Ενας χρόνος Μητσοτάκη, τα θετικά και οι αστοχίες

Σταύρος Παπαντωνίου

Ενας χρόνος διακυβέρνησης από τη Νέα Δημοκρατία έκλεισε την εβδομάδα που μας πέρασε με το ισοζύγιο να είναι θετικό, καθώς στην παρούσα φάση, όχι μόνο δεν έχει υπάρξει κυβερνητική φθορά αλλά αντίθετα Μητσοτάκης και κυβέρνηση έχουν αυξήσει στα επιμέρους ποιοτικά στοιχεία την αποδοχή των πολιτών. Αναπόφευκτα η κρίση του Εβρου και η αντιμετώπιση της πανδημίας, που αμφότερα ήταν δύο έκτακτα γεγονότα, αποτελούν την προμετωπίδα των θετικών ενεργειών που χρεώνονται στον πρώτο χρόνο της διακυβέρνησης. Αλλωστε, πέρυσι τέτοια εποχή κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί καμία από τις δύο κρίσεις, στις οποίες η Ελλάδα έδειξε πρωτοφανή αντανακλαστικά στηριζόμενη στις κρατικές δομές, δηλαδή στους ίδιους τους πολίτες της, κάτι που εκτόξευσε την εμπιστοσύνη του κόσμου στις δυνατότητες του κράτους αλλά και στον επικεφαλής του.

Τήρησε τις υποσχέσεις

Ωστόσο και πριν από τις δύο κρίσεις η κυβέρνηση, σε γενικές γραμμές, είχε τηρήσει τις υποσχέσεις που είχε δώσει προεκλογικά. Στην πρώτη γραμμή είναι αναμφίβολα το θέμα των φοροελαφρύνσεων που αποτέλεσε βασικό προεκλογικό αφήγημα της Νέας Δημοκρατίας και το έκανε πράξη τους πρώτους μήνες διακυβέρνησης, καθώς το περασμένο φθινόπωρο προχώρησε σε σειρά διατάξεων και νομοθετημάτων που προέβλεπαν μειώσεις και αναδιανομές φόρων στον ΕΝΦΙΑ, στη φορολογία των επιχειρήσεων, αλλά και στους φόρους επιτηδεύματος. Βασική προεκλογική δέσμευση που επίσης έγινε πράξη, παρά τις επιμέρους αστοχίες, είναι η τόνωση του αισθήματος της ασφάλειας, κάτι που επετεύχθη όπως καταδεικνύουν και όλες οι μετρήσεις.

Στα θέματα φορολογίας και ασφάλειας, πάντως, ο κ. Μητσοτάκης κέρδιζε τον κ. Τσίπρα ακόμα και πριν από τις εθνικές εκλογές. Αρα τι είναι αυτό που ανέβασε τις μετοχές της κυβέρνησης τον πρώτο αυτό χρόνο; Ενας βασικός λόγος, που λίγοι έχουν αντιληφθεί, είναι πως ο κ. Μητσοτάκης ήρε αμφιβολίες που υπήρχαν σε ψηφοφόρους πριν από τις εκλογές. Ο κ. Τσίπρας είχε καταφέρει σε ένα βαθμό να πείσει μερίδα πολιτών, πως η Ν.Δ. ως κυβέρνηση θα καταργήσει επιδόματα και θα ακολουθήσει αντικοινωνική πολιτική. Η πραγματικότητα τον διέψευσε, με αποτέλεσμα σήμερα ο πρωθυπουργός να συνομιλεί με κοινά που δεν τον είχαν ψηφίσει πέρυσι. Δεν μπορεί άλλωστε να διαφύγει την προσοχή η δική του παραδοχή, μετά την πανδημία, πως η κρίση μας άλλαξε όλους, άρα και τον ίδιο. Ο κ. Μητσοτάκης σήμερα είναι ένας πολιτικός που αποδέχεται σε μεγαλύτερο βαθμό από ό,τι παλαιότερα τον ρόλο που μπορεί να έχει το κοινωνικό κράτος, ειδικά σε μεγάλες κρίσεις. Ετσι ερμηνεύεται η αποδοχή που έχει ακόμα και ανάμεσα σε ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ. Την ίδια ώρα η σκληρή στάση στον Εβρο ικανοποιούσε και ένα πιο πατριωτικό κοινό, που υπάρχει διάσπαρτο σε όλα τα κόμματα –ακόμα και της Αριστεράς– και ο ΣΥΡΙΖΑ δείχνει ανήμπορος να προσεγγίσει.

Ενίσχυση θεσμικότητας

Ο κ. Μητσοτάκης ήδη πριν από τις εκλογές προέτασσε το μοντέλο μιας διακυβέρνησης που θα λειτουργεί θεσμικά και θα έχει στοιχεία μάνατζμεντ. Οι προεκλογικές του δεσμεύσεις έγιναν σε μεγάλο βαθμό πράξη. Οι συχνές συνεδριάσεις του υπουργικού συμβουλίου, η σταθερή δομή προεδρίας της κυβέρνησης με αρμοδιότητα τον συντονισμό και την παρακολούθηση του κυβερνητικού έργου, οι «κανόνες καλής νομοθέτησης» αλλά και η δημιουργία «υπηρεσιακής διοίκησης» με σκοπό τη διασφάλιση της συνέχειας του κράτους, αποτελούν απτές ενδείξεις της ενίσχυσης της θεσμικότητας που επεδίωκε ο κ. Μητσοτάκης. Αποτέλεσμα η κυβέρνηση να έχει ψηφίσει έως τώρα 85 νομοσχέδια και να προγραμματίζονται πλέον των 10 για το διάστημα μέχρι τέλος Ιουλίου. Τέλος, η πρώτη γυναίκα Πρόεδρος της Δημοκρατίας εντάσσεται σε μία διαφορετική αντίληψη διακυβέρνησης που μέχρι τώρα αποτιμούν θετικά οι πολίτες.

Τον ένα χρόνο όμως έγιναν και αρκετά λάθη και αστοχίες, τα περισσότερα εκ των οποίων αναγνωρίστηκαν και επιχειρήθηκε να διορθωθούν. Πρώτο στη λίστα η κατάργηση του υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής, που αφού χάθηκε πολύτιμος χρόνος επανασυστήθηκε, με τον Κυριάκο Μητσοτάκη να αναφωνεί το δικό του «mea culpa», παραδεχόμενος πως δεν είχε αντιληφθεί το μέγεθος του προβλήματος και όταν έγινε διόρθωσε το λάθος. Φάλτσο αποτέλεσαν και πολλές επιλογές διοικητών νοσοκομείων, με την όλη διαχείριση, να θυμίζει παλαιοκομματική διαδικασία βολέματος πολιτευτών. Η υπόθεση με τα voucher και οι αναθέσεις σε αμφίβολης ποιότητας ΚΕΚ ήταν ένα τρίτο κυβερνητικό σφάλμα. Υπήρχαν και μικρότερα επιμέρους θέματα, που γρατσούνισαν την κυβερνητική εικόνα, όπως η υπόθεση του υφυπουργού Αντώνη Διαματάρη που θόλωσε το αφήγημα περί αρίστων. Τελευταία σοβαρή παραφωνία ήταν η λίστα για τα ΜΜΕ, που θεωρήθηκε σκόπιμο να δοθεί στη δημοσιότητα μετά ένα μήνα, ενώ επρόκειτο για διαχείριση δημόσιου χρήματος. Και η ίδια η λίστα όμως έδειξε πως εκείνοι που επέλεξαν να μοιράσουν τα ποσά δεν έχουν ιδιαίτερα υψηλό το αίσθημα της αξιοκρατίας.

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.