Η Β. Μακεδονία (χώρα 2,12 εκατομμυρίων κατοίκων), μετά τη διευθέτηση της ονοματολογικής διαμάχης με την Ελλάδα, το 2019, αντιμετωπίζει την αναζωπύρωση μιας άλλης, η οποία της φράζει το δρόμο προς την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Αυτήν τη φορά, η Βουλγαρία είναι που εμποδίζει την έναρξη των ενταξιακών συνομιλιών.
«Θεωρήσαμε ότι δεν ήταν η ώρα» για την έναρξη αυτών των διαπραγματεύσεων με τα Σκόπια, δήλωσε τον Νοέμβριο, ο Γερμανός Υφυπουργός Ευρωπαϊκών Υποθέσεων, Μάικλ Ροθ -του οποίου η χώρα προέδρευε των Υπουργικών Συνόδων της ΕΕ έως το τέλος του 2020-, μέσω τηλεδιάσκεψης με τους Ευρωπαίους ομολόγους του.
«Η Βουλγαρία δεν μπορεί να υποστηρίξει σε αυτό το στάδιο συμφωνία-πλαίσιο με τη Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας», επιβεβαίωσε η Υπουργός Εξωτερικών της Βουλγαρίας Εκατερίνα Ζαχαρίεβα. Πάντως, αυτή η συμφωνία-πλαίσιο μπορεί να εγκριθεί μόνον κατόπιν ομόφωνης απόφασης των 27 κρατών μελών της ΕΕ. Πριν από τη συνεδρίαση, ο πρωθυπουργός της Βόρειας Μακεδονίας, Ζόραν Ζάεφ, είχε δηλώσει ότι μία τέτοια απόφαση ήταν αναμενόμενη, ενώ πρόσθεσε ότι υπάρχει ακόμη χρόνος πριν την πρώτη διακυβερνητική διάσκεψη με στόχο την έναρξη των συνομιλιών, που θα γίνει στα τέλη Δεκεμβρίου.
Γιατί όμως αυτή η παρεμπόδιση; Αναρωτιέται σε ανάλυση της η γαλλική Le Monde.
Η Σόφια αναζωπυρώνει διαφορές γύρω από ζητήματα ταυτότητας σε γλωσσολογικό και ιστορικό πλαίσιο. Η βουλγαρική κυβέρνηση του Μπόικο Μπορίσοφ, στην οποία συμμετέχει το εθνικιστικό κόμμα «VMRO», σκλήρυνε τον τόνο της τελευταία, επικρίνοντας τα Σκόπια για την απροθυμία επίλυσης των ιστορικών διαφορών και για την παρουσίαση της Βουλγαρίας ως εχθρού στα ΜΜΕ και τα βιβλία ιστορίας της Β. Μακεδονίας.
Για τη Βουλγαρία, οι δύο χώρες μοιράζονται μία κοινή ιστορία έως το σχηματισμό της Δημοκρατίας της Μακεδονίας εντός της Γιουγκοσλαβίας (ΠΓΔΜ) μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο: ως εκ τούτου, σύμφωνα πάντοτε με τη Βουλγαρία, οι Μακεδόνες είναι Βούλγαροι, λανθασμένα πεπεισμένοι για μία ξεχωριστή ταυτότητά τους μέσω «ενός σχεδίου εθνοτικής κατασκευής» της πρώην κομμουνιστικής Γιουγκοσλαβίας.
Ομοίως, η έννοια της μακεδονικής γλώσσας είναι λανθασμένη, υποστηρίζει η Σόφια, καθώς, όπως λέει, «πρόκειται για βουλγαρική διάλεκτο».
Σύμφωνα με δύο πρόσφατες δημοσκοπήσεις του Ιδρύματος Ερευνών «Alpha Research», η βουλγαρική κοινή γνώμη υποστηρίζει αυτή τη θέση: το 79% πιστεύει ότι τα Σκόπια, που δεν αναγνωρίζουν βουλγαρικές ρίζεις του μακεδονικού πληθυσμού, κατηγορούνται για «παραποίηση των ιστορικών γεγονότων» και το 84% ζητά επίλυση των διαφορών πριν η Βουλγαρία υποστηρίξει την ένταξη της Β. Μακεδονίας στην ΕΕ.
Μία διμερής επιτροπή εμπειρογνωμόνων, που ιδρύθηκε το 2017 με την υπογραφείσα μεταξύ των δύο χωρών συνθήκη φιλίας, αναζητά την εξεύρεση κοινού εδάφους και την εναρμόνιση των σχολικών εγχειριδίων.
