Ο υποψήφιος των Δημοκρατικών έφερε το τέλος του Τραμπ – Αρκεί όμως αυτό;

Ο υποψήφιος των Δημοκρατικών έφερε το τέλος του Τραμπ – Αρκεί όμως αυτό;

Έπειτα από μια εκλογική αναμέτρηση που εξελίχθηκε σε «θρίλερ», οι πολίτες των ΗΠΑ γνωρίζουν μετά από τέσσερις ημέρες τον 46ο Πρόεδρό της χώρας. Ο Τζο Μπάιντεν, κερδίζοντας οριακά τον Ντόναλντ Τραμπ, θα είναι ο πρόεδρος των ΗΠΑ έως και το 2024.

Ο πρώην αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Ομπάμα, κερδίζοντας ορισμένες από τις πιο «σημαντικές» Πολιτείες του εκλογικού χάρτη των ΗΠΑ, κατάφερε να εκλεγεί Πρόεδρος, πολύ δυσκολότερα βέβαια σε σχέση με όσα προέβλεπαν οι δημοσκοπήσεις και τα προγνωστικά.

Μπορεί στο σύνολο να συγκέντρωσε εκατομμύρια ψήφους περισσότερες από τον Τραμπ, όμως οι «πολιτείες κλειδιά» που του έδωσαν και την τελική νίκη κρίθηκαν σε μερικές χιλιάδες ψήφους και μάλιστα με ανατροπή στα «τελευταία μέτρα» χάρη στην ενσωμάτωση της επιστολής ψήφου, που άλλαξε την εικόνα νίκης που υπήρχε για τον Ντόναλντ Τραμπ μετά το κλείσιμο της κάλπης.

Από σήμερα όμως προκύπτουν ερωτήματα με ιδιαίτερο (και παγκόσμιο) ενδιαφέρον: Τι μπορεί να σημαίνει η προεδρία του Μπάιντεν έως το 2024, σε σχέση με μια ακόμη τετραετία του Τραμπ; Πόσο σημαντικές είναι πραγματικά οι αλλαγές που θα επιφέρει; Θα καταφέρει να περιορίσει την πόλωση που έχει βυθίσει τις ΗΠΑ σε έναν πρωτόγνωρο διχασμό; Τι μπορεί να περιμένει ο κόσμος από το νέο «πλανητάρχη»;

Ψευδαίσθηση ή πραγματικότητα;

Σύμφωνα με τον Χαράλαμπο Παπασωτηρίου,  καθηγητή Διεθνών Σχέσεων και Στρατηγικών Σπουδών στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, σε ανάλυση του Ινστιτούτου «Ένα»: «Μια προεδρία Μπάιντεν θα δώσει μεγαλύτερη έμφαση στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και θα είναι πιο ενωτική για το εσωτερικό των ΗΠΑ».

Παρ’ όλα αυτά, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Πέτρος Βαμβακάς, αναπληρωτής Καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης & Διεθνών Σπουδών του Emmanuel College της Βοστώνης: «Θα είναι πολύ δύσκολο να επανέλθουμε στο θεσμικό πλαίσιο που πολλοί οραματίζονται με την επάνοδο του Μπάιντεν. Δεν νομίζω ότι το πρόβλημα είναι ο Τραμπ, αλλά η δυναμική στην οικονομία και στην κοινωνία που έφερε -για διαφορετικούς λόγους και σε διαφορετικές συγκυρίες- τόσο τον Μπαράκ Ομπάμα όσο και Ντόναλντ Τραμπ στο προσκήνιο».

Είναι σαφές λοιπόν πως η νίκη του Μπάιντεν, δεν πρόκειται να αλλάξει πρώτον το σημερινό status quo των ΗΠΑ, που αποτελεί γέννημα-θρέμμα του νεοφιλελεύθερου καπιταλιστικού συστήματος, ούτε και δεύτερον την «παρακμή των Ηνωμένων Πολιτειών», που εντοπίζεται στον «αποκλεισμό εκλογέων», το «εκλεκτορικό σύστημα που έχει σχέση με το θεσμικό ρατσιστικό καθεστώς της Αμερικής», όπως αναφέρει στο Tvxs.gr ο καθηγητής του Πανεπιστημίου του Λονδίνου, Κώστα Δουζίνας.

