Αλλάζει ο χάρτης της Αθήνας: Οι κάτοικοι φεύγουν, οι τουρίστες έρχονται

Η Νεκταρία έμενε 10 χρόνια σε διαμέρισμα στα Εξάρχεια, μέχρι που ένας όμιλος αγόρασε όλη την πολυκατοικία και η ίδια εξαναγκάστηκε σε έξωση. Έψαχνε πολλούς μήνες σπίτι, είχε απελπιστεί. «Τα προσφερόμενα σπίτια στα Εξάρχεια είναι πολύ λίγα και ακριβά», εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ. Τελικά βρήκε στην περιοχή της πλατείας Κάνιγγος. Μια άλλη πολυκατοικία, που στεγαζόταν το πρατήριο των ΕΛΤΑ κοντά στο Πολυτεχνείο, αγοράστηκε και όλοι έπρεπε να μετακομίσουν μέσα σε τέσσερις μήνες, περιγράφει. «Οι ιστορίες των κατοίκων και επαγγελματιών που εκδιώχνονται και δυσκολεύονται να βρουν στέγη είναι αμέτρητες τόσο στα Εξάρχεια, όσο και στο Κουκάκι και αλλού».

Ο Δημήτρης Μοιρόπουλος δουλεύει στο παντοπωλείο του πατέρα του στην οδό Γραβιάς γωνία με Εμμανουήλ Μπενάκη από μικρό παιδί. Τα τελευταία δέκα χρόνια η κίνηση είχε πέσει πολύ, κυρίως λόγω του ότι ο μόνιμος πληθυσμός έφυγε από τη γειτονιά. Καταστήματα κατέβασαν τα ρολά, πολλά κτήρια παρέμειναν κενά, οι δρόμοι σκοτεινοί, λίγο κόσμο συναντά κανείς στο δρόμο μετά το απόγευμα. Ο κ. Μοιρόπουλος θα είχε κλείσει το παντοπωλείο, αν δεν είχαν έρθει οι τουρίστες. «Μου θυμίζουν τους Έλληνες πελάτες πριν από 20 χρόνια, κάνουν γερό λογαριασμό», θα πει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ.

Σε πολλές περιοχές του κέντρου της Αθήνας εμφανίζεται το εξής σχήμα: οι μόνιμοι κάτοικοι μειώνονται, και τα ενοίκια και οι τιμές των ακινήτων σημειώνουν συνεχή άνοδο τα τελευταία χρόνια. Ο Κωστής Χατζημιχάλης, ομότιμος καθηγητής στο Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο, εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ότι η «εκδίωξη των κατοίκων οφείλεται σε λανθασμένες μακροχρόνιες πολιτικές, ενώ η στεγαστική ανάγκη των πολιτών επιδεινώθηκε εξαιτίας της στροφής στην “τουριστικοποίηση” του κέντρου της Αθήνας και όχι στη διατήρηση ή ανοικοδόμηση κατοικιών». Άλλωστε, όπως τονίζει ο Νίκος Κουραχάνης, μέλος του Επιστημονικού Συμβουλίου Εργαστηρίου Κοινωνικής Πολιτικής, Πάντειο Πανεπιστήμιο στο ΑΠΕ-ΜΠΕ «οι στεγαστικές πολιτικές στην Ελλάδα πάντα υστερούσαν, μετά το 2012 εξαφανίστηκαν τελείως».

Η συρρίκνωση του μόνιμου πληθυσμού του κέντρου

«Η Αθήνα είχε πολύ κόσμο και πάρα πολλά καταστήματα, σε όλα τα ισόγεια υπήρχαν μαγαζιά», θυμάται ο κ. Μοιρόπουλος. Στη Σόλωνος, στη Χαριλάου Τρικούπη, χαμηλά στην Μπενάκη, σε όλα τα διαμερίσματα έμενε κόσμος. Τώρα είναι είτε γραφεία, είτε κενά, είτε δίνονται για βραχυχρόνια μίσθωση τύπου airbnb.

Όλοι ξυπνούσαν νωρίς, ίσχυε και το δωρεάν στα λεωφορεία πριν τις οχτώ, μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1980, περιγράφει ο κ. Μοιρόπουλος. Τα μαγαζιά άνοιγαν χαράματα, έβγαιναν μυρωδιές από τα τυροπιτάδικα. Και έβλεπες παρέες μέχρι αργά τη νύχτα έξω. Ιδιαίτερα στην περιοχή των Εξαρχείων και της πλατείας Κάνιγγος, μόλις σχολούσαν τα φροντιστήρια γινόταν «διαδήλωση» από μαθητές.

Από τη δεκαετία του 1990 και την έλευση των πολυκαταστημάτων και των αλυσίδων, αρκετά μαγαζιά άρχισαν να απομακρύνονται από το κέντρο, περιγράφει ο κ. Μοιρόπουλος. «Και άνθρωποι, ήδη από το 1993 αποχαιρετούσα φίλους που μετακόμιζαν Χαλάνδρι, Κηφισιά και λοιπά προάστια», λέει. Επίσης, πολλοί δικηγόροι και συμβολαιογράφοι πήγαν τα γραφεία τους προς Κολωνάκι και Σύνταγμα. Τα τελευταία δέκα χρόνια πρώην κάτοικοι της περιοχής μετακινούνται προς Πετράλωνα, Κουκάκι. Από τα φροντιστήρια ελάχιστα έμειναν, μετακόμισαν κι αυτά.

Ο κ. Μοιρόπουλος πήγαινε δημοτικό στο 37ο στην Κωλέττη, που στεγαζόταν και το 35ο. Στην έκτη τάξη υπήρχαν δυο τμήματα και το 35ο τρία, από 30-35 παιδιά το κάθένα. Πια, το 37ο έχει κλείσει και έχει μείνει το 35ο, με ένα τμήμα και 18 παιδιά.

«Αυτό που κρατούσε ζωντανό το κέντρο ήταν τα ισόγεια μαγαζιά και οι άνθρωποι στους ορόφους»

Ο κ. Θέμης διατηρεί εδώ και 40 χρόνια κατάστημα με αθλητικά είδη χαμηλά στην οδό Θεμιστοκλέους. Η καταναλωτική κίνηση δεν έχει μειωθεί ιδιαίτερα, άλλωστε ο δρόμος παραδοσιακά είναι γνωστός για όποιον αναζητά αθλητικά παπούτσια. «Το ό,τι βρισκόμαστε κοντά στο μετρό, μάς έσωσε μέσα στην κρίση», εξηγεί ο κ. Θέμης στο ΑΠΕ-ΜΠΕ. Το μεγάλο πρόβλημα που αντιμετωπίζει, όμως, είναι το αυξημένο κόστος λειτουργίας της επιχείρησης εξαιτίας της εγκληματικότητας. Του έχουν «ανοίξει», όπως λέει, το μαγαζί πολλές φορές και με διάφορους τρόπους και αναγκάστηκε να τοποθετήσει διπλά ρολλά, συστήματα ασφαλείας, άνθρωπο από εταιρία φύλαξης για τη νύχτα.

Συχνά κανείς αναφέρεται στα επεισόδια, ως αιτία φυγής των ανθρώπων. Ο κ. Μοιρόπουλος δε συμφωνεί: «Επεισόδια υπήρχαν πάντα στην περιοχή, και πιο σκληρά, όπως με τον Καλτεζά, το Χημείο, τις καταλήψεις του 1990-91», αναφέρει ο κ. Μοιρόπουλος.

Υπήρχε, όμως, συνεχής κίνηση, μέχρι πριν σχεδόν μια δεκαετία τα Εξάρχεια ήταν το ασφαλέστερο μέρος της Αθήνας, περπατούσες μόνος σου μες στη νύχτα, ενώ στα προάστια οι άνθρωποι φοβόντουσαν, αναφέρει ο κ. Μοιρόπουλος. Η σημερινή μείωση των κατοίκων και των καταστημάτων, είχε ως επακόλουθο την αύξηση της εγκληματικότητας.

«Αυτό που κρατούσε ζωντανό το κέντρο ήταν τα ισόγεια μαγαζιά και οι άνθρωποι στους ορόφους, μαζί με την κουλτούρα και τη φιλοσοφία του κόσμου», αναπολεί ο κ. Μοιρόπουλος.

«Καταστροφικές επιλογές ήδη από το 1980 και το 1990 οδήγησαν στο σταδιακό εκτοπισμό των κατοίκων του κέντρου της Αθήνας»

Σύμφωνα με τον κ. Χατζημηχάλη, ο σταδιακός εκτοπισμός των μόνιμων κατοίκων οφείλεται σε «λανθασμένες και καταστροφικές» θεσμικές επιλογές και σε πολεοδομικά σχέδια ήδη από τις δεκαετίες του 1980 και του 1990. Οι βραχυχρόνιες μισθώσεις τύπου airbnb, που έδωσαν μια οικονομική ανάσα σε φτωχά και μεσαία νοικοκυριά, τα αυξημένα ενοίκια και η «τουριστικοποίηση» παραδοσιακών γειτονιών ήρθαν να «κουμπώσουν» πάνω σε μακροχρόνιες διαδικασίες, που είχαν ήδη αφήσει το στίγμα τους.

Αρκετά υπουργεία, δημόσιες υπηρεσίες, το Εφετείο, το Ειρηνοδικείο μετακόμισαν από το κέντρο της Αθήνας μαζί και 3 με 5.000 υπάλληλοι, πολλοί εκ των οποίων ήταν κάτοικοι και καταναλωτές. Επίσης, πανεπιστημιακές σχολές όδευσαν προς του Ζωγράφου. Ταυτόχρονα, πολλά μεγάλα ακίνητα του Δημοσίου παρέμειναν άδεια, δημιουργώντας «νεκρές περιοχές» στο κέντρο της Αθήνας, εξηγεί ο κ. Χατζημηχάλης.

