Το βρετανικό περιοδικό The Econοmist, σε άρθρο του με τίτλο «Οι χρήσιμοι ηλίθιοι του Βλαντιμίρ Πούτιν» και υπότιτλο «πάρα πολλοί Ευρωπαίοι πολιτικοί αποτυγχάνουν να αντιμετωπίσουν τη Ρωσία», κάνει αναφορά στη ρωσική επιρροή στην Ευρώπη, μετά την έναρξη της σύγκρουσης στην Ουκρανία και σχολιάζει ότι «η προσπάθεια της Ρωσίας να προβάλει πειστική δύναμη σε όλη την Ευρώπη δεν έχει πετύχει αρκετά, αλλά ούτε και έχει αποτύχει εντελώς».
Σύμφωνα με το περιοδικό, υπάρχει «μια υποκουλτούρα αυτού που οι Γερμανοί απορρίπτουν ως Putinversteher -συμπαθείς που ‘κατανοούν’ τον Ρώσο ηγέτη Βλαντιμίρ Πούτιν» και η οποία «ευδοκιμεί έξω από το mainstream».
Και εξηγεί ο Economist τι εννοεί: «Σε όλη την Ευρώπη, οι ψίθυροί τους σχηματίζουν ένα μοτίβο στη βοή των παραπόνων για φαινομενικά άσχετα προβλήματα όπως ο πληθωρισμός, οι καταρρέουσες δημόσιες υπηρεσίες, οι επιβλητικοί κανονισμοί και οι φόβοι για τη μετανάστευση».
Κατά τους Βρετανούς, «οι γκρινιάρηδες μόλις άρχισαν να αμφισβητούν το μέγεθος της γενναιοδωρίας των κυβερνήσεών τους προς την Ουκρανία, η οποία μέχρι τον Φεβρουάριο του τρέχοντος έτους ανερχόταν σε περισσότερα από 60 δισ. ευρώ σε οικονομική και στρατιωτική βοήθεια από τις Βρυξέλλες και τα μεμονωμένα μέλη της ΕΕ (και 70 δισ. ευρώ εάν προστεθεί η Βρετανία, ποσό περίπου ίσο με τη συνεισφορά της Αμερικής). Αλλά αν η μάχη της Ουκρανίας συνεχιστεί πολύ ή πάει στραβά, υπάρχουν πολλοί ως… καβάτζα για να συνεχίσουν το παιχνίδι των ευθυνών».
Οι «χρήσιμοι ηλίθιοι» της Ευρώπης
Και κάπου εκεί γίνεται και η αναφορά στους «χρήσιμους ηλίθιους» της Ευρώπης από το βρετανικό περιοδικό (σ.σ. ο όρος χρησιμοποιήθηκε συχνά κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου για να περιγράψει τους μη κομμουνιστές που θεωρούνταν επιρρεπείς στην κομμουνιστική προπαγάνδα και χειραγώγηση):
«Το φάσμα των Χρήσιμων Ηλιθίων της Ευρώπης, ένας όρος ψυχρού πολέμου για τους ασυνείδητους συμμάχους του κομμουνισμού, είναι ευρύ. Στην πολιτική, τα κόμματα τόσο της άκρας δεξιάς όσο και της άκρας αριστεράς διαφωνούν σε πολλά, αλλά στην Ουκρανία αυτά τα άκρα έχουν συχνά συγκλίνει απαιτώντας μια άμεση ‘ειρήνη’ που στην πραγματικότητα θα ανταμείβει τη ρωσική επιθετικότητα με γη.
Στα μέσα ενημέρωσης και την ακαδημαϊκή κοινότητα, οι διανοούμενοι ακόμα φαίνονται διατεθειμένοι να αγνοούν τις αποδείξεις της αυτοκρατορικής πρόθεσης της Ρωσίας και την τάσης της προς στην εγκληματικότητα και αντ’ αυτού θρηνούν την ευρωπαϊκή εμπλοκή, σε αυτό που αναλύουν ως ‘πόλεμο αντιπροσώπων’ μεταξύ Αμερικής και Ρωσίας, ή ίσως, εικάζοντας με ακόμη πιο μεγαλειώδεις αναλύσεις, μεταξύ της Αμερικής και της Κίνας. Και στον κόσμο των επιχειρήσεων, παρά τους πολλαπλούς γύρους δυτικών κυρώσεων, η Ρωσία έχει ακόμα πολλούς ‘φίλους’ επίσης».
