Άσχημα είναι τα νέα για όσους αποπληρώνουν δάνεια με κυμαινόμενο επιτόκιο, καθώς οι κεντρικές τράπεζες σε όλο τον κόσμο οδηγούνται σε ακόμη πιο επιθετικές αυξήσεις στους παρεμβατικούς τους δείκτες με στόχο τον έλεγχο του πληθωρισμού.

Το μπαράζ των αυξήσεων των επιτοκίων

Το σχετικό σήμα έδωσε η Fed την περασμένη Τετάρτη, η οποία προχώρησε στην τρίτη διαδοχική αύξηση του βασικού της επιτοκίου κατά 75 μονάδες βάσης, στο εύρος διακύμανσης μεταξύ 3% και 3,25%.

Ταυτόχρονα, η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ προανήγγειλε νέες αντίστοιχου μεγέθους παρεμβάσεις έως το τέλος του έτους, οι οποίες θα οδηγήσουν τα επιτόκιά της πάνω από το 4%.

Ακολούθησε χθες η Τράπεζα της Αγγλίας, η οποία αναπροσάρμοσε κατά 50 μονάδες βάσης τα επιτόκιά της, στο 2,25%, ενώ η Τράπεζα της Ελβετίας τα γύρισε σε θετικό έδαφος για πρώτη φορά μετά από σχεδόν οκτώ χρόνια.

Η ΕΚΤ, που μόλις πριν λίγες ημέρες ανέβασε κατά 75 μονάδες το βασικό της επιτόκιο στο 1,25%, αναμένεται να προχωρήσει σε νέα αναπροσαρμογή του στη συνεδρίαση του Οκτωβρίου, καθώς ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη διατηρείται πολύ μακριά από το στόχο του 2%.

Όπως επισημαίνουν αναλυτές, σε αυτό το νομισματικό περιβάλλον η ΕΚΤ δεν έχει και πολλές επιλογές και θα αναγκαστεί παρά τον κίνδυνο ύφεσης στην Ευρώπη, να προβεί σε ανάλογες με τις υπόλοιπες κεντρικές τράπεζες κινήσεις, όχι μόνο για την αντιμετώπιση των πληθωριστικών πιέσεων, αλλά και για να σταματήσει η υποτίμηση του ευρώ έναντι του δολαρίου, η ισοτιμία των οποίων έχει σταθεροποιηθεί το Σεπτέμβριο κάτω από το 1.

Μάλιστα, τα πονταρίσματα στις αγορές προεξοφλούν αύξηση του βασικού επιτοκίου του ευρώ στο 3% έως και τον ερχόμενο Ιούνιο, επίπεδο διπλάσιο σε σχέση με τις εκτιμήσεις που διατυπώνονταν στις αρχές του μήνα.

Αύξηση δόσεων

Η εξέλιξη αυτή μεταφράζεται σε ακόμη μεγαλύτερες αυξήσεις στις δόσεις των δανείων στα προγράμματα με κυμαινόμενα επιτόκια που είναι συνδεδεμένα με τους δείκτες euribor.

Εάν επαληθευθεί το προαναφερθέν σενάριο, στην πλειονότητα των σχετικών χορηγήσεων στη στεγαστική πίστη, το τελικό επιτόκιο θα προσεγγίσει ή θα ξεπεράσει το 5% έναντι μόλις 2% μέχρι και πριν 2 μήνες.

Σε αυτήν την περίπτωση, για ένα δάνειο με υπόλοιπο 100.000 ευρώ και υπολειπόμενη διάρκεια εξόφλησης τα 15 έτη, η δόση από τα 650 ευρώ θα αυξηθεί στα 800 ευρώ περίπου σε ένα χρόνο από σήμερα.

Δηλαδή η μηνιαία επιβάρυνση θα ανέλθει σε 150 ευρώ, που αντιστοιχεί σε ένα επιπρόσθετο ετήσιο κόστος της τάξης των 1.800 ευρώ. Το νοικοκυριό του παραδείγματος θα κληθεί να καταβάλλει σε επίπεδο 12μήνου σχεδόν 3 επιπλέον δόσεις.

Πολύ πιθανό, εάν αυξηθούν τόσο πολύ τα ευρωπαϊκά επιτόκια, είναι να δούμε αναπροσαρμογές και σε προγράμματα το κόστος των οποίων καθορίζεται από τις τράπεζες.

Πρόκειται κατά βάση για καταναλωτικά και επαγγελματικά δάνεια με κυμαινόμενο επιτόκιο. Προς το παρόν από τις τράπεζες λένε ότι τα επιτόκιά τους βρίσκονται σε επίπεδα που παράγουν κέρδη και δεν υπάρχει λόγος αλλαγών.

Ωστόσο, δεν μπορούν να αποκλείσουν αναπροσαρμογές και σε αυτά, εφόσον τελικά η ΕΚΤ οδηγήσει το κόστος χρήματος στην ευρωζώνη σε πολύ υψηλά επίπεδα.

Ακριβαίνουν οι νέες χορηγήσεις

Ως προς τα νέα δάνεια, αναμένεται ένας ακόμη κύκλος αναπροσαρμογών στη στεγαστική πίστη, ο οποίος θα αλλάξει το χάρτη της συγκεκριμένης αγοράς για πρώτη φορά μετά από τρία έτη.

Οι αρμόδιες γενικές διευθύνσεις σχεδιάζουν αυτήν την περίοδο τη στρατηγική τους με στόχο από τη μία πλευρά να διατηρήσουν κερδοφόρα τα δανειακά τους προγράμματα και από την άλλη να μην διαταράξουν σημαντικά τη ζήτηση για νέες χρηματοδοτήσεις.

Μέχρι σήμερα τα πιο δημοφιλή προγράμματα είναι αυτά με σταθερό επιτόκιο για διάστημα 10 ετών και άνω, το ύψος των οποίων κινείται κάτω από το 4% στις περισσότερες περιπτώσεις.

Ωστόσο, τις επόμενες εβδομάδες οι τράπεζες θα προχωρήσουν σε αυξήσεις, μειώνοντας σε μεγάλο βαθμό την ελκυστικότητά τους και οδηγώντας τους ενδιαφερόμενους για χρηματοδότηση σε προϊόντα κυμαινόμενου επιτοκίου.

Στα τελευταία πάντως είναι διατεθειμένες να περιορίσουν τα περιθώρια κέρδους τους, ώστε να συνεχίσουν να αποτελούν μία εναλλακτική επιλογή.