Mε δύο κινήσεις, μέσα σε λίγα 24ωρα, η Τουρκία προσπάθησε να «διεθνοποιήσει» τις απαιτήσεις της στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο. Αρχικά, ο μόνιμος αντιπρόσωπός της στον ΟΗΕ, κατέθεσε επιστολή προς τον Οργανισμό, με περιοχές που η Άγκυρα θεωρεί μονομερώς ότι ορίζονται οι τουρκικές θαλάσσιες ζώνες και η τουρκική υφαλοκρηπίδα στην Ανατολική Μεσόγειο και στο Αιγαίο.

Η Άγκυρα υποστηρίζει ότι έχει ipso facto (καθεαυτά) και ab initio (εξαρχής) νομικά και κυριαρχικά δικαιώματα στις θαλάσσιες περιοχές της Ανατολικής Μεσογείου που βρίσκονται δυτικά του μεσημβρινού 32°16’18″E και απαιτεί κάθε οριοθέτηση θαλάσσιων ζωνών δυτικά του σημείου αυτού να γίνεται σε «συμφωνία μεταξύ των επηρεαζόμενων κρατών στην περιοχή, με βάση την αρχή της ισότητας με στόχο την επίτευξη ισότιμης οριοθέτησης».

Λίγο μετά, Τουρκία και Λιβύη ανακοίνωσαν την οριοθέτηση θαλάσσιων ζωνών ανάμεσα στις δυο χώρες…  προσπερνώντας την νησιωτική Ελλάδα.

Σε μια προσπάθεια να καταλάβουμε, εάν εκτός από εντυπωσιακές, οι παραπάνω κινήσεις είναι και ουσιαστικές, απευθυνθήκαμε στον Ομότιμο Καθηγητή Μεσανατολικών Σπουδών στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, Αλέξανδρο Κούτση και στον Καθηγητή Διεθνούς Δικαίου στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, Γρηγόρη Τσάλτα.

«Παιχνίδι» τακτικής

Για τον Α. Κούτση πρόκειται για «παιχνίδι» τακτικής, που πατά στην γενικότερη παραβίαση του διεθνούς δικαίου από τις μεγάλες δυνάμεις. «Έχουμε  έναν Τραμπ  ο οποίος παραβιάζει το διεθνές δίκαιο, όταν λέει, π.χ. ότι οι εποικισμοί των Ισραηλινών στα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη είναι νόμιμοι. Από εκεί και πέρα ο καθένας μπορεί  να βγει  και να λέει ό,τι θέλει. Παραβιάζεται το διεθνές δίκαιο και θεωρεί ο Ερντογάν ότι μπορεί  να κάνει ό,τι και ο Τραμπ, δηλαδή ό,τι θέλει, ελπίζοντας κάτι να του “κάτσει”».

Ο καθηγητής, ωστόσο, εντοπίζει προβλήματα στην τακτική της Κύπρου – και κατ’ επέκταση της Ελλάδας – έναντι της τακτικής της Τουρκίας. Εξηγεί, ότι, ενώ εμείς και η διεθνής κοινότητα αντιμετωπίζει την Κύπρο ως ενιαίο κράτος μέρος του οποίου τελεί υπό κατοχή μετά από εισβολή ξένης δύναμης, η Τουρκία ισχυρίζεται ότι βρίσκεται στη μεγαλόνησο βάσει του Συντάγματος του ’60 ως «εγγυήτρια δύναμη» για τους Τουρκοκύπριους. «Έρχεται η κυπριακή προεδρία και υπογράφει με μια ξένη εταιρία την εξόρυξη πετρελαίου και φυσικού αερίου. Ρωτήθηκαν οι Τουρκοκύπριοι; Κλήθηκαν να συνυπογράψουν;» σημειώνει ο Α. Κούτσης.

– Σε μια τέτοια περίπτωση δεν θα υπήρχε κίνδυνος έμμεσης «νομιμοποίησης» της κατοχής;

«Όχι. Νομιμοποιείται κατοχή εάν τους δίνεις τα δικαιώματά τους; Είχα προτείνει στο υπουργείο Εξωτερικών επί υπουργίας Κοτζιά να ανοιχτεί ένας λογαριασμός στην ευρωπαϊκή κεντρική τράπεζα και ό,τι έσοδα θα υπάρχουν από τις εξορύξεις, το 30% που αντιστοιχεί στο ποσοστό των Τουρκοκυπρίων, να κατατίθεται στον λογαριασμό αυτόν για τους Τουρκοκύπριους, για να το λάβουν όταν λυθεί το Κυπριακό. Δεν το κάνανε. Έρχεται τώρα η Τουρκία και λέει “κύριοι εσείς λέτε ότι είστε ενιαίο κράτος, αλλά τα δικαιώματα των Τουρκοκυπρίων δεν τα διασφαλίζετε. Εγώ σαν εγγυήτρια δύναμη μπαίνω στο παιχνίδι να διασφαλίσω τα δικαιώματά τους”».

– Βέβαια αυτό το επιχείρημα προσπερνάει το γεγονός της εισβολής και της κατοχής. Σαν να μην έχει συμβεί ποτέ.

«Υπάρχει κατοχή και αυτό αναγνωρίζεται και από τη διεθνή κοινότητα. Αλλά επειδή υπάρχει κατοχή δεν έχουν δικαιώματα αυτοί που ζουν στα κατεχόμενα; Το ίδιο ισχύει και για  τους Παλαιστίνιους. Υπάρχει κατοχή. Δεν έχουν δικαιώματα αυτοί που ζουν  στα κατεχόμενα; Εδώ κάνουμε ένα τεράστιο λάθος και δίνουμε στην Τουρκία την ευκαιρία να εμφανίζεται ξανά ως εγγυήτρια δύναμη, ενώ εμείς φωνάζουμε να καταργηθεί το άρθρο της εγγυήτριας δύναμης. Η Τουρκία παίζει σε όλα τα ταμπλό και δεν δίνει σημασία στην Αμερική και στο ΝΑΤΟ. Για την Τουρκία το ΝΑΤΟ δεν υπάρχει πια. Είναι άχρηστο Δεν της εξασφαλίζει τίποτα. Από ποιον απειλείται;».

– Δηλαδή η Τουρκία κάνει ό,τι κάνει, π.χ. στην Συρία, επειδή μπορεί και όχι επειδή ΗΠΑ και Ρωσία της το επιτρέπουν;

«Ο μόνος που θα μπορούσε να αποτρέψει στη συγκεκριμένη περίπτωση τον Ερντογάν ήταν η Ρωσία, αλλά η Ρωσία του έδωσε την έγκρισή της εξαρχής. Και η Ρωσία θέλει να αποδυναμώσει τους Κούρδους της Συρίας. Επομένως είχε το “οκ” της Ρωσίας, είχε και έναν Τραμπ που δεν ήταν διατεθειμένος να μείνει, και μπήκε».

– Συνεπώς υποβαθμίζετε τις κινήσεις της Τουρκίας με την επιστολή και το μνημόνιο

«Είναι παιχνίδι. Σας θυμίζω το παράδειγμα με τους τουρκικούς χάρτες και το Καστελόριζο. Έγινε κάτι;».

Η Άγκυρα «διαπραγματεύεται» με τον εαυτό της

Την ίδια άποψη σε ό,τι αφορά στην πρακτική – νομική διάσταση των τουρκικών κινήσεων έχει και ο Γ. Τσάλτας, υπογραμμίζοντας, ότι με αυτές τις τακτικές κινήσεις, η Άγκυρα επιχειρεί να  επιβάλει, τόσο την δική ατζέντα, όσο και τον τρόπο με τον οποίο την προωθεί, αποφεύγοντας με κάθε τρόπο την προσφυγή στα διεθνή δικαστήρια.

Σε ό,τι αφορά στο μνημόνιο μεταξύ της Τουρκίας και της Λιβύης, ο καθηγητής σημειώνει πως πρόκειται για μια δήλωση πρόθεσης – «κατά παραβίαση του διεθνούς δικαίου και ειδικότερα των διατάξεων του δικαίου της θάλασσας» – «να μην  αναγνωρίσει υφαλοκρηπίδα στην Ελλάδα, με την  παρουσία την ελληνική στη συγκεκριμένη περιοχή, όχι μόνο του γεωγραφικού όγκου της Κρήτης, αλλά και της Κάσου και  της Καρπάθου και της Ρόδου. Διότι δεν είναι μόνο το θέμα της Κρήτης που παραγνωρίζεται από την πλευρά της Τουρκίας, αλλά και το δικαίωμα αυτών των νησιών που προανέφερα να έχουν υφαλοκρηπίδα ανατολικά.».

– Πώς αυτή η δήλωση πρόθεσης παραβιάζει το διεθνές δίκαιο;

«Η παραβίαση του δικαίου της Θάλασσας εντοπίζεται στο ότι δεν αναγνωρίζει ότι τα νησιά έχουν τη δικιά τους υφαλοκρηπίδα.  Είναι το ξεκάθαρο άρθρο 121 της σύμβασης του Μοντέγκο Μπέι του 1982 (σσ. Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το δίκαιο της θάλασσας, που υπογράφηκε στο Μοντέγκο Μπέι της Τζαμάικα και τέθηκε σε διεθνή ισχύ το 1994). Δεν αναγνωρίζει (σσ. η Τουρκία) ότι τα νησιά έχουν υφαλοκρηπίδα. Είναι μια πάγια πολιτική της Τουρκίας η οποία έχει καταψηφίσει τη σύμβαση  του Μοντέγκο Μπέι, δεν την έχει επικυρώσει – είναι από τα ελάχιστα κράτη που δεν την έχουν επικυρώσει – και παραβιάζει τον διεθνή νόμο».

– Ωστόσο η υφαλοκρηπίδα είναι γεωφυσική πραγματικότητα. Πώς μπορεί να μην αναγνωρίζεται;

«Ακριβώς. Όπως αναγράφεται και στη σύμβαση είναι εξ υπαρχής («ab initio») και αυτοδικαίως («ipso facto») ότι η υφαλοκρηπίδα ανήκει στο κράτος. Ουδείς έχει δικαίωμα να μην αναγνωρίζει το δικαίωμα  της υφαλοκρηπίδας. Όχι  μόνο στα χερσαία αλλά και στα νησιωτικά εδάφη. Η Τουρκία λέει ότι όλα τα νησιά έχουν υφαλοκρηπίδα, τα “αιγαιακά” νησιά – τα ονομάζει έτσι λες και είναι ξεχωριστό κράτος – δεν έχουν μόνο και μόνο επειδή δεν τους συμφέρει. Η Τουρκία μια ζωή επικαλείται το διεθνές δίκαιο χωρίς να στηρίζεται σε αυτό.».

– Η επιστολή στον ΟΗΕ έχει κάποια ουσιαστική σημασία;

«Είναι επίσης μια δήλωση πρόθεσης. Δηλαδή δηλώνει πώς φαντάζεται κάποιο κράτος τα θαλάσσια σύνορα του. Αλλά βέβαια, με αυτή τη δήλωση, ανοίγει την ατζέντα των διαπραγματεύσεων ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία. Ο στόχος είναι να πάει σε διμερή διαπραγμάτευση και να βάλει στην ατζέντα της διαπραγμάτευσης τα δικά της θέματα. Δεν θέλει να πάει στο διεθνές δικαστήριο. Και δεν υπάρχει βέβαια δικαστήριο που να μην αναγνωρίζει το δικαίωμα των  νησιών στην υφαλοκρηπίδα. Είναι σημαντική λοιπόν αυτή η επιστολή από την πλευρά ότι δείχνει την πρόθεσή της. Ενέπλεξε και τη Λιβύη, ότι ενδεχομένως υπάρχει συμφωνία και με το“απέναντι” κράτος, που βέβαια δεν είναι “απέναντι” κράτος η Λιβύη με την Τουρκία από τη στιγμή που παρεμβάλλεται ο νησιωτικός όγκος της  Ελλάδας».

– Άρα ο ΟΗΕ μπορεί να πετάξει αυτήν την επιστολή.

«‘Οχι,  ο ΟΗΕ δεν έχει δικαίωμα να το κάνει αυτό. Όλα τα κράτη  μπορούν να στείλουν την πρόθεσή τους σε σχέση  με τα θαλάσσια σύνορά τους. Ο ΟΗΕ δεν απαντάει. Από δω και πέρα αναμένουμε πώς θα αντιδράσουν τα υπόλοιπα κράτη της περιοχής. Είναι μία κίνηση τακτικής. Θέλει να λύσει πολιτικά και όχι νομικά, σε επίπεδο διμερούς διαπραγμάτευσης, τα ζητήματα με  την Ελλάδα. Σε μια διαπραγμάτευση, ξέρετε, τα θέματα τίθενται και από τις δύο πλευρές. Η Τουρκία εδώ θέλει να βάλει μόνη της όλα τα θέματα.».