Κόντρα σε όλα όσα λέει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ), αλλά και το Ευρωπαϊκό Κέντρο Πρόληψης και Ελέγχου Νοσημάτων (ECDC) για την ανάγκη χορήγησης της τρίτης δόσης, ο Ευρωπαίος Επίτροπος Εσωτερικής Αγοράς Τιερί Μπρετόν, αρμόδιος για τον συντονισμό της προμήθειας εμβολίων κατά του κορωνοϊού στην ΕΕ, υποστηρίζει ότι… ξέρει καλύτερα.
Με δηλώσεις του, απορρίπτει την κριτική και σύσταση του ΠΟΥ για τη χορήγηση μιας τρίτης αναμνηστικής δόσης εμβολίων κατά της Covid-19 σε πλούσιες χώρες, την ώρα που φτωχές χώρες εξακολουθούν να περιμένουν τις πρώτες δόσεις εμβολίων.
«Οι 300 έως 350 εκατομμύρια δόσεις εμβολίων που απαιτούνται για τη χορήγηση αναμνηστικών δόσεων εμβολίων στην ΕΕ αντιπροσωπεύουν μόνο έναν μήνα ευρωπαϊκής παραγωγής», υποστήριξε τη θέση του.
«Αυτό σημαίνει ένα μήνα παραγωγής. Για τόσο χρόνο μιλάμε», πρόσθεσε σε δημοσιογράφους στις Βρυξέλλες. «Καταλαβαίνω το μήνυμα, αλλά τα στοιχεία δεν το υποστηρίζουν στο μέτρο που πρόκειται να παράγουμε στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ 500 έως 600 εκατομμύρια δόσεις μηνιαίως».
Ο ΠΟΥ κατήγγειλε στις 18 Αυγούστου τη βιασύνη πλούσιων χωρών για χορήγηση στους πολίτες τους μιας τρίτης δόσης εμβολίου κατά της Covid-19, τονίζοντας ότι τα επιστημονικά δεδομένα δεν αποδεικνύουν την ανάγκη για κάτι τέτοιο σε αυτό το στάδιο, παρά μόνο σε ανθρώπους που ανήκουν σε ιδιαίτερα ευπαθείς ομάδες.
Η χορήγηση μιας τρίτης δόσης ισοδυναμεί με το να «μοιράζουμε επιπλέον σωσίβια σε άτομα που έχουν ήδη σωσίβια ενώ αφήνουμε άλλους ανθρώπους να πνιγούν», είχε πει χαρακτηριστικά ο Μάικ Ράιαν, εκτελεστικός διευθυντής του προγράμματος έκτακτης ανάγκης για την υγεία του ΠΟΥ
Ο Τιερί Μπρετόν πήρε και τον ιατρικό ρόλο και τόνισε ότι οι αναμνηστικές δόσεις έπρεπε να χορηγηθούν το νωρίτερο έξι μήνες μετά τον πλήρη εμβολιασμό για να είναι αποτελεσματικές και υπενθύμισε ότι εκατοντάδες εκατομμύρια δόσεις θα διανεμηθούν (πότε όμως, όλο αυτό λέει η ΕΕ) σε χώρες που έχουν ανάγκη, ειδικά στην Αφρική.
Η ΕΕ δεν έχει ακόμη δώσει σύσταση για τη χορήγηση μιας τρίτης δόσης εμβολίου, αλλά ο Ευρωπαίος Επίτροπος επισήμανε ότι αναμένει ότι αυτή η πρακτική θα γίνει ευρέως διαδεδομένη καθώς τα κράτη-μέλη, συμπεριλαμβανομένης της Γαλλίας, έχουν ήδη αρχίσει να χορηγούν αναμνηστικές δόσεις.