταματήσει ελλείψει επαρκών αποδεικτικών στοιχείων. Το υπόμνημα προσπαθούσε να πείσει τις Ηνωμένες Πολιτείες και άλλες χώρες να υποστηρίξουν τους παρακάτω στόχους του Ισραήλ:
-Ανατροπή της εξουσίας της Χαμάς.
-Εκκένωση του πληθυσμού εκτός της ζώνης μάχης προς όφελος των πολιτών της Λωρίδας της Γάζας.
-Αποστολή διεθνούς βοήθειας.
-Να πραγματοποιηθεί μια βαθιά διαδικασία εφαρμογής μιας ιδεολογικής αλλαγής (αποναζιστικοποίηση).
-Η ακολουθούμενη πολιτική να στηρίξει τον πολιτικό στόχο του κράτους, όσον αφορά το μέλλον της Λωρίδας της Γάζας και την τελική έκβαση του πολέμου.
Παραδόξως, το Υπουργείο συνέδεσε τις προσπάθειές του να επιτύχει ιδεολογική αλλαγή στη Γάζα με μια διαδικασία «αποναζιστικοποίησης». Αν και πλήρως αναντίστοιχη με την πραγματικότητα της Γάζας, η ορολογία αντανακλούσε τις μακροχρόνιες προσπάθειες του Λικούντ να χρησιμοποιήσει το Ολοκαύτωμα σαν ιδεολογικό εργαλείο για να ταυτίσει τη Χαμάς με την Αλ Κάιντα και αμφότερες με τους Γερμανούς Ναζί.
Η δυσοίωνη επιλογή (Γ‘)
Το απόρρητο έγγραφο περιέγραφε τρεις πιθανές επιλογές:
Α: Παραμονή του πληθυσμού στη Γάζα και διακυβέρνηση από την Παλαιστινιακή Αρχή (ΠΑ).
Β: Παραμονή του πληθυσμού στη Γάζα μαζί με την ανάδειξη μιας τοπικής αραβικής αρχής.
Γ: Εκκένωση του άμαχου πληθυσμού από τη Γάζα στο Σινά.
Από αυτές τις τρεις περιπτώσεις, το υπόμνημα συνιστούσε την τρίτη: τη βίαιη μεταφορά των 2,3 εκατομμυρίων κατοίκων της Γάζας στο Σινά της Αιγύπτου. Ενθάρρυνε την κυβέρνηση του Ισραήλ να ηγηθεί μιας δημόσιας εκστρατείας στη Δύση για την προώθηση του σχεδίου μεταφοράς. Και αυτό θα γινόταν παρουσιάζοντας την εκδίωξη του πληθυσμού της Γάζας ως «ανθρωπιστική ανάγκη».
Η πρόκληση εδώ ήταν να επιστρατευτεί η Ουάσινγκτον για να ασκήσει πίεση στην Αίγυπτο, μαζί με άλλες χώρες της Ευρώπης και της Μέσης Ανατολής, ώστε να απορροφήσει τους Παλαιστίνιους κατοίκους της Γάζας. Κατά τη διάρκεια του πολέμου, το Ισραήλ θα έπρεπε να «εκκενώσει τον άμαχο πληθυσμό» στο βόρειο Σινά «και να [αποτρέψει] την επιστροφή του πληθυσμού σε δραστηριότητες/κατοικίες κοντά στα σύνορα με το Ισραήλ».
Το απόρρητο υπόμνημα διανεμήθηκε στην ισραηλινή στρατιωτική ελίτ. Σύντομα όμως διέρρευσε, προκαλώντας παγκόσμια θύελλα εναντίον της «εθνοκάθαρσης». Εν τω μεταξύ, το Υπουργείο συμβουλεύτηκε ένα ισραηλινό think tank που προσπαθούσε να επωφεληθεί από την εθνοκάθαρση.
Επενδύοντας στις «καθαρισμένες παραλίες» της Γάζας
Λίγες μόνο ημέρες μετά την 7η Οκτωβρίου, το Ινστιτούτο Εθνικής Ασφάλειας & Σιωνιστικής Στρατηγικής (Misgav) ζήτησε την εξαναγκαστική μεταφορά του πληθυσμού της Γάζας στο Σινά. Είδε επίσης την εθνοκάθαρση ως μια εμπορική ευκαιρία.
Επικεφαλής του φιλοπόλεμου think tank ήταν ο Μεΐρ Μπεν-Σαμπάτ, στενός συνεργάτης του Νετανιάχου και πρώην επικεφαλής του Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας του Ισραήλ, ο οποίος είχε παίξει σημαντικό ρόλο στους πολέμους στη Γάζα από το 2008 και στις συμφωνίες Αβραάμ με τη μεσολάβηση των ΗΠΑ. Για τα γεράκια του Νετανιάχου, οι συμφωνίες αυτές ήταν το πρώτο βήμα για την αποπομπή της Παλαιστίνης από τις συνομιλίες για τη Μέση Ανατολή.
Η έκθεση που κυκλοφόρησε στα εβραϊκά στην ιστοσελίδα της Misgav, συντάχθηκε από τον Αμίρ Βάιτμαν, έναν διαχειριστή επενδύσεων. Ως επικεφαλής της φιλελεύθερης παράταξης του Λικούντ, ο Βάιτμαν ήταν κοντά στον υπουργό πληροφοριών Γκαμλιέλ. Η εταιρεία διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων του διέθετε μια εκπαιδευμένη αμερικανοεβραϊκή και ισραηλινή ομάδα, που ήταν ευθυγραμμισμένη με τις αμερικανικές πολυεθνικές και τη Σίλικον Βάλεϊ.
Ο Βάιτμαν ισχυριζόταν ότι το σχέδιό του ευθυγραμμιζόταν «πλήρως με τα οικονομικά και γεωπολιτικά συμφέροντα του κράτους του Ισραήλ, της Αιγύπτου, των ΗΠΑ και της Σαουδικής Αραβίας», παρά τη δηλωμένη αντίθεση όλων αυτών των αραβικών χωρών, των δυτικοευρωπαϊκών κρατών και της Σαουδικής Αραβίας. Το Ριάντ είχε ελάχιστα κίνητρα να πυροδοτήσει την περιφερειακή αποσταθεροποίηση, η οποία θα αποδομούσε το σαουδαραβικό «Όραμα 2030», το τεράστιο πρόγραμμα εκσυγχρονισμού και αναμόρφωσης.
«Επιστροφή στη Γάζα»
Η ιδέα του Βάιτμαν ήταν τελικά να παραδώσει τη Γάζα στους ακροδεξιούς εβραίους εποίκους του Ισραήλ. Έτσι, τον Ιανουάριο του 2024, η ακροδεξιά ισραηλινή οργάνωση εποίκων διοργάνωσε τη «Διάσκεψη για την επιστροφή στη Γάζα». Με τη συμμετοχή Ισραηλινών υπουργών και μελών του κοινοβουλίου, παρουσίασε έναν χάρτη που έδειχνε σχέδια για την επανίδρυση 15 ισραηλινών οικισμών και την προσθήκη έξι νέων. Ο Υπουργός Εθνικής Ασφάλειας του υπουργικού συμβουλίου Νετανιάχου Ιταμάρ Μπεν-Γβιρ εθεάθη να χορεύει στο συνέδριο.
Οι δηλώσεις του προέδρου Τραμπ προκάλεσαν ανησυχία στους ανταποκριτές του Λευκού Οίκου, τους Παλαιστίνιους και τη Γάζα, τους περιφερειακούς ηγέτες και τα ξένα κέντρα. Μήπως ο Τραμπ δέσμευσε τον αμερικανικό στρατό σε μακροχρόνια κατοχή στη Γάζα, ενώ συγχωρούσε σιωπηρά την ουσιαστική ενσωμάτωση της Δυτικής Όχθης από το Ισραήλ; Μήπως η κυβέρνηση και ο απεσταλμένος της στη Μέση Ανατολή, ο Στιβ Γουίτκοφ, μεγιστάνας των ακινήτων ο ίδιος, διαισθάνονταν μια ευκαιρία στην «περιοχή κατεδάφισης», όπως αποκαλούσαν τη Γάζα; Βασιζόταν ο Τραμπ στην αυτοκρατορική προεδρία για να επιβάλει την εβραϊκή λύση ενός κράτους του Νετανιάχου στη Μέση Ανατολή;
Από τον Παναμά στη Γροιλανδία και τώρα στη Γάζα, η κυβέρνηση Τραμπ σέρνει την προβληματική οικονομία των ΗΠΑ όλο και πιο κοντά στο οικονομικό και γεωπολιτικό περιθώριο.
*Ο Νταν Στάινμποκ είναι ο συγγραφέας του βιβλίου «Η πτώση του Ισραήλ». Είναι ιδρυτής της Difference Group και έχει υπηρετήσει στο Ινστιτούτο Ινδίας, Κίνας και Αμερικής (ΗΠΑ), στο Ινστιτούτο Διεθνών Σπουδών της Σαγκάης (Κίνα) και στο Κέντρο ΕΕ (Σιγκαπούρη).