Όσο για το ποιοι είναι αυτοί οι «φίλοι», δηλαδή οι «χρήσιμοι ηλίθιοι» του Πούτιν, όπως υπονοείται από το δημοσίευμα;
«Στους παράγοντες που διευκολύνουν τον κ. Πούτιν περιλαμβάνονται πολλές ευρωπαϊκές κυβερνήσεις. Ο Βίκτορ Όρμπαν, πρωθυπουργός της Ουγγαρίας από το 2010, έχει υπάρξει ο πιο προφανής. Ο λαϊκιστής ισχυρός άνδρας έχει επανειλημμένα επικρίνει τη δυτική υποστήριξη προς την Ουκρανία και συνέχισε τις εισαγωγές ρωσικού φυσικού αερίου από την Ουγγαρία. Η κυβέρνησή του αρνείται επίσης να επιτρέψει τη διαμετακόμιση των όπλων που δίνονται στην Ουκρανία από τα μέλη της Ουγγαρίας στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ.
Η Αυστρία, πιο αθόρυβα αλλά εξίσου κερδοφόρα, δεν συμμετείχε επίσης σε μεγάλο βαθμό στον αγώνα, επικαλούμενη τη μη ένταξή της στο ΝΑΤΟ και τον αυτόκλητο ρόλο της ως γέφυρα μεταξύ Ανατολής και Δύσης, προσφέροντας μικρή βοήθεια στην Ουκρανία, παρόλο που το εμπόριο της με τη Ρωσία έχει αυξηθεί».
Ελλάδα και Κύπρος
Στο κομμάτι που αφορά την Ελλάδα και την Κύπρο, αλλά και τις χώρες εκτός ΕΕ που «κάνουν πλάτες» στη Ρωσία, το άρθρο του Economist αναφέρει εμμέσως πλην σαφώς τα ελληνικά «τσαλιμάκια» των εφοπλιστών με το ρωσικό πετρέλαιο και σχολιάζει χαρακτηριστικά:
«Η Ελλάδα, ένα άλλο μέλος της ΕΕ, συμμορφώνεται με τις κυρώσεις της ΕΕ, αλλά δίστασε και απέφυγε να ενισχύσει περαιτέρω τις κυρώσεις που αφορούν τη θαλάσσια μεταφορά του ρωσικού πετρελαίου, ίσως επειδή οι ελληνικές εταιρείες τυγχάνουν να τσεπώνουν (σ.σ. «to pocket», το γράφει τόσο επιδεικτικά) τόσα πολλά από το εμπόριο.
Μόνο πρόσφατα και κάτω από έντονη αμερικανική πίεση, η Κύπρος, ένας υπεράκτιος οικονομικός παράδεισος, έκλεισε περίπου 4.000 τοπικούς τραπεζικούς λογαριασμούς που κατείχαν Ρώσοι.
Αντιμετωπίζοντας λιγότερες πιέσεις, χώρες εκτός ΕΕ, όπως η Τουρκία και η Σερβία, δεν μπαίνουν καν στον κόπο να καλύψουν την προσοδοφόρα υπηρεσία που παρέχουν κρυφά στη Ρωσία».
Και συνεχίζει το άρθρο με άλλες χώρες που «ζεσταίνουν την καρδιά» του Πούτιν:
«Ορισμένες χώρες έχουν διαστρεβλώσει φαινομενικά ευγενείς προθέσεις σε πολιτικές που ζεσταίνουν την καρδιά του κ. Πούτιν. Επικαλούμενη την περίφημη ουδετερότητά της, η Ελβετία έχει εφαρμόσει… απόκρυφους τοπικούς νόμους για να εμποδίσει την προμήθεια όπλων στην Ουκρανία, συμπεριλαμβανομένων 96 αρμάτων Leopard που βρίσκονται στην Ιταλία και τυχαίνει να ανήκουν σε ιδιωτική ελβετική εταιρεία.
Σημειώνοντας επανειλημμένα αυτογκόλ με τις αρχές της ελευθερίας του λόγου, η αστυνομία στη Σουηδία έδωσε πράσινο φως στις δημόσιες καύσεις του Κορανίου. Αυτό όχι μόνο εκνεύρισε τρομερά τη συντριπτική μουσουλμανική πλειοψηφία της Τουρκίας, αλλά την έκανε να ασκεί βέτο στην προσπάθεια της Σουηδίας να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ.
Ο ίδιος ο Πούτιν τρόλαρε με χαρά τους Σουηδούς. Σε ένα ταξίδι στο Νταγκεστάν στα τέλη Ιουνίου, ο κ. Πούτιν είχε βιντεοσκοπήσει τον εαυτό του να κρατά τρυφερά ένα κοράνι, καθώς εξήγησε ότι σύμφωνα με τη ρωσική νομοθεσία είναι έγκλημα η βεβήλωση των ιερών συμβόλων».
