Μια σιωπηλή επανάσταση λαμβάνει ήδη χώρα στην Ανατολική Ευρώπη.
Από την Τσεχία μέχρι την Αλβανία και από τη Σλοβακία μέχρι τη Ρουμανία, οι άνθρωποι κατεβαίνουν στους δρόμους για να απαιτήσουν μεγαλύτερη διαφάνεια από τις κυβερνήσεις τους. Μέχρι στιγμής, τα αποτελέσματα είναι μέτρια, αλλά πρόκειται για μια τάση που θα διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην περιοχή για τα επόμενα χρόνια, και που θα επηρεάσει τις μελλοντικές κυβερνητικές αποφάσεις αλλά και τα αποτελέσματα των εκλογών.
Σε μια εποχή που η Ευρωπαϊκή Ένωση αντιμέτωπη με τις αυξανόμενες ανησυχίες για την κατάσταση της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου στα ανατολικά κράτη – μέλη και στις υποψήφιες προς ένταξη χώρες, οι ψηφοφόροι στέλνουν το μήνυμα ότι θέλουν οι κυβερνήσεις τους να γίνουν πιο διαφανείς – κάτι που τελικά θα μπορούσε να βοηθήσει στη γεφύρωση του χάσματος μεταξύ του δυτικού και ανατολικού μισού της Γηραιάς Ηπείρου.
Διαμαρτυρίες εντός και εκτός της ΕΕ
Καθ ‘όλη τη διάρκεια του πρώτου εξαμήνου του 2019, διαμαρτυρίες σημειώθηκαν σε χώρες τόσο της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, όσο και στα Βαλκάνια. Στην Τσεχία πολίτες κατέβηκαν στο δρόμο για να ζητήσουν την παραίτηση του πρωθυπουργού Αντρέι Μπάμπις, το όνομα του οποίου ενεπλάκη σε ένα σκάνδαλο με άρωμα ευρωπαϊκών επιδοτήσεων. Οι διαμαρτυρίες κορυφώθηκαν στα τέλη Ιουνίου, όταν, σύμφωνα με τους διοργανωτές, περίπου 250.000 άνθρωποι διαδήλωσαν στην Πράγα, στη μεγαλύτερη διαδήλωση μετά την «Βελούδινη Επανάσταση» το 1989.
Στη γειτονική Σλοβακία, χιλιάδες άνθρωποι τις τελευταίες εβδομάδες διαμαρτύρονται κατά της κυβέρνησης και ζητούν από τις αρχές της χώρας να διαλευκάνουν τη δολοφονία του δημοσιογράφου Γιαν Κούτσιακ το 2018, ο οποίος πυροβολήθηκε μαζί με την αρραβωνιαστικιά του, ενώ επρόκειτο να δημοσιεύσει μια έρευνά του για τη διαφθορά σε υψηλόβαθμο επίπεδο, στην οποία εμπλέκεται η ιταλική μαφία και Σλοβάκοι πολίτικοι. Ήταν επίσης οι μεγαλύτερες διαδηλώσεις των τελευταίων 30 χρόνων.
Στο μεταξύ, στη Ρουμανία έχουν ξεκινήσει ήδη από το 2017 μια σειρά επαναλαμβανόμενων διαδηλώσεων, ως απάντηση στις κυβερνητικές μεταρρυθμίσεις που αύξησαν τον έλεγχο της δικαιοσύνης και μείωσαν τις κυρώσεις για εγκλήματα που σχετίζονται με τη διαφθορά. Σύμφωνα με ακτιβιστές, ορισμένες από τις διαδηλώσεις συγκέντρωσαν περισσότερους από 500.000 ανθρώπους.
Οι πολίτες εκφράζουν τον θυμό τους ενάντια στις κυβερνήσεις τους κι εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όμως. Στην Αλβανία, τα κόμματα της αντιπολίτευσης ζητούσαν την παραίτηση του πρωθυπουργού Έντι Ράμα για μήνες, κατηγορώντας τον για εκλογική απάτη. Ορισμένες από τις διαδηλώσεις οδήγησαν σε βίαια επεισόδια, με ορισμένους διαδηλωτές να επιχειρούν ακόμη και να καταλάβουν το κοινοβούλιο της χώρας, τον περασμένο Απρίλιο. Στη γειτονική Σερβία, έγινε επίσης μια σειρά διαδηλώσεων όταν ένας πολιτικός της αντιπολίτευσης έπεσε θύμα επίθεσης. Αίτημα των διαδηλωτών ήταν επίσης η μεγαλύτερη ελευθερία του Τύπου, η ενίσχυση των πολιτικών ελευθεριών, καθώς και η μεγαλύτερη κυβερνητική διαφάνεια. Ορισμένοι διαδηλωτές ζητούσαν επίσης την παραίτηση του Προέδρου Αλεξάντερ Βούτσιτς.
Αδιαφανείς κυβερνήσεις απέναντι σε μία κοινωνία που υψώνει τη φωνή της
Οι ενορχηστρωτές όλων αυτών των διαμαρτυριών ποικίλλουν. Σε περιπτώσεις όπως η Αλβανία, τα κόμματα της αντιπολίτευσης έχουν ηγηθεί των συγκεντρώσεων, ενώ σε άλλες χώρες όπως η Ρουμανία, η αντιπολίτευση υποστήριξε τις διαδηλώσεις που ξεκίνησαν αρχικά από οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών ή ομάδες που συστάθηκαν στα κοινωνικά μέσα δικτύωσης. Όποια και αν είναι η προέλευσή τους, όμως, αυτές οι διαμαρτυρίες μοιράζονται κοινά αιτήματα. Οι διαδηλώσεις είναι επίσης μεταδοτικές. Για παράδειγμα, ορισμένοι από τους διοργανωτές των τσεχικών διαμαρτυριών παραδέχθηκαν ότι άντλησαν «έμπνευση» από τα γεγονότα στη γειτονική Σλοβακία.
Όπως σημειώνει το περιοδικό Stratfor, αυτή είναι μια αξιοσημείωτη τάση για μια περιοχή στην οποία η δημοκρατία έκανε την εμφάνισή της σχετικά πρόσφατα. Τις τελευταίες τρεις δεκαετίες, αυτές οι χώρες (ιδίως εκείνες που εντάχθηκαν στην Ευρωπαϊκή Ένωση) έχουν γίνει δημοκρατίες, αλλά υπάρχουν ενδείξεις ότι η διαδικασία έχει επιβραδυνθεί ή και αρχίσει να αναστρέφεται τα τελευταία χρόνια. Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει εκφράσει την ανησυχία της για την αποδυνάμωση της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου στην Πολωνία, την Ουγγαρία και τη Ρουμανία και έχει απειλήσει να λάβει μέτρα τιμωρίας εναντίον τους. Οι Βρυξέλλες ανησυχούν ότι οι κυβερνήσεις στην περιοχή αποκτούν υπερβολικό έλεγχο της δικαστικής εξουσίας και ασκούν πιέσεις στα κρίσιμα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προειδοποίησε επίσης χώρες όπως η Σερβία και η Αλβανία, οι οποίες φιλοδοξούν να ενταχθούν στην Ευρωπαϊκή Ένωση, να γίνουν πιο διαφανείς.
Σύμφωνα με την Transparency International, οι περισσότερες χώρες στην περιοχή κατατάσσονται κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ για τη διαφθορά. Στην πρόσφατη έκθεση του Δείκτη Αντίληψης Διαφθοράς, ο οργανισμός προειδοποίησε μάλιστα ότι «οι δημοκρατικοί θεσμοί και αξίες βρίσκονται σε κίνδυνο» στις χώρες αυτές.
Όσο αδιαφανείς και να είναι όμως οι συγκεκριμένες κυβερνήσεις, το παρήγορο είναι ότι έχουν να αντιμετωπίσουν μια κοινωνία που έχει αρχίσει να υψώνει τη φωνή της.
Οι προκλήσεις
Οι κοινωνίες αυτές που αντιστέκονται, αντιμετωπίζουν σημαντικές προκλήσεις. Το πρώτο που θα πρέπει να διασφαλίσουν είναι το να διατηρήσουν την ορμή. Τις περισσότερες φορές οι μαζικές διαμαρτυρίες ξεθωριάζουν μετά από μερικές εβδομάδες, μόλις οι κυβερνήσεις κάνουν κάποιες διακοσμητικές παραχωρήσεις που δεν μεταβάλλουν στα αλήθεια σημαντικά το status quo.
Επιπλέον, πολλές από τις εν λόγω κυβερνήσεις έχουν ευρεία δημοτικότητα παρά την εντός κι εκτός συνόρων πίεση εναντίον τους. Σε πολλές τέτοιες περιπτώσεις, η αντιπολίτευση παραμένει διαιρεμένη παρά την κοινή αντίθεσή της προς την κυβέρνηση. Αυτό συμβαίνει στην Ουγγαρία και την Πολωνία, όπου τα κυβερνώντα κόμματα κέρδισαν έδαφος στο Ευρωκοινοβούλιο στις εκλογές του Μαΐου, παρά τις ανησυχίες της ΕΕ για το κράτος δικαίου και στις δύο χώρες.
