Στουρνάρας και ΔΝΤ δείχνουν την μεγάλη απειλή: τα «ζόμπι» της πανδημίας

Μαρίνα Αλεξανδρή

Φαινομενικά, η έκθεση Στουρνάρα είναι μια καλή έκθεση για την κυβέρνηση και για τις προοπτικές ανάκαμψης της οικονομίας. Η ετήσια έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδας προβλέπει για φέτος ρυθμό ανάπτυξης 4,2% έναντι 4,8% που εκτιμά η κυβέρνηση στον προϋπολογισμό και 3,8% που δίνει η νέα, αρνητικά αναθεωρημένη εκτίμηση του ΔΝΤ.

Προβλέπει επίσης χαμηλότερο πρωτογενές έλλειμμα, της τάξης του 5,3%, από το περσινό 7% και επισημαίνει ότι τα μέτρα στήριξης ανέκοψαν σε έναν βαθμό την απώλεια εισοδήματος, την ανεργία και, βεβαίως, το εύρος της ύφεσης.

Σε δεύτερη ανάγνωση όμως, μέσα από την έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος αναδύεται καθαρή η μεγάλη απειλή της επόμενης μέρας της πανδημίας – η απειλή των «ζόμπι», των μαζικών πτωχεύσεων μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων και της επίσης μαζικής απώλειας θέσεων εργασίας, κυρίως στον κλάδο των υπηρεσιών και σε τομείς χαμηλής εξειδίκευσης.

«Τα μέτρα στήριξης είναι πιθανόν να διατήρησαν εν ζωή επιχειρήσεις που δεν είχαν κερδοφορία και κανονικά θα είχαν διακόψει τη λειτουργία τους», αναφέρεται χαρακτηριστικά στην έκθεση και επισημαίνεται ο άμεσος κίνδυνος πτωχεύσεων πολλών επιχειρήσεων με σκληρές επιπτώσεις τόσο στην απασχόληση όσο και στο δημοσιονομικό πεδίο.

Αφετηρία αυτού του κινδύνου αποτελεί το τσουνάμι των νέων «κόκκινων δανείων» που δημιούργησε η πανδημία.

Στην έκθεση Στουρνάρα τονίζεται ότι μέσα στο 2021 θα δημιουργηθούν εξαιτίας της πανδημίας νέα μη εξυπηρετούμενα δάνεια ύψους 8 έως 10 δισεκατομμυρίων ευρώ.

Σύμφωνα με τα ίδια στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια στο τέλος Δεκεμβρίου του 2020 βρίσκονταν ήδη στα 47,4 δισεκατομμύρια  ευρώ. Συνολικά, περίπου ένα στα τρία δάνεια που έχουν χορηγηθεί από τις τράπεζες είναι μη εξυπηρετούμενο (το ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων προς το σύνολο των δανείων είναι 30,2%) ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι μόλις 2,6%.

Σύμφωνα επίσης με τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν στο συνέδριο της Εθνικής Συνομοσπονδίας Εμπορίου σχεδόν μία στις τρεις ελληνικές επιχειρήσεις θεωρείται αυτή την στιγμή «απειλούμενη». Όπως προκύπτει από την έρευνα του ΙΝΕΜΥ-ΕΣΕΕ που παρουσιάστηκε στο συνέδριο, μέσα στο 2020 διπλασιάστηκαν από το 18% στο 35% οι λεγόμενες «απειλούμενες» επιχειρήσεις, δηλαδή οι επιχειρήσεις εκείνες που εμφανίζουν μείωση του τζίρου και έχουν οφειλές σε τράπεζες, Δημόσιο ή προμηθευτές.

Στο ίδιο διάστημα μειώθηκαν πάνω από 50% οι θεωρούμενες «ανθεκτικές επιχειρήσεις», εκείνες δηλαδή που καταφέρνουν να μην έχουν χρέη, παρά την στασιμότητα του τζίρου τους. Οι επιχειρήσεις αυτές έχουν πια μειωθεί στο 11% από 28% του συνόλου των επιχειρήσεων που ήταν η αντίστοιχη αναλογία πριν από την πανδημία.

Τα σκληρά αυτά στοιχεία και προειδοποιήσεις βρίσκουν παγκόσμιο αντίκρυσμα και στην εαρινή έκθεση του ΔΝΤ που δόθηκε χθες στην δημοσιότητα.
Το Ταμείο, σε μια ακόμη… εξ αριστερών ανάλυση και κριτική, τονίζει ότι η παγκόσμια ανάκαμψη θα είναι δραματικά άνιση και θα διευρύνει το χάσμα στο βιοτικό επίπεδο όχι μόνο μεταξύ διαφορετικών χωρών – αναπτυσσόμενων και αναπτυγμένων – αλλά και μέσα σε κάθε χώρα ξεχωριστά.

Οι συνολικές απώλειες κατά κεφαλήν εισοδήματος την περίοδο 2020-22 εκτιμάται ότι θα αντιστοιχούν στο 20% του κατά κεφαλήν εισοδήματος του 2019 στις αναπτυσσόμενες οικονομίες και αναδυόμενες αγορές, ενώ στις αναπτυγμένες θα είναι της τάξης του 11%.

Το ΔΝΤ προειδοποιεί επίσης ότι καθώς θα αποσύρονται τα έκτακτα μέτρα, όπως οι αναστολές πληρωμής δόσεων δανείων, θα εκτιναχθούν οι πτωχεύσεις επιχειρήσεων θέτοντας σε κίνδυνο το 10% των θέσεων εργασίας σε πολλές χώρες.

Για να περιοριστεί αυτή η απειλή και η ζημιά το Ταμείο καλεί, για μια ακόμη φορά,  να μην υπάρξει σπουδή στην απόσυρση των μέτρων στήριξης και να συνεχίσει να δίνεται βάρος στις πολιτικές δημοσιονομικής επέκτασης και όχι στα ελλείμματα και τα χρέη.

Στην ελληνική κυβέρνηση η προτροπή αυτή δεν δείχνει επί του παρόντος να έχει απήχηση – κρίνοντας, τουλάχιστον, από τα πενιχρά κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης που θα κατευθυνθούν στην μικρή επιχειρηματικότητα και σε κοινωνικές πολιτικές, καθώς και από την εμμονή της κυβέρνησης στην «συνταγή Πισσαρίδη» που θεωρεί εκ προοιμίου βαρίδια τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις.

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.