Η αναδίπλωση, έστω και πρόσκαιρη, της τουρκικής διπλωματίας του καθεστώτος Ερντογάν είναι οφθαλμοφανής, με τη διαπίστωση αυτή να βρίσκει απήχηση στους ευρύτερους διπλωματικούς κύκλους των Βρυξελλών και της Ουάσινγκτον.
Του Χρήστου Μαζανίτη
Το σύνθημα έχει δοθεί, αν και δεν πολυδιαφημίστηκε για ευνόητους λόγους, και η τουρκική υπεροψία, ισχυρογνωμοσύνη, αμετροέπεια και κομπορρημοσύνη έδωσαν τη θέση τους στην προσέγγιση, την εγκαρδιότητα και τις κινήσεις καλής θέλησης. Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, Σαουδική Αραβία, Αίγυπτος αποτελούν τις βασικές επιδιώξεις της φαινομενικά τουρκικής μεταστροφής και ήδη στο προσκήνιο αλλά ενίοτε και στο παρασκήνιο λαμβάνουν χώρα διπλωματικές ζυμώσεις και καλέσματα φιλίας, εκπεφρασμένα από σημαίνοντες Τούρκους αξιωματούχους. Ο Υπουργός Εξωτερικών Τσαβούσογλου για παράδειγμα, σε πρόσφατη συνέντευξή του επανέλαβε την παραπλανητική επιχειρηματολογία του σχετικά με μια πιθανή Τουρκοαιγυπτιακή συμφωνία και «τα προνόμια» που αυτή μπορεί να προσφέρει στους Αιγυπτίους σε σύγκριση με την υπογραφείσα Ελληνοαιγυπτιακή συμφωνία.
Επιχείρηση σαγήνευσης
Κύριος στόχος βέβαια της αλλαγής πλεύσης της τουρκικής διπλωματίας είναι δίχως άλλο να σαγηνεύσει τις ΗΠΑ, οι οποίες με το εξοπλιστικό εμπάργκο που έχουν επιβάλλει στην Τουρκία, πριόνισαν τις βάσεις της νεοοθωμανικής θεώρησης που τόσο έκδηλα φρόντιζαν να διαφημίζουν όλο το προηγούμενο χρονικό διάστημα ο Ερντογάν και «οι συν αυτώ».
Το αφήγημα του Τούρκου Προέδρου επλήγη ανεπανόρθωτα μιας και η γείτων έχει στερηθεί πολύτιμα ανταλλακτικά για τα οπλικά της συστήματα, δεν μπορεί να εκτελέσει αναβαθμίσεις του εξοπλισμού της και ουσιαστικά της έχει απαγορευθεί η πρόσβαση σε τεχνολογίες οι οποίες θα επιτάχυναν την αμυντική απεξάρτησή της. Μια τέτοια περίπτωση ασφαλώς αποτελεί η «εκπαραθύρωση» των τουρκικών αμυντικών βιομηχανιών από το πρόγραμμα συμπαραγωγής του μαχητικού F-35, λόγω της απόφασης της τουρκικής κυβέρνησης να προμηθευτεί το ρωσικό αντιαεροπορικό σύστημα S-400.
Το «μανιφέστο» του Τούρκου Προέδρου για «μια ισχυρή Τουρκία, οικονομικά, αμυντικά, ενεργειακά και τεχνολογικά ανεξάρτητη από τον δυτικό κόσμο εν γένει», με το οποίο συσπείρωνε έως τώρα τις αντιδυτικές δυνάμεις της χώρας του παρουσιάζει ρωγμές, γεγονός που αντικατοπτρίζεται και στις αρνητικές δημοσκοπήσεις, με τα ποσοστά αποδοχής του να τον κατατάσσουν μόλις τέταρτο πίσω από τα αντίστοιχα του Δημάρχου Άγκυρας Yavaş, της Κωνσταντινούπολης İmamoğlu και της αρχηγού του κόμματος İyi Meral Akşener.
Έχοντας λοιπόν να αντιμετωπίσει αυτά τα αρνητικά δεδομένα και επιπλέον την οικτρή κατάσταση στην οποία εδώ και καιρό έχει περιέλθει η τουρκική οικονομία χάρη στις οικονομικές αλχημείες του μαθητευόμενου «μάγου-Προέδρου» της, η τουρκική κυβέρνηση έχει αποδοθεί σ’ έναν αγώνα δρόμου προκειμένου να αντιστρέψει το αρνητικό κλίμα στο εξωτερικό και κυρίως στις ΗΠΑ, αποσκοπώντας φυσικά και στο εσωτερικό της ακροατήριο με φόντο τις εκλογές του 2023.
Έτσι πέραν του ενεργού ρόλου που έχουν αναπτύξει οι τουρκικές εταιρείες που δραστηριοποιούνται στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού και της επιτροπής που έχει συσταθεί από την Αμερικανική Γερουσία με σκοπό την προώθηση της αμερικανοτουρκικής συνεργασίας, νέες «πρωτοβουλίες» που βλέπουν το φως της δημοσιότητας φανερώνουν αν μη τι άλλο την αγωνία της τουρκικής κυβέρνησης όσο τα περιθώρια στενεύουν, να επανέλθει στο προσκήνιο από την ανυποληψία που οι κεντρικές πολιτικές της επιλογές την έχουν οδηγήσει.
Προπαγάνδα
Μια από αυτές τις πρωτοβουλίες αποτελεί αναμφισβήτητα η περιοδική έκδοση «Turkish – American Defense Review», η οποία πρωτοεμφανίστηκε τον περασμένο Οκτώβριο, ενώ μέχρι τώρα έχουν εκδοθεί μόλις δύο τεύχη της. Το περιοδικό αυτό, σύμφωνα με το προλογικό σημείωμα από τον βασικό εκδότη του Can Kasapoğlu, έρχεται να καλύψει το δήθεν κενό που υπάρχει στους αμερικανοτουρκικούς αμυντικούς δεσμούς υποστηρίζοντας ότι ο «δυναμισμός» των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων και οι «ειρηνικές» πρωτοβουλίες που έχει αναπτύξει η Τουρκία, στο Ιράκ, τη Συρία, το Αφγανιστάν και την Ανατολική Μεσόγειο αξίζουν βαθύτερη ανάλυση.
Η «σπέκουλα» και η προπαγάνδα βρίθουν και δεν χρειάζεται ούτε πολλή ώρα, ούτε ιδιαίτερες γνώσεις για να το διαπιστώσει κανείς.
Διαβάζοντας λχ το άρθρο που δημοσιεύεται στο πρώτο τεύχος του περιοδικού με τίτλο «The Azerbaijan-Turkey-Israel triangle puts an end to the Neo-Ottoman Slander; U.S.-Turkey Relations, the Role of Azerbaijan, and the Path Forward» αντιλαμβάνεται κάποιος την κεντρική καθοδήγηση που υπαγορεύεται στη δήθεν αθώα πρωτοβουλία προώθησης των Αμερικανοτουρκικών σχέσεων. Στο άρθρο αυτό λοιπόν, ούτε λίγο ούτε πολύ επιχειρείται να αποδειχθεί ότι είναι άδικη η κριτική που ασκήθηκε εναντίον της Τουρκίας για τη στάση της στη σύγκρουση Αζερμπαϊτζάν – Αρμενίας, καθώς δεν θα ήταν δυνατό να συμμετέχουν Σουνίτες μισθοφόροι από τη Συρία στο πλευρό των Σιϊτών Αζέρων λόγω του διαφορετικού δόγματος! Αγνοεί μάλλον ο αρθρογράφος πλείστες όσες ιστορικές περιπτώσεις, με πρώτη και καλύτερη τη διαχρονική συμμαχία του Αζερμπαϊτζάν με τη Σουνιτική Τουρκία. Όπως εύκολα γίνεται αντιληπτό δεν γίνεται πουθενά αναφορά στα τουρκικά drones Bayraktar ούτε φυσικά στα δημοσιεύματα που έκαναν λόγο για παροχή βοήθειας από την Τουρκία προς το Αζερμπαϊτζάν, την οποία μέχρι και ο ίδιος ο Αζέρος Πρόεδρος εμμέσως πλην σαφώς έχει παραδεχθεί.
Η συνέχεια και το περιεχόμενο της αρθρογραφίας του περιοδικού, που δήθεν προάγει τις αμερικανοτουρκικές αμυντικές σχέσεις, την ειρήνη και τη σταθερότητα είναι το ίδιο κωμικοτραγική, καθώς στο δεύτερο τεύχος το οποίο εκδόθηκε εντός του Ιανουαρίου υπάρχει ξεχωριστό άρθρο για τα drones «Akinci» και «Aksungur», για τα οποία όλως τυχαίως έκανε εγκωμιαστική αναφορά ο Τούρκος Πρόεδρος σε tweet του την Παραμονή της Πρωτοχρονιάς. Η χρονική συγκυρία δεν είναι φυσικά τυχαία και αποδεικνύεται για μια ακόμα φορά η ιδιαίτερη «συστροφική» σχέση που διέπει τον Ερντογάν με την ανεξαρτησία του Τύπου αφού τελικά και αυτή η περιοδική έκδοση ενέχει τον ρόλο μιας τουρκικής σειρήνας προς την άλλη πλευρά του Ατλαντικού!
Ο ιστότοπος «Turkish Heritage» υπό την αιγίδα του οποίου εκδίδεται το «Turkish – American Defense Review» ασκεί εξίσου προπαγανδιστικό ρόλο προσπαθώντας να εξωραΐσει την εικόνα της Τουρκίας στους κύκλους της Ουάσινγκτον. Αρκεί άλλωστε να ρίξει κανείς μια ματιά στους βασικούς χορηγούς αυτής της Μη-Κυβερνητικής Οργάνωσης, όπως είναι οι κρατικές τουρκικές αερογραμμές (Turkish Airlines), για να καταλάβει τα πραγματικά κίνητρα αυτών των δήθεν «αχρωμάτιστων» και «πολιτιστικών» πρωτοβουλιών.
Παρά τις αγωνιώδεις προσπάθειες του τουρκικού κράτους και παρακράτους να αντιστρέψουν το αρνητικό προφίλ της τουρκικής κυβέρνησης και του Ερντογάν εν προκειμένω, που έχει δημιουργηθεί ιδιαίτερα κατά τα τελευταία δύο χρόνια της διακυβέρνησής του, προβάλλοντας το τουρκικό «δίκαιο» έναντι του ελληνικού «άδικου» στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο, στρατιωτικοί αναλυτές εκτιμούν ότι «το τρένο έχει φύγει» και μάλλον οριστικά τουλάχιστον για την παρούσα τουρκική κυβέρνηση.
Όπως πρόσφατα δήλωσε ο υποψήφιος Πρέσβης των ΗΠΑ στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια της ακρόασής του στη Γερουσία κ. Τζωρτζ Τσούνης, οι ελληνοαμερικανικές σχέσεις βρίσκονται στο υψηλότερο επίπεδο. Και αυτή η παραδοχή δεν οφείλεται σε κάποιο μηχανισμό προπαγάνδας που δραστηριοποιείται στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, αλλά η ουσία της πηγάζει σε τρεις αρχές που οι γείτονές μας δεν λένε να αντιληφθούν, όσες ΜΚΟ κι αν επιστρατεύσουν: Διεθνές δίκαιο, ειρήνη και σταθερότητα.