Γιατί κατέρρευσε η κυβέρνηση και τι σημαίνει η άνοδος της ακροδεξιάς για το μέλλον της χώρας
Αλλαγή σκυτάλης στην κυβέρνηση της Γερμανίας
Η ξαφνική κατάρρευση της γερμανικής κυβέρνησης έχει προκαλέσει έντονο ενδιαφέρον και προβληματισμό τόσο στο εσωτερικό της χώρας όσο και διεθνώς. Η απόφαση για πρόωρες εκλογές γεννήθηκε από τις εντεινόμενες πολιτικές διαφωνίες και την αποδυνάμωση της κυβερνητικής πλειοψηφίας, ενώ στο παρασκήνιο υποβόσκει η επιρροή των ακροδεξιών τάσεων που κερδίζουν έδαφος.
Οι αιτίες πίσω από την κυβερνητική κρίση
Η παραίτηση του καγκελαρίου ήταν η κορύφωση μιας σειράς διαφωνιών στους κόλπους της κυβέρνησης. Η διαρκής σύγκρουση απόψεων μεταξύ των εταίρων του συνασπισμού πάνω σε κρίσιμα θέματα, όπως η οικονομική πολιτική, η ενέργεια και η μετανάστευση, οδήγησε σε μία ασταθή κυβερνητική πορεία, αυξάνοντας το ρίσκο και τις πολιτικές εντάσεις.
Πώς η άνοδος της ακροδεξιάς αλλάζει το πολιτικό τοπίο
Η άνοδος της ακροδεξιάς αποτελεί καθοριστικό παράγοντα στη διαμόρφωση του νέου πολιτικού χάρτη στη Γερμανία. Με την προώθηση εθνικιστικών θέσεων και σκληρής στάσης στο μεταναστευτικό ζήτημα, η ακροδεξιά έχει κερδίσει σημαντικό έρεισμα, προκαλώντας ανησυχία και κινητοποίηση στους παραδοσιακούς πολιτικούς κύκλους της χώρας.
Σενάρια για την επόμενη μέρα
Η πολιτική κρίση έχει φέρει στο προσκήνιο διαφορετικά σενάρια για τον σχηματισμό της επόμενης κυβέρνησης. Τα κόμματα καλούνται να λάβουν κρίσιμες αποφάσεις, εξετάζοντας τη σύσταση νέων συνασπισμών ή ακόμα και συνεργασίες που μέχρι πρότινος θεωρούνταν απίθανες. Οι παραδοσιακές πολιτικές δυνάμεις έχουν δύσκολο έργο μπροστά τους, καθώς πρέπει να ισορροπήσουν ανάμεσα σε αξίες και στις νέες πολιτικές.
Η στάση των πολιτών και οι προσδοκίες για σταθερότητα
Οι πολίτες της Γερμανίας παρακολουθούν στενά τις προτάσεις, με την πλειοψηφία να αναζητήσουν σταθερότητα και μία βιώσιμη κυβερνητική λύση. Η πολιτική αναταραχή έχει το ενδιαφέρον τους για τα δημόσια πράγματα, ενώ εκφράζονται φόβοι για το ενδεχόμενο μιας νέας, πιο διχαστική πολιτική περίοδο.
Τι επιφυλάσσει το μέλλον της Γερμανίας
Με την ακροδεξιά σε άνοδο και την πολιτική αβεβαιότητα να κυριαρχεί, το μέλλον της Γερμανίας παραμένει αβέβαιο. Οι επόμενες κινήσεις της πολιτικής ηγεσίας θα καθορίσουν την πορεία της χώρας, ενώ η ανάγκη για σταθερότητα και ενότητα
Οι αναφορές στη Γερμανία: πολιτική αναταραχή με φόντο την κατάρρευση της κυβέρνησης συνασπισμού
Εκτός από τις αμερικανικές εκλογές που συγκέντρωσαν παγκόσμιο ενδιαφέρον, η εβδομάδα αυτή σημειώθηκε από σοβαρές πολιτικές και στη Γερμανία. Η κατάρρευση της κυβέρνησης συνασπισμού έφερε στην επιφάνεια τις βαθιές πολιτικές διαφορές που έχουν αποδυναμώσει τη χώρα, με το χάσμα ανάμεσα στον καγκελάριο Όλαφ Σολτς και τον Υπουργό Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ να αποδεικνύεται αδύνατο.
Μια κρίση με πολλές προεκτάσεις
Η σύγκρουση ανάμεσα στους δύο πολιτικούς ηγέτες αντικατοπτρίζει τα εντεινόμενα προβλήματα και τις διαφωνίες που ταλάνιζαν το συνασπισμό εδώ και καιρό. Θέματα όπως η οικονομική πολιτική, η ενέργεια και οι προκλήσεις στη μετανάστευση ήταν κεντρικά ζητήματα που προκαλούσαν αντιπαραθέσεις.