Από το 1991 μέχρι το 2011, από το δήμο Αθηναίων έφυγαν 180 με 200.000 κάτοικοι, οι περισσότεροι προς τα προάστια. Από την άλλη, 150.000 νέοι κάτοικοι από άλλες εθνικότητες μετοίκησαν.

Τα παλιότερα καταστήματα χονδρικής και λιανικής κλείνουν, μεταξύ άλλων, εξαιτίας των πεζοδρομήσεων, και των μεγάλων πολυκαταστήματων (ενδυμάτων, επίπλων κλπ) στις περιφερειακές συνοικίες. Χωρίς πρόσβαση με αυτοκίνητο, τα μαγαζιά δεν μπορούν να σταθούν. Όταν ήταν σε λειτουργία προσέλκυαν κόσμο, ενώ οι ιδιοκτήτες τους συχνά έμεναν κοντά. Στη θέση τους ανοίγουν καφετέριες, καταστήματα εστίασης και διασκέδασης, τοποθετούνται τραπεζοκαθίσματα, υπάρχει ηχορύπανση κλπ, περιγράφει ο κ. Χατζημιχάλης. «Ευτυχώς γλιτώσαμε την πεζοδρόμηση της Πανεπιστημίου. Αν πραγματοποιηθεί η μετατροπή του Πολυτεχνείου σε Μουσείου ή της Βαρβακείου Αγοράς σε Κόβεντ Γκάρντεν, όπως έχει προταθεί, θα δοθεί η χαριστική βολή για το κέντρο», εκτιμά ο κ. Χατζημιχάλης.

Το 2011 οι κενές κατοικίες στο δήμο Αθηναίων ήταν 132.000, σημειώνοντας μια αυξητική πορεία που ξεκίνησε τη δεκαετία του 1990 και εντάθηκε από το 2000 και μετά. Η οικονομική κρίση που ακολούθησε άφησε περισσότερα άδεια ή υπερχρεωμένα σπίτια πίσω, προσελκύοντας κτηματομεσιτικές επιχειρήσεις, με μεγαλύτερο ενδιαφέρον τον τουρισμό. Μεγάλη ώθηση στην παραπάνω τάση έδωσε ο νόμος για τη «χρυσή βίζα», προσθέτει ο κ. Χατζημιχάλης. Ως τώρα, πάνω από 4.500 άτομα έχουν αγοράσει ακίνητα, με το 78% των αγορών να καταγράφεται στην Αττική.

Δεκάδες άδειες δόθηκαν για νέα ξενοδοχεία στο κέντρο από το 2014 μέχρι σήμερα. Ξαφνικά, η Αθήνα μετατράπηκε σε προορισμό city break (στάση σε πόλη για λίγες ημέρες). Οι περισσότεροι επενδυτές ήταν κεφαλαιούχοι από το εξωτερικό (Κίνα, Τουρκία, Ισραήλ, κα). Οι επενδύσεις αφορούσαν μετατροπές οικοδομών σε ξενοδοχεία, διαμερίσματα τύπου airbnb, γραφεία, όχι νέες κατοικίες. Σήμερα στην Αθήνα περίπου τα μισά σπίτια από την πλατφόρμα του airbnb ανήκουν σε επιχειρήσεις, οι οποίες εισπράττουν ενοίκιο 15-30% επί των εσόδων.

«Κάπως έτσι καταλήξαμε κεντρικές περιοχές της Αθήνας, όπως το Κουκάκι, το Παγκράτι, η Κυψέλη, του Ζωγράφου, τα Εξάρχεια να αντιμετωπίζουν πρόβλημα έλλειψης κατοικίας», καταλήγει ο κ. Χατζημιχάλης.

Αδύναμες οι στεγαστικές πολιτικές της Ελλάδας

Στην Ελλάδα οι στεγαστικές πολιτικές διαχρονικά ήταν πολύ αδύναμες, τονίζει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Κουραχάνης. Στα χρόνια της κρίσης, αντί να διευρυνθούν και να περιλάβουν τους ανθρώπους με στεγαστική επισφάλεια λόγω ανεργίας, στεγαστικών δανείων, εξαϋλώθηκαν τελείως. Το 2012 καταργήθηκε ο Οργανισμός Εργατικής Κατοικίας, ο οποίος, έστω και σποραδικά, “αποτελούσε τη μοναδική προσφορά στην κοινωνική κατοικία”. Στη δυτική Ευρώπη, ακόμα και σε χώρες όπως η Μεγάλη Βρετανία, που δεν έχει παράδοση στην κοινωνική πολιτική, υπάρχουν επιδοτήσεις και μέτρα ενάντια στην απώλεια στέγης.

Πηγή: ΑΠΕ

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.