Το πρόβλημα για τον ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι ούτε οργανωτικό ούτε, επι της ουσίας, πολιτικό: Άπαντες στην Κουμουνδούρου, από τους «πασοκογενείς» έως τους πλέον παραδοσιακούς αριστερούς ριζοσπάστες, συμφωνούν στην ανάγκη διεύρυνσης του κόμματος, όπως και στην ανάγκη της, πολυσυζητημένης πια, «αντιστοίχισης» με την εκλογική του βάση.
Το πρόβλημα για τον ΣΥΡΙΖΑ είναι, κατά βάση, ταυτοτικό κι αυτός είναι ο λόγος που ο διάλογος των επόμενων μηνών εως το συνέδριο διαγράφεται δύσκολος και πιθανώς κι επώδυνος.
Είναι ο διάλογος που άνοιξε στη σημερινή συνεδρίαση της Πολιτικής Γραμματείας, η οποία και θα συνεχιστεί την Τετάρτη, με τέσσερα δομικά ερωτήματα:
- Σε ποιο βάθος μπορεί να φθάσει η όσμωση και, εν τελεί η σύνθεση, του παλαιού κομματικού ΣΥΡΙΖΑ με την κεντροαριστερή, νέα εκλογική του βάση και με την ριζοσπαστική σοσιαλδημοκρατία χωρίς να ελοχεύει ο κίνδυνος της λεγόμενης «πασοκοποίησης»;
- Πόσο έτοιμος είναι ο «όλος ΣΥΡΙΖΑ» να αποδεχθεί την ισότιμη ενοποίησή του με την Προοδευτική Συμμαχία στην οποία έχει επενδύσει προσωπικά ο Αλέξης Τσίπρας;
- Ποιες ισορροπίες μπορούν να υπάρξουν ανάμεσα στο ηγετικό imperium που έχει δώσει το ίδιο το εκλογικό σώμα στον Αλέξη Τσίπρα και στην κουλτούρα συλλογικότητας της ριζοσπαστικής αριστεράς;
- Και πόσο ενεργό, και πόσο ισότιμο ρόλο είναι πράγματι διατεθειμένο να αναγνωρίσει το υπάρχον κομματικό προσωπικό στα νέα μέλη που επιδιώκει να προσελκύσει – τι σημαίνει δηλαδή, εν ολίγοις, το μήνυμα Σκουρλέτη ότι «δεν θέλουμε followers αλλά ουσιαστική σχέση των μελών με την πολιτική»;
Όλα αυτά τα ερωτήματα κατατίθενται στο Tvxs.gr από στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ και είναι προφανές ότι δεν θα πάρουν απάντηση στην σημερινή Πολιτική Γραμματεία. Οριοθετούν όμως την αφετηρία μιας δύσκολης συζήτησης που εκκινεί και με προσωπικά κσι εσωστρεφή χαρακτηριστικά.
Η «υπόθεση Σκουρλέτη» είναι ενδεικτική αυτού του κλίματος και παρά την εκτονωτική παρέμβαση Τσίπρα την περασμένη εβδομάδα οι πληροφορίες αναφέρουν ότι ο γραμματέας του κόμματος δεν θα διστάσει στη σημερινή συνεδρίαση να καλέσει όσους του χρεώνουν ότι μπλοκάρει τη διεύρυνση του κόμματος να θέσουν ευθέως ζήτημα αμφισβήτισής του στα όργανα.
Οι ίδιες πληροφορίες φέρουν τον Πάνο Σκουρλέτη να χρεώνει κυρίως σε δυο στελέχη του προεδρικού κλιίματος την «στοχοποίησή του» όπως την αποκαλεί και να διαβλέπει πίσω από αυτές τις κινήσεις και κίνητρα προσωπικών φιλοδοξιών και επιδιώξεων.
«Η αλήθεια είναι πως δεν θυμάμαι να υπάρχει προηγούμενο προσωπικής στοχοποίησης με τέτοιο τρόπο και με τέτοια ένταση, για άλλο στέλεχος του κόμματός μας. Και όπως επισημαίνετε και εσείς, δεν προέρχονται τα βέλη μόνο από τους «εχθρούς» αλλά και από «φίλους», δηλωσε ο ίδιος στην προχθεσινή συνέντευξη του στην «Αυγή» προσθέτοντας: «Για μεν τον φιλικό προς τη ΝΔ Τύπο είναι κατανοητοί οι λόγοι τέτοιων αναφορών, όσο για κάποιους άλλους, ακολουθούν μια σταλινικής έμπνευσης πρακτική ανακάλυψης εσωτερικών εχθρών».