Οι συνέπειες της κυβερνητικής αποσταθεροποίησης
Η αποτυχία του συνασπισμού ενισχύει την πολιτική αστάθεια στη Γερμανία και δημιουργεί νέες προκλήσεις για τη διακυβέρνηση της χώρας. Οι επόμενες μέρες που είναι κρίσιμες καθώς τα κόμματα που πρέπει να λάβουν σημαντικές αποφάσεις για την επόμενη μέρα, εξετάζοντας εναλλακτικές για το σχηματισμό νέας κυβέρνησης ή ακόμη και την πιθανότητα πρόωρων εκλογών.
Αναταραχή στην Καγκελαρία της Γερμανίας: πώς η αποπομπή Λίντνερ και η άνοδος της ακροδεξιάς αναδιαμορφώνουν το πολιτικό τοπίο
Η αποπομπή του Γερμανού υπουργού από τον Σολτς είχε σαν αποτέλεσμα και την απόσυρση της εμπιστοσύνης του κόμματος του Λίντνερ, FDP, από την κυβέρνηση συνεργασίας με επικεφαλής τον Σοσιαλδημοκράτη (SPD) καγκελάριο. Ο Σόλτς, από την Τετάρτη, είναι επικεφαλής κυβέρνησης μειοψηφίας, ενώ – για την ώρα- έχει τη στήριξη των Πρασίνων. Ο ίδιος υπογράμμισε ότι θα ζητήσει ψήφο εμπιστοσύνης από τη γερμανική βουλή στις 15 Ιανουαρίου.
Αν ο καγκελάριος Σολτς δεν πάρει ψηφο εμπιστοσύνης (που είναι και το πιθανότερο σενάριο), θα πρέπει να προκηρύξει εκλογές έως τα τέλη Μαρτίου του 2025– έξι μήνες νωρίτερα από τις εκλογές που, σύμφωνα με τον προγραμματισμό, θα διεξάγονταν τον Σεπτέμβριο του 2025. Την ίδια στιγμή, «στου Μπέρτολντ Μπρεχτ τη χώρα», που μετά τον Β΄Παγκόσμιο Πόλεμο (για ευνόητους, ιστορικούς λόγους) σταθερά επιδείκνυε ισχυρά αντανακλαστικά έναντι της ακροδεξιάς, το εθνικιστικό, αντιμεταναστευτικό, υπερσυντηρητικό κόμμα «Εναλλακτική για τη Γερμανία» (AfD) σημειώνει σταθερά ανοδική πορεία σε δημοσκοπήσεις αλλά και στις πρόσφατες περιφερειακές εκλογές σε κάποια κρατίδια
Η κορύφωση της κρίσης στην γερμανική καγκελαρία, που παγιώθηκε με την αποπομπή Λίντνερ, και την πτώση της τρικομματικής κυβέρνησης, προέκυψε μερικές μόνο ώρες αφότου, στην άλλη άκρη του Ατλαντικού, ο Ντόναλντ Τραμπ, στέφθηκε θριαμβευτής των προεδρικών εκλογών των ΗΠΑ.
Η κρίση στη Γερμανία υπό το πρίσμα της νίκης Τραμπ στις ΗΠΑ: πολιτικές πιέσεις και οικονομικές διαφορές
Η «ηρωική έξοδος» του Λίντνερ και ο αντίτυπος της νίκης
Η αποχώρηση του υπουργού Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ από την κυβέρνηση Σολτς δεν είναι απλώς μια πολιτική κίνηση αλλά, σύμφωνα με τον δημοσιογράφο της Deutsche Welle, Κώστα Αργυρό, ίσως και μια «ηρωική έξοδος». Ο Λίντνερ, με τη σκληρή στάση του απέναντι στη δημοσιονομική ευελιξία και την επιμονή του στη μη δημιουργία ελλειμμάτων, προκάλεσε την κρίση. Ωστόσο, η χρονική σύμπτωση με τη νίκη του Τραμπ στις ΗΠΑ εγείρει ερωτήματα για το εάν αυτή επηρέασε την απόφασή του.
Η σκέψη του Λίντνερ για τον οικονομικό προσανατολισμό της Γερμανίας
Ο Αργυρός επισημαίνει ότι η σκληρή στάση του Λίντνερ απέναντι στην αύξηση του χρέους είναι κρίσιμη. Η Γερμανία, με το διαβόητο «φρένο χρέους», έχει δεσμευτεί να αποφύγει τη δημιουργία ελλειμμάτων. Ωστόσο, ο Σολτς φέρεται να ζητήσει μια προσωρινή χαλάρωση αυτής της πολιτικής λόγω των σημερινών απαιτητικών οικονομικών συνθηκών. Η αντίσταση του Λίντνερ σε αυτό το αίτημα ενίσχυσε τις εντάσεις, και ίσως επιταχύνθηκε από τη νίκη Τραμπ, που σηματοδοτεί νέες οικονομικές και πολιτικές πολιτικές στην Ευρώπη.
