Ο πόλεμος της Ουκρανίας μεταφέρθηκε στην σύνοδο των υπουργών οικονομικών των G-20, στην Ινδία, καθώς η Μόσχα αρνήθηκε να υπογράψει το κοινό ανακοινωθέν που πρότειναν οι δυτικές χώρες και την καταδίκαζε για την εισβολή στην Ουκρανία, και στη συνέχεια κατηγόρησε την Δύση ότι αποσταθεροποιεί τον θεσμό.
Οι δυτικές χώρες έβαλαν στο κείμενο παράγραφο με την οποία καταδίκαζαν την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Η Κίνα και η Ρωσία αρνήθηκαν να το υπογράψουν. Η ενότητα των G-20 έμεινε στα χαρτιά. Η Ινδία, προεδρεύουσα της G20, φάνηκε επίσης απρόθυμη σε αναφορές στον πόλεμο στην Ουκρανία. Οι δυτικές χώρες ξεκαθάρισαν όμως ότι δεν θα υπογράψουν κείμενο που δεν θα περιλάμβανε την καταδίκη της ρωσικής εισβολής. Η προεδρεύουσα Ινδία βρέθηκε σε δύσκολη θέση κι έτσι αναγκάστηκε να εκδώσει ως προεδρεύουσα περίληψη με το αποτέλεσμα των συνομιλιών της διήμερης συνόδου των υπουργών Οικονομικών και με τις διαφωνίες που εκφράσθηκαν.
«Τα περισσότερα μέλη καταδίκασαν με δριμύτητα τον πόλεμο στην Ουκρανία και τόνισαν ότι προκαλεί τεράστια ανθρώπινα δεινά και ότι επιδεινώνει τα υπάρχοντα προβλήματα της παγκόσμιας οικονομίας», αναφέρεται στο κείμενο που μνημονεύει την διατάραξη των εφοδιαστικών αλυσίδων, τους κινδύνους για την χρηματοπιστωτική σταθερότητα και την διατήρηση της ενεργειακής και της επισιτιστικής ανασφάλειας. «Υπήρξαν και άλλες απόψεις και διαφορετικές αξιολογήσεις της κατάστασης και των κυρώσεων», αναφέρεται στο κείμενο.
Η έκβαση της συνόδου ήταν τελικά αντίστοιχη εκείνης του Μπαλί τον περασμένο Νοέμβριο όταν η Ινδονησία είχε εκδώσει τελική διακήρυξη που επίσης παραδεχόταν τη διάσταση απόψεων.
Η υπουργός Οικονομικών των Ηνωμένων Πολιτειών Τζάνετ Γέλεν είχε δηλώσει προηγουμένως στο Reuters ότι είναι «απολύτως αναγκαίο» το τελικό ανακοινωθέν να καταδικάζει την Ρωσία. Η Ρωσία και η Κίνα δεν ήθελαν «η πλατφόρμα της G-20 να χρησιμοποιηθεί για την συζήτηση πολιτικών θεμάτων», σύμφωνα με πηγές της συνόδου. Η Ινδία τήρησε ουδέτερη στάση, αποφεύγοντας να επιρρίψει στην Ρωσία την ευθύνη για την εισβολή, με αντάλλαγμα την εξασφάλιση της τροφοδοσίας της με ρωσικό πετρέλαιο. Η Ινδία και η Κίνα περιλαμβάνονται στις χώρες που απείχαν κατά την ψηφοφορία της Πέμπτης στον ΟΗΕ, όταν η συντριπτική πλειοψηφία των χωρών ζήτησε από την Ρωσία να αποσύρει τα στρατεύματά της από την Ουκρανία και να σταματήσει τον πόλεμο.
Η επίθεση της Μόσχας
Κατόπιν αυτών, η Μόσχα κατηγόρησε τη Δύση ότι «αποσταθεροποίησε» τη σύνοδο των υπουργών Οικονομικών της G20, γιατί θέλησε να «εκβιάσει» ένα κοινό ανακοινωθέν για την Ουκρανία. «Εκφράζουμε τη λύπη μας που οι εργασίες της G20 συνεχίζουν να αποσταθεροποιούνται συλλογικά από τη Δύση και να χρησιμοποιούνται με αντιρωσικό και καθαρά συγκρουσιακό τρόπο», ανέφερε σε ανακοίνωσή του το ρωσικό υπουργείο Εξωτερικών.
Σύμφωνα με την Μόσχα, οι ΗΠΑ, η ΕΕ και η G7 «διατάραξαν την υιοθέτηση συλλογικών αποφάσεων» προσπαθώντας να «υπαγορεύσουν» με «σαφή εκβιασμό» ένα κείμενο με την δική τους ερμηνεία τους για τη σύγκρουση στην Ουκρανία. Το ρωσικό ΥΠΕΞ κατηγόρησε μάλιστα την Ουάσινγκτον και τους συμμάχους της ότι για να το πετύχουν αυτό έστειλαν «τελεσίγραφα» σε «πολλές αντιπροσωπείες».
«Προτρέπουμε τη συλλογική Δύση να αποκηρύξει την καταστροφική της πολιτική το συντομότερο δυνατό, για να συνειδητοποιήσει τις αντικειμενικές πραγματικότητες ενός πολυπολικού κόσμου», ανέφερε η ρωσική ανακοίνωση.
Τελικά στο κείμενο που δεν υπέγραψαν Ρωσία και Κίνα οι υπουργοί Οικονομικών των χωρών της G20 καταδίκασαν με δριμύτητα την Μόσχα για τον πόλεμο, ενώ η Ινδία φρόντισε στο κείμενο να διατυπώνονται και οι διαφωνίες της Ρωσίας.