Στην πολιτική ένταση που έχει προκληθεί από την απόφασή του Αλέξη Τσίπρα να προτείνει για τη θέση του προέδρου της Επιτροπή Ανταγωνισμού την προϊσταμένη του νομικού γραφείου του πρωθυπουργού Βασιλική Θάνου.
«Όσοι αντιδρούν στην υποψηφιότητά της υποστηρίζουν ότι η κυρία Θάνου εμπλέκεται πολύ με την κυβέρνηση ώστε να μπορεί να εκτελέσει τα καθήκοντά της με ανεξάρτητο τρόπο» γράφουν οι FT.
«Η υποψηφιότητά της προκαλεί την ανησυχία δυνητικών επενδυτών στην Ελλάδα ότι η Επιτροπή Ανταγωνισμού θα καθοδηγείται στις αποφάσεις της από τα πολιτικά-κομματικά κριτήρια που θέτει ο πρωθυπουργός. Θα ήταν σοφό να αποσυρθεί η υποψηφιότητά της» δηλώνει στους FT ο πρώην υπουργός Οικονομικών Στέφανος Μάνος.
Οι FT που ζήτησαν αλλά δεν κατάφεραν να πάρουν το σχόλιο της κυρίας Θάνου σημειώνουν επίσης ότι «στην Επιτροπή Ανταγωνισμού έχει ήδη τοποθετηθεί μια επιλογή του ΣΥΡΙΖΑ: η Άννα Νάκου, μια πολιτική σύμβουλος του υπουργού Ψηφιακής Πολιτικής, Νίκου Παππά, τοποθετήθηκε πέρσι στη θέση της αντιπροέδρου».
Οι Financial Times στο δημοσίευμά τους κάνουν μια αναδρομή της πορείας της κυριάς Θάνου «την οποία ο κ. Τσίπρας έχει τοποθετήσει σε μια σειρά κρίσιμων θέσεων από τη στιγμή που ο ΣΥΡΙΖΑ πήρε την εξουσία το 2015».
«Έγινε πρόεδρος του Αρείου Πάγου προσπερνώντας εννέα αρχαιότερων υποψηφίων για τη θέση, στη συνέχεια υπηρέτησε ως η πρώτη γυναίκα πρωθυπουργός στην Ελλάδα ως επικεφαλής υπηρεσιακής κυβέρνησης πριν τις πρόωρες εκλογές του 2015. Όταν έγινε 65, φτάνοντας το όριο υποχρεωτικής συνταξιοδότησης για τους ανώτατους δικαστές, πρότεινε να υπάρξει ψήφιση από τη Βουλή διάταξης που θα επεκτείνει τη θητεία τους για άλλα πέντε χρόνια. Ο κ. Τσίπρας τότε εμφανίστηκε θετικός αλλά υποχώρησε μπροστά στη λαϊκή κατακραγυή και την απειλή παραίτησης αρκετών βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ. Η κυρία Θάνου μετακινήθηκε στο γραφείο του πρωθυπουργού προκειμένου να υπηρετήσει ως νομικός σύμβουλος, μια θέση για την οποία δεν υπάρχει ηλικιακό όριο υποχρεωτικής συνταξιοδότησης» γράφουν οι FT.
Στο δημοσίευμα υπενθυμίζεται, τέλος, ότι πριν από μια δεκαετία «η κυρία Θάνου είχε εκφρταστεί κατά της αποδοχής θέσεων σε ανεξάρτητες αρχές από συνταξιούχους δικαστές με το επιχείρημα ότι μπορεί να κατηγορηθούν ότι αποδέχονται πολιτικό πατρονάρισμα ή ακόμα ότι εμπλέκονται σε σκιώδεις επιχειρηματικές συναλλαγές. “Δεν θα πρέπει να επισκέπτονται κομματικά και άλλα γραφεία και να αποδέχονται νέες θέσεις, ειδικά καλά αμειβόμενες όπως του επικεφαλής ανεξάρτητης ρυθμιστικής αρχής” έλεγε σε συνεδρίαση της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων το 2009. Οι συνταξιούχοι δικαστές θα πρέπει να διαφυλάσσουν την προσωπική τους αξιοπρέπεια αλλά κυρίως το κύρος και την αξιοπιστία του δικαστικού συστήματος».(Πηγή)