Ο αντίκτυπος της νίκης Τράμπ
Η νίκη του Τραμπ μπορεί να σημαίνει ότι η Γερμανία θα πρέπει να προσαρμοστεί σε αυξημένες αμερικανικές ενέργειες ίσως για μεγαλύτερες στρατιωτικές δαπάνες και πιέσεις για πιο αυστηρές δημοσιονομικές πολιτικές. Ο Λίντνερ μπορεί να εκτελεστεί ότι η νέα παγκόσμια τάξη, με έναν πιο σκληρό και απαιτητικό Τραμπ, θα καταστήσει αναγκαίο να τηρηθεί με ακόμη μεγαλύτερη αυστηρότητα η δημοσιονομική
Η ημερομηνία της απόφασης
Όπως παρατηρεί ο Αργυρός, η απόφαση να επιλέξει αυτή τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή, αμέσως μετά τη νίκη Τραμπ, έχει συμβολική σημασία. Οι δηλώσεις στις ΗΠΑ φαίνεται πως έχουν αλλάξει στην πολιτική της Γερμανίας, υποδεικνύεται πόσο βαθιά είναι η αλληλεπίδραση μεταξύ των δύο χωρών και πόσο οι αμερικανικές εκλογές δεν ανακατεύουν την τράπουλα ακόμα και για τις γερμανικές εσωτερικές υποθέσεις.
Η αντιδημοφιλία του Όλαφ Σολτς: έλλειψη ηγετικού χαρακτήρα και πολιτικές αποφάσεις που προκαλούν δυσαρέσκεια
Ο παράγοντας του πολίτη
Ο Όλαφ Σολτς θεωρείται από πολλούς ως ένας πολιτικός χωρίς ιδιαίτερο χάρισμα. Σύμφωνα με τον δημοσιογράφο Κώστα Αργυρό, αυτό είναι ένα σημαντικό μειονέκτημα, καθώς δεν έχει καταφέρει να εμπνεύσει το κοινό ή να προβάλει μια ισχυρή ηγετική εικόνα. Σε μια περίοδο κρίσης, το χάρισμα είναι συχνά απαραίτητο για να κερδίσει κανείς την εμπιστοσύνη και την υποστήριξη των πολιτών
Οι δύσκολες αποφάσεις και το βάρος της υποστήριξης
Η επιβάρυνση του γερμανικού προϋπολογισμού λόγω της υποστήριξης προς την Ουκρανία είναι ένας από τους βασικούς λόγους δυσαρέσκειας. Η οικονομική και ενεργειακή εμπλοκή στον πόλεμο έχει αυξήσει το κόστος διαβίωσης και επιδείνωσε τον πληθωρισμό, κάτι πρωτόγνωρο για πολλούς Γερμανούς. Οι πόροι που διοχετεύονται στο εξωτερικό θεωρούνται από το κοινό ότι θα μπορούσαν να επενδυθούν εσωτερικά, σε υποδομές και κοινωνίες.
Η «ερμαφρόδιτη» και ετερόκλητη
Η κυβέρνηση του Σολτς, ένας τρικομματικός συνασπισμός ανάμεσα στο SPD, τους Πράσινους και το FDP, χαρακτηρίζεται ως ασύνδετη και ασυνεπής. Σύμφωνα με τον Αργυρό, η έλλειψη ενός ενιαίου οράματος και η συνεχής διαμάχη ανάμεσα στους κυβερνητικούς εταίρους έχουν δημιουργήσει την αίσθηση ενός “ακυβέρνητου καραβιού”. Οι διαρκείς εσωτερικές διαφωνίες ενισχύουν την εικόνα μιας ασταθούς ηγεσίας που δεν έχει σαφές σχέδιο για το μέλλον τ
Ο καγκελάριος του πληθωρισμού και της ακρίβειας
Στην κοινή γνώμη, ο Σολτς ταυτίζεται με την εποχή του μεγάλου πληθωρισμού και της ακρίβειας, κάτι που αποτελεί σημαντικό πλήγμα για τη δημοτικότητά του. Σε μια χώρα όπως η Γερμανία, που δεν είχε βιώσει τέτοια οικονομικά αστάθεια εδώ και χρόνια, η αποτυχία να ελεγχθεί ο πληθωρισμός θεωρείται σημαντική αδυναμία. Ο Σολτς φαίνεται να έχει δυσκολευτεί να πείσει τους πολίτες ότι έχει τον έλεγχο της κατάστασης και ότι διαθέτει ένα συγκεκριμένο σχέδιο για την αντιμετώπιση των προκλήσεων
Συμπερασματικά: Έλλειψη οράματος και διαχειριστικής ικανότητας
Ο Αργυρός καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η απουσία ηγετικού οράματος από τον Σολτς και η ασάφεια της πολιτικής κατεύθυνσης της κυβέρνησής του έχουν οδηγήσει σε πτώση της δημοτικότητάς του. Η Γερμανία μοιάζει, κατά τον δημοσιογράφο, με το “ακυβέρνητο καράβι”, και αυτό το κόστος του επωμίζεται κυρίως ο καγκελάριος, που φαίνεται να μην πείσει ότι μπορεί να οδηγήσει.
