Με την συμφωνία Τουρκίας – ΗΠΑ για την απόκτηση των F-16 να έχει «παγώσει», ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν βλέπει θετικά την αγορά Eurofighter προκειμένου να ανανεώσει τον ήδη γερασμένο στόλο της τουρκικής πολεμικής αεροπορίας.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με το Middle East Eye, το οποίο επικαλείται δηλώσεις Τούρκων αξιωματούχων, η τουρκική πολεμική αεροπορία εξετάζει το Eurofighter ως ασφαλιστική δικλείδα σε περίπτωση που οι ΗΠΑ καθυστερήσουν ή ακόμη και μπλοκάρουν την πώληση και το πακέτο εκσυγχρονισμού των F-16.
Μετά το «πάγωμα» των F-16 στρέφει το ενδιαφέρον στα Eurofighter
Εναλλακτικές λύσεις αναζητά το τουρκικό υπουργείο Άμυνας, καθώς βλέπει πως η κυβέρνηση Μπάιντεν δεν φαίνεται να βιάζεται να προωθήσει τη συμφωνία των 20 δισ. δολαρίων για τα F-16, που συνδέει άμεσα με την επικύρωση από το τουρκικό κοινοβούλιο της υποψηφιότητας της Σουηδίας για το ΝΑΤΟ.
Το αίτημα της Άγκυρας για 40 μονάδες Eurofighter ταιριάζει με την τρέχουσα συμφωνία για τα F-16, η οποία περιλαμβάνει 40 προηγμένα F-16V και πακέτα αναβάθμισης για τα 79 υπάρχοντα αεροσκάφη της.
Ωστόσο, ο Τούρκος υπουργός Άμυνας Yasar Guler δήλωσε στο κοινοβούλιο ότι η Άγκυρα θα ενδιαφερόταν να αγοράσει ταυτόχρονα, τόσο τα F-16, όσο και τα Eurofighter, πράγμα το οποίο αποδεικνύεται ότι είναι μια εξαιρετικά δαπανηρή δέσμευση.
Τι λένε οι αναλυτές
Ο Can Kasapoglu, ανώτερος συνεργάτης της δεξαμενής σκέψης Hudson Institute με έδρα την Ουάσινγκτον, λέει ότι η λειτουργία και των δύο μαχητικών θα φέρει αναπόφευκτα δυσκολίες που απορρέουν από τη διχοτόμηση του οπλοστασίου.
«Θα σήμαινε διαφορετικούς προσομοιωτές, διαχείριση πιλότους με διαφορετική εκπαίδευση, διαφορετική υποδομή συντήρησης, ακόμη και διαφορετικές βάσεις», ανέφερε ο αναλυτής στο Middle East Eye.
«Παρ’ όλα αυτά, στη σφαίρα της αμυντικής διπλωματίας, η προμήθεια ενός Eurofighter Typhoon είναι πολύ πιο ασφαλής από τις ρωσικές ή κινεζικές επιλογές. Εξάλλου, η επιλογή της ευρωπαϊκής λύσης δεν θα προκαλέσει κυρώσεις ή διπλωματικές αποκλίσεις [από τις ΗΠΑ]».
Η Τουρκία έχει απειλήσει στο παρελθόν να αγοράσει ρωσικής κατασκευής μαχητικά αεροσκάφη, αλλά οι αγώνες της Ρωσίας στον πόλεμο της Ουκρανίας έχουν μειώσει βαθιά το κύρος των ρωσικών όπλων στα τουρκικά μάτια. Υπάρχουν επίσης ανησυχίες σχετικά με πιθανές δυτικές κυρώσεις στην τουρκική αμυντική βιομηχανία, εάν υπογραφεί οποιαδήποτε συμφωνία με τη Μόσχα.
Μια τουρκική πηγή που γνωρίζει τα σχέδια που ετοιμάζει το υπουργείο Άμυνας δήλωσε ότι η Τουρκία δεν έχει αρκετούς πιλότους για να επενδύσει στη διαχείριση, τόσο των F-16, όσο και των Eurofighter, οπότε τελικά θα πρέπει να επιλέξει ένα από αυτά για να βασιστεί.
Βασικό εμπόδιο η Γερμανία
Ο Christian Molling, αναπληρωτής διευθυντής του ερευνητικού ινστιτούτου του Γερμανικού Συμβουλίου Εξωτερικών Σχέσεων, λέει ότι η Τουρκία βρισκόταν στη λίστα ελέγχου της Γερμανίας, εδώ και καιρό, λόγω της χρήσης γερμανικών όπλων, όπως τα άρματα μάχης Leopard, σε επιχειρήσεις εσωτερικής ασφάλειας ή χερσαίου πολέμου στη Συρία.
Από ότι φαίνεται, η Γερμανία αναμένεται να προκαλέσει προβλήματα στην αγορά των Eurofighter ιδιαίτερα μετά την επεισοδιακή συνέντευξη Τύπου που έδωσε ο Ερντογάν μαζί με τον Καγκελάριο Σολτς.
Ο λόγος είναι οι αρνητικές εντυπώσεις που άφησε ο Τούρκος πρόεδρος, τόσο γιατί καταδίκασε τους βομβαρδισμούς που πραγματοποιεί το Ισραήλ στη Γάζα, όσο και για τον τρόπο που κάλεσε τη Γερμανία να καταδικάσει τους Ισραηλινούς.
Αντιδράσεις
Από την άλλη πλευρά, ο τοπικός γερμανικός παραγωγός Airbus και το συνδικάτο των εργαζομένων του IG Metall διαδήλωσαν από κοινού την περασμένη εβδομάδα στο Μάντσινγκ, λέγοντας στη γερμανική κυβέρνηση, ότι η αντίθεσή της σε προμήθειες μεγάλης κλίμακας από μη ευρωπαϊκές χώρες και η λήξη προγραμμάτων, όπως το Eurofighter, είναι λανθασμένη.
Ακόμη, Γερμανός αξιωματούχος, δήλωσε στο Middle East Eye, ότι η Airbus έχει ήδη ασκήσει πιέσεις στην Καγκελαρία για να προχωρήσει η συμφωνία. «Το Κόμμα των Πρασίνων που συμμετέχει στον κυβερνητικό συνασπισμό, είναι αυτό που αντιτίθεται σε οποιεσδήποτε εξαγωγές προς την Τουρκία.», ανέφερε η πηγή.
Τέλος, το Middle East Eye, επικαλούμενο κυβερνητικό αξιωματούχο αναφέρει ότι αν η συμφωνία οδηγηθεί σε αδιέξοδο, τότε αναμένεται να περάσει από την έγκριση του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου Ασφαλείας (Bundessicherheitsrat), στο οποίο συμμετέχουν πολλοί Πράσινοι, όπως ο αντικαγκελάριος Ρόμπερτ Χάμπεκ και η υπουργός Εξωτερικών Ανναλένα Μπάερμποκ, οι οποίοι είναι πιθανό να αντιταχθούν.