Καλοί και κακοί κορoνοκάπηλοι

Τα περιοριστικά μέτρα για την τιθάσευση της πανδημίας αίρονται σιγά-σιγά και κάποιοι θα τρίβουν έκπληκτοι τα μάτια τους. Εγώ, θα λένε, έχασα λόγω της κρίσης τη δουλειά μου και άλλοι πλούτισαν. Είναι δίκαιο;

Ο αυτοκράτορας Βεσπασιανός χρειάζονταν χρήματα, πολλά χρήματα και γρήγορα. Τι κάνει κανείς σε αυτήν την περίπτωση; Απλή η απάντηση, επιβάλλει νέους φόρους. Ο Ρωμαίος αυτοκράτορας όμως εφηύρε κι έναν πρόσθετο φόρο, φορολόγησε τα ουρητήρια. Ο γιος του Τίτος στραβομουτσούνιασε και ο Βεσπασιανός είπε το ιστορικό “Pecunia non olet”, τα χρήματα δεν έχουν μυρωδιά. Ωραία ιστορία, που εκτός των άλλων χρησιμοποιείται και ως δικαιολογία από εκείνους που κερδίζουν πολλά, περισσότερα από άλλους. Είναι όμως τα πράγματα τόσα απλά; Όχι, τρεις φορές όχι, φωνάζουν εκείνοι, που κρίνουν πάντα συμπεριφορές με βάση ηθικούς κανόνες. Ναι, απαντούν άλλοι, επειδή σε κάθε κρίση υπάρχουν πάντα κάποιοι που βγάζουν χοντρά λεφτά. Σε τελική ανάλυση ζούμε σε και από τον καπιταλισμό, κι αυτό αποτελεί συστατικό του στοιχείο.

Πόσο κάνει μια μάσκα;

Και επειδή σε μια σύνταξη που κάνει οικονομικό ρεπορτάζ υπάρχουν ελάχιστοι φιλόσοφοι, αλλά πολλοί πραγματιστές, ας δούμε τα πράγματα πιο συγκεκριμένα. Ποιος επωφελείται από μια κρίση; Ο συντάκτης αυτού του άρθρου αγόρασε το περασμένο φθινόπωρο από ένα φαρμακείο προστατευτικές μάσκες προσώπου, γιατί ήταν κρυωμένος και δεν ήθελε να κολλήσουν οι γύρω του. Η τιμή της συσκευασίας των έξι ήταν τόσο χαμηλή, που δεν θυμάται καν πόσο πλήρωσε. Η τελευταία μάσκα που αγόρασε την περασμένη εβδομάδα έκανε 3 ευρώ. Την έχει φτιάξει μοδίστρα, που αυτή την εποχή δεν έχει δουλειά.

Τώρα που το φαρμακείο ζητά ξαφνικά περισσότερα χρήματα από ότι πριν από την κρίση, είναι άραγε κάτι το ηθικά μεμπτό; Ένας από τους λόγους του πληθωρισμού είναι απλά ότι δεν υπάρχουν αρκετές μάσκες. Και όπου η ζήτηση ξεπερνά την προσφορά, οι τιμές πηγαίνουν προς τα πάνω. Όμως αυτοί που πραγματικά κερδίζουν από την κρίση δεν είναι ούτε μοδίστρες, ούτε φαρμακοποιοί. Όσοι πραγματικά κερδίζουν ήταν ήδη σούπερ πλούσιοι. Και τώρα έχουν χάσει το μέτρημα. Και έτσι τίθεται το ερώτημα εάν ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Βεσπασιανός είχε πράγματι δίκιο ή αν καμιά φορά το χρήμα μυρίζει όντως περίεργα.

Στο επίκεντρο της κριτικής βρίσκονται άνθρωποι, όπως ο επικεφαλής της Amazon Τζεφ Μπέζος, της Microsoft Στιβ Μπάλμερ, ο μεγιστάνας ακινήτων Τζον Άλμπερτ Σομπράτο ή ο ιδρυτής του Zoom Έρικ Γιουάν. Η δεξαμενή σκέψης Institute for Policy Studies, με έδρα τη Ουάσιγκτον, δημοσίευσε την περασμένη εβδομάδα έκθεση, στην οποία αναφέρονται ενδεικτικά τα ονόματα αυτών των κυρίων, αλλά και άλλων, που συνεχώς πλουτίζουν, όταν άλλοι φτωχοί γίνονται ακόμη φτωχότεροι, ιδιαίτερα τώρα στην κορωνοκρίση. Πολλοί παρατηρητές επιχειρούν να τους διαχωρίσουν ανάμεσα στους “καλούς” και τους “κακούς” πολυεκατομμυριούχους.

