Στον γύψο η ελευθερία της έκφρασης!

Η κυβέρνηση, με πρόσχημα τα fake news για τον κορονοϊό, ανοίγει τον δρόμο να διώκεται (μόνο με υπόνοιες) η άποψη των πολιτών

Ρεπορτάζ Βασίλης Τζήμτσος

Στον… γύψο βάζει η κυβέρνηση Μητσοτάκη το συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα της ελευθερίας της έκφρασης, με πρόσχημα την αντιμετώπιση των fake news από αρνητές του κορονοϊού.

Με άλλοθι τη διασφάλιση της δημόσιας υγείας, στο προωθούμενο νομοσχέδιο του υπουργείου Δικαιοσύνης «Τροποποιήσεις του Ποινικού Κώδικα και του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας», που τέθηκε σε διαβούλευση πριν από λίγες ημέρες, αλλάζει το άρθρο 191 που αφορά τη διασπορά ψευδών ειδήσεων.

Με βάση τον ισχύοντα νόμο, διώκεται «όποιος δημόσια ή μέσω του διαδικτύου διαδίδει ή διασπείρει με οποιονδήποτε τρόπο ψευδείς ειδήσεις, με αποτέλεσμα να προκαλέσει φόβο σε αόριστο αριθμό ανθρώπων ή σε ορισμένο κύκλο ή κατηγορία προσώπων, που αναγκάζονται έτσι να προβούν σε μη προγραμματισμένες πράξεις ή σε ματαίωσή τους,με κίνδυνο να προκληθεί ζημία στην οικονομία, στον τουρισμό ή στην αμυντική ικανότητα της χώρας ή να διαταραχθούν οι διεθνείς της σχέσεις».

Με βάση το άρθρο 36 στο προωθούμενο νομοθέτημα, το άρθρο 191 του Π.Κ. αλλάζει προς το χειρότερο, με πρόσχημα τα fake news των αρνητών του κορονοϊού και με άλλοθι τη διασφάλιση της δημόσιας υγείας που εισάγεται στο νέο άρθρο.

Το άρθρο 36 προβλέπει: «Οποιος δημόσια ή μέσω του διαδικτύου διαδίδει ή διασπείρει με οποιονδήποτε τρόπο ψευδείς ειδήσεις που είναι ικανές να προκαλέσουν ανησυχίες ή φόβο στους πολίτες ή να κλονίσουν την εμπιστοσύνη του κοινού στην εθνική οικονομία, στην αμυντική ικανότητα της χώρας ή στη δημόσια υγεία τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών και χρηματική ποινή. Εάν η πράξη τελέστηκε επανειλημμένα μέσω του Τύπου ή μέσω διαδικτύου, ο υπαίτιος τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον έξι μηνών και χρηματική ποινή».

Τι αλλάζει στο νέο νομοθέτημα; Δεν απαιτείται το αποτέλεσμα του φόβου, αλλά ο αστυνομικός ή ο εισαγγελέας θα μπορεί να διώκει πολίτες που εκφράζουν την άποψή τους δημόσια ή μέσω διαδικτύου με μόνο την υπόνοια ότι θα προκληθεί ανησυχία ή φόβος άλλων πολιτών.

Ουσιαστικά θυσιάζεται το άρθρο 14 του Συντάγματος που προβλέπει την ελευθερία της έκφρασης στον βωμό αντιμετώπισης των fake news.

Με απλά λόγια, θυσιάζεται ένα συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα με ένα άρθρο νόμου για να αντιμετωπιστούν οι ψευδείς ειδήσεις που, ούτως ή άλλως, αντιμετωπίζονται από τη νομοθεσία.

Όμως, με τον τρόπο αυτό περιορίζεται το δικαίωμα του πολίτη να εκφράζει την άποψή του δημόσια, καθώς θα κρέμεται από πάνω του η δαμόκλειος σπάθη του αστυνομικού, του εισαγγελέα, αλλά και των πολιτών που ενδεχομένως «ανησυχήσουν».

Το μέλος του Δ.Σ. του Δικηγορικού Συλλόγου Πειραιά Νίκος Μπιλίρης δήλωσε σχετικά στη «δημοκρατία»: «Αν ισχύσει η τροποποίηση στο συγκεκριμένο άρθρο, ο ένας θα καρφώνει τον άλλον και οι εισαγγελείς θα γίνουν Πουαρό να δουν αν υφίσταται υποκειμενική ή αντικειμενική υπόσταση του αδικήματος. Δεν μπορούμε να εξωτερικεύσουμε την άποψή μας και τη σκέψη μας; Ολα αυτά ποινικοποιούνται; Αυτό αντίκειται στο Σύνταγμα και στις θεμελιώδεις δημοκρατικές αρχές της ελευθερίας της σκέψης και της εξωτερίκευσης της απόψεως».

Το πρόβλημα αυστηροποίησης του νόμου αλλά και αντισυνταγματικότητας επισημαίνει ο συνταγματολόγος και πρώην ευρωβουλευτής Κώστας Χρυσόγονος με δήλωσή του στη «δημοκρατία»: «Η προτεινομένη με το νομοσχέδιο του υπουργείου Δικαιοσύνης για τις αλλαγές στον Ποινικό Κώδικα αντικατάσταση του άρθρου 191 του κώδικα αυτού, που αφορά τη διασπορά ψευδών ειδήσεων, κινείται προς την κατεύθυνση της αυστηροποίησης του αδικήματος. Με τη νέα του μορφή το άρθρο 191 θα αφήνει περιθώριο ποινικής καταδίκης, όχι μόνο για πρόσωπα τα οποία προκάλεσαν φόβο σε αριθμό συνανθρώπων τους με όσα διέδωσαν, αλλά και για πρόσωπα τα οποία διέσπειραν ψευδείς ειδήσεις απλώς ικανές να προκαλέσουν ανησυχίες ή φόβους ή να κλονίσουν την εμπιστοσύνη του κοινού, μεταξύ άλλων και στη δημόσια υγεία. Ενώ δηλαδή η ισχύουσα ρύθμιση ποινικοποιεί την τετελεσμένη πρόκληση φόβου, στη νέα της μορφή η διασπορά ψευδών ειδήσεων θα μπορεί να θεωρηθεί ότι διαπράχθηκε με μια απλή πιθανολόγηση εκ μέρους του δικαστή, ότι μπορεί να προκληθεί φόβος έστω και στο μέλλον».

Και συμπληρώνει ως προς το ζήτημα συνταγματικότητας του άρθρου 36: «Η κυοφορούμενη νομοθετική μεταβολή επομένως συρρικνώνει την κατοχυρωμένη στο άρθρο 14 του Συντάγματος ελευθερία της έκφρασης, χωρίς να είναι προφανής η δικαιολογητική αιτία της μεταβολής. Σημειωτέον μάλιστα ότι κατά καιρούς διεθνείς οργανώσεις, που παρακολουθούν την εφαρμογή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην πράξη, έχουν σχολιάσει δυσμενώς τη συγκριτικά αυστηρή αντιμετώπιση αδικημάτων λόγου στη χώρα μας. Θα ήταν μάλλον προτιμότερο ο νομοθέτης να εστιάσει την προσοχή του στην αυστηρότερη αντιμετώπιση των εγκλημάτων βίας και κατά τα άλλα να αφήσει τις πρόσφατα (2019) ψηφισμένες διατάξεις του Ποινικού Κώδικα να δοκιμαστούν στην πράξη».

 

Πηγή: dimokratia.gr

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.