Σε προηγούμενο σημείωμα αναλύσαμε τα πιθανά πολιτικά σενάρια της επόμενης ημέρας.
Ακούγονται πολλά για κόμμα Σαμαρά. Αυτό, υπό το φως της γενικής απογοήτευσης του εκλογικού σώματος από κυβέρνηση και αντιπολίτευση και της κρίσης θεσμών που διέρχεται η χώρα. Δε γνωρίζουμε πόσο πιθανό είναι ή πόσο εύκολο είναι να επιτύχει ένα τέτοιο εγχείρημα. Παρόλα αυτά, οι όποιες συγκρίσεις με την περίπτωση του 1993 είναι μάλλον αδόκιμες.
Άλλο 1993 και άλλο 2025: Το 1993 ο δικομματισμός ήταν πιο κραταιός από ποτέ, τα δύο μεγάλα κόμματα, ΠΑΣΟΚ και ΝΔ, συγκέντρωναν σταθερά άνω του 85%. Οι σχέσεις τους με την εκλογική τους πελατεία ήταν πολύ σταθερή. Μετά τα μνημόνια, το εκλογικό σώμα συμπεριφέρεται σαν κινούμενη άμμος, οι παραδοσιακές σχέσεις εξάρτησης μεταξύ κομμάτων και εκλογέων έχουν διαρραγεί. Κόμματα εκτοξεύονται και κατακρημνίζονται σε ελάχιστο χρόνο. Στη σημερινή συγκυρία η ΝΔ έχει απομακρύνει ένα σημαντικό μέρος της παραδοσιακής της βάσης. Αυτός ο κόσμος επιζητά νέο δεξιό φορέα έκφρασης.
Επίσης, η ΠΟΛΑΝ τότε είχε περάσει – ίσως εσφαλμένα – στον κόσμο ως ένα κόμμα μονοθεματικό, που αφορούσε το Μακεδονικό. Τώρα ο Σαμαράς έχει καταθέσει μια πιο ολοκληρωμένη, διακριτή, ιδεολογική πλατφόρμα, που εκτείνεται από τα ζητήματα ταυτότητας μέχρι τα εθνικά θέματα και την οικονομική πολιτική. Ταυτόχρονα έχει ρητώς αποστασιοποιηθεί από τους κυβερνητικούς χειρισμούς για τα Τέμπη. Τέλος, τότε ο Σαμαράς είχε το προφίλ του φερέλπιδα νέου πολιτικού που δεν ήταν μέρος του πολιτικού κατεστημένου και πρέσβευε την “υπέρβαση”. Τώρα, τριάντα δύο χρόνια μετά, ως γηραιός πολιτικός και με το ιστορικό της μνημονιακής διακυβέρνησης δεν μπορεί να υποστηρίξει κάτι τέτοιο.