Πρακτικά, ζήτημα είτε αμφισβήτησης, είτε – πολύ περισσότερο – «απομάκρυνσης» Σκουρλέτη δεν υφίσταται μετά την πυροσβεστική παρέμβαση Τσίπρα και την απόφασή του να τον ορίσει Γραμματέα της Κοινής Οργανωτικής Επιτροπής Συνεδρίου (ΚΟΕΣ) του ΣΥΡΙΖΑ και της Προοδευτικής Συμμαχίας. Η εσωκομματική ένταση όμως με την οποία αναδείχθηκε το θέμα δείχνει και την αντίστοιχη ένταση των διλημμάτων τα οποία υπερβαίνουν κατά πολύ τις προσωπικές αντιπαραθέσεις.
Ο ίδιος ο Αλέξης Τσίπρας έχει καταστήσει σαφές ότι στόχος του είναι η απάντηση σ’ αυτά τα διλήμματα μέσω της σύνθεσης και της συστράτευσης και όχι μέσω συγκρούσεων και αποκλεισμών, ταυτόχρονα όμως οι συνομιλητές του τον εμφανίζουν και αποφασισμένο «να μην πουλήσει την εντολή που το έδωσε το 31,5% του ελληνικού λαού» την 7η Ιουλίου.
Κατά μια μεγάλη μερίδα των προεδρικών στελεχών αυτή η εντολή μεταφράζεται σε ρεαλιστική και χωρίς καχυποψίες προσέγγιση με την κεντροαριστερά, τους ψηφοφόρους του παλαιού ΠΑΣΟΚ αλλά και εκείνα τα στελέχη του που δείχνουν έτοιμα για προγραμματική συμπόρευση σε «μια νέα, μεγάλη δημοκρατική παράταξη».
«Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι πλέον κόμμα εξουσίας και ο Τσίπρας λαϊκός ηγέτης. Δεν μπορούμε να αρνούμαστε την πραγματικότητα. Και δεν μπορούμε από την μια να ζητάμε την ψήφο των κεντροαριστερών και από την άλλη πλευρά να κάνουμε… αριστερό face control στις κομματικές οργανώσεις. Τρίτη ευκαιρία δεν θα υπάρξει, δεν θα μας δοθεί», λέει χαρακτηριστικά στο Tvxs.gr ένα εξ αυτών των στελεχών πρώτης γραμμής.
Για την άλλη όμως, την παραδοσιακή ριζοσπαστική τάση του κόμματος, η προσέγγιση αυτή συνιστά και εγκατάλειψη της αριστερής ταυτότητας του ΣΥΡΙΖΑ και αφετηρία της «πασοκοποίησης». Για πολλούς επίσης αποτελεί και «ένα βολικό άλλοθι για να μην συζητηθούν οι αιτίες της εκλογική ήττας» – αιτίες, τις οποίες η ίδια πλευρά εντοπίζει ακριβώς στην υιοθέτηση πρακτικών ενός αρχηγικού κόμματος εξουσίας και στην απομάκρυνση από «την ίδια την αξιακή ατζέντα της αριστεράς». Ο εσωκομματικός αντίλογος λέει και εδώ το ακριβώς αντίθετο – πως η ήττα ήταν συνέπεια, πλην των άλλων, και «της κομματικής περιχαράκωσης και του αριστερού ελιτισμού».
Πρόκειται προφανώς για μια συζήτηση και για επιχειρήματα που περιλαμβάνουν επώδυνες αλήθειες και από τις δύο πλευρές – πρόκειται όμως και για μια συζήτηση που δεν μπορεί να έχει απεριόριστη διάρκεια. Ο ΣΥΡΙΖΑ πέραν του κομματικού του μετασχηματισμού οφείλει πρωτίστως να καταθέσει έγκαιρη και αξιόπιστη εναλλακτική πρόταση μοντέλου διακυβέρνησης απέναντι στο νεοφιλελεύθερο κράτος Μητσοτάκη. Κι αυτό επίσης το γνωρίζει – και το πιστεύει – ο ίδιος ο Αλέξης Τσίπρας, εξ ου και οι πρωτοβουλίες του αναμένονται ιδιαίτερα καθαρές μέσα στο φθινόπωρο….