Ωστόσο, σε ορισμένες περιπτώσεις, η εγχώρια και διεθνής οργή ανάγκασε τις κυβερνήσεις να αλλάξουν ρότα. Μετά από την κακή απόδοση στις ευρωεκλογές και την ήττα σε ένα μη δεσμευτικό δημοψήφισμα για τις κυβερνητικές πολιτικές, η Ρουμάνα πρωθυπουργός Βιορίκα Νταντσίλα αναγκάστηκε τον περασμένο μήνα να πάρει πίσω ορισμένες από τις πιο αμφιλεγόμενες μεταρρυθμίσεις της στον τομέα της Δικαιοσύνης, καθώς και μερικές πρόσφατες αποφάσεις που «απάλυναν» τις κυρώσεις για εγκλήματα που σχετίζονται με τη διαφθορά.
Στη Σλοβακία, οι αντικυβερνητικές διαδηλώσεις ανάγκασαν σε παραίτηση τον πρωθυπουργό Ρόμπερτ Φίτσο τον Μάρτιο του 2018 και έστρωσαν τον δρόμο ώστε να κερδίσει την προεδρία της χώρας η ακτιβίστρια και δικηγόρων Ζουζάνα Τσαπούτοβα. Το κόμμα του Φίτσο καταποντίστηκε μετά από χρόνια και στις Ευρωεκλογές.
Τι σημαίνει αυτό για την Ευρώπη
Τα επόμενα χρόνια, η εμφάνιση μιας κοινωνίας πολιτών που είναι διατεθειμένη να διαμαρτυρηθεί για κυβερνητικά μέτρα που αποδυναμώνουν τη δημοκρατία και το κράτος δικαίου θα φέρει πολλές πολιτικές αλλαγές στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη και στα Βαλκάνια.
Αρχικά, θα αντισταθμίσει τις κυβερνητικές κινήσεις προς την αντίθετη κατεύθυνση. Οι διαμαρτυρίες δεν θα είναι πάντα επιτυχείς, ενώ οι κυβερνήσεις δεν θα γίνουν πιο διαφανείς μέσα σε μια νύχτα. Παρ ‘όλα αυτά, οι διαμαρτυρίες υποδηλώνουν ότι, τρεις δεκαετίες μετά την εγκαθίδρυση της δημοκρατίας, μεγάλα τμήματα των κοινωνιών της Ανατολικής Ευρώπης δεν θέλουν να βρεθούν αντιμέτωπα με οποιαδήποτε μορφή αυταρχισμού.
Το αντι-κυβερνητικό συναίσθημα θα ανοίξει επίσης την πόρτα για την αποδυνάμωση των υφιστάμενων πολιτικών δυνάμεων στην περιοχή. Σε ορισμένες περιπτώσεις, θα μπορούσε να οδηγήσει στο να αναλάβουν πραγματικά δημοκρατικές δυνάμεις τη διακυβέρνηση και να εφαρμόσουν μεταρρυθμίσεις για την ενίσχυση του κράτους δικαίου και του διαχωρισμού των εξουσιών στις χώρες τους. Σε άλλες περιπτώσεις, θα μπορούσε να οδηγήσει στην εμφάνιση εθνικιστικών και λαϊκιστικών δυνάμεων – μια τάση που ήδη εκδηλώνεται σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση. Και στις δύο περιπτώσεις, ένα πιο ασταθές πολιτικό περιβάλλον θα ενισχύσει τον κοινωνικό και πολιτικό κατακερματισμό που συντελείται ήδη στην Ευρώπη, γεγονός που οδηγεί σε υψηλότερο πολιτικό κίνδυνο, μεγαλύτερη πολιτική αβεβαιότητα και πιο απρόβλεπτες εκλογικές αναμετρήσεις.