Ποιοι είναι οι καλοί και ποιοι οι κακοί;

Στη γερμανική διαδικτυακή σελίδα Telepolis για παράδειγμα, ο Φλόριαν Ρέτσερ γράφει για τον πλουσιότερο άνδρα της Σιγκαπούρης σύμφωνα με το Bloomberg, τον Λο Χιτίνγκ, συνιδρυτή της Mindray, εταιρείας κατασκευής ιατρικού εξοπλισμού, που μόνο σε ένα μήνα έγινε πλουσιότερος κατά ένα δισ. δολάρια. Η Mindray κατασκευάζει μεταξύ άλλων αναπνευστήρες, παραγγελίες παίρνει στο μεταξύ από πάνω από 100 χώρες. Άλλοι επικρίνονται, επειδή, όπως για παράδειγμα ο κολοσσός παραγγελιών μέσω του διαδικτύου Amazon, κερδίζουν από τα μέτρα εγκλεισμού, από τα οποία υποφέρουν εκατομμύρια άνθρωποι. Ή όπως η Microsoft και το Zoom, που πουλούν λογισμικό για τηλεδιασκέψεις, επειδή αναγκαζόμαστε να δουλεύουμε από το σπίτι. Ή πάλι εκείνοι, που ο τζίρος τους ξεπερνά κάθε προηγούμενο, επειδή στη Silicon Valley αγοράζουν και πουλούν ακίνητα που γίνονται συνεχώς ακριβότερα. Όλοι αυτοί δεν κάνουν τίποτε το καλό στην κοινωνία, είναι η ενδόμυχη κατηγορία.

Αντί για αλτρουισμό, κινητήριος δύναμη είναι η δίψα για χρήμα. Εκτός αυτού υπάρχουν πλούσιοι και πολυεκατομμυριούχοι, που κάνουν χορηγίες μεγάλων ποσών και δεν το κρύβουν. Ίσως επειδή είναι καλύτερα από το να πληρώνουν περισσότερους φόρους, αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία. Δείχνει ωστόσο ότι δεν αρκεί να δαχτυλοδείχνει κανείς έτσι απλά τους πλούσιους, που κερδίζουν από την πανδημία, γιατί το θέμα είναι πιο πολύπλοκο. Στις ΗΠΑ, μέχρι τα μέσα Μαΐου γύρω στα 50 εκατ. Αμερικανοί έχασαν τη θέση εργασίας τους. Το ίδιο διάστημα η περιουσία Αμερικανών πολυεκατομμυριούχων αυξήθηκε κατά 10% ή 282 δισ. δολάρια, σύμφωνα με το Telepolis.

Αδικίες

Την ώρα που οι πληττόμενοι από την κρίση Αμερικανοί προσπαθούν με ένα και μοναδικό ποσό 1200 δολαρίων να τα βγάλουν πέρα, σε 43.000 πολυεκατομμυριούχους, μεταξύ αυτών ο Ντόναλντ Τραμπ και η οικογένειά του, επεστράφη φόρος ύψους 70 δισ. δολαρίων, εν είδει δώρου. Σύμφωνα με τον Φλόριαν Ρέτσερ πρόκειται για 1,7 εκατ. κατά μέσον όρο. Αλλά πάλι όταν στην Ευρώπη παράγουμε λιγότερα ιατρικά είδη εξοπλισμού, από μάσκες μέχρι συσκευές αναπνοής, με αποτέλεσμα να εξαρτόμαστε από τον κάθε εισαγωγέα, γιατί παρεξηγούμε αυτούς που εκμεταλλευόμενοι αυτήν την κατάσταση βγάζουν χρήματα ή πάρα πολλά χρήματα;

Τώρα εάν ο συγκεκριμένος κύριος που βουλιάζει στο χρήμα, επειδή εμείς το ρίχνουμε στην τηλοψία και αφήνουμε να εισάγονται όλα από το εξωτερικό, είναι ο ίδιος που τελειοποιεί και τους μηχανισμούς φοροδιαφυγής, όντως δεν είναι το ιδανικό. Άλλά πρέπει να στηλιτεύσουμε τόσο τον όποιο κύριο Μπέζος, όσο και εμάς και την αμέλειά μας.

Πηγή: Deutsche Welle

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.