Γιατί στην Ελλάδα τα υδροηλεκτρικά από μόνα τους δεν μπορούν να μειώσουν τις λιανικές τιμές ρεύματος

Η αύξηση της φθηνής παραγωγής δεν μεταφράζεται αυτόματα σε φθηνότερους λογαριασμούς

Στην Ελλάδα ακούγεται συχνά ότι αν αυξηθεί η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από υδροηλεκτρικά εργοστάσια, οι λογαριασμοί ρεύματος θα πέσουν αυτόματα. Η ιδέα φαίνεται λογική διότι τα υδροηλεκτρικά έχουν χαμηλό κόστος παραγωγής σε σχέση με μονάδες φυσικού αερίου, επομένως, η ενέργεια που παράγουν θα έπρεπε να είναι φθηνότερη.

*Μιχάλης Χριστοδουλίδης
Διπλ. Μηχανολόγος Μηχανικός ΑΠΘ, Ενεργειακός Αναλυτής

Ωστόσο, η ελληνική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας δείχνει ότι αυτή η προσδοκία είναι μύθος. Τα υδροηλεκτρικά είναι σημαντικά, αλλά από μόνα τους δεν επαρκούν για να μειώσουν τα τιμολόγια που πληρώνουν οι καταναλωτές.

Η διαμόρφωση των τιμών χονδρικής στην Ελλάδα βασίζεται στον λεγόμενο μηχανισμό οριακής τιμής (marginal pricing). Αυτό σημαίνει ότι η τιμή καθορίζεται από την πιο ακριβή μονάδα που χρειάζεται για να καλύψει τη ζήτηση σε μια δεδομένη στιγμή και όχι από το μέσο κόστος παραγωγής όλων των μονάδων.

Με απλά λόγια, ακόμη και αν η πλειονότητα της ζήτησης καλύπτεται από φθηνά υδροηλεκτρικά, η τιμή χονδρικής επηρεάζεται από τις πιο ακριβές μονάδες φυσικού αερίου. Και επειδή η λιανική τιμή, ειδικά για τα κυμαινόμενα τιμολόγια βασίζεται στη χονδρική, η αύξηση της φθηνής παραγωγής δεν μεταφράζεται αυτόματα σε φθηνότερους λογαριασμούς.

Ένα παράδειγμα το καθιστά πιο ξεκάθαρο: Ας πούμε ότι η ζήτηση μιας ώρας είναι 1.000 MW. Από αυτά, 700 MW καλύπτονται από υδροηλεκτρικά με κόστος 50 €/MWh και τα υπόλοιπα 300 MW από φυσικό αέριο με κόστος 200 €/MWh. Η τιμή χονδρικής καθορίζεται από την πιο ακριβή μονάδα, δηλαδή τα 200 €/MWh, και όχι από το μέσο όρο. Ακόμη κι αν τα υδροηλεκτρικά αυξηθούν στα 900 MW, και χρειάζονται αλλα 100 MW από φυσικό αέριο για να καλυφθεί η ζήτηση των 1.000MW, η τιμή θα παραμένει 200 €/MWh , όπου με αυτή την τιμή θα αποζημιωθεί ο παραγωγός ρεύματος απο υδροηλεκτρικά. Ετσι λοιπόν η αύξηση των υδροηλεκτρικών στο μείγμα, δεν μειώνει αυτόματα την τιμή χονδρικής.

Η παραγωγή στα υδροηλεκτρικά δεν είναι σταθερή

Επιπλέον, η παραγωγή των υδροηλεκτρικών δεν είναι σταθερή. Εξαρτάται από τις βροχοπτώσεις και τα υδρολογικά δεδομένα. Σε περιόδους ξηρασίας, η παραγωγή μειώνεται σημαντικά και χρειάζονται ακριβές μονάδες φυσικού αερίου ή εισαγωγές από το εξωτερικό. Αυτό σημαίνει ότι ακόμα και αν η χώρα επενδύσει σε περισσότερα υδροηλεκτρικά, οι τιμές θα παραμείνουν ευμετάβλητες και υψηλές σε περιόδους μειωμένης παραγωγής.

Η στρατηγική για φθηνότερο ρεύμα δεν μπορεί να στηρίζεται αποκλειστικά στην αύξηση των υδροηλεκτρικών. Χρειάζεται μια ολοκληρωμένη προσέγγιση, όπως σταδιακή μείωση της εξάρτησης από μονάδες φυσικού αερίου, επενδύσεις σε ΑΠΕ με σταθερή παραγωγή και αποθήκευση ενέργειας, καθώς και μέτρα για μείωση των δημοσιονομικών επιβαρύνσεων στους καταναλωτές. Τα υδροηλεκτρικά έχουν μεγάλη αξία για την ενεργειακή ασφάλεια, την ευστάθεια του δικτύου και την προστασία του περιβάλλοντος, λόγω του χαμηλού ανθρακικού αποτυπώματος, αλλά η προσδοκία ότι θα φέρουν αυτόματη μείωση των τιμών είναι παραπλανητική.

Η αντλησιοταμίευση επίσης είναι μια μορφή «μπαταρίας» για ολόκληρο το ηλεκτρικό δίκτυο, και λειτουργεί έτσι, όταν υπάρχει περίσσεια φθηνής ενέργειας απο ΑΠΕ, το νερό αντλείται σε μια υψηλότερη δεξαμενή και με αυτόν τον τρόπο καλύπτει αιχμές ζήτησης χωρίς να χρειάζονται άμεσα ακριβές μονάδες φυσικού αερίου. Επίσης ρυθμίζει τάσεις και συχνότητες, κρατώντας το δίκτυο πιο αξιόπιστο και λιγότερο ευάλωτο σε μπλακ άουτ. Ωστόσο δεν μειώνει απαραίτητα τα τιμολόγια διότι όπως αναφέρθηκε η τιμή χονδρικής συνεχίζει να καθορίζεται από τις πιο ακριβές μονάδες που χρειάζονται για να καλυφθεί η συνολική ζήτηση (οριακή τιμή).

Η αντλησιοταμίευση απλώς «μεταφέρει» ενέργεια από ώρες χαμηλής ζήτησης σε ώρες υψηλής, αλλά δεν αλλάζει τον μηχανισμό τιμολόγησης. Επίσης, η λειτουργία της έχει κόστος (καύσιμα, συντήρηση, απώλειες ενέργειας ~20%), που ενσωματώνεται στα τιμολόγια.

Με λίγα λόγια, η αντλησιοταμίευση κάνει το δίκτυο πιο ασφαλές και ευέλικτο, αποφεύγοντας μπλακ άουτ ή υπερτάσεις, αλλά δεν εγγυάται φθηνότερο ρεύμα, αφού η τιμή συνεχίζει να καθορίζεται από τις ακριβές μονάδες που καλύπτουν την οριακή ζήτηση.

Συμπερασματικά, τα υδροηλεκτρικά είναι σημαντικά για τη φθηνότερη και καθαρότερη ενέργεια, αλλά από μόνα τους δεν μπορούν να μειώσουν τα τιμολόγια. Οι τιμές καθορίζονται από τις οριακές μονάδες, τις διεθνείς τιμές καυσίμων και τα επιπρόσθετα κόστη.

Μόνο μια ολιστική ενεργειακή πολιτική μπορεί να οδηγήσει σε πιο προσιτές τιμές για τους καταναλωτές, συνδυάζοντας υδροηλεκτρικά, άλλες ΑΠΕ, αποθήκευση και περιορισμό της εξάρτησης από ακριβές πηγές.

Απάντηση

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.