Για την Ευρωπαϊκή Ένωση, η κατάσταση αυτή αποτελεί ένα στρατηγικό δίλημμα. Τα κυριότερα θεσμικά όργανα και τα μεγαλύτερα κράτη μέλη, η Γερμανία και η Γαλλία, καλωσορίζουν τις πιέσεις των ομάδων της κοινωνίας των πολιτών για να καταστήσουν πιο διαφανείς τις κυβερνήσεις τους. Υπάρχει όμως μια λεπτή γραμμή ανάμεσα στην υποστήριξη αυτών των κινήσεων και στην ανάμειξή τους σε ξένα χωράφια. Οι ευρωσκεπτικιστικές δυνάμεις στην περιοχή πιθανόν θα ερμηνεύσουν την υποστήριξη της ΕΕ στις αντικυβερνητικές διαμαρτυρίες ως παράδειγμα της επέμβασης της Ένωσης στις εγχώριες υποθέσεις των κρατών μελών της. Οι εθνικιστικές δυνάμεις θα μπορούσαν επίσης να πατήσουν πάνω σε ενέργειες της ΕΕ για να εμβαθύνουν το αντιευρωπαϊκό συναίσθημα σε μια περιοχή που έχει ήδη ανάμεικτα αισθήματα για τις Βρυξέλλες.
Τις τελευταίες τρεις δεκαετίες, η επιθυμία των χωρών της Κεντρικής κι Ανατολικής Ευρώπης καθώς και των Βαλκανίων να ενταχθούν στις δυτικές διεθνείς συμμαχίες όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ, τις ανάγκασαν να υιοθετήσουν πολιτικές και οικονομικές μεταρρυθμίσεις για να μετατραπούν σε δημοκρατίες της αγοράς. Η διαδικασία ήταν σε μεγάλο βαθμό επιτυχής, καθώς όλες οι χώρες που εντάχθηκαν στο μπλοκ κατά από τις αρχές του 2000 έως το 2010, είναι, ως επί το πλείστον, δημοκρατικές χώρες, ενώ οι περισσότερες από τις υποψήφιες προς ένταξη έχουν εισαγάγει δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις.
Αλλά οι πρόσφατη έκρηξη διαμαρτυριών προκαλεί ανησυχία στις Βρυξέλλες και σε άλλες δυτικές ευρωπαϊκές πρωτεύουσες για την ευρωστία των δημοκρατικών αξιών και του κράτους δικαίου στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη και τα Βαλκάνια. Χώρες όπως η Γαλλία έχουν κάνει μάλιστα κι ένα βήμα παραπέρα, διαμηνύοντας ότι χώρες που δεν σέβονται τις αξίες της ΕΕ δεν θα πρέπει πλέον να λαμβάνουν χρηματοδότηση από το μπλοκ. Ωστόσο, οι εσωτερικές πολιτικές διαφωνίες στην Ευρωπαϊκή Ένωση συμβάλλουν επίσης στη διεύρυνση του χάσματος μεταξύ ευρωπαϊκής Ανατολής και Δύσης, καθώς πολλά ανατολικά κράτη – μέλη έχουν γίνει πιο επιφυλακτικά όσον αφορά τα οφέλη από την ένταξη στην ΕΕ και, συνεπώς, λιγότερο πρόθυμα να ακολουθήσουν τις κατευθυντήριες γραμμές των Βρυξελλών. Ταυτόχρονα, ορισμένες υποψήφιες χώρες ενδέχεται να μην είναι πρόθυμες να ακολουθήσουν την καθοδήγηση της ΕΕ, εάν πιστεύουν ότι δεν θα ενταχθούν στο μπλοκ στο άμεσο μέλλον.
Η απόφαση να δοθούν οι θέσεις κλειδιά των ευρωπαϊκών θεσμών σε προσωπικότητες από τις «πυρηνικές» χώρες της ΕΕ, όπως η Γαλλία, η Γερμανία, το Βέλγιο, η Ισπανία και η Ιταλία είναι εν μέρει μια αντίδραση των δυτικών κρατών – μελών της ΕΕ στη συμπεριφορά των ανατολικών κυβερνήσεων. Ήταν κι αυτό ένα ακόμη σημάδι μιας αυξανόμενης αποσύνδεσης μεταξύ ανατολικού και δυτικού τμήματος της ΕΕ – μια διαδικασία που θα μπορούσε τελικά να χωρίσει αμετάκλητα την Ευρώπη στα δύο.
Οι πολίτες είναι οι μόνοι που μπορούν να προσπεράσουν αυτό το χάσμα. Μπορεί οι διαδηλώσεις υπέρ της δημοκρατίας να μην είναι απαραιτήτως φιλοευρωπαϊκές, αλλά η απαίτηση μεγαλύτερης διαφάνειας θα μπορούσε ασφαλώς να βοηθήσει στο να χτιστούν γέφυρες μεταξύ ανατολής και δύσης.