Σύμφωνα, όμως με τον ιστορικό Πέταρ Τοντόροφ, μέλος της επιτροπής, οι συναντήσεις έληξαν το 2019 εξαιτίας του ζητήματος του Γκότσε Ντέλτσεφ (1872-1903), ήρωα της οθωμανικής εποχής. Γεννημένος στην Ελλάδα, δίδαξε σε ένα βουλγαρικό σχολείο στη νυν Δημοκρατία της Β. Μακεδονίας. Στα τέλη του 20ου αιώνα, έγινε γνωστός στις επόμενες γενιές ως ήρωας στην μάχη κατά των Οθωμανών. Οι δύο χώρες ερίζουν για τη μνήμη του.
Και στις δύο πλευρές, υπάρχουν αγάλματα και πανεπιστήμια με το όνομά του, ακόμη και πόλεις. «Οι άνθρωποι εδώ είναι κατηγορηματικοί: Ο Γκότσε Ντέλτσεφ είναι μία βουλγαρική ιστορική προσωπικότητα», δήλωσε στο Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων η Έλκα Μπούκοβα, διευθύντρια Λυκείου στην ομώνυμη πόλη… Γκότσε Ντέλτσεφ, στη νοτιοδυτική Βουλγαρία.
«Είναι γεγονός ότι ήρωες του παρελθόντος, όπως ο Γκότσε Ντέλτσεφ, είναι σημαντικοί, τόσο για τους Μακεδόνες, όσο και τους Βουλγάρους», δήλωσε το Σεπτέμβριο ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης της Β. Μακεδονίας, αρμόδιος για ευρωπαϊκά θέματα Νίκολα Ντιμιτρόφ, όπως αναφέρεται στον ιστότοπο «Balkan Insight».
«Εναπόκειται στους ιστορικούς να μελετήσουν το θέμα, ώστε η κάθε πλευρά να κατανοήσει την άποψη της άλλης».
Και, εάν η ιστορική διαμάχη ήταν απλώς μία απάτη; Για τον Άγγελο Χρυσόγελο, αναπληρωτή ερευνητή στο βρετανικό Βασιλικό Ινστιτούτο Διεθνών Υποθέσεων, αναφέρει το τηλεοπτικό δίκτυο «Euronews», «οι περισσότερες απαιτήσεις της Σόφιας προς τη Βόρεια Μακεδονία αφορούν σε θολά ζητήματα ταυτότητας και ιστορίας, και αντικατοπτρίζουν την ανάγκη της βουλγαρικής κυβέρνησης να υιοθετήσει μια ισχυρή εθνικιστική θέση για λόγους εσωτερικής πολιτικής».
Αναλυτές καταγγέλλουν μία προσφιλή στα Βαλκάνια τακτική: Υπενθυμίζουν ιστορικές συγκρούσεις, για να κερδίσουν πόντους πριν από τις -προγραμματισμένες για το επόμενο έτος- εκλογές στη Βουλγαρία.
Ωστόσο, από τα μέσα του 2020, μαζικές διαμαρτυρίες ενάντια στη «δικτατορία της μαφίας» συγκλονίζουν τη φτωχότερη και πιο διεφθαρμένη -σύμφωνα με τη Διεθνή Διαφάνεια- χώρα στην Ευρώπη και οι φωνές για την παραίτηση των ηγετών της πολλαπλασιάζονται.
Ο δρόμος της ΕΕ ήταν ελεύθερος για τη Δημοκρατία της Μακεδονίας τον Ιανουάριο του 2019, όταν η χώρα συμφώνησε τελικά με την Ελλάδα ως προς το όνομά της -στο πλαίσιο της συμφωνίας των Πρεσπών- αποδεχόμενη την προσθήκη του όρου «Βόρειας». Επί 27 χρόνια, η Ελλάδα κατηγορούσε το γείτονά της για ιστορική κατάχρηση του ονόματος «Μακεδονία», το οποίο ήθελε να κρατήσει για τη βόρεια επαρχία της. Μέλος της ΕΕ, η Αθήνα είχε ασκήσει βέτο για οποιαδήποτε προσέγγιση μεταξύ της Βόρειας Μακεδονίας, αφενός, και του ΝΑΤΟ και των Βρυξελλών, αφετέρου. Αμέσως μετά από αυτήν την ειρήνευση στη διαμάχη, η χώρα αποτέλεσε επιτυχώς, στις 27 Μαρτίου, το τριακοστό μέλος της Ατλαντικής Συμμαχίας.
Η Βουλγαρία δεν παρέλειψε να επικαλεστεί την Συμφωνία των Πρεσπών, για να εξαναγκάσει το γείτονά της σε υποχώρηση.
«Συμφωνήσατε να αλλάξετε τη σημαία σας, να αλλάξετε το όνομά σας», δήλωσε το Σεπτέμβριο ο Κρασιμίρ Καρακατσάνοφ, Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης της Βουλγαρίας. «Προς τη χώρα, όμως, που πάντοτε σας βοηθούσε, πιστεύετε ότι μπορείτε να συμπεριφέρεστε εσφαλμένα».