Συνέντευξη στην Ελένη Τσερεζόλε, για την Αυγή της Κυριακής

Πόσες οι ομοιότητες του σήμερα με το χθες;

Μιλώντας για τη Γαλλία υπάρχουν σημεία ομοιότητας και σημεία που διαφέρουν. Δεν μπορούμε να ταυτίσουμε πλήρως τις καταστάσεις. Τα σημεία σύγκρισης μου έρχονται βέβαια πολύ συχνά στο μυαλό. Μετά βέβαια προσπαθώ να σκεφθώ ξανά τα πράγματα και λέω ότι «όχι, δεν μπορούμε να συγκρίνουμε όλα»

Για παράδειγμα, σήμερα το πρωί, άκουσα τον Ζεράρ Νταρμανέν (σ.σ.: υπουργό Εσωτερικών) να λέει, ότι θα γίνουν έρευνες σε οργανώσεις, σε ιδιώτες, μετά τη δολοφονία του καθηγητή, προσθέτοντας το «ακόμη κι αν δεν έχουν καμία σχέση με τον αποκεφαλισμό»! Θα τιμωρηθούν δηλαδή κατά κάποιον τρόπο άνθρωποι που δεν έχουν καμία σχέση με το γεγονός.

Όλο αυτό μου φέρνει έντονα στον νου τη Νύχτα των Κρυστάλλων, το 1938, όταν ένας νεαρός Εβραίος σκότωσε έναν Γερμανό διπλωμάτη στο Παρίσι και σε αντίποινα οι ναζί πυρπόλησαν συναγωγές, κακοποίησαν Εβραίους, απέσπασαν χρήματα από την εβραϊκή κοινότητα, από ανθρώπους δηλαδή που δεν είχαν καμία ευθύνη για τη δολοφονία του διπλωμάτη. Οι άνθρωποι που θα γίνουν σήμερα αντικείμενα των ερευνών στη Γαλλία θα βρεθούν αντιμέτωποι και με άλλα προβλήματα, που δεν θα σταματήσουν στις έρευνες. Πρόκειται για μια αντίδραση τιμωρητική ανθρώπων που δεν ευθύνονται για ό,τι τους καταλογίζεται. Αυτού του είδους οι συγκρίσεις μου έρχονται συχνά στο μυαλό. Βέβαια πάντα πρέπει να βάζουμε τα πράγματα στη σειρά. Και φυσικά η Γαλλία σήμερα δεν είναι στην κατάσταση της Γερμανίας το 1933. Ο γαλλικός Τύπος είναι σε πολύ διαφορετική κατάσταση από ό,τι ήταν ο ξένος Τύπος στη Γερμανία το 1933… Οι καταστάσεις δεν είναι ίδιες. Εκείνο που πιστεύω όμως είναι ότι μπορεί να υπάρξει σύγκριση μεταξύ των μηχανισμών.

Ο Πρόεδρος Μακρόν δεν μπορεί να συγκριθεί με τον Πρόεδρο Τραμπ, που είναι αλλεργικός στους δημοσιογράφους…

Η αφετηρία ακριβώς του βιβλίου μου είναι η εκλογή του Τραμπ στις ΗΠΑ. Η εκλογή του ήταν ένα απίστευτο γεγονός για τους δημοσιογράφους και μου έφερε στο μυαλό την άνοδο στην εξουσία του Χίτλερ. Ένα γεγονός που ήταν το ίδιο απίστευτο για τους δημοσιογράφους της εποχής.

Βέβαια μετά οι καταστάσεις ήταν διαφορετικές. Η ελευθερία του Τύπου συνεχίζει να υφίσταται στις ΗΠΑ, οι ΝΥΤ δεν είχαν ποτέ τόσους πολλούς συνδρομητές όσους απέκτησαν μετά από την εκλογή του Τραμπ στην Προεδρία. Ο Τύπος στις ΗΠΑ είναι μοιρασμένος. Υπάρχουν μεγάλες εφημερίδες αλλά και ΜΜΕ, όπως το FoxNews, που στηρίζουν τον Τραμπ…

Επίσης μια μεγάλη διαφορά που έχει να κάνει με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Ας μην ξεχνάμε ότι από τη μια αποτελούν εργαλείο για τον Τραμπ, αλλά από την άλλη είναι και εργαλείο αμφισβήτησής του.

Θέτετε το θέμα της λειτουργίας της δημοσιογραφίας, των δημοσιογράφων σε σχέση με την ποιότητα της δημοκρατίας. Όταν δεν ασκούν κριτική, όταν πηγαίνουν με τα νερά της εξουσίας, προσφέρουν αρνητική υπηρεσία, όπως φαίνεται και από την περίπτωση των ξένων ΜΜΕ απέναντι στον Χίτλερ…

Ακριβώς. Και αυτός είναι ο λόγος που οι δημοσιογράφοι πρέπει να κάνουν καλά τη δουλειά τους. Είναι ένα σημαντικό επάγγελμα που πρέπει να ασκείται σωστά. Σήμερα ανησυχώ για την κατάσταση της δημοσιογραφίας διότι ζούμε σε μια περίοδο μεγάλης αστάθειας.