Στο «στόχαστρο» Σλοβακία, Γαλλία, Ιταλία, Γερμανία!
Συνεχίζει να… πυροβολεί αδιακρίτως το άρθρο του Econimist:
«Ωστόσο, ακόμη και θεμέλια με στιβαρή όψη στο επίδοξο ευρωπαϊκό τείχος στήριξης της Ουκρανίας, μπορούν να καταρρεύσουν. Η Σλοβακία, για παράδειγμα, υπήρξε ένας ζωτικός αγωγός για τη δυτική βοήθεια και πρόσφατα υποσχέθηκε τον στόλο της με 13 μαχητικά αεροσκάφη Mig-29 της Σοβιετικής εποχής στην ουκρανική αεροπορία. Ωστόσο, οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι το κόμμα του Ρόμπερτ Φίκο, ενός ρωσόφιλου αριστερού που κατηγόρησε τους ‘Ουκρανούς φασίστες’ ότι προκάλεσα τον κ. Πούτιν, φαίνεται πιθανό να κερδίσει τις εθνικές εκλογές που έχουν προγραμματιστεί για τον Σεπτέμβριο.
Η Γαλλία είναι κεντρικός μοχλός, τόσο του ΝΑΤΟ όσο και της ΕΕ. Ωστόσο, μια γαλλική κοινοβουλευτική επιτροπή επέπληξε πρόσφατα τη Μαρίν Λεπέν, την πιο ισχυρή επικρίτρια και αντίπαλο του προέδρου Εμανουέλ Μακρόν στις περσινές εκλογές, για παπαγαλία της ρωσικής προπαγάνδας μετά την προσάρτηση της Κριμαίας το 2014. Η κ. Λεπέν αρνείται σθεναρά ότι η υπεράσπισή της στον Πούτιν είχε σχέση με τα δάνεια των 9 εκατομμυρίων ευρώ που έλαβε το κόμμα της εκείνη τη χρονιά από τράπεζες που ελέγχονται από τη Ρωσία. Έχει καταδικάσει τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, αλλά τον περασμένο Οκτώβριο, επτά μήνες μετά τον πόλεμο, δήλωσε ότι οι κυρώσεις στη Ρωσία δεν λειτουργούν.
Στην Ιταλία, αν και η ακροδεξιά πρωθυπουργός Τζόρτζια Μελόνι, είναι σθεναρός υποστηρικτής της Ουκρανίας, ο Ματέο Σαλβίνι, ο οποίος ηγείται του δεύτερου μεγαλύτερου κόμματος στον συνασπισμό της, είναι άλλος ένας αντίπαλος των κυρώσεων και τουλάχιστον μέχρι την εισβολή, ήταν δηλωμένος θαυμαστής του κ. Πούτιν.
Η Γερμανία, όπως και η Γαλλία, φαίνεται ένας ισχυρός πυλώνας. Ωστόσο, το AfD, το οποίο περιέγραψε ωμά ο επικεφαλής της εσωτερικής υπηρεσίας πληροφοριών της χώρας, ως διασπορέα ρωσικών αφηγήσεων, έχει αυξηθεί το ποσοστό του στην πρόθεση ψήφου στις δημοσκοπήσεις. Τώρα βρίσκεται σε ισοβαθμία για τη δεύτερη θέση με τους κυβερνώντες Σοσιαλδημοκράτες».
Συνδετικός κρίκος ο «αντιαμερικανισμός»!
Οι αφηγήσεις για τους «χρήσιμους ηλίθιους» είναι «εκπληκτικά ανθεκτικές», σχολιάζει το βρετανικό περιοδικό, έχουν ως κύρια σημεία τους ότι το ΝΑΤΟ «προκάλεσε» τις επαναλαμβανόμενες επιθέσεις της Ρωσίας στην Ουκρανία και την τελική εισβολή, ότι η Ουκρανία είναι μια «τεχνητή οντότητα εμφυτευμένη σε γη που είναι δικαιωματικά της Ρωσίας» και ότι η Αμερική «ρίχνει με χαρά λάδι σε αυτή τη φωτιά» για να πουλήσει όπλα και να διατηρήσει την παγκόσμια ηγεμονία της.
Καταλήγοντας, το συμπέρασμα που βγάζει το δημοσίευμα, είναι ότι αυτό που φαίνεται να συνδέει την ακροδεξιά, την ακροαριστερή και την «διανοούμενη» αντίθεση της Ευρώπης με τη δυτική πολιτική, «είναι κάτι πιο απλό, ωστόσο. Είναι ένας βαρετός, ψυχροπολεμικός αντιαμερικανισμός».