Άλλωστε, η νίκη του Τζο Μπάιντεν, αποτελεί το καλύτερο παράδειγμα της νίκης του πολιτικού μάρκετινγκ απέναντι στην ουσιαστική πολιτική, καταφέρνοντας να κερδίσει το χρίσμα των δημοκρατικών στις εσωκομματικές προκριματικές εκλογές, δίχως να παρουσιάσει κάποιο εκτενές πλάνο.

Θα μπορούσαμε να πούμε πως ο Μπάιντεν γίνεται πρόεδρος των ΗΠΑ γιατί για την πλειονότητα στο εσωτερικό των ΗΠΑ, ενδεχομένως και στο εξωτερικό,  απλώς είναι η λιγότερo κακή επιλογή από τον Ντόναλντ Τραμπ. Πολλοί ασφυκτιούσαν στην εποχή Τραμπ. Θεωρώντας αδιανόητη μια επανεκλογή του θα ψήφιζαν οποιονδήποτε ήταν απέναντί του. Πήραν μια βαθιά ανάσα με τη νίκη Μπάιντεν, όμως γνωρίζουν πως σε καμία περίπτωση δεν εκφράζει τις ανάγκες της κοινωνίας.

Το εκλογικό θρίλερ που εκτυλίχθηκε στις ΗΠΑ καταδεικνύει πως ο Μπάιντεν δεν ήταν και η καλύτερη επιλογή των Δημοκρατικών, αλλά τουλάχιστον από το αποτέλεσμα δεν επιβεβαιώθηκαν οι ανησυχίες πως η επιλογή του από τους Δημοκρατικούς θα ήταν «δώρο» στον Τραμπ, αν και το «προσπάθησε». Εξάλλου δεν είναι λίγες οι φορές που έχει υιοθετήσει με συντηρητικές θέσεις των Ρεπουμπλικάνων.

Παρ’ όλα αυτά, τουλάχιστον σε προεκλογικό επίπεδο, ο Μπάιντεν παρουσίασε μια ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα περιβαλλοντική ατζέντα. Πιο συγκεκριμένα, έχει δεσμευτεί να προβεί στις απαραίτητες ενέργειες που θα συμβάλλουν σε μηδενικές εκπομπές ρύπων το 2050, πραγματοποιώντας «ιστορικές επενδύσεις» στον τομέα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, εστιάζοντας και χρηματοδοτώντας παράλληλα την καινοτομία στον συγκεκριμένο τομέα.

Σε αντίθεση με την παιδαριώδη στάση του Τραμπ στο ζήτημα του περιβάλλοντος, ο Μπάιντεν έχει αναφερθεί στην κλιματική αλλαγή ως μια «υπαρξιακή απειλή» . Επιπροσθέτως, δίχως ασφαλώς να συγκρουστεί με τα συμφέροντα των μεγάλων φαρμακευτικών και ασφαλιστικών εταιρειών, το σχέδιο του Μπάιντεν σχετικά με την παροχή υγειονομικής περίθαλψης σε περισσότερους Αμερικανούς πολίτες, εμπνέει ασφαλώς περισσότερη σιγουριά από το «no plan»  (κανένα σχέδιο) του πρώην προέδρου Τραμπ.

Εξωτερική πολιτική και στο βάθος… Ελλάδα

Όσον αφορά την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ για την επόμενη τετραετία, ο Μπαίντεν έχει δεσμευτεί τόσο να επαναφέρει τη συμφωνία σχετικά με τα πυρηνικά όπλα του Ιράν, όσο και να κρατήσει σκληρότερη στάση απέναντι στη Βόρεια Κορέα, σε περίπτωση που ο Κιμ δεν «συμμορφωθεί» με τις επιταγές της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής.

Παρ’ όλα αυτά, και οι δύο προαναφερθείσες δεσμεύσεις δεν είναι σίγουρα επιτεύξιμες, ενώ παράλληλα, οι δηλώσεις του Μπάιντεν στο τελευταίο debate, πως «η Κίνα πρέπει να συμβαδίζει με τους κανόνες (σσ. που θέτουν οι ΗΠΑ), αλλιώς θα πληρώσει το τίμημα οικονομικά», δείχνουν πως δεν πρόκειται να υπάρξει μια τρομερή αλλαγή πολιτικής απέναντι στην παντοδύναμη χώρα της Ασίας.