Τα καταξιωμένα ΜΜΕ είναι πάρα πολύ αποσταθεροποιημένα από το Διαδίκτυο και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, που σήμερα έχουν γίνει τα μέσα ενημέρωσης των νέων ανθρώπων. Μπορεί κανείς να πει ότι διαδραματίζουν μονοπωλιακό ρόλο στην ενημέρωση των νέων. Ελάχιστοι είναι οι νέοι που επισκέπτονται τις ιστοσελίδες των μεγάλων ΜΜΕ. Ακόμη λιγότεροι εκείνοι που αγοράζουν εφημερίδες, έντυπα ή βλέπουν τηλεόραση σε πραγματικό χρόνο.

Προς το παρόν καμία αξιόπιστη πηγή δεν έχει πάρει τη θέση των μεγάλων ΜΜΕ. Βρισκόμαστε ακόμη σε μια κατάσταση που δεν ξέρουμε ποιον να πιστέψουμε, ποιον να εμπιστευθούμε. Δεν υπάρχει κάποια δομή πιστοποίησης. Και αυτή η κατάσταση είναι πηγή αστάθειας.

Την ίδια στιγμή διαπιστώνουμε ότι τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έχουν μια απίστευτη ισχύ. Μια ισχύ που προκαλεί φόβο. Και το διαπιστώνουμε αυτό και τώρα, σήμερα, με τη δολοφονία του καθηγητή. Πράγματι λοιπόν όλα αυτά είναι πάρα πολύ ανησυχητικά.

Και ποιες είναι οι προϋποθέσεις για να κερδηθεί το στοίχημα της κριτικής δημοσιογραφίας, της δημοκρατίας στον 21ο αιώνα;

Καταρχήν χρειαζόμαστε ΜΜΕ που να μην εξαρτώνται από δισεκατομμυριούχους, ΜΜΕ αξιόπιστα και ισχυρά.

Και βεβαίως σας το λέω αυτό, αλλά δεν έχω κάποια μαγική συνταγή για το πώς υλοποιείται. Εξ ορισμού πάντως τα ΜΜΕ των δισεκατομμυριούχων, που σήμερα στη Γαλλία κατέχουν το μονοπώλιο της ενημέρωσης, δεν είναι αξιόπιστα.

Το ίδιο, ξέρετε, ίσχυε και στη δεκαετία του 1930, όταν τα γαλλικά, αμερικανικά, βρετανικά ΜΜΕ ήσαν όλα στα χέρια πλούσιων ιδιοκτητών, που ήσαν φανατικοί αντικομμουνιστές. Και αυτός ήταν άλλωστε ένας από τους λόγους για τους οποίους υποβάθμισαν τότε το ναζιστικό φαινόμενο. Σήμερα λοιπόν τα ΜΜΕ που είναι ιδιοκτησία εκατομμυριούχων δεν μπορούν να είναι αξιόπιστα. Άρα πρέπει να επανεφεύρουμε ανεξάρτητα και αξιόπιστα ΜΜΕ. Που να εφαρμόζουν, για να το πω απλά, τους κανόνες δεοντολογίας.

Όμως σήμερα τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είναι πάρα πολύ ισχυρός ανταγωνιστής των ΜΜΕ…

Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης δεν είναι λύση. Είναι ένα άλλο είδος προβλήματος. Έχουν πολλές θετικές πτυχές που επιτρέπουν μια πολύ μεγάλη ελευθερία έκφρασης, αλλά και πολλά αρνητικά χαρακτηριστικά. Συχνά γίνονται εργαλεία χειραγώγησης, που επιτρέπουν τη διάδοση φημών, καλεσμάτων για έκφραση μίσους, εκκλήσεων για λιντσαρίσματα, για την προώθηση πολύ βίαιων περιεχομένων.

Γνωρίζετε φυσικά αυτό που συχνά λέγεται, ότι δηλαδή αν στην εποχή του Χίτλερ υπήρχαν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης…

Ναι. Πράγματι. Θα ήταν φοβερό εργαλείο στα χέρια του, όπως είναι σήμερα στα χέρια του Τραμπ.

Υπάρχουν τελικά στοιχεία αισιοδοξίας για τη σύγχρονη ενημέρωση;

Τα κίνητρα για αισιοδοξία είναι ότι θα έχουμε πάντα ανάγκη για αξιόπιστη και ανεξάρτητη ενημέρωση. Αυτό ακριβώς το είδος της ενημέρωσης που έχει ανάγκη η κοινωνία, η οικονομία. Υπάρχει δηλαδή μια αγορά, αφού βρισκόμαστε στην οικονομία της αγοράς, για την αξιόπιστη και ανεξάρτητη ενημέρωση.

Και κάποια στιγμή η αγορά θα κατασκευάσει αυτή την αξιόπιστη και ανεξάρτητη ενημέρωση. Είναι μια κάπως γενικευμένη αίσθηση αισιοδοξίας, αλλά έτσι την αντιλαμβάνομαι.

*Ο Ντανιέλ Σνεντερμάν είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας