Συγκλονιστικές αποκαλύψεις από Τούρκο για το «Noor 1»

Συνέντευξη-φωτιά του Νατζί Ζινταστί, πρωταγωνιστή της υπόθεσης, σε Αμερικανό δημοσιογράφο ανοίγει τον ασκό του Αιόλου

Από τη Μαρία Παναγιώτου

Στην Ελλάδα συχνά το αποκαλούν «ακυβέρνητο καράβι». Ο Αμερικανός δημοσιογράφος Αλεξάντερ Κλαπ πάλι επέλεξε να ονομάσει το «Noor 1» «καράβι βρικόλακα» στη συγκλονιστική έρευνά του, που πρόκειται σύντομα να φιλοξενηθεί και στην έντυπη έκδοση του αμερικανικού περιοδικού «The New Republic», μετά την ηλεκτρονική, μέσα από την οποία είδε για πρώτη φορά το φως της δημοσιότητας.

Με ένα κείμενο που κόβει την ανάσα, καθώς η μία πληροφορία διαδέχεται την άλλη σε μια υπόθεση που θυμίζει χολιγουντιανό σενάριο, ο έμπειρος δημοσιογράφος που έχει έδρα στην Αθήνα και δημοσιεύει συχνά ρεπορτάζ του τόσο στη βρετανική εφημερίδα «The Guardian» όσο και στο διπλωματικό περιοδικό «Foreign Policy», όχι μόνο σκιαγραφεί όλο το χρονικό της ιστορίας του ναρκόπλοιου που σήμερα κείτεται σκουριασμένο στο λιμάνι της Ελευσίνας, αλλά προσφέρει και συγκλονιστικά νέα στοιχεία. Ο τρόπος με τον οποίο διαπλέκεται ο υπόκοσμος της Μέσης Ανατολής με την Ευρώπη, την Τουρκία αλλά και τη χώρα μας είναι σίγουρα ένα από αυτά. Αλλά όχι το μόνο.

Το κείμενο κάνει μια εκτενή αναφορά στις δολοφονίες ή στους αιφνίδιους θανάτους μαρτύρων και κατηγορουμένων, στον τουρκικό κι ευρωπαϊκό βραχίονα της επιχείρησης μεταφοράς του μεγαλύτερου φορτίου ηρωίνης που έχει εντοπιστεί ως σήμερα από τις Αρχές στην Ευρώπη, και στη δίκη που διεξάγεται αυτές τις μέρες σε δεύτερο βαθμό στην Ελλάδα. Παράλληλα καταγράφει τα σενάρια για τους πραγματικούς ιδιοκτήτες του πλοίου που «παραμένουν κρυμμένοι», όπως είχε αναφέρει τον περασμένο Μάιο στο δικαστήριο ο αντιπλοίαρχος Λ.Σ. Γιώργος Κατσούλης, επικεφαλής της ομάδας που εντόπισε το ναρκόπλοιο.

Ακριβώς σε αυτό το σημείο αναφοράς των υποθέσεων για τους πραγματικούς ιδιοκτήτες ο Κλαπ κάνει λόγο για έναν «από τους πλουσιότερους ανθρώπους στην Ελλάδα, με τη μεγαλύτερη επιρροή» και στη συνέχεια αφιερώνει ένα μεγάλο μέρος του κειμένου στον Ελληνα επιχειρηματία Βαγγέλη Μαρινάκη, στον οποίον, όπως επισημαίνει, ζήτησε συνέντευξη για το άρθρο αλλά ο επιχειρηματίας αρνήθηκε να του παραχωρήσει.

Εκείνος, όμως, που δέχτηκε να μιλήσει στον Αμερικανό δημοσιογράφο ήταν ο Νατζί Σερίφι Ζινταστί, ο ιρανικής καταγωγής Τούρκος υπήκοος ο οποίος έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο στην υπόθεση του ναρκόπλοιου και «επί μήνες μου έστελνε e-mails από μια άγνωστη περιοχή της Μέσης Ανατολής».

Ο Κλαπ αναφέρει ότι ο Ζινταστί ήταν ξεκάθαρος στην επικοινωνία τους για ένα πράγμα: «Ο Γιαννουσάκης, τον οποίο γνώρισε μόνο με το παρατσούκλι του “Μάκης”, δεν δρούσε μόνος του. Πίσω του ήταν ένας Ελληνας τον οποίον ο φίλος του ο Ντίζελ αποκαλούσε “Shishko”, την τουρκική λέξη δηλαδή για το “χοντρός”». Ο δημοσιογράφος ισχυρίζεται μάλιστα: «Εστειλα στον Ζινταστί πολλές φωτογραφίες μεγαλόσωμων Ελλήνων με μούσια ρωτώντας τον να μου επιβεβαιώσει αν μέσα σε αυτούς αναγνωρίζει τον άνθρωπο που γνώριζε ως “Shishko”. Η φωτογραφία που μου έστειλε πίσω ήταν αυτή του Μαρινάκη. “Τον θυμάμαι επειδή ήταν πραγματικά πολύ χοντρός. Αν ήταν κανονικός, πιθανότατα δεν θα μου τραβούσε την προσοχή” είπε. “Επαναλαμβάνω, ήταν πραγματικά χοντρός” σχολίασε χαρακτηριστικά».

Νωρίτερα ο Κλαπ έχει σκιαγραφήσει αναλυτικά το προφίλ του Βαγγέλη Μαρινάκη. «Είναι ένας πελώριος άνθρωπος ο οποίος περιστοιχίζεται σχεδόν όπου πηγαίνει από σωματοφύλακες ντυμένους στα μαύρα. […] Το 2012 […] πήρε υπό την πλήρη ιδιοκτησία του μια από τις πιο γνωστές ποδοσφαιρικές ομάδες της Ελλάδας, τον Ολυμπιακό. Αρχισε να μετατρέπει τον Πειραιά, το δεύτερο μεγαλύτερο λιμάνι της Μεσογείου, σε φέουδό του. Αγόρασε ολόκληρα τετράγωνα. Χορήγησε διανομές τροφίμων για τους πρόσφυγες που αποβιβάζονταν στο λιμάνι. Κατασκεύασε στους δρόμους αγάλματα Ελλήνων ηρώων.

Προέβαλε τον εαυτό ως “προστάτη της εργατικής τάξης”. Τον Μάιο του 2014, καθώς το “Noor 1” περνούσε τη Διώρυγα του Σουέζ φορτωμένο με ηρωίνη, ο Μαρινάκης στρέφεται στην πολιτική» γράφει ο Αμερικανός δημοσιογράφος και συνεχίζει αναφερόμενος στις σχέσεις του Βαγγέλη Μαρινάκη με τον σημερινό πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη, την Ντόρα Μπακογιάννη και την οικογένειά της. «Ο Μαρινάκης είναι κοντά στον πρόεδρο του κόμματος, τον πρωθυπουργό της Ελλάδας Κυριάκο Μητσοτάκη, και στην αδελφή του Ντόρα Μπακογιάννη, πρώην δήμαρχο της Αθήνας και μητέρα του σημερινού της δημάρχου (Κώστας Μπακογιάννης). Στον γάμο του Μπακογιάννη τον Ιούλιο του 1998 ο Μαρινάκης ήταν κουμπάρος».

Οικονομική δύναμη

Εν συνεχεία ο Κλαπ εστιάζει στην οικονομική δύναμη που έχει αποκτήσει ο Ελληνας επιχειρηματίας εκτός Ελλάδας με αναφορές στην αγορά της αγγλικής ιστορικής ποδοσφαιρικής ομάδας Νότιγχαμ Φόρεστ, στη συμμαχία του στο Πεκίνο, στη συμφωνία «ύψους 1,7 δισ. δολαρίων μεταξύ του στόλου του και της Diamond S Shipping, εταιρίας συμφερόντων της οικογένειας του υπουργού Εμπορίου των ΗΠΑ Γουίλμπουρ Ρος, ο οποίος, όταν ανέλαβε υπουργικά καθήκοντα, παραχώρησε το χαρτοφυλάκιό του», αλλά και στη συμφωνία του με τον κρατικό φορέα του Ιράκ, «που του αποδίδει 23.000 δολάρια την ημέρα για να μεταφέρει πετρέλαιο σε όλο τον κόσμο». Κάπου εδώ ο δημοσιογράφος επιλέγει να μιλήσει για τη «φερόμενη εμπλοκή του Μαρινάκη», που «αναδεικνύει το ερώτημα τι μπορεί να έκανε για να εξαφανίσει τα στοιχεία της εμπλοκής του», αλλά και τη δίκη που διεξάγεται στον Πειραιά, όπου «έπειτα από τρία χρόνια και εκατοντάδες ώρες καταθέσεων και διασταυρούμενης εξέτασης σχεδόν κανείς μάρτυρας ή εισαγγελέας ή δικαστής δεν είπε ποτέ το όνομα του Μαρινάκη φωναχτά».

Επισημαίνει, ακόμη, ότι «κατά τη διάρκεια των έξι τελευταίων ετών που ερευνώνται οι τυχόν διασυνδέσεις του Μαρινάκη με το “Noor 1” ο ίδιος δεν έχει υποστεί κάποιου είδους σημαντικό οικονομικό χτύπημα».

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.