Το αντάρτικο αεροδρόμιο στα Άγραφα: «Το φάντασμα του βουνού»

Το «αόρατο» αεροδρόμιο των ανταρτών στο οροπέδιο της Νεβρόπολης, εκεί που βρίσκεται σήμερα η λίμνη Πλαστήρα! Λειτουργούσε μόνο βράδυ και την ημέρα το κάλυπταν με κλαδιά. Οι Γερμανοί προσπάθησαν, αλλά δεν το βρήκαν ποτέ.

Το Αεροδρόμιο της Νεβρόπολης είναι «το φάντασμα του βουνού»

Τα Άγραφα είναι η καρδιά της Αντίστασης και η Καρδίτσα το οικονομικό κέντρο που τροφοδοτεί την Αντίσταση. Η Αντίσταση όμως χρειάζεται να επικοινωνεί με το συμμαχικό στρατηγείο της Μέσης Ανατολής για τις ανάγκες του πολέμου. Γι’ αυτό, έπρεπε να κατασκευαστεί ένα πρόχειρο, αλλά καλά προφυλαγμένο αεροδρόμιο. Το αεροδρόμιο αποφασίστηκε να κατασκευαστεί στο οροπέδιο της ΝεΒρόπολης που διασχίζονταν από τον ποταμό Μέγδοβα, παραπόταμο του Αχελώου, εκεί που σήμερα βρίσκεται η τεχνητή Λίμνη «Νικολάου Πλαστήρα». Ο χώρος του αεροδρομίου βρισκόταν σε υψόμετρο 800 μέτρων και σε απόσταση 25 χλμ. από την Καρδίτσα.

Κατασκευάστηκε το Καλοκαίρι του 1943, Την έμπνευση της κατασκευής είχε ο τότε αρχηγός της Αγγλικής αποστολής Ταξίαρχος Έντι Μέγιερς που από την άνοιξη του 1943 είχε εγκατασταθεί στη Νεράιδα των Αγράφων.

Την τεχνική επίβλεψη είχε ο Λοχαγός Ντένις. Τα σχέδια έκαναν οι μηχανικοί Α. Σαμουηλίδης, Γ. Κουβαράκης, Α, Νικολάου, Γ. Βλάχος και Παπαγεωργίου.

Το αεροδρόμιο βρίσκονταν σε χώρο που διαμορφώθηκε κατάλληλα, κοντά στα Μπεζουλιώτικα Καλύβια και έφτανε μέχρι τα Μεσενικολίτικα λιβάδια στη θέση Τσιτσέϊκα. Στη διαμόρφωση του χώρου βοήθησαν οι κάτοικοι των γύρω χωριών και οι αντάρτες.

Χρησιμοποιήθηκε αρχικά για τις ρίψεις εφοδίων της αποστολής και πολεμοφοδίων για τους αντάρτες. Οι ρίψεις γίνονταν νυχτερινές ώρες και παρουσίαζαν αρκετές δυσχέρειες. Πολλά από τα δέματα που ρίχνονταν με αλεξίπτωτα, τα παρέσυρε ο άνεμος και χάνονταν στα πυκνόφυτα δάση. Είναι γνωστό σε όλους σχεδόν τους κατοίκους της περιοχής, η αναζήτηση για πολλές ημέρες ενός κιβωτίου που περιείχε 5.000 χρυσές λίρες Αγγλίας που ρίφθηκε μαζί με άλλα εφόδια στις αρχές του καλοκαιριού του 1943.

Το Αλεξίπτωτο παρασύρθηκε από τον αέρα κι έπεσε σε καστανοδάσος, κοντά στο Μοναστήρι της Κορώνας. Το πολύτιμο περιεχόμενο θα είχε κάνει πλούσιους τους κατοίκους του Μεσενικόλα, αν οι Άγγλοι δεν είχαν προνοήσει να έχουν ένδειξη στο εσωτερικό μέρος του κιβωτίου που προκαλούσε τρόμο στον θεατή.

Μια νεκροκεφαλή ανάμεσα σε δύο κόκαλα χιαστί και την προειδοποίηση στα ελληνικά ότι περιέχουν εκρηκτική ύλη….

Η προσγείωση και απογείωση των αεροπλάνων γινόταν πάντα νύχτα, και ο αεροδιάδρομος φωτιζόταν με λάμπες θυέλλης, οι οποίες άναβαν, μονάχα όταν το συμμαχικό αεροπλάνο ειδοποιούσε με τον ασύρματο ότι πλησιάζει στο Αεροδρόμιο. Την ημέρα ο διάδρομος προσγείωσης γινόταν… δάσος! Το τμήμα των ανταρτών που ήταν επιφορτισμένο με τη φύλαξη του Αεροδρομίου έκοβε δέντρα από το γειτονικό δάσος και τα… φύτευε στον Αεροδιάδρομο. Τοποθετούσαν επίσης κατά διαστήματα κάρα, φορτωμένα με σανό, τα οποία έμοιαζαν από ψηλά με θημωνιές. Μ’ αυτό τον τρόπο, εξαπατούσαν τα εχθρικά αεροπλάνα.

Φυσικά, τη νύχτα όλα τα εμπόδια απομακρύνονταν και ο αεροδιάδρομος καθάριζε. Το αντάρτικο αεροδρόμιο της Νεβρόπολης λειτούργησε ως το τέλος του πολέμου και συνέβαλε σημαντικά στη νίκη των συμμαχικών δυνάμεων.

Ήταν το αεροδρόμιο «φάντασμα»

Ο ταξίαρχος Έντι γράφει τα παρακάτω:
Μια εβδομάδα πριν έρθει το αεροπλάνο που περιμέναμε, η ΡΑΦ έστειλε απροειδοποίητα ένα αναγνωριστικό από τη Μέση Ανατολή για να πάρει φωτογραφίες. Οι φωτογραφίες εμφανίστηκαν και μελετήθηκαν στο Κάιρο και σχετικά μ’ αυτές, οι παράγοντες του Καΐρου μας έστειλαν μια πλήρη έκθεση με την παρατήρηση ότι στο έδαφος υπήρχαν ακόμη μερικά εμπόδια που έμοιαζαν με θημωνιές και μερικές συστάδες από θάμνους που έπρεπε να καθαριστούν.

Οι θημωνιές, ήταν μια σειρά από κάρα καμουφλαρισμένα με άχυρα και οι συστάδες των θάμνων τα δέντρα που είχαν ξαναφυτέψει. Ο Ντένις- Χάμσον είχε καταφέρει να ξεγελάσει τους εμπειρογνώμονες του Καΐρου. Ζήτησαν συγνώμη για το λάθος τους και μας συνεχάρησαν.

Για τον εντοπισμό του αεροδρομίου τη νύχτα, όταν γίνονταν οι ρίψεις, οι αντάρτες άναβαν φωτιές την καθορισμένη ώρα. Όταν τελείωναν οι ρίψεις, οι αντάρτες δούλευαν όλη τη νύχτα. Περισυνέλεγαν τα δέματα. Έστηναν θημωνιές. Φύτευαν κομμένα δένδρα. Τοποθετούσαν πρόχειρα καλύβια. Το πρωί το αεροδρόμιο χάνονταν. Το μέρος εκείνο γίνονταν άγνωστο, παρουσίαζε την όψη αγροκτήματος, το αεροδρόμιο γίνονταν φάντασμα…

Το πρώτο αεροπλάνο προσγειώνεται στο αεροδρόμιο

Στις 9 Αυγούστου το 1943 έγινε η πρώτη προσγείωση. Ήταν ένα στρατιωτικό Ντακότα. Μ’ αυτό ήρθε στην Ελλάδα, ο Φρέντυ Ρόδερχαμ, ειδικός για τον έλεγχο του αεροδρομίου.

Την ίδια νύχτα, με το ίδιο αεροπλάνο όταν απογειώθηκε, αναχώρησε για το Κάιρο αντιπροσωπεία του Ε.Α.Μ. Σαράφης – Σβώλος – Ρούσσος και γύρισαν πάλι με ντακότα στο ίδιο αεροδρόμιο.

Η προσγείωση του αεροπλάνου ήταν σχετικά εύκολη. Η απογείωση όμως ήταν πολύ δύσκολη. Τo έδαφος διαμορφώθηκε πρόχειρα, δεν ήταν επικαλυμμένο ούτε με απλό σκυρόδερμα και πολλές φορές με τόσο βάρος υποχωρούσε ιδίως όταν έβρεχε.

Κάποτε ένα αεροπλάνο βούλιαξε. Παρέμεινε τρία μερόνυχτα στο αεροδρόμιο καμουφλαρισμένο όπου τελικά, ύστερα από πολλές προσπάθειες κατάφερε ν’ απογειωθεί. Οι Γερμανοί το είχαν πάρει είδηση. Έκαναν πολλές αναγνωρίσεις με αεροπλάνα χωρίς να μπορέσουν να το επισημάνουν γιατί είχε τέλειο καμουφλάζ.

Στη Δυτική άκρη του αεροδρομίου που είχε διαστάσεις πλάτους 200 μ. και μήκους 2.000 μ. περίπου προς τα Καλύβια Πεζούλας, υπήρχε ένα μικρό δάσος με ψηλά και φουντωτά δένδρα και στo σημείο αυτό υπήρχαν είσοδοι που έμπαιναν τα αεροπλάνα και έτσι είχαν τέλεια κάλυψη.

Οι Γερμανοί με συνεχείς περιπολίες και πτήσεις των αεροπλάνων τους έκαναν μεγάλες προσπάθειες, για να το ανακαλύψουν, αλλά αυτό στάθηκε αδύνατο, γιατί το αεροδρόμιο ήταν καλά καμουφλαρισμένο. Για αντίποινα όμως έκαψαν τα χωριά της Νευρόπολης Βουνέσι, Μεσενικόλα, Μπεζούλα και άλλα.

Παρ’ όλα αυτά το καλοκαίρι του 1943 οι Γερμανοί κατόρθωσαν να το εντοπίσουν και δυο – τρεις φορές το πυροβόλησαν και μάλιστα μια φορά το βομβάρδισαν.

Η φρουρά του αεροδρομίου είχε ανατεθεί στο 1/38 σύνταγμα του Ε.Λ.Α.Σ.
Την ευθύνη των ρίψεων είχαν στην αρχή ο Δημήτριος Γόρδιος από το Βουνέσι και αργότερα ο Σωκράτης Ποδηματάς από το Μεσενικόλα.

Μας είπαν ότι υπεύθυνος ήταν για λίγο και ο Βασίλης Κρομμύδας (Φρίξος) από το Νεοχώρι αλλά όπως εξακριβώσαμε, αυτός ήταν σύνδεσμος μεταξύ ανταρτών και της Αγγλικής αποστολής.

Την λειτουργία αυτού του αεροδρομίου όπως και την συμμετοχή τους στην Αντίσταση, πλήρωσαν ακριβά οι κάτοικοι της περιοχής. Τον Ιούνιο του 1943 οι Ιταλοί στα πλαίσια των εκκαθαριστικών επιχειρήσεων στη Νεβρόπολη, έκαψαν τα χωριά Μορφοβούνι και Μεσενικόλα και τους λιγοστούς κατοίκους που βρήκαν, άλλους εκτέλεσαν και άλλους πήραν αιχμαλώτους. (Βέβαια οι κάτοικοι φρόντισαν λίγο νωρίτερα να εγκαταλείψουν τα χωριά, και έτσι οι απώλειες ήταν περιορισμένες).

Στα τέλη Νοεμβρίου με αρχές Δεκεμβρίου του ίδιου έτους η περιοχή γνώρισε και πάλι την καταστροφή, από τους Γερμανούς αυτή τη φορά, που έφθασαν στα βουνά πάνω απ’ το Νεοχώρι.

Πηγή: plastiras-ota.gr

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.