Της Μαριάννας Τζιαντζή
Στις παραμονές της κρίσης, τα νούμερα τηλεθέασης έδειχναν ότι το ενδιαφέρον του κοινού για τα ριάλιτι είχε ξεθυμάνει. Ομως φέτος ένα κλασικό ριάλιτι, το «Survivor», αναγεννιέται από τις στάχτες του.
«Γιατί τώρα;» αναρωτιέται κανείς. Γιατί, αφού αυτό το τηλεοπτικό είδος είχε κάνει τον κύκλο του, επιστρέφει στα μνημονιακά χρόνια και μάλιστα βρίσκει μεγάλη απήχηση;
Μια εύκολη απάντηση είναι ότι οι τηλεθεατές το βλέπουν γιατί δεν έχουν τι άλλο καλύτερο να δουν. Μια άλλη απάντηση είναι ότι η πείνα στα χρόνια των μνημονίων δεν είναι μια ακραία, εξωτική κατάσταση αλλά το φάντασμά της πλανιέται πάνω από πολλά νοικοκυριά.
Οι παίκτες πεινάνε στ’ αλήθεια. Επομένως, είναι μια παρηγοριά το να τους βλέπουμε να ζουν σαν ασκητές στην τηλεοπτική έρημο. Υπάρχουν και χειρότερα, λέμε.
Αφθονες ήταν φέτος οι υποψηφιότητες για το «Survivor», όπως άφθονοι είναι οι υποψήφιοι για τις στρατιωτικές και αστυνομικές σχολές. Αν και οι παίκτες δεν φορούν στολή, το μιλιταριστικό πνεύμα είναι παρόν -και όχι μόνο στα λεγόμενα αγωνίσματα που θυμίζουν ασκήσεις πεζοναυτών.
«Το σώμα μου είναι το όπλο μου», λέει ο καλός φαντάρος. Και όπως το πυροβόλο όπλο πρέπει να είναι καλολαδωμένο, έτσι και το κορμί των παικτών πρέπει να είναι καλογυμνασμένο και στολισμένο με τατουάζ της αρεσκείας τους.
Για την «επιβίωση του πιο προσαρμοσμένου» (survival of the fittest) μίλησε ο Δαρβίνος, όμως τόσο στον Αγιο Δομίνικο όσο και στον εργασιακό στίβο η καλή φόρμα, η fitness σε κάνει survivor, σε κάνει «απασχολήσιμο».
Σήμερα το «Survivor» μάς διδάσκει ότι καμία ξεφτίλα, καμιά μικρή προδοσία, κανένα συναισθηματικό ξεγύμνωμα, κανένα κάρφωμα του διπλανού σου δεν είναι ντροπή προκειμένου να επιβιώσει κανείς.
Η πειθαρχία, η τυφλή υπακοή στους άνωθεν κανόνες, ακόμα και τους πιο γελοίους και παράλογους, είναι αυτονόητη και επιβεβλημένη για όσους θέλουν να παραμείνουν στο παιχνίδι. Οπως η Ελλάδα «τιμά την υπογραφή της» τηρώντας τις μνημονιακές δεσμεύσεις της, έτσι και οι παίκτες τιμούν το συμβόλαιό τους με την παραγωγή.