Κυριάκος Μητσοτάκης: Γιατί δεν ξέρει να κυβερνάει;

Του Γ. Λακόπουλου

Έσβησε τα 52 κεράκια του στο Μέγαρο Μαξίμου. Αλλά φίλοι και αντίπαλοι του Κυριάκου Μητσοτάκη αρχίζουν σταδιακά να συγκλίνουν σε ένα συμπέρασμα: έγινε πρωθυπουργός, αλλά δεν ξέρει να κυβερνάει.

Φέρνουν πολλά παραδείγματα που το επιβεβαιώνουν: το είδος του υπουργικού συμβουλίου που σχημάτισε, οι αντιφάσεις ανάμεσα στην προ και μετά των εκλογών  τοποθέτησή του σε πολλά θέματα, η ποιότητα των συνεργατών του, η  θυσία της πολιτικής στην μιντιακή επιβολή. Οι αδέξιες  κινήσεις στο διεθνή χώρο, η εσωτερική πολιτική μονομέρεια και πρωτίστως η αδυναμία του να πάρει μεγάλες πρωτοβουλίες. Α, και το πολύ «μπαλαμούτι».

Είναι προφανές ότι προσπαθεί. Έχει υψηλές προσδοκίες από τον εαυτό του, αν κριθεί από την αυτό-σύγκρισή του με τον… Ελευθέριο Βενιζέλο. Προφανέστερο είναι ότι έχει υιοθετήσει ένα κόνσεπτ διακυβέρνησης που επιχειρεί να υλοποιήσει με μανατζίριαλ λογική.

Αλλά δεν τα καταφέρνει. Η διακυβέρνησή του είναι η ελλιπέστερη  από τις κυβερνήσεις μετά τη Μεταπολίτευση. Γι’ αυτό και αποκαλύφθηκαν νωρίς οι αδυναμίες της.

Έχει πολιτικά ελλείμματα, αλλά σε προσωπικό επίπεδο δεν του λείπει κάτι από τεχνική άποψη. Μπορεί να έχει κάκιστη σκηνική παρουσία, αλλά έκανε καλές σπουδές, έζησε εκτός της χώρας, έχει καλούς τρόπους, είναι καλογυμνασμένος, είναι άνθρωπος με βούληση και πολιτικός με φιλοδοξίες. Αλλά με ήλιο τα βάζω, με ήλιο τα βγάζω, τι έχουν τα έρμα…

Η κυβερνητική αφλογιστία του σημερινού Πρωθυπουργού έχει ρίζες βαθιές, ορατές δια  γυμνού  οφθαλμού:

Πρώτο, δεν έχει  προσωπικές εμπειρίες στη χώρα. Τότε που φτιάχνεται ο χαρακτήρας του ανθρώπου ήταν εκτός Ελλάδας. Έζησε αναγκαστικά τα πρώτα χρόνια του στη Γαλλία, όταν επέστρεψε  στην Ελλάδα δεν πήγε πέρα από τον κύκλο του Κολεγίου, ξανάφυγε στο εξωτερικό.

Δεν είχε  ποτέ σχέσεις με αυτό που λέμε «μέσος Έλληνας»- είναι και εσωστρεφής τύπος. Δεν πέρασε από δημόσιο σχολείο και δημόσιο νοσοκομείο, δεν είχε ποτέ αγωνία επιβίωσης δεν έμεινε χωρίς δουλειά και λεφτά για το νοίκι.

Ζώντας στη γυάλα, απέκτησε την ψυχολογία των επωνύμων, την νοοτροπία των γόνων. Δεν ένιωσε  τον άνθρωπο της διπλανής πόρτας. Δεν περιστοιχίζεται από ανθρώπους που θα μπορούσαν να συγκινηθούν ακούγοντας π.χ. τον «Καημό» του Θεοδωράκη.

 Δεύτερο, αντιλαμβάνεται την πολιτική ως άσκηση κληρονομικού δικαιώματος . Από το βουλευτιλίκι, μέχρι την πρωθυπουργία. Γιατί μπήκε  στην πολιτική άνωθεν και με βασικό  προσόν το όνομά του.

Κανείς στο κόμμα που κατέληξε ο πατέρας του, δεν τον θυμάται να ιδρώνει για την ΔΑΠ και την ΟΝΝΕΔ, στους νεολαιίστικους ανταγωνισμούς της γενιάς του. Πολιτεύθηκε μάλλον απρογραμμάτιστα, καθώς η οικογενειακή επένδυση για τη διαδοχή είχε γίνει στη Ντόρα.

Πήρε απλώς την έδρα του πατέρα του στη Β’ Αθήνας. Είχε πάντα -από υποψήφιος βουλευτής, ως υποψήφιος  αρχηγός- μεγάλους προϋπολογισμούς,  και ως εκ τούτου  άφθονη τεχνική υποστήριξη από ειδικούς της επικοινωνίας. Δεν επιβλήθηκε με τις πολιτικές θέσεις του, αλλά με το πολιτικό μάρκετινγκ.

Τρίτο, αντιλαμβάνεται την πολιτική ως  άσκηση επικοινωνίας. Δεν μπήκε ποτέ και σε κανένα θέμα στην ουσία της. Δεν τη συνδέει με τη λύση προβλημάτων, αλλά με την διασφάλιση της καριέρας του. Δεν θέλει να κυβερνήσει, θέλει να σταδιοδρομήσει και η κυβέρνηση, ή το κόμμα είναι εργαλεία για να το πετύχει.

Με άλλα εργαλεία διαχειρίζεται την κυριαρχία του:  σκηνοθεσία της δημόσιας παρουσίας του και πειθαρχία στους ίματζ μέικερς που διαμορφώνουν το προφίλ του. Λογογράφοι και σύμβουλοι, διαφημιστές και  αυλοκόλακες, είτε το πολιτικό περιβάλλον του.

Ισχυροί του χρήματος, εντός και εκτός της χώρας είναι οι διαμορφωτές της διαχειριστικής κουλτούρας του.

Δεν θα άντεχε ούτε μισό βράδυ με τον Κώστα Καραμανλή σε μια παρέα. Δεν θα τους έβγαινε ούτε μια μαντινάδα με τον Κώστα Μητσοτάκη στις ρακές με μαυροπουκαμισάδες στην Κρήτη. Δεν θα έκανε ποτέ κουμάντο με τα «γαλλικά»  του Κωνσταντίνου Καραμανλή– για να μείνουμε στην παράταξη του. Απο τους απέναντι με τον Σημίτη μια χαρά θα τα πήγαινε… Ίσως και με τον Γ. Παπανδρέου.

Δεν είναι κακό. Αυτός είναι. Αλλά αυτό του αφαιρεί ανθρωπιά, ζωντάνια, αλήθεια, και συναίσθημα. Δεν είναι είναι γήινος, είναι μια προγραμματισμένη «μηχανή».

Αλλά η διακυβέρνηση δεν είναι τεχνική υπόθεση. Είναι ουσία και εμπεριέχει εκτός από γνώση, εμπειρία, σχεδιασμό, και ικανότητα, πάθος, αίσθημα, συγκίνηση, λυγμό, λεβεντιά , φιλότιμο και αίμα στη φλέβες.

Δεν είναι προσωπική ευθύνη του Κυριάκου Μητσοτάκη που δεν περιλαμβάνονται αυτά στον εξοπλισμό του. Αλλά χωρίς αυτά κανείς δεν έγινε πότε καλός κυβερνήτης.

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.