Βέβαια, η σημαντικότερη διαφοροποίηση, ενδεχομένως να σχετίζεται με τον τερματισμό της πολιτικής του απομονωτισμού και του προστατευτισμού (τουλάχιστον στον βαθμό που το επιδίωκε ο Τραμπ) στα ζητήματα των διεθνών σχέσεων και του εμπορίου αντίστοιχα.

Όπως κατατοπιστικά αναφέρει ο καθηγητής Κώστας Δουζίνας, το σχέδιο του Μπάιντεν για την εξωτερική πολιτική, είναι «το σχέδιο «business as usual», αυτό που έκανε σε μεγάλο βαθμό ο Ομπάμα και αυτό που υποσχέθηκε η Χίλαρι. Αυτό χονδρικά έχει στην ατζέντα του και ο Μπάιντεν. Μια επαναφορά στη θέση των Ηνωμένων Πολιτείων ως μιας ηγεμονικής υπερδύναμης. Μια μεγαλύτερη ανάμιξη με το ΝΑΤΟ και μια επιστροφή, σε περιορισμένο βαθμό, του «διεθνούς σερίφη». Άλλωστε, αξίζει να σημειωθεί πως ο Μπάιντεν στο επιτελείο του αναμένεται να έχει αρκετά από τα «γεράκια» της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής.

Σχετικά με τα ελληνοτουρκικά, τα όσα επισημαίνει ο κ. Δουζίνας είναι κατατοπιστικά: «Είναι γεγονός πως ο Μπάιντεν είναι εξαιρετικά κριτικός απέναντι στον Ερντογάν. Όπως όλα δείχνουν, ο Μπαίντεν έχει πρόβλημα με τον Ερντογάν, ενώ έχει εκφραστεί φιλικά απέναντι στην Ελλάδα. Έχει χαρακτηρίσει τον Ερντογάν ως «αυτοκράτορα» και έχει δηλώσει πως θα ήταν καλό να ανατραπεί δημοκρατικά . Μόνο η εκστρατεία του Μπάιντεν έχει βγάλει ανακοίνωση για τα ελληνοτουρκικά, ενώ ο Τραμπ δεν έχει πει τίποτα».

Παρ’ όλα αυτά όμως, συνεχίζει ο κ. Δουζίνας, «η εκλογή του Μπάιντεν δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να αποτελέσει «λόγο πανηγυρισμών» στη χώρα μας, καθότι «η επιθυμία του Μπάιντεν είναι να φέρει την Αμερική στο ρόλο ενός παγκόσμιου ηγεμόνα και να φτιάξει τις σχέσεις με το ΝΑΤΟ».

«Προφανώς όμως στο ΝΑΤΟ, η Τουρκία είναι μεγάλος παίκτης, άρα δύσκολα θα πάρει ουσιαστικά μέτρα απέναντι στον Ερντογάν. Ένας Μπάιντεν λοιπόν που εγκαταλείπει τον απομονωτισμό, είναι προβληματικό στοιχείο καθώς ενδεχομένως θα έχουμε αναμείξεις των ΗΠΑ στην περιοχή μας», προσθέτει.

Σε κάθε περίπτωση βέβαια, η εκλογή Μπάιντεν αποτελεί γεγονός, αν και η κυριότερη είδηση δεν είναι άλλη από το ότι η περίοδος της προεδρίας του Τραμπ, μόλις ολοκληρώθηκε. Αρκεί όμως αυτό;

«Η πολιτική του Μπάιντεν δεν εμφανίζεται ιδιαίτερα πιο ριζοσπαστική από την πολιτική της Κλίντον […] Δεν μπορώ να πιστέψω ότι ο Μπάιντεν θα είναι διαφορετικός από την Κλίντον. Είναι γέννημα θρέμμα του αμερικανικού κατεστημένου», καταλήγει ο κ. Δουζίνας.

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.