Φυσικά δεν αναφέρομαι στον απλό κόσμο, μερίδα του οποίου δεν αποτελεί έκπληξη ότι χρησιμοποιεί τέτοιο λεξιλόγιο, αλλά στον δημόσιο λόγο και συγκεκριμένα στα ΜΜΕ. Η χρήση της λέξης έφτασε στο απόγειό της τις χρονιές γύρω από το 2012 όταν ο ρατσισμός στην Ελλάδα είχε αρχίσει να παίρνει τα πάνω του, μαζί με τη ΧΑ. Τότε, ακόμη και οι πιο έγκριτες εφημερίδες δεν δίσταζαν να χαρακτηρίζουν με αυτόν τον όρο ανθρώπους οι οποίοι εισέρχονταν στην ελληνική επικράτεια δίχως τα απαραίτητα έγγραφα.

Ωστόσο, μετά το «ξέσπασμα» εκείνης της περιόδου τα ΜΜΕ άρχισαν σιγά σιγά να αποβάλλουν τέτοιου είδος λεξιλόγιο και ειδικά με το προσφυγικό υπήρξε πολύ πιο προσεκτική διατύπωση. Την αλλαγή αυτή αποτύπωσε και μια έρευνα που διενήργησε το Τμήμα Δημοσιογραφίας και Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου και το Παρατηρητήριο Ενημέρωσης που δημιουργήθηκε στο πλαίσιο του Δικτύου «Χάρτα της Ειδομένης» το 2017. Η έρευνα εκείνη είχε δείξει πως στερεοτυπικός λόγος (εκεί δηλαδή όπου εντάσσονται και λέξεις όπως λαθρομετανάστες), εντοπίστηκε μόλις στο 15% των δημοσιευμάτων.

Το τελευταίο διάστημα, ωστόσο, παρατηρείται η χρήση αυτής της λέξης να εμφανίζεται και πάλι. Δεν θα σταθώ στην ποσότητα, δηλαδή το πόσο πολύ χρησιμοποιείται, αλλά από ποιους. Ενώ, λοιπόν, τα τελευταία χρόνια είχαμε συνηθίσει τη λέξη να τη χρησιμοποιούν μόνο ρατσιστές και ακροδεξιοί, τελευταία παρατήρησα και άλλους, που θεωρούνται πιο σοβαροί δημοσιολόγοι να τη χρησιμοποιούν. Επίσης, πριν από λίγο καιρό η λέξη έκανε την εμφάνισή της σε πρωτοσέλιδο καθημερινής εφημερίδας (εκτός από το Μακελειό και την Ελεύθερη Ώρα, που αυτές οι λέξεις αποτελούν καθημερινό τους λεξιλόγιο).
Γιατί είναι λάθος η χρήση της λέξης;

Διαβάζουμε στην ιστοσελίδα της Διεθνούς Αμνηστίας: «Η Διεθνής Αμνηστία δεν χρησιμοποιεί τον όρο «λαθρομετανάστης» ή «παράνομος μετανάστης» καθώς θεωρούμε πως ο όρος «λαθραίος» ή «παράνομος»,  όχι απλώς δεν είναι δόκιμος για έναν άνθρωπο αλλά είναι και μειωτικός για την προσωπικότητά τους/της. Επιπλέον, ο συγκεκριμένος όρος υποδηλώνει ή συνδέει τους μετανάστες με την έννοια της εγκληματικότητας (πολύ συχνά κακοπροαίρετα). Όταν ωστόσο κάποιος δεν έχει νόμιμη άδεια εισόδου ή παραμονής σε κάποια χώρα και δεν πληροί τις προϋποθέσεις  για να λάβει καθεστώς διεθνούς προστασίας, θεωρείται παράτυπος μετανάστης».

Αυτό που συμπεραίνεται από την εξήγηση που δίνει η Διεθνής Αμνηστία είναι ότι όρος φορτώνει αρνητικά σε αρκετά μεγάλο βαθμό τους ανθρώπους αυτούς, λες και έχουν κάνει κάποιο έγκλημα. Φυσικά, η είσοδος σε μια χώρα χωρίς τα απαραίτητα έγγραφα αποτελεί παράνομη πράξη, αλλά δεν αποτελεί έγκλημα. Συνεπώς, δεν υπάρχει κανένας λόγος να χρησιμοποιούνται λέξεις οι οποίες υπερμεγεθύνουν την αρνητική διάσταση μιας πράξης. Εξάλλου, και σε διεθνές επίπεδος δεν χρησιμοποιείται τέτοιος λόγος από οργανισμούς και θεσμούς.
Συμπερασματικά, αν και η χρήση της λέξης είχε περιοριστεί στον δημόσιο λόγο τα τελευταία χρόνια, αρχίζει και πάλι να εμφανίζεται σιγά σιγά στο προσκήνιο. Πιθανόν να πρόκειται για τυχαία παραδείγματα. Ή ίσως κάποιοι το κάνουν για αντίδραση στην πολιτική ορθότητα (χωρίς σχόλια). Ό, τι και να ισχύει, σίγουρα δεν είναι θετικό να επανέρχεται ένα τέτοιο ζήτημα.

Πηγή: Έθνος