Σε αυτό το πολιτικό αδιέξοδο, τα μάτια πολλών φαίνονται να βρίσκονται πάνω στη Σάρα Βάγκενκνεχτ, που μέχρι πρότινος πολιτευόταν με το κόμμα της Αριστεράς, Die Linke, ωστόσο στις αρχές του 2024, παρουσίασε το δικό της, «αριστεροδεξιό» κόμμα (BSW). Μπορεί την εποχή της μεταπολιτικής, μία υβριδική πολιτικά πρόταση, να αποτελέσει ανάχωμα στην ακροδεξιά; «Νομίζω ότι η Βάγκενκνεχτ περισσότερο έχει αναστατώσει τον πολιτικό κόσμο που δεν ξέρει πώς να την αντιμετωπίσει.
Είναι ένα ένα υβρίδιο αριστερών θέσεων στην κοινωνική πολιτική, και ουσιαστικά δεξιών θέσεων σε άλλα ζητήματα. Έχει, για παράδειγμα, μία ατζέντα που δεν είναι αυτή της παραδοσιακής Αριστεράς σε ό,τι αφορά το μεταναστευτικό. Σε ό,τι αφορά τη στάση απέναντι στη Ρωσία, έχει μία ατζέντα παρόμοια με αυτή της ακροδεξιάς. Δεν νομίζω, όμως, ότι τη βλέπει κανείς ως απάντηση, μάλλον περισσότερο τους έχει μπερδέψει και τους έχει αναστατώσει. Νομίζω ότι είναι ένα καινούργιο φαινόμενο το οποίο καμία πλευρά δεν έχει ακόμα καταλήξει για το πώς πρέπει να το αντιμετωπίσει.
Μάλλον περισσότερο δυσκολεύει την πολιτική ζωή της χώρας, παρά της δίνει κάποιες διεξόδους. Και αυτό φαίνεται στο ότι, μετά τις εκλογές του Σεπτεμβρίου, σε κάποια κρατίδια, δεν μπορεί να βρεθεί καμία λύση σχηματισμού κυβέρνησης. Η προοπτική να μη μείνουν ακυβέρνητα είναι πολύ δύσκολη. Η Βάγκεκνεχτ, άρα, μάλλον περισσότερο τους έχει κάπως χαλάσει τη ζαχαρένια τους, τους έχει βγάλει λίγο έξω από τα νερά τους», λέει ο Κώστας Αργυρός
Τι γίνεται, όμως, με το ακροδεξιό AfD; Πώς είναι δυνατόν στη χώρα που προκάλεσε το καθολικό τραύμα του ναζισμού στην ανθρωπότητα, οι ακροδεξιές ιδέες να έχουν, 80 χρόνια μετά, απήχηση; «Το AfD, καταρχάς, αν το δει κανείς ιστορικά, θα εντοπίσει ότι ξεκίνησε μέσα στην κρίση. Το πρώτο θέμα που είχε βάλει τότε στην ατζέντα του, ήτανε να αποχωρήσει η Γερμανία από το ευρώ και να σταματήσει να πληρώνει τις άλλες χώρες. Για αυτό, βέβαια, δε φταίει μόνο το AfD, φταίει ουσιαστικά όλος ο πολιτικός κόσμος που είχε περάσει το μήνυμα ότι, “εμείς οι Γερμανοί καλούμαστε να βγάλουμε τα κάστανα από τη φωτιά για τους Έλληνες, τους Ιταλούς, τους Ισπανούς” κ.ο.κ.
Από εκεί και πέρα επειδή πράγματι έχει μία ατζέντα πολύ “αντισυστημική” -τουλάχιστον θεωρητικά- βρήκε χώρο σε έναν κόσμο που έχει χτυπηθεί από την κρίση πάρα πολύ, ή από την πανδημία. Τώρα στη Γερμανία ομολογούν ότι, πολλές από τις αποφάσεις τότε – οι καραντίνες, τα αυστηρά περιοριστικά μέτρα- ήταν υπερβολικές. Οι μόνοι τότε που έκαναν ουσιαστικά αντιπολίτευση ήταν το AfD. Κάπως έτσι παγιώθηκε ως μία πολιτική δύναμη -εντός πολλών εισαγωγικών το βάζω- “αντίστασης”.
Οι αντιδράσεις λοιπόν υπήρχαν και υπάρχει και μία τεράστια κόπωση του κόσμου, καθώς και μία απέχθεια απέναντι στα παραδοσιακά κόμματα. Έχουμε δει να γίνονται μεγάλοι συνασπισμοί, να μπαίνουν οι Πράσινοι ή οι Σοσιαλιστές στην κυβέρνηση, αλλά η κατάσταση δεν αλλάζει. Το AfD καταφέρνει να εκπροσωπεί τη θέληση του κόσμου να δει κάτι διαφορετικό, κάτι “αντισυστημικό”, πιο σκληρό. Έχει επίσης καταφέρει να αξιοποιήσει όλη αυτή την προπαγάνδα, στην οποία έχουν πέσει και άλλα κόμματα – και αφορά το μεταναστευτικό κυρίως.
Όλα τα κόμματα παραδέχονται ότι Γερμανία δεν μπορεί να πάρει άλλους μετανάστες. Αυτό είναι ατζέντα του AfD το οποίο επίσης βοηθάει πολύ -όπως και τη Βάγκενκνεχτ- η στάση απέναντι στον πόλεμο. Θεωρούν ότι δεν πρέπει η Γερμανία να βγάλει τα κάστανα από τη φωτιά, ούτε μπορεί να πληρώνει συνεχώς για την Ουκρανία. Κάποιοι κατηγορούν το AfD -δεν ξέρω κατά πόσο αυτό είναι αλήθεια αλλά υπήρχαν κάποιες σχέσεις πράγματι πολιτικών του- για σχέσεις με τη Ρωσία. Θεωρείται, δηλαδή, ένα φιλορωσικό κόμμα. Το οποίο δεν το εκλαμβάνουν πάντα απαραίτητα όλοι ως κάτι αρνητικό. Οπότε είναι αρκετοί παράγοντες που το βοηθούν. Νομίζω ότι μέσα στην εβδομάδα, οι δημοσκοπήσεις τους έδιναν 17% – 20%. Αν η κατάσταση τώρα παραμείνει ως έχει, μπορεί να είναι και αξιωματική αντιπολίτευση», σημειώνει.
«Το μεγάλο λάθος είναι ότι δεν έγιναν σοβαρές μεταρρυθμίσεις»
Σε ένα πράγμα που ο Αλέξανδρος Κρητικός συμφωνεί με τον Κώστα Αργυρό, αυτό είναι σίγουρα ότι, αν τα πράγματα δεν αλλάξουν, το μέλλον προβλέπεται δυσοίωνο. Ως Διευθυντής και Μέλος του Εκτελεστικού Συμβουλίου του Γερμανικού Οικονομικού Ινστιτούτου, ο κ. Κρητικός είναι άνθρωπος της αγοράς. Ο ίδιος αποδίδει την χαώδη πολιτική κατάσταση στο ότι, η Γερμανία, δεν είναι πια ελκυστική για επενδύσεις. «Τα τελευταία τρία χρόνια η οικονομία είναι υπερρυθμισμένη, αλλά την ίδια στιγμή βλέπουμε ότι, η γραφειοκρατία, που εφαρμόζει τις ρυθμίσεις, καθυστερεί πολύ.
Αυτό είναι ένα πρόβλημα που το ξέρουμε καλά στην Ελλάδα αλλά στη Γερμανία, μέχρι τώρα, δεν υπήρχε. Βλέπουμε ότι πλέον,δε γίνονται οι επενδύσεις που γίνονταν παλιά», ισχυρίζεται. Ο ίδιος προσθέτει πως, «όλοι έχουν καταλάβει ότι υπάρχει κάποιο θέμα, το βλέπουμε και επίσημα στο ΑΕΠ της χώρας. Ο Σολτς απαντάει στο πρόβλημα λέγοντας ότι θα ρίξει λεφτά – θέλει να χαμηλώσει τις τιμές στη βιομηχανία της ενέργειας, ήθελε να δώσει λεφτά στην αυτοκινητοβιομηχανία. Έτσι δε λύνεις ένα ρυθμιστικό πρόβλημα, και αυτό επίσης το ξέρουμε και από την Ελλάδα, παρά μόνο ξοδεύεις κι άλλα λεφτά, παίρνεις δάνεια- αλλά δεν το λύνεις», λέει.
Ο κ. Κρητικός βρίσκει σωστή την απόφαση του Γερμανού υπουργού οικονομικών να καταψηφίσει την πρόταση Σολτς για τον προϋπολογισμό. «Έχει κατά τη γνώμη μου την ιδιοτροπία ότι δε θέλει καθόλου να αυξήσει το δημόσιο χρέος και έχει κολλήσει στο φρένο χρέους, αλλά καλά έκανε και απέρριψε την πρόταση Σολτς. Το θέμα είναι αλλού», σημειώνει. Όταν του ζητάται να κάνει μία πρόβλεψη για το τι μέλλει γενέσθαι στη γεμρανική πολιτική, ο ίδιος προβλέπει ότι, «Βλέπω μεγάλο συνασπισμό Χριστιανοδημοκρατών (CDU) και Σοσιλαδημοκρατών (SPD).
Φοβάμαι, όμως, ότι αντί να έχουμε μία κυβέρνηση της ανανέωσης, θα πάμε πίσω σε αυτό που είχαμε τα τελευταία 12 – 16 χρόνια με την Μέρκελ που, όσο ήταν καγκελάριος πήγαινε καλά γιατί δεν υπήρχαν θέματα, αλλά μεταρρυθμίσεις δεν έκανε. Αυτά τα 16 χρόνια σημειώθηκε η εντυπωσιακή πτώση των επενδύσεων. Δεν έγιναν απαραίτητες επενδύσεις στις υποδομές ή την εκπαίδευση. Όλα αυτά μπορούσαν τότε να έχουν γίνει με μηδέν τόκους. Δεν έγιναν και αυτό ήταν το μεγάλο λάθος», υπογραμμίζει.
Μιλώντας μόλις μία ημέρα μετά την θριαμβευτική επανεκλογή Τραμπ στις ΗΠΑ, ο Αλέξανδρος Κρητικός αναφέρεται στο AfD σημιεώνοντας ότι φοβάται την πιθανή άνοδο της ακροδεξιάς στη χώρα. «Αν τα επόμενα τέσσερα χρόνια η κυβέρνηση καταφέρει να αυξήσει λίγο την εμπιστοσύνη του κόσμου, ότι μπορεί να διαχειριστεί με διαφορετικό τρόπο τα πολύ κρίσιμα θέματα με τα οποία είμαστε αντιμέτωποι, κάτι μπορεί να αλλάξει. Τα τελευταία περίπου 19 χρονια, όμως, καμία κυβέρνηση -είτε δεξιά, είτε δεξοιαριστερή, είτε αριστερή – σοσιαλδημοκρατική- δε μας έχει δώσει την εντύπωση ότι θα κάνει ριζικές αλλαγές.
Η τελευταία φορά που είδαμε μεταρρυθμίσεις ήταν το 2003, επί καγκελαρίας Σρέντερ, ο οποίοες έκανε τη μεγάλη μεταρρύθμιση στις αγορές, και μάλιστα πάνω στην κρίση. Κρίση έχουμε και τώρα, αλλά αντί να τους βλέπουμε να κάνουν μία σοβαρή μεταρρύθμιση, διαλύονται και κάνουν προτάσεις τις οποίες θα τολμήσω να χαρακτηρίσω “γελοίες”. Η ελπίδα μου είναι στην επόμενη κυβέρνηση, αν καταφέρει να κάνει μεταρρυθμίσεις θα πάμε καλύτερα, αν δεν τις κάνει, θα πάμε κατευθείαν προς την ακροδεξιά», καταλήγει.
«Η γερμανική Αριστερά δυσκολεύτηκε να τοποθετηθεί σε πολλά, κρίσιμα θέματα»
Στον αντίποδα, ο Μπόρις Κάντσλαϊτερ είναι ο Διευθυντής του Ιδρύματος Ρόζα Λούξεμπουργκ στην Αθήνα. Μιλώντας με αμιγώς πολιτικούς όρους κάνει λόγο για τη βαθιά οικονομική και πολιτική κρίση την οποία αντιμετωπίζει η Γερμανία εδώ και καιρό, την άνοδο της ακροδεξιάς και τις ανησυχίες που εγείρει το γεγονός ότι, μεγάλη μερίδα πολιτών, δεν νιώθει ότι εκπροσωπείται από τα παραδοσιακά κόμματα, τις διασπάσεις στην Αριστερά και το γενικότερο, παγκόσμιο πλαίσιο στο οποίο παρατηρούνται εν πολλοίς παρόμοια φαινόμενα.
Η Γερμανία είναι μια χώρα που συνήθως κυβερνάται από συνασπισμούς. Πώς κατέρρευσε η κυβέρνηση; Είναι ο Σολτς ένας αδύναμος καγκελάριος; Η κατάρρευση αποφασίστηκε στην πραγματικότητα από τον Λίντνερ; Τι συνέβη;
Η Γερμανία αντιμετωπίζει μια βαθιά οικονομική και πολιτική κρίση εδώ και καιρό. Ο πόλεμος στην Ουκρανία, ο πόλεμος στη Μέση Ανατολή, η άνοδος των τιμών της ενέργειας, ο πληθωρισμός, το ζήτημα της ενσωμάτωσης των μεταναστών αποτελούν πολύ σοβαρά προβλήματα για τη γερμανική κοινωνία. Υπάρχει μια αυξανόμενη δυσαρέσκεια στην κοινή γνώμη για τον τρόπο με τον οποίο ο κυβερνητικός συνασπισμός του SPD, των Πρασίνων και των Φιλελευθέρων (FDP) χειρίστηκε αυτά και άλλα προβλήματα.
Το ακροδεξιό κόμμα AfD σημειώνει εκλογικές επιτυχίες. Επίσης, το νέο κόμμα της Σάρα Βάγκενκνεχτ έχει επιτυχία. Το SPD, οι Πράσινοι και το FDP αντιμετωπίζουν εσωτερικές συγκρούσεις. Τους τελευταίους μήνες υπήρξε μια αυξανόμενη σύγκρουση στον κυβερνητικό συνασπισμό σχετικά με τον κρατικό προϋπολογισμό. Το FDP πρότεινε ένα πολύ σκληρό νεοφιλελεύθερο πρόγραμμα λιτότητας, το οποίο ήταν απαράδεκτο για το SPD και τους Πράσινους. Η σύγκρουση αυτή οδήγησε στην κατάρρευση της κυβέρνησης.
Η ακροδεξιά αυξάνει τα ποσοστά της σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες. Για ιστορικούς λόγους, η Γερμανία είχε ανέκαθεν πιο ευαίσθητα αντανακλαστικά από άλλες χώρες- μέλη της ΕΕ. Τι έχει πάει στραβά εδώ;
Η Γερμανία πανηγύριζε για πολλά χρόνια για την «αντιμετώπιση του παρελθόντος» (Vergangenheitsbewaltigung). Σημαντικοί παράγοντες της πολιτικής, πολιτιστικής και ακαδημαϊκής ζωής υποστήριζαν ότι η Γερμανία έμαθε τα μαθήματα της ιστορίας. Στην πραγματικότητα υπήρχε πάντα μια σκληρή δεξιά στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας. Πολλοί πρώην υψηλόβαθμοι ναζί απασχολήθηκαν σε σημαντικές θέσεις στο κρατικό μηχανισμό τη δεκαετία του 1950.
Υπήρχαν επίσης πάντα αντιδραστικοί διανοούμενοι και ακόμη και πολιτικοί παράγοντες μέσα στο συντηρητικό κόμμα CDU και στα δεξιά του. Μετά την κρίση του ευρώ και τη μεταναστευτική κρίση του 2015 η ακροδεξιά εδραιώνεται όλο και πιο δυνατά με το κόμμα Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) αλλά και με πολλές άλλες μικρότερες οργανώσεις, μέσα ενημέρωσης, ακόμη και σε ακαδημαϊκά ιδρύματα. Νομίζω ότι ο πυρήνας του προβλήματος είναι η έλλειψη νομιμοποίησης των παραδοσιακών κομμάτων λόγω αλλεπάλληλων κρίσεων.
Υπάρχει ένα γενικό αίσθημα αβεβαιότητας σε πολλούς τομείς της κοινωνίας. Μέσα ενημέρωσης με μεγάλη επιρροή, όπως η BILD, με πολύ μεγάλη εμβέλεια, παρουσιάζουν τη μετανάστευση και τους πρόσφυγες ως μεγάλη απειλή για τη γερμανική κοινωνία εδώ και πολλά χρόνια. Πολλοί παράγοντες παίζουν μαζί και δημιουργούν μια ατμόσφαιρα που ενισχύει την ακροδεξιά. Ειδικά στην πρώην Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας (ΛΔΓ) η κατάσταση είναι πολύ ανησυχητική.
Μεγάλα τμήματα του πληθυσμού δεν αισθάνονται ότι εκπροσωπούνται από τα καθιερωμένα κόμματα. Επίσης, η πλειοψηφία των Ανατολικογερμανών αισθάνεται ότι πρέπει να υπάρξει καλύτερη σχέση με τη Ρωσία για να εξασφαλιστεί ο οικονομικός ενεργειακός εφοδιασμός. Διαφωνούν με την πολιτική της γερμανικής κυβέρνησης, η οποία υποστηρίζει την κυβέρνηση Ζελένσκι στην Ουκρανία με όπλα και οικονομική βοήθεια. Το AfD και το κόμμα του Βάγκενκνεχτ οικοδομούν με επιτυχία την πολιτική τους σε μια διαφορετική θέση σε σχέση με τον πόλεμο στην Ουκρανία.
Ακόμη και αν υποθέσουμε ότι η πολιτική κρίση της Γερμανίας θα υποχωρήσει σύντομα, ο φόβος για το AfD είναι παρών και φαίνεται να επηρεάζει ακόμα και πολιτικούς που ποτέ δεν ασπάστηκαν τις ιδέες της ακροδεξιάς. Τον περασμένο Σεπτέμβριο, ο καγκελάριος Σολτς άλλαξε τη στάση του στο θέμα της μετανάστευσης. Την ίδια στιγμή, το BSW της Σάρα Βάγκερκνεχτ ασπάζεται τις αξίες της Αριστεράς για τα δικαιώματα των εργαζομένων και «φλερτάρει» με την ακροδεξιά σε θέματα όπως η μετανάστευση ή η «woke» ατζέντα. Είναι η ακροδεξιά αυτή που βάζει στην πραγματικότητα την ατζέντα στην πολιτική ζωή της Γερμανίας; Γιατί η Αριστερά δεν καταφέρνει να παγιώσει τις θέσεις στα παραδοσιακά ακροατήριά της;
Η κρίση της Αριστεράς στη Γερμανία δεν περιορίζεται μόνο στο αριστερό κόμμα DIE LINKE. Επίσης το κεντροαριστερό SPD και οι Πράσινοι, που πολλοί θεωρούν ως αριστερά, βρίσκονται σε βαθιά κρίση. Επίσης, τα συνδικάτα, το κίνημα για την κλιματική δικαιοσύνη και πολλά άλλα κοινωνικά κινήματα με αριστερό προσανατολισμό αντιμετωπίζουν δύσκολες στιγμές. Νομίζω ότι για να κατανοήσουμε την κρίση της αριστεράς και την άνοδο της ακροδεξιάς στη Γερμανία πρέπει να εξετάσουμε το ευρωπαϊκό πλαίσιο, όπου παρατηρούμε παρόμοιες τάσεις σε πολλές χώρες. Η αριστερά απέτυχε να παραδώσει και να θέσει στην πράξη πραγματικές εναλλακτικές λύσεις στον νεοφιλελευθερισμό εδώ και πολλά χρόνια. Η Αριστερά δεν γίνεται αντιληπτή ως φορέας, ο οποίος είναι σε θέση να κάνει τη ζωή καλύτερη για την πλειοψηφία των εργαζομένων.
Το αριστερό κόμμα DIE LINKE έχει ιδιαίτερα προβλήματα. Δημιουργήθηκε το 2007 ως συνασπισμός διαφορετικών δυνάμεων της αριστεράς. Ήταν πολύ επιτυχημένο για δύο χρόνια, επειδή είχε μια πολύ σαφή ατζέντα σε τρία θέματα που ήταν πολύ σημαντικά για τη γερμανική κοινωνία. Τον αγώνα κατά των νεοφιλελεύθερων μεταρρυθμίσεων στην αγορά εργασίας, την εκπροσώπηση των συμφερόντων των ανθρώπων στην Ανατολική Γερμανία και μια ξεκάθαρη θέση κατά της συμμετοχής της Γερμανίας σε πολέμους στο εξωτερικό, όπως στο Αφγανιστάν.
Από τότε το πλαίσιο έχει αλλάξει σημαντικά λόγω της πανδημίας του κορονοϊού, της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία και των τάσεων στην κοινωνία που θέτουν άλλα θέματα στο προσκήνιο, όπως η κλιματική κρίση, η μετανάστευση και τα ζητήματα ταυτότητας. Το DIE LINKE δυσκολεύτηκε να τοποθετηθεί σε πολλά θέματα. Η διάσπαση της Βάγκενκνεχτ ήταν μια συνέπεια. Δημιούργησε ένα νέο κόμμα με συντηρητικές απόψεις για το μεταναστευτικό και τα ζητήματα ταυτότητας, και θέσεις κατά της υποστήριξης της Γερμανίας στον Ζελένσκι. Τα δικαιώματα των εργαζομένων στην πραγματικότητα δεν παίζουν ρόλο στην πολιτική της. Μάλλον κάνει εκστρατεία υπέρ των συμφερόντων των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων. Η ίδια λέει επίσης, ότι το κόμμα της δεν προσδιορίζεται πλέον ως «αριστερό».
Η Γερμανία εισήλθε σε μια περίοδο πολιτικής αστάθειας. Η πολιτική κατάσταση είναι ασταθής. Δεν είναι πραγματικά σαφές τι θα συμβεί τους επόμενους μήνες. Η δραματική πολιτική αλλαγή στις ΗΠΑ θα παίξει επίσης σημαντικό ρόλο. Ο Τραμπ δημιουργεί ακόμη μεγαλύτερη αστάθεια.