Το 2011 το Τατζικιστάν χορήγησε 1.158 τετραγωνικά χιλιόμετρα του εδάφους του στην Κίνα.
- Από τον Αλκιβιάδη Κ. Κεφαλά
Λόγω της εκτεταμένης πολιτικής διαφθοράς η χώρα αδυνατούσε να ξεπληρώσει το χρέος της προς την Κίνα, μεγάλο μέρος του οποίου είχε καταλήξει στις τσέπες των πολιτικών. Η παραχώρηση εθνικής κυριαρχίας λόγω υπερβολικού δανεισμού, γνωστή και ως debt trap diplomacy (παγίδα μέσω του χρέους), είναι μία ύπουλη αποικιοκρατική πρακτική που η Κίνα άρχισε να εφαρμόζει από τη δεκαετία του 2000.
Παρά το γεγονός ότι τεράστιες εκτάσεις στην Αφρική, στη Λατινική Αμερική και την Ασία πέρασαν στα χέρια της Κίνας, το αμερικανικό πολιτικό κατεστημένο δεν αντιλήφθηκε αμέσως την έκταση του φαινομένου, ώστε να αντιδράσει. Χαρακτηριστικό παράδειγμα της τακτικής «παγίδας μέσω χρέους» αποτέλεσε η πώληση του λιμανιού του Πειραιά στην COSCO, επειδή το γεγονός ουδόλως απασχόλησε την αμερικανική πρεσβεία στην Αθήνα.
Ήταν τότε η χρυσή εποχή που οι παγκόσμιες ελίτ άρχισαν να αντιλαμβάνονται ότι ο παραγωγικός καπιταλισμός έπρεπε να αντικατασταθεί από τον παγκοσμιοποιημένο εικονικό καπιταλισμό μέσω της μεταφοράς των εργοστασίων στην Κίνα. Οι ελίτ, λόγω του σχετικού πολλαπλασιασμού των κερδών από τον μη παραγωγικό καπιταλισμό, δεν δίστασαν να προδώσουν την εργατική τάξη των χωρών τους, αντικαθιστώντας τη με μια νέα παγκοσμιοποιημένη τάξη, αποτελούμενη από μετακινούμενους και ενοικιαζόμενους εργαζομένους ή «επιδοματίες» (πρεκαριάτο).
Όμως οι ευρωπαϊκές ελίτ, τυφλωμένες από τα αστρονομικά κέρδη του μη παραγωγικού καπιταλισμού και την απληστία, έκαναν δύο θανάσιμα λάθη. Πρώτον, δεν αντιλήφθηκαν ότι η ράθυμη και δυσκίνητη γραφειοκρατία των Βρυξελλών είναι ανίκανη να προστατεύει τα συμφέροντά τους και, δεύτερον, ότι η αμερικανική πολιτική προς την Κίνα ξαφνικά άλλαξε επειδή το αμερικανικό κατεστημένο αντιλήφθηκε ότι, εάν συνεχιζόταν η ανοχή της ευρωπαϊκής κερδοσκοπίας που ενδυνάμωνε την Κίνα, τότε σε σύντομο χρονικό διάστημα ο πλανήτης Γη θα περνούσε στα χέρια της τελευταίας.
Το σημείο θραύσης εμφανίστηκε όταν η Ευρωπαϊκή Ένωση της Μέρκελ και του Μακρόν επιχείρησε να υπογράψει τη συμφωνία CAI (Comprehensive Agreement on Investment) προτού ο πρόεδρος Μπάιντεν αναλάβει τα καθήκοντά του στον Λευκό Οίκο. Η συμφωνία θα καθιστούσε την Κίνα οικονομικά ισχυρότατη, υποσκάπτοντας την αμερικανική πολιτική και κυριαρχία στον Ειρηνικό. Η Ευρωπαϊκή Ενωση εσκεμμένα παρέβλεπε τις επεκτατικές βλέψεις της Κίνας στον Ειρηνικό και στην Ανταρκτική, πρακτική που η Αμερική και η Αυστραλία δεν μπορούσαν να ανεχθούν.
Οι πολιτικές ελίτ των Βρυξελλών αδυνατούν να αντιληφθούν, αφενός, τις αντιφατικές οικονομικές πολιτικές που προκύπτουν από τη μεταφορά της παραγωγής και των εργοστασίων στην Κίνα και, αφετέρου, τον κίνδυνο που αποτελεί για τη Δύση η ενδυνάμωση του κινεζικού αυταρχικού γίγαντα. Ο καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο πανεπιστήμιο του Κεντ Richard Whitman δήλωσε ότι «ενώ η Αυστραλία προβληματίζεται για το πώς θα σταματήσει την κινέζικη διείσδυση στον Ειρηνικό, η Γαλλία και η Ευρώπη προβληματίζονται για το πώς θα κερδοσκοπήσουν. Η Γαλλία λόγω ισχυρών οικονομικών δεσμών με την Κίνα δεν επιθυμεί να προσφέρει ουσιαστική αμυντική συνδρομή στην Αυστραλία, επειδή κάθε τέσσερα χρόνια η Κίνα ναυπηγεί ισάριθμα πολεμικά πλοία με τον γαλλικό στόλο».
Στον οικονομικό τομέα, η συμφωνία ήταν το 90% της ναυπηγικής εργασίας να γίνει στην Αυστραλία και αργότερα περιορίστηκε στο 60%, ενώ το αρχικό κόστος των 31 δισεκατομμυρίων δολαρίων ανέβηκε στα 56 δισεκατομμύρια δολάρια και το κόστος συντήρησης για τον χρόνο ζωής των υποβρυχίων στα 90 δισεκατομμύρια δολάρια. Παρά την αρχική συμφωνία, το πρώτο υποβρύχιο θα παραδινόταν το 2035, αντί του 2026, αφήνοντας την Αυστραλία χωρίς επιθετικό στόλο για μία δεκαετία.
Επιπροσθέτως, ήδη από το 2016 υπήρξαν σοβαρά προβλήματα σχέσεων μεταξύ των Αυστραλών και των Γάλλων εργαζομένων. Το 2019 άρχισαν να εμφανίζονται στον αυστραλιανό Τύπο τα προβλήματα συνεργασίας και η αδυναμία συνεννόησης μεταξύ των εργαζομένων (https://www.abc.net.au/news/2019-04-27/french-subs-cultural-clashes-lunch-meeting-times-naval-group/11049748).
Παρά την ανάγκη επίσπευσης και ολοκλήρωσης του έργου, οι Γάλλοι αργούσαν να πάνε στις συναντήσεις, το μεσημεριανό γεύμα διαρκούσε πολύ, ενώ, σε αντίθεση με τους Αυστραλούς, οι Γάλλοι σταματούσαν να εργάζονται για έναν μήνα το καλοκαίρι. Το αποτέλεσμα ήταν ότι το αμυντικό πρόγραμμα τέθηκε εκτός χρονοδιαγράμματος. Το κερασάκι στην τούρτα ήταν η διαρροή 20.000 μυστικών εγγράφων σχετικά με την ασφάλεια των υποβρυχίων που ναυπηγήθηκαν για την Ινδία.
Η συμφωνία AUKUS υπεγράφη επειδή ο υπόλοιπος κόσμος δεν εργάζεται με την ώρα Βρυξελλών, δεν σπαταλά άπειρο χρόνο σε διαβουλεύσεις και εγκρίσεις από τα 27 Κοινοβούλια, δεν απολαμβάνει διευρυμένα και καλοπληρωμένα Σαββατοκύριακα ούτε συμμετέχει σε ατελείωτες ώρες γευμάτων. Οι «Βρυξελλάτοι» δεν αντιλαμβάνονται τη διεθνή γεωπολιτική κατάσταση και συνεπώς η άμυνα είναι μία πολύ σοβαρή υπόθεση για να βασιστεί σε ευρωπαϊκά χέρια.
*Διδάκτωρ Φυσικής του πανεπιστημίου του Manchester, UK, δ/ντής